«Η Λέσχη Μπίφτεκμπεργκ & άλλες μικρές ιστορίες» του Ρόμπερτ Πεφάνη

Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Σταφυλίδη
.
.
.

«Η Λέσχη Μπίφτεκμπεργκ & άλλες μικρές ιστορίες» από τις Εκδόσεις Σταφυλίδη είναι το τρίτο βιβλίο του Ρόμπερτ Πεφάνη, μετά το μυθιστόρημα «Επιχείρηση: Elgin Express» (2022) και το πολιτικό θρίλερ, «Πυρηνικός Χειμώνας» (2023).

Η συλλογή αυτή είναι προϊόν μυθοπλασίας, με κάποιες εκ των ιστοριών, να διαδραματίζονται στο παρελθόν, άλλες, στο παρόν και μερικές, στο μέλλον.

Οι ήρωες κάθε διηγήματος, βρίσκονται αντιμέτωποι με απρόβλεπτες εξελίξεις, έξω από τη σφαίρα της καθημερινότητας, οι οποίες συνδυάζουν την κωμωδία με το δράμα - όπως άλλωστε και η ζωή.

Στο βιβλίο, περιλαμβάνονται τα κάτωθι διηγήματα:

«Schizo Shrink»: Ένας Ψυχολόγος καθοδηγεί τους ασθενείς του σε ανορθόδοξες πράξεις!

«Λέσχη Μπίφτεκμπεργκ»: Ένας πολέμιος της κρεοφαγίας επιχειρεί να αλλάξει την αντίληψη

του κόσμου, επιστρατεύοντας ακραίους τρόπους!

«Θα συμβεί σε κάποια Γη»: Στο 1962, ενός παράλληλου σύμπαντος, η Γη καταστρέφεται!

«Κρασίβιι Στάλιν»: Ο Στάλιν αντιμετωπίζει μια αναπάντεχη εξέλιξη, στην αποστολή του να καταστρέψει την παλιά τάξη πραγμάτων, στην ΕΣΣΔ του ’30!

«Βρεφικοί επισκέπτες»: Στο κοντινό μέλλον, ο ανταγωνισμός μεταξύ εταιριών για εξασφάλιση πελατείας, ξεκινά στα μαιευτήρια!

Ο συγγραφέας, σχολιάζοντας το έργο του, τονίζει την σημασία της φαντασίας στην καθημερινότητα μας:

Η φαντασία σε πηγαίνει παντού!

Είναι, μαζί με το χιούμορ, ασπίδα απέναντι στο ανεξέλεγκτο Σύμπαν, στην αχαρτογράφητη Ανθρώπινη εμπειρία. Δημιουργούμε τον κόσμο όπως τον επιθυμούμε, αντιμετωπίζουμε τις καταστάσεις με ιδιαίτερο τρόπο.

Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι η πραγματικότητα είναι διαφορετική για τον καθέναν μας. Κανείς δεν βλέπει, δεν ζει στον κόσμο που βιώνει ο διπλανός του. Στα διηγήματα που περιλαμβάνονται στο βιβλίο, αποτυπώνεται η πλασματική καθημερινότητα και η σύλληψή της ανάλογα με τη συνείδηση καθενός.

Όλοι μας, στο τέλος, είμαστε μάρτυρες μιας διαφορετικής, μοναδικής ερμηνείας της πραγματικότητας».

Η HuffPost Greece παρουσιάζει σε αποκλειστικότητα, απόσπασμα από το διήγημα «Κρασίβιι Στάλιν»:

Λίγο πριν πέσει για ύπνο, ο Στάλιν έπιασε πάλι τον εαυτό του να σκέφτεται την Όλγκα Εφρέμοβα Στάνοβα.

Το λεπτό πρόσωπό της, τα μικρά χείλη της, τα ατίθασα, καστανά μαλλιά της! Τα έντονα πράσινα μάτια της! Η γλυκιά φωνή της!

Ο αδίστακτος ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, έξυσε το κεφάλι του. «Αυτό μου έλειπε τώρα! Να σκέφτομαι μια άχρηστη εκπρόσωπο της πλουτοκρατίας», είπε χαμηλόφωνα.

Έβγαλε τις μπότες του και ξάπλωσε στο στενό, άβολο κρεβάτι του γραφείου του. Χρόνια τώρα, κοιμόταν με τα ρούχα, μια συνήθεια που τον ακολουθούσε από το 1899, όταν καταζητείτο ως αναρχικό στοιχείο, στην Τιφλίδα. Τότε, έμενε σε διαφορετικά σπίτια κάθε βράδυ, υπό τον μόνιμο φόβο, ότι θα συλληφθεί ενώ κοιμόταν.

Κοίταξε το ρολόι που κρεμόταν στον απέναντι τοίχο. Ήταν ήδη πέντε και είκοσι προ μεσημβρίας. ’Έπρεπε να σηκωθεί σε τρεις ώρες περίπου, καθώς θα αναχωρούσε για το Κρεμλίνο αρκετά νωρίτερα από τις άλλες μέρες. Ο Βρετανός πρέσβης είχε ζητήσει να συναντηθούν εκτάκτως, λόγω των εξελίξεων στο Βερολίνο.

Η μέρα του συνήθως, ξεκινούσε στις δυο το μεσημέρι και ολοκληρωνόταν στις τέσσερις το πρωί. Ως εκ τούτου, όλοι οι αξιωματούχοι στη Μόσχα, είχαν υιοθετήσει το ασυνήθιστο αυτό ωράριο εργασίας. Λέγεται, ότι πριν τις δυο, έβρισκε κανείς μόνο θυρωρούς και καθαρίστριες στο Κρεμλίνο!

Μάταια προσπαθούσε να αποκοιμηθεί όμως! Η Όλγκα εμφανιζόταν μόλις έκλεινε τα μάτια του. Μετά από λίγη ώρα, ο Στάλιν σηκώθηκε. Περπάτησε μέχρι την λιτή κουζίνα της ντάτσα του, χαιρετώντας μηχανικά δυο φρουρούς που έπιναν καφέ στο παλιό ξύλινο τραπέζι. Άνοιξε ένα μπουκάλι βότκα και ήπιε δυο γεμάτες γουλιές. Σκούπισε το στόμα του με το μανίκι του και επέστρεψε στο κρεβάτι του.

Ανήμπορος να κοιμηθεί, κάθισε στο γραφείο του και άρχισε να μελετά μια κατάσταση με τους αντιφρονούντες που θα εκτελούνταν τις επόμενες ημέρες. Καθημερινά, το επιτελείο του συνέτασσε και του υπέβαλλε την σχετική κατάσταση. Τα τελευ-ταία τέσσερα χρόνια, υπολόγιζε ότι είχαν εκτελεστεί πάνω από δυο εκατομμύρια αντιφρονούντες.

«Γιούρι Μαξίμοβιτς Ονόπκιεφ!», αναφώνησε όταν έφτασε στη σελίδα 3.

Αμέσως, έγραψε δίπλα στο όνομα τη λέξη «Απελευθέρωση». Σταμάτησε για λίγο και κοίταξε έξω από το παράθυρο. Σε απόσταση δέκα μέτρων ήταν συγκεντρωμένοι πέντε φρουροί γύρω από μια αυτοσχέδια φωτιά. Η θερμοκρασία έξω άγγιζε τους μείον πέντε. Μέσα στη ντάτσα, μετά βίας έφτανε τους δώδεκα βαθμούς Κελσίου. Αλλά, κανείς από το προσωπικό δεν παραπονιόταν από τη στιγμή που ο ισχυρότερος άνδρας της Σοβιετικής Ένωσης υπέμενε τις αντίξοες αυτές συνθήκες.

Ξαναγύρισε στο έγγραφο. Έφτασε σε δυο λεπτά, στην τελευταία σελίδα, χωρίς να σημειώσει κάτι άλλο. Μόνο ο Ονόπκιεφ, θα γλύτωνε από το απόσπασμα, μόνο και μόνο επειδή ο αδελφός του, ο Βάντιμ Μαξίμοβιτς ήταν από τα πρωτοπαλίκαρα του Στάλιν, προ ετών. Μάλιστα, είχε δολοφονηθεί προ ετών, από έναν Πολωνό πράκτορα, σε μια αποστολή στην Βαρσοβία.

Οι υπόλοιποι 558 άνδρες και γυναίκες θα εκτελούνταν.

Πριν τοποθετήσει την κατάσταση στον φθαρμένο καφέ φάκελο με την ένδειξη «Εγκεκριμένα έγγραφα», σημείωσε με κεφαλαία γράμματα στην κορυφή της πρώτης σελίδας: «ΠΡΟΣΟΧΗ: ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΚΕΤΟΙ. ΔΙΠΛΑΣΙΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΦΟΡΑ».

Πίστευε ακράδαντα, ότι η θανάτωση των εκπροσώπων της παλαιάς τάξης, έδινε ζωή στην νέα κοινωνία που ονειρευόταν. Μια κοινωνία όπου ο προσωπικός πλουτισμός και η εκμετάλλευση του ανθρώπου για την επίτευξη του στόχου αυτού, δεν είχαν θέση. Για αυτό το λόγο, πίστευε ότι η κατάσταση που λάμβανε κάθε μέρα, ήταν ίσως, το σημαντικότερο έγγραφο στην ΕΣΣΔ.

Η ώρα είχε πάει έξη το πρωί και τα βλέφαρα του Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι, έκλειναν. Παραμέρισε τα υπόλοιπα έγγραφα και αποκοιμήθηκε καθισμένος, με το κεφάλι του πάνω στο γραφείο.

Ο Βίταρ Φιοντόροβιτς Ζαγκέλια, ο πιστός Γεωργιανός σωματοφύλακάς του, χτύπησε την πόρτα στις οκτώ και δέκα, το πρωί. «Αρχηγέ, αναχώρηση σε είκοσι λεπτά!»

Ο Στάλιν άνοιξε τα μάτια του. Έξω από το παράθυρο, έπεφτε καταρρακτώδης βροχή. Τόση ήταν η ένταση της, που με δυσκολία διέκρινε τις σημύδες που περιβάλλανε το οίκημα. Σηκώθηκε από την καρέκλα του γραφείου του. Το αριστερό του χέρι ήταν μουδιασμένο, καθώς είχε ακουμπήσει το κεφάλι του, όσο κοιμόταν. Ο Βίταρ Φιοντόροβιτς ήταν παιδικός φίλος του. Ήταν από τους ελάχιστους συνεργάτες που εμπιστευόταν. «Εντάξει!», φώναξε προς την πόρτα.

Λίγη ώρα αργότερα, η αυτοκινητοπομπή ξεκίνησε από την ντάτσα που βρισκόταν στο προάστιο Κούντσεβο με κατεύθυνση το Κρεμλίνο. Η απόσταση ήταν περίπου 15 χιλιόμετρα. Μπροστά πήγαιναν δυο μοτοσυκλέτες, ακολουθούσε ένα ελαφρύ τεθωρακισμένο, πίσω ακριβώς το αυτοκίνητο με τον Στάλιν και στο τέλος δυο ακόμα μοτοσυκλέτες. Η βροχή είχε μετατρέψει τον χωμάτινο δρόμο σε λάσπη και μετά από λίγο, οι μοτοσυκλέτες δεν μπορούσαν να προχωρήσουν.

Ο Ζαγκέλια που καθόταν δίπλα στον Στάλιν, κατέβασε το παράθυρο, εκνευρισμένος. «Αν δεν μπορείτε να οδηγήσετε εδώ, τι θα κάνετε στο μέτωπο;», φώναξε στους στρατιώτες που επέβαιναν στις μοτοσυκλέτες.

Τους διέταξε να επιστρέψουν στη ντάτσα και έκλεισε το παράθυρο. Το τεθωρακισμένο και το αυτοκίνητο συνέχισαν την πορεία τους.

Μισή ώρα αργότερα, τα δυο λασπωμένα οχήματα έφτασαν στο Κρεμλίνο. Ο γραμματέας του Στάλιν, κατέβηκε τις σκάλες ταχύτατα και άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου.

«Σύντροφε Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς, ο πρέσβης μας ενημέρωσε ότι θα καθυστερήσει μισή ώρα».

Ο Στάλιν γύρισε γελώντας στον Ζαγκέλια. «Πως γίνεται να συνεργαστούμε μαζί τους; Ούτε στις συναντήσεις δεν είναι τυπικοί!»

Το γραφείο του στο Κρεμλίνο ήταν τεράστιο, αλλά η επίπλωση ήταν λιτή και ελάχιστη. Κάθισε στο γραφείο του, παραμερίζοντας τις στοίβες εγγράφων που περίμεναν την έγκρισή του.

«Βίταρ, που είναι η κοπέλα να μου ετοιμάσει έναν δυνατό τσάι;», φώναξε.

Πέντε λεπτά αργότερα, μια αδύνατη γυναίκα, περίπου 30 ετών, μπήκε στο γραφείο του. Κρατούσε έναν δίσκο με τσάι και μερικές φρυγανιές.

Περπάτησε προς τον Στάλιν, χωρίς να τον κοιτά, έσκυψε ελαφρά το κεφάλι της, σε ένδειξη σεβασμού και άφησε την κούπα και το πιάτο με τις φρυγανιές, σε ένα τραπεζάκι.

Όλη την ώρα, εκείνος την παρακολουθούσε προσεκτικά. «Σε ευχαριστώ, συντρόφισσα Στάνοβα!», είπε με γλυκιά φωνή.

Η κοπέλα πάγωσε. Ο τόνος της φωνής του ήταν διαφορετικός σήμερα. Σήκωσε το κεφάλι της αργά και τον κοίταξε.

Εκείνος, αμέσως έστρεψε το βλέμμα του αλλού. «Μπορείς να πηγαίνεις!», την διέταξε με την δυνατή, γνώριμη φωνή του.

Λίγο πριν φτάσει στην πόρτα, η Στάνοβα έχασε την ισορροπία της και έπεσε στο πάτωμα. Ο Στάλιν κινήθηκε γρήγορα προς το μέρος της.

«Εντάξει είμαι, σύντροφε Στάλιν», του είπε, καθώς της έτεινε το χέρι του για να τη βοηθήσει να σηκωθεί. Τον αγνόησε και στάθηκε στα πόδια της. Κουτσαίνοντας, συνέχισε την πορεία της προς την έξοδο.

Εκείνη τη στιγμή, μπήκε ο Ζαγκέλια. «Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς, μόλις έφτασε ο Βρετανός πρέσβης».

«Άφησέ τον να περιμένει μισή ώρα και μετά φέρ’ τον!» απάντησε εκείνος, κοιτάζοντας την Όλγκα Εφρέμοβα να απομακρύνεται στον κακοφωτισμένο διάδρομο.

Ο Ρέτζιναλντ Κάουαν, Βρετανός πρέσβης στην ΕΣΣΔ, ήταν κλασικός διπλωμάτης. Σπανίως χαμογελούσε, σπανίως ύψωνε τη φωνή του και ακόμα σπανιότερα, ήταν νηφάλιος. Ο Στάλιν διασκέδαζε μαζί του κάθε φορά που συναντιούνταν. Μόλις μπήκε ο πρέσβης στο γραφείο, ο Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς σηκώθηκε και υποκλίθηκε. Το ίδιο έκαναν η στενογράφος και ο διερμηνέας. Ο Κάουαν τους χαιρέτισε με τον ίδιο τρόπο και ο Στάλιν άρχισε να γελά. «Δεν θέλω να μεταφέρετε στο Λονδίνο ότι είμαστε άγριοι και απολίτιστοι, σύντροφε Ρέτζιναλντ!»

Λίγα δευτερόλεπτα πέρασαν, μέχρι να απαντήσει ο πρέσβης. «Αλίμονο!», είπε και κάθισε στην μοναδική καρέκλα απέναντι από τον Σοβιετικό ηγέτη.

«Ζήτησα να σας δω, καθώς ανησυχούμε πολύ λόγω των γεγονότων που εκτυλίσσονται στη Γερμανία, μετά από την πρόσφατη εκλογή του Χερ Χίτλερ και την ανάληψη της θέσης του Καγκελαρίου. Πηγές μας στο Βερολίνο αναφέρουν ότι έχει ήδη δρομολογήσει σημαντική αύξηση των αμυντικών δαπανών και μεταξύ άλλων, τον τριπλασιασμό του στρατού. Γνωρίζετε ότι επιτρέπεται στη Γερμανία να διατηρεί στράτευμα 100.000 ανδρών, σύμφωνα με τις συνθήκες που ακολούθησαν το τέλος του Μεγάλου Πολέμου!»

Ο Στάλιν τον κοίταξε ανέκφραστος, ενώ παράλληλα έβγαλε ένα μπουκάλι βότκα από το συρτάρι του γραφείου του. «Πολύ ανησυχητική εξέλιξη. Σύντροφε Ρέτζιναλντ!», είπε με έντονο θεατρινισμό. «Ας ελπίσουμε ότι θα συνετιστεί σύντομα! Για την αλήθεια, ελπίζω να ανατραπεί σύντομα, γιατί κακομεταχειρίζεται τους συντρόφους Γερμανούς κομμουνιστές, κάτι που δεν μου αρέσει!»

Πριν προλάβει να απαντήσει ο πρέσβης, ο Στάλιν έβγαλε δυο ποτήρια, τα γέμισε με βότκα και του πρόσφερε το ένα. «Ζα ντρούζεμ!», φώναξε ο Βρετανός και κατέβασε με μια γουλιά το περιεχόμενο του ποτηριού.

Δυο ώρες αργότερα, ο πρέσβης βγήκε από το γραφείο, τρικλίζοντας.

(…)

_______________________________________________________________

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Ο Ρόμπερτ Πεφάνης γεννήθηκε στην Αγγλία το 1969.

Σπούδασε Marketing στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο University of Leicester. Εργάστηκε στον χώρο της Επικοινωνίας από το 1992 μέχρι το 2014, έχοντας θητεύσει στον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη (Τα Νέα, in.gr) και άλλους ομίλους ΜΜΕ. Από το 2015 μέχρι και σήμερα, εργάζεται στον χώρο της ιδιωτικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Έχει διδάξει Επικοινωνία και Δημοσιογραφία σε πανεπιστήμια και κολλέγια στην Ελλάδα, τη Σερβία και τη Ρουμανία. Αρθρογραφεί τακτικά σε εφημερίδες και ειδησεογραφικά site στην Ελλάδα, την Κύπρο και τις ΗΠΑ.

Είναι παντρεμένος με τη Λίζα Αντωνιάδη και έχει δυο ενήλικους γιούς, τον Κοσμά και τον Φοίβο.

**Εξοχική κατοικία (Ρωσικά)

**Ρωσικά: Στους φίλους!

Δημοφιλή