Περί αντιδόσεως

Από την Αθηναϊκή Πολιτεία την εποχή του Χρυσού Αιώνα στο νέο φορολογικό νομοσχέδιο.
via Associated Press

Η γνώση και η κατανόηση των διδαγμάτων της ιστορίας αποτελεί βασικό εργαλείο για την κατανόηση και επίλυση πολλών συγχρόνων πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων στη χώρα μας, γιατί η ιστορία επαναλαμβάνεται και χώρα που ξεχνά την ιστορία της και δεν διδάσκεται από τα μαθήματα της δεν έχει μέλλον.

Αφορμή να ανατρέξουμε στην ιστορία μας δίνει το νέο φορολογικό νομοσχέδιο.

Θα συγκρίνουμε λοιπόν την Αθηναϊκή Πολιτεία την εποχή του Χρυσού Αιώνα και αμέσως μετά με τη σημερινή κατάσταση στη χώρα μας από την άποψη και μόνο δημόσιων οικονομικών και φορολογίας. Στην αρχαία Αθήνα οι Αθηναίοι πολίτες δεν πλήρωναν άμεσους φόρους, τους οποίους όμως πλήρωναν οι μέτοικοι, το μετοίκιον, δηλαδή οι ελεύθεροι ξένοι, που έμεναν μόνιμα στην Αθήνα και απολάμβαναν ορισμένα πολιτικά δικαιώματα και οι ξένοι που δεν ήταν μέτοικοι το ξενικόν.

Για τους ευκατάστατους όμως Αθηναίους πολίτες, που είχαν περιουσία τουλάχιστον τριών ταλάντων υπήρχε ένας έμμεσος τρόπος φορολόγησης με τις λεγόμενες «Λετουργίες» δηλαδή αναλάμβαναν περιοδικά τη χρηματοδότηση για την εκτέλεση διαφόρων υπηρεσιών, όπως: Η χορηγία, η γυμνασιαρχία, η τριαραρχία, η εστίαση.

Όταν όμως ένας πολίτης, που ορίζονταν να εκτελέσει μια λειτουργία, έκρινε ότι αυτή ήταν δυσανάλογη προς τις οικονομικές του δυνατότητες μπορούσε να την αρνηθεί υποδεικνύοντας όμως άλλον πλουσιότερο συμπολίτη του. Ο δεύτερος όφειλε είτε να δεχθεί τη λειτουργία είτε να ανταλλάξει τη περιουσία του με την περιουσία του πρώτου. Η διαδικασία αυτή ήταν δικαστική και λέγονταν αντίδοση, αλλά επειδή δεν υπήρχαν δικηγόροι, οι διάδικοι υπεράσπιζαν αυτοπρόσωπα την υπόθεση τους με αγόρευση, που τους έγραφαν οι λογογράφοι. Σώζεται αυτούσιος ο λόγος του Ισοκράτη «περί αντιδόσεως» και για την ιστορία ο πελάτης του κέρδισε. Κατά τη προσωπική μου άποψη κατά τη διαδικασία της αντίδοσις γίνεται για πρώτη φορά χρήση των εισοδηματικών τεκμηρίων.

*

Tο νέο φορολογικό νομοσχέδιο που προβλέπει τη φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών βάση του τεκμηρίου ελάχιστου εισοδήματος έχει προκαλέσει αντιδράσεις, συγκεντρώσεις και απεργίες των ελεύθερων επαγγελματιών με πρωτοστάτες τους δικηγόρους, οι οποίοι επειδή είναι άμισθοι δημόσιοι λειτουργοί βαφτίζουν την απεργία αποχή.

Σαφώς κάθε εργαζόμενος νομιμοποιείται ηθικά να διεκδικήσει ακόμα και με απεργία καλύτερη αμοιβή για την εργασία του, που δεν συμβαίνει, όταν ένας ελεύθερος επαγγελματίας ζητά κατά παράβαση της αρχής της φορολογικής ισότητας και της ίσης κατανομής των φορολογικών βαρών να μη φορολογείται για τεκμαρτό εισόδημα που αντιστοιχεί στο κατώτατο μισθό με το επιχείρημα, ότι το 70% των ελεύθερων επαγγελματιών δεν αποκερδαίνει και μάλιστα επί σειρά ετών το ποσό αυτό.

Φυσικά κανείς δεν πιστεύει τον ισχυρισμό αυτό, γιατί όλοι γνωρίζομε από ιδία πείρα τι αμοιβές ζητούν και εισπράττουν και χωρίς απόδειξη ιδίως οι τεχνικοί, γιατροί και δικηγόροι και πόσο δυσεύρετοι είναι. Εξάλλου το εισαγόμενο τεκμήριο είναι μαχητό και εξαιρούνται από αυτό οι νεοσύστατες επιχειρήσεις και όσοι έχουν θέματα υγείας ή εποχική απασχόληση. Πιστεύω, ότι μόλις ψηφιστεί το νομοσχέδιο θα σταματήσουν οι αντιδράσεις των επαγγελματιών, γιατί η φορολογική επιβάρυνση είναι ήπια.

Τα έσοδα από τους αμέσους φόρους ανέρχονται σε 8,9 δισ εκ των οποίων μόνο το 10% καταβάλλουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες, ενώ καταβάλλουν 15% οι εισοδηματίες, 5% οι αγρότες, 38% οι μισθωτοί και 33% οι συνταξιούχοι. Το ΑΕΠ της χώρας μας υπερβαίνει τα 210 δισ πλέον 40% από τη μαύρη οικονομία, που καμιά κυβέρνηση δεν μπόρεσε να ελέγξει.

Σαφώς υπάρχει μεγάλη φοροδιαφυγή, όχι μόνο στη μαύρη οικονομία (καύσιμα, τσιγάρα κλπ), αλλά και στους ελεύθερους επαγγελματίες, γιατί ούτε αποτελεσματικοί μηχανισμοί ελέγχου υπάρχουν, αλλά ούτε έχουν δοθεί κίνητρα στους συνεπείς φορολογούμενος να ζητούν αποδείξεις, για να εκπέσουν τα ποσά από τα εισόδημα τους.

Το προηγούμενο έτος υπήρχαν 1.064 νόμιμες φοροαπαλλαγές για εισοδήματα 45,5 δισ, που αν φορολογούνταν θα απέφεραν 15,5 δισ. αμέσους φόρους δηλαδή πολύ περισσότερο από τα νομίμως φορολογούμενα εισοδήματα, ποσοστό κατά τη γνώμη μου απαράδεκτο και αμφιβάλλω, αν υπάρχει πραγματική δικαιολογία για τη χορήγηση τους ή είναι μεν νομότυπες, αλλά χαριστικές.

Πιστεύω, ότι η σιωπηλή πλειοψηφία των συνεπών φορολογούμενων έχει δικαίωμα να πληροφορηθεί για τις φορολογικές απαλλαγές και τους φοροφυγάδες, που δεν αποκαλύπτονται υπό το πρόσχημα της προστασίας των προσωπικών δεδομένων.

Σαφώς είναι απαράδεκτο τα 90% των αμέσων φόρων να καταβάλλουν μόνο αυτοί που έχουν σταθερά και δηλούμενα εισοδήματα, που πλήττονται και από την ακρίβεια, γιατί δεν μπορούν να αναπροσαρμόσουν τα εισοδήματα τους και η Πολιτεία να μη μπορεί να δημιουργήσει αξιόπιστους μηχανισμούς ελέγχου για να περιορίσει τη φοροδιαφυγή και προσπαθεί μόνο με οριζόντια μαχητά τεκμήρια και όχι με πραγματικά, όπως πχ τις μέσω τραπεζικών καρτών δαπάνες να τη περιορίσει.

Λέανδρος Τ.Ρακιντζής

Αρεοπαγίτης ε.τ..

Δημοφιλή