Με μια φορτισμένη συναισθηματικά ομιλία στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου στο Στρασβούργο, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επιχείρησε να αγγίξει το θυμικό των ευρωβουλευτών αναφορικά με την Ουκρανία, επαναλαμβάνοντας τις πάγιες, αμετακίνητες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε οποιαδήποτε ειρηνευτική πρωτοβουλία, αμφισβητώντας ανοικτά τις προθέσεις του Ρώσου προέδρου, λέγοντας ότι «η ρωσική νοοτροπία δεν έχει αλλάξει από τις μέρες της Γιάλτας». Προειδοποίησε δε πως «αν σήμερα νομιμοποιήσουμε την υπονόμευση των συνόρων, ανοίγουμε την πόρτα για περισσότερους πολέμους αύριο». Παράλληλα, στο πιο κρίσιμο και πρακτικό ζήτημα της χρηματοδότησης. Παράλληλα διαβεβαίωσε ότι για οποιαδήποτε μακροπρόθεσμη στήριξη της Ουκρανίας «δεν υπάρχει σενάριο στο οποίο οι Ευρωπαίοι πολίτες θα πληρώσουν μόνοι τους τον λογαριασμό».
Κά
Ξεκινώντας την ομιλία της περιέγραψε τη φρικτή σκηνή της βομβαρδισμένης προ ημερών ρωσικής πόλης Τερνοπίλ αναφερόμενη στον θάνατο της 7χρονης Αμέλκα και της μητέρας της. «Η Αμέλκα πέθανε στην αγκαλιά της μητέρας της», είπε χαρακτηριστικά, προειδοποιώντας ότι «πάνω από τριάμισι χρόνια μετά, αυτή είναι η καθημερινότητα της Ουκρανίας».
Με αυτό το συναισθηματικό σημείο εκκίνησης, η φον ντερ Λάιεν πέρασε στο πολιτικό σκέλος, παρουσιάζοντας τις βασικές προτεραιότητες της ΕΕ για οποιοδήποτε ειρηνευτικό σχήμα: μια δίκαιη και διαρκή ειρήνη που θα εγγυάται την ασφάλεια της Ουκρανίας και της Ευρώπης, χωρίς κανέναν περιορισμό στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις· την απόλυτη υπεράσπιση της ουκρανικής κυριαρχίας και την άρνηση οποιασδήποτε αλλαγής συνόρων με τη βία, την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας «χωρίς οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι να πληρώσουν μόνοι τους τον λογαριασμό»· τον καθοριστικό ρόλο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στην εφαρμογή οποιασδήποτε συμφωνίας («Τίποτα για την Ουκρανία χωρίς την Ουκρανία. Τίποτα για την Ευρώπη χωρίς την Ευρώπη. Τίποτα για το ΝΑΤΟ χωρίς το ΝΑΤΟ») και, τέλος, την πλήρη επιστροφή των απαχθέντων ουκρανών παιδιών, μια προϋπόθεση που χαρακτήρισε αδιαπραγμάτευτη.
Ρωσική εμμονή με τις σφαίρες επιρροής»
Από εκεί και πέρα, η πρόεδρος της Επιτροπής αμφισβήτησε ευθέως τις προθέσεις του Πούτιν, περιγράφοντας τη στρατηγική της Μόσχας. «Το εγχειρίδιο της Ρωσίας δεν έχει αλλάξει», είπε. «Κάθε φορά που υπάρχει πραγματική πρόοδος προς διαπραγματεύσεις, η βία κλιμακώνεται αυτό είναι το μοτίβο».
Σύμφωνα με τη φον ντερ Λάιεν, το Κρεμλίνο δεν επιδιώκει ειρήνη αλλά «μόνιμη αλλαγή των συνόρων». «Η ρωσική νοοτροπία δεν έχει αλλάξει από τις μέρες της Γιάλτας», σημείωσε, αναφερόμενη στη ρωσική εμμονή με τις «σφαίρες επιρροής».
Η αξιολόγησή της είναι σαφής: ο Πούτιν χρησιμοποιεί την ειρηνευτική διαδικασία ως εργαλείο για να επιβάλει έναν νέο ευρωπαϊκό χάρτη που θα ευνοεί τη Μόσχα.
Η φον ντερ Λάιεν καλωσόρισε την αμερικανική πρωτοβουλία και το σχέδιο Τραμπ, χαρακτηρίζοντας σημαντικό ότι «ξεκίνησε η εργασία πάνω σε ένα πραγματικό κείμενο», αλλά φρόντισε να το τοποθετήσει στο ευρωπαϊκό πλαίσιο: «Τίποτα για την Ουκρανία χωρίς την Ουκρανία. Τίποτα για την Ευρώπη χωρίς την Ευρώπη. Τίποτα για το ΝΑΤΟ χωρίς το ΝΑΤΟ».
Με αυτή τη φράση, η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προσπάθησε να στείλει το μήνυμα πως η ΕΕ θα είναι συνδιαμορφωτής και όχι παρατηρητής της ειρηνευτικής διαδικασίας, αν και φαίνεται ότι τρέχει να προλάβει τις εξελίξεις.
Η ΕΕ πρωταγωνιστής ή κομπάρσος;
Αυτό αποδεικνύεται, μεταξύ πολλών άλλων, και από το παρασκήνιο της σύνταξης του ειρηνευτικού σχεδίου, καθώς σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg που αναμεταδίδεται διεθνώς, ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ Στιβ Γουίτκοφ είχε συμβουλεύσει τον κορυφαίο σύμβουλο εξωτερικής πολιτικής του Πούτιν, Γιούρι Ουσακόφ, σε τηλεφωνική επικοινωνία τον Οκτώβριο, για το πώς να «σερβίρουν» μια πιθανή συμφωνία ειρήνης στον Ντόναλντ Τραμπ, προτείνοντας μάλιστα να μιμηθούν την προσέγγιση που χρησιμοποίησε ο ίδιος για να προωθήσει την ειρηνευτική πρωτοβουλία στη Γάζα.\
Νομιμοποίηση των συνόρων σημαίνει περισσότεροι πόλεμοι αύριο
Ωστόσο η φον ντερ Λάιεν επιχείρησε να στείλει ένα σαφές μήνυμα προς όσους συζητούν για “ρεαλιστικούς συμβιβασμούς”: «Αν σήμερα νομιμοποιήσουμε την υπονόμευση των συνόρων, ανοίγουμε την πόρτα για περισσότερους πολέμους αύριο». Τοποθέτησε έτσι τη συζήτηση σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο ασφάλειας, υπογραμμίζοντας ότι «η ασφάλεια της Ουκρανίας είναι και ασφάλεια της Ευρώπης» και ότι οποιαδήποτε συμφωνία που αφήνει το Κίεβο στρατιωτικά αδύναμο «θα σπείρει τους σπόρους μιας νέας σύγκρουσης».
Κεντρικό σημείο της ομιλίας της ήταν και η απόρριψη οποιασδήποτε ιδέας περί περιορισμού των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων στο πλαίσιο μιας μελλοντικής συμφωνίας. Η φον ντερ Λάιεν ήταν κατηγορηματική: «Ως κυρίαρχο κράτος, δεν μπορεί να υπάρξουν περιορισμοί στις ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας που θα άφηναν τη χώρα ευάλωτη σε μελλοντική επίθεση».
Σύμφωνα με την ίδια, η συζήτηση αυτή δεν αφορά μόνο την αυτοάμυνα του Κιέβου αλλά ολόκληρη την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας: «Η ασφάλεια της Ουκρανίας είναι η ασφάλεια της Ευρώπης». Με αυτή τη θέση, η Επιτροπή απορρίπτει εκ των προτέρων οποιοδήποτε σενάριο που θα μετέτρεπε την Ουκρανία σε μια «αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη» ή σε κράτος με μειωμένη δυνατότητα αποτροπής. Αντίθετα, η πρόεδρος της Επιτροπής υποστηρίζει ότι η χώρα χρειάζεται «ισχυρές, μακροπρόθεσμες και αξιόπιστες εγγυήσεις ασφάλειας», ως δομικό στοιχείο μιας ειρήνης που δεν θα επιτρέπει στη Ρωσία να επανέλθει με νέα επίθεση.
«Οι Ευρωπαίοι πολίτες δεν θα πληρώσουν μόνοι τους…»
ο πλέον ακανθώδες ζήτημα παραμένει το οικονομικό. Η φον ντερ Λάιεν ανέφερε ότι η ΕΕ έχει δεσμευθεί να καλύψει τις ανάγκες της Ουκρανίας για το 2026-2027, αλλά διαβεβαίωσε με τρόπο που έμοιαζε σχεδόν προειδοποιητικός: «Δεν μπορώ να φανταστώ κανένα σενάριο στο οποίο οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι θα πληρώσουν μόνοι τους τον λογαριασμό». Η δήλωση αυτή λειτουργεί τόσο ως μήνυμα προς τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες όσο και ως έμμεση πίεση προς ΗΠΑ και G7, ενόψει των διαπραγματεύσεων για τη χρήση των ρωσικών δεσμευμένων περιουσιακών στοιχείων.
Επανέλαβε τις τρεις επιλογές που έχει στείλει στους Ευρωπαίους ηγέτες προκειμένου να συζητηθούν στο επερχόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου, ωστόσο, υπό την πίεση προφανώς των κυβερνήσεων, διαβεβαίωσε πως για να είναι πλήρεις αυτές οι επιλογές θα συνοδευτούν από ένα νομικό πλαίσιο.
Η Επιτροπή προωθεί ένα σχήμα δανεισμού ύψους 140 δισ. ευρώ βασισμένο στα έσοδα από τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, με στόχο να αποτελέσει τον βασικό πυλώνα της ανοικοδόμησης της μεταπολεμικής Ουκρανίας. Ωστόσο, όπως παραδέχονται ευρωπαίοι αξιωματούχοι, η συναίνεση των κρατών μελών παραμένει ένας δύσκολος στόχος, αν και μετά τις προθέσεις των ΗΠΑ να βάλουν “χέρι” στα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, ίσως επιταχυνθούν οι όποιες διαδικασίες.
Σε αυτό το περιβάλλον το διπλωματικό σκηνικό γίνεται ακόμη πιο περίπλοκο εξαιτίας των διαφορών εντός της ΕΕ. Η Σλοβακία, με δημόσια τοποθέτησή της, δήλωσε ότι στηρίζει το ειρηνευτικό σχέδιο Τραμπ και κάλεσε τους ευρωπαίους εταίρους «να συνεργαστούν» στη διαδικασία, υπογραμμίζοντας ότι «όλα τα εμπλεκόμενα μέρη» πρέπει να συμμετέχουν στις συνομιλίες. Η δήλωση αυτή λίγες ώρες πριν την τηλεδιάσκεψη των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ προσθέτει ένα ακόμη επίπεδο δυσκολίας στην προσπάθεια διατήρησης ενιαίου μηνύματος.
Παράλληλα, η Ουγγαρία του Βίκτορ Όρμπαν, σταθερά ευθυγραμμισμένη τόσο με τις ρωσικές όσο και με τις τραμπικές θέσεις, συνεχίζει να αποδυναμώνει την ευρωπαϊκή συνοχή. Από την ενίσχυση του ουκρανικού στρατού έως την ανανέωση της δέσμης κυρώσεων, η Βουδαπέστη παραμένει το βασικό εμπόδιο στις φιλόδοξες ευρωπαϊκές αποφάσεις. Τα ρήγματα αυτά υπονομεύουν την προσπάθεια της ΕΕ να εμφανιστεί με «ενιαία φωνή» στις συνομιλίες που θα ακολουθήσουν.
Η φον ντερ Λάιεν, στο μεταξύ, συνέχισε να επαναλαμβάνει τις βασικές της θέσεις: ότι η Ευρώπη «θα σταθεί με την Ουκρανία σε κάθε βήμα», ότι η ειρήνη πρέπει να είναι «δίκαιη και βιώσιμη», και ότι η επιστροφή των απαχθέντων παιδιών αποτελεί «αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση». «Δεν θα τα ξεχάσουμε», είπε. «Η Ευρώπη δεν θα σταματήσει μέχρι να επιστρέψουν όλα».
Στο τέλος της παρέμβασής της, προειδοποίησε ότι «οι επόμενες μέρες είναι επικίνδυνες, σύνθετες και ασταθείς», αλλά και ότι η Ευρώπη έχει μπροστά της «μια πραγματική ευκαιρία». Το στοίχημα της ΕΕ, όπως το έθεσε, δεν είναι απλώς μια κατάπαυση του πυρός: είναι «ένα ευρωπαϊκό μέλλον για την Ουκρανία».