Η ιδιωτικοποίηση και το νερό

Αν «κινδυνεύει το νερό» δεν είναι από κάποια αιφνίδια πράξη ιδιωτικοποίησης των φορέων διαχείρισής του, αλλά από μια εξαιρετικά προβληματική διαχείριση
Adela Stefan / 500px via Getty Images

Από την Κυριακή 2 Απριλίου η Θεσσαλονίκη μπορεί να διεκδικήσει άλλη μια θέση στο βιβλίο γκίνες: Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Αριστοτέλους, για να καταγγείλουν μια ιδιωτικοποίηση που δεν πρόκειται να γίνει. Ο λόγος για το περίφημο νόμο διοικητικών αλλαγών στην διαχείριση της ύδρευσης, και την συναυλία που μάζεψε αρκετές χιλιάδες κόσμου, καταγγέλλοντας μια «λαθραία ιδιωτικοποίηση».

Η κυβέρνηση φιλοδοξεί να υπαγάγει τους 295 παρόχους σε μια Ενιαία Ρυθμιστική Αρχή, σε μια ακόμη προσπάθεια ώστε να υπάρξει επιτέλους εξορθολογισμός της λειτουργίας τους.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με την υπόλοιπη μεταπολιτευτική αριστερά αντιδρούν βλέποντας στις αλλαγές τα προαπαιτούμενα μιας πράξης ιδιωτικοποίησης που μέλλει να έρθει. Σφοδρή ήταν, γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η αντίθεσή τους όταν ψηφιζόταν ο νόμος, ενώ μεγάλη είναι και η στήριξη που παρείχαν στο Σωματείο των Εργαζόμενων της ΕΥΑΘ και του Συλλόγου Μουσικών Βορείου Ελλάδος, για την διοργάνωση της συναυλίας της Κυριακής 02/04, με πλήθος καλλιτεχνών κυρίως από τον χώρο της έντεχνης διαμαρτυρίας που τελευταία μας συνηθίζει σε πολιτικές παρεμβάσεις –πάντα στο πλευρό της μεταπολιτευτικής Αριστεράς.

Μόνο που αυτήν την φορά αν «κινδυνεύει το νερό» δεν είναι από κάποια αιφνίδια πράξη ιδιωτικοποίησης των φορέων διαχείρισής του, αλλά από μια εξαιρετικά προβληματική διαχείριση που ήδη συντελείται από τα υπάρχοντα σχήματα: Σήμερα υπάρχουν 295 πάροχοι ύδρευσης, το δίκτυο φτάνει να καταγράφει απώλειες μέχρι και 65% (κατά μέσο όρο 35,6%), Μόλις το 42% από τους φορείς (ως επί το πλείστον, δημοτικές εταιρείες ύδρευσης) δηλώνουν τα πλήρη στοιχεία που οφείλουν στην πλατφόρμα του συστήματος, ενώ, αρκετοί από αυτούς χρεώνουν τις υπηρεσίες τους προς τους πολίτες ως και 200% παραπάνω για να καλύψουν μαύρες τρύπες και αμαρτίες του παρελθόντος.

Πέραν της κρίσης στο μοντέλο διαχείρισης, οι υδάτινοι πόροι –και κυρίως η ύδρευση– αντιμετωπίζει πλείστα όσα ζητήματα: Στις μεγάλες πόλεις το δίκτυο είναι πεπαλαιωμένο με συνέπεια εκτός των διαρροών να υπάρχει υποβάθμιση και της ίδιας της ποιότητας του νερού –«ιδιωτικοποίηση» εξ άλλου δεν είναι μόνο η εκποίηση του φορέα διαχείρισης, είναι και το να αναγκάζονται εν τοις πράγμασι τα νοικοκυριά να στρέφονται στο εμφιαλωμένο νερό με σημαντικό μηνιαίο κόστος επειδή το νερό της βρύσης «δεν πίνεται».

Στους τουριστικούς προορισμούς υφίσταται εξάντληση της φέρουσας ικανότητας, ενώ η έντονη πίεση που ασκούν οι τουριστικές μονάδες, αλλά και η επέκταση των κατασκευών στο σύστημα λειτουργεί σε βάρος της υδροδρότησης των υπόλοιπων, αγροτοκτηνοτροφικών οικονομικών δραστηριοτήτων.

Υψηλές δαπάνες, επίσης, προκαλεί το κόστος λειτουργίας των αντλιοστασίων, και αυτό γιατί το τελευταίο κύμα τεχνολογιών εξοικονόμησης ενέργειας που χρησιμοποιείται αλλού, στην Ελλάδα ακόμα αργεί εξαιτίας της γνωστής μεγάλης μαύρης τρύπας που υπάρχει σε ό,τι αφορά στις επενδύσεις των βασικών υποδομών.

Εν τω μεταξύ ήδη στην ΕΕ και στις ΗΠΑ το δίκτυο ύδρευσης/αποχέτευσης θεωρείται πως έχει μεγάλες δυνατότητες ενεργειακής εκμετάλλευσης και ήδη υπάρχουν παραδείγματα (με γνωστότερα της Νίκαιας και του Πόρτλαντ) παραγωγής ενέργειας –είτε από μικροτουρμπίνες που εκμεταλλεύονται την υψομετρική διαφορά, και την πίεση του δικτύου, είτε από την διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ των αγωγών και της επιφάνειας, είτε από την διαχείριση των αποβλήτων της αποχέτευσης.

Επίσης, σημαντικό πεδίο εφαρμογής νέων τεχνολογιών, αλλά και καινοτόμων πρακτικών αφορά στην διαχείριση του βρόχινου νερού, και την διοχέτευση του για την τροφοδοσία του αστικού πρασίνου. Οι περίφημες «σπογγώδεις πόλεις» –δηλαδή οι πόλεις που εφαρμόζουν στα αντιπλημμυρικά τους έργα τεχνολογίες αποθήκευσης του βρόχινου νερού, όπως ημι-διαπερατά πεζοδρόμια με υπόγειες δεξαμενές κ.ο.κ., βρίσκονται πολύ ψηλά στην ατζέντα της αστικής ανθετικότητας. Δηλαδή των πολιτικών που οφείλουν οι πόλεις να υιοθετήσουν προκειμένου να προσαρμοστούν καλύτερα στην κλιματική αλλαγή και τις αιφνίδιες κλιματικές μεταβολές που συνεπάγεται.

Η απόφαση της κυβέρνησης είναι προβληματική, όχι εξαιτίας ορισμένων κρυφών προθέσεων, αλλά επειδή η αντίδρασή της είναι αποσπασματική και στερείται σχεδίου: Ιδρύεται μια ακόμα Ανεξάρτητη Ρυθμιστική Αρχή, ενώ από την δημόσια συζήτηση δεν έχει σχεδόν καθόλου αφιερωθεί στην ουσία του ζητήματος: ότι δεν υφίσταται ούτε συμπαγές εθνικό σχέδιο διαχείρισης των υδάτων, ώστε να προκύψουν από αυτό πολιτικές για το νερό που θα μπορούσε και η Ρυθμιστική Αρχή να υπηρετήσει, και δεν έχει εκπονηθεί κάποιο πρόγραμμα επενδύσεων που να εκσυγχρονίζει τις υποδομές διαχείρισης υδάτων.

Η επιλογή της κυβέρνησης να περιορίσει το νομοθετικό της έργο στην ίδρυση μιας ακόμα Ανεξάρτητης Αρχής, θυμίζει την τυπική αντίδραση της κεντρικής διοίκησης που σε κάθε πρόβλημα απαντά με εξαγγελίες ίδρυσης επιτροπών και άλλων αρμόδιων οργάνων.

Ωστόσο, αντιπολίτευση για να την καταστήσει επί της ουσίας υπόλογη για τις πράξεις και τις παραλείψεις της στο πεδίο, δεν υπάρχει, τουλάχιστον προς ώρας. Την ακυρώνει ολοκληρωτικά, η μεταπολιτευτική αριστερά, που επιστρατεύει για καθαρά προεκλογικούς λόγους την διαμαρτυρία των καλλιτεχνών, και τη γνωστή ατζέντα περί καταγγελίας των «ιδιωτικοποιήσεων» που στην συγκεκριμένη περίπτωση ισοδυναμεί με ευχέλαιο για τη βασκανία.

Παράλληλα, τίθεται και ένα άλλο ζήτημα: η συγκεκριμένη στάση καλύπτει επί της ουσίας μια κατάσταση ακραίων παθογενειών, και καθηλωτικής γραφειοκρατίας –η οποία όπως δείχνουν και τα στατιστικά στοιχεία συγκεκριμένα είναι ήδη εντελώς απαξιωτική για το νερό ως δημόσιο αγαθό, και θέτει μείζονα ζητήματα τόσο από την σκοπιά της περιβαλλοντικής προστασίας, όσο και από εκείνην της κοινωνικής ωφέλειας,

Γιατί προφανώς δεν γίνεται να απειλείται η Ελλάδα με εκτεταμένη ερημοποίηση μέσα στις επόμενες δεκαετίες, και τα δίκτυά της να καταγράφουν μεγάλες απώλειες σε νερό, ενέργεια, και υψηλές δαπάνες. Ούτε βέβαια υπηρετείται μια τόσο θεμελιώδης κοινωνική ανάγκη, όταν λόγω κακοδιοίκησης και άλλων αμαρτιών φτάνουν σήμερα οι υπηρεσίες ύδρευσης να τιμολογούνται μέχρι και 200% επάνω, ή όταν σε πολλές περιοχές οι τοπικές κοινωνίες εξαναγκάζονται στην κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού. Και φυσικά, τα συμφέροντα υπάρχουν εκεί όπου υπάρχει σπάταλη διαχείριση του νερού, όπως για παράδειγμα στις υπερτουριστικές περιοχές, δίχως να λαμβάνεται υπόψη ότι με αυτόν τον τρόπο οι περιοχές αυτές σε λίγο δεν θα είναι βιώσιμοι, πράγμα που θα έχει και τις επιπτώσεις του και στο ίδιο το τουριστικό προϊόν.

Ποιος, όμως, θα μιλήσει για όλα αυτά όταν η πολιτική αντιπαράθεση στην Ελλάδα έχει απογειωθεί σε μεταπραγματικότητες, και γίνεται εν πολλοίς για εσωτερική-προεκλογική κατανάλωση; Κατά τα άλλα «σώστε το νερό…».

Δημοφιλή