Συζυγική-συντροφική βία: Ένα σύντομο ταξίδι μέσα στο μυαλό του άνδρα θύτη

Δεν είναι όλοι οι δράστες ίδιοι.
Photo taken in Thai Mueang, Thailand
Photo taken in Thai Mueang, Thailand
Tinnakorn Jorruang / EyeEm via Getty Images

Δεν υπάρχει ένα ενιαίο ψυχολογικό προφίλ που να περιγράφει τον άνδρα θύτη.

Δεν είναι όλοι οι δράστες ίδιοι.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι ψυχολόγοι έχουν ταξινομήσει τους άνδρες που κακοποιούν τις συζύγους ή συντρόφους τους σε διάφορες ομάδες ή τύπους. Ακολουθούν μερικοί από αυτούς: Ο ελεγκτής, ο αναζητών έγκριση, οι τύραννοι, οι μην εκτεθειμένοι αλτρουιστές και οι κοινωνιοπαθείς.

Ο ελεγκτής βλέπει τη γυναίκα του ως αντικείμενο και θέλει να την ελέγξει. Ο αναζητών έγκριση κάνει αμέτρητες απαιτήσεις για έγκριση από τη σύντροφό του για να αναπληρώσει τη χαμηλή αυτοεκτίμησή του.

Οι τύραννοι είναι εγωιστές, εχθρικοί και παρανοϊκοί.

Οι μην εκτεθειμένοι αλτρουιστές είναι ανυπόφοροι και επιδιώκουν συνεχώς να ευχαριστήσουν τις γυναίκες τους, νιώθοντας τελικά ότι τους αγνοούν και τους ταπεινώνουν.

Οι κοινωνιοπαθείς δράστες είναι βίαιοι, τόσο μέσα στο σπίτι όσο και έξω και εμφανίζουν υψηλά επίπεδα κατάχρησης ουσιών.

Ο Donald G. Dutton (1995), ίσως ο πλέον εξέχων Αμερικανός ψυχολόγος που ερεύνησε τους άνδρες που βιαιοπραγούν κατά των συζύγων ή συντρόφους τους, εστίασε την προσοχή του σε αυτούς που ονόμασε «κυκλικούς» θύτες. Συγκεντρώθηκε σε αυτούς γιατί «ήταν οι πιο επικίνδυνοι και οι λιγότερο κατανοητοί.» Όπως έγραψε:

«Η βλαβερότητα τους προήλθε από τη σειριακή και ιδιωτική φύση της βίας τους. Ήταν επαναλαμβανόμενη και υπερέβαινε γυναίκες και σχέσεις. Αυτοί οι άντρες ήταν βίαιοι ανεξάρτητα από το ποια ήταν η σύντροφός τους ή τι έκανε. Επιπλέον, φαινόταν να είχαν δύο προσωπικότητες, μία στο σπίτι με τους συντρόφους τους και άλλη δημόσια - ακόμα και ιδιωτικά, φαινόταν να υφίστανται αλλαγές και να συμπεριφέρονται εναλλάξ, μια βίαοι και μια μετανιωμένοι.»

Επειδή έκρυβαν τη βία τους, απόφευγαν τον έλεγχο.

Οι κυκλικοί θύτες έχουν χαρακτηριστικά παρόμοια με άτομα που έχουν οριακή διαταραχή προσωπικότητας. Τείνουν να έχουν έντονες, ασταθείς διαπροσωπικές σχέσεις και να εκδηλώνουν έντονα συναισθήματα θυμού και ζήλιας προς τις συντρόφους τους.

Η ακραία ζήλια που επιδεικνύουν οφείλεται στο ότι φοβούνται πως θα εγκαταλειφθούν από τους συζύγους ή συντρόφους τους. Η παθολογική ζήλια συχνά τους κάνει να βγάζουν απίθανα συμπεράσματα για φαντασιώδεις εξωσυζυγικές σχέσεις.

Συχνά προσπαθούν να κατηγορήσουν τις γυναίκες τους για ανεπιθύμητα συμβάντα στη σχέση. Δεν μπορούν να περιγράφουν πώς νιώθουν και θέλουν να ελέγξουν την οικειότητα με κάθε κόστος. Επιπλέον, είναι ανήσυχοι, απαιτητικοί και παρορμητικοί. Και έχουν «μια εύθραυστη αίσθηση του εαυτού τους.»

Εμφανίζουν ένα κυκλικό μοτίβο βίας παρόμοιο με αυτό που η Αμερικανίδα ψυχολόγος Lenore Walker εντόπισε στις μελέτες της για τις κακοποιημένες γυναίκες το 1979. Αυτό που περιέγραψε ως «κύκλο της βίας» περιελάμβανε τρεις φάσεις: οικοδόμηση της έντασης, έκρηξη οξείας βίας η το επεισόδιο κακοποίησης, και τύψεις, αγάπη και μεταμελημένη συμπεριφορά.

Οι φόβοι των κυκλικών για εγκατάλειψη είναι ακραίοι. Κάνουν ξέφρενες και χαοτικές προσπάθειες να την αποφύγουν. Θέλουν απεγνωσμένα να κρατήσουν τη γυναίκα, αλλά με τους δικούς τους όρους. Για να το πετύχουν αυτό, καταφεύγουν στην πιο εξωφρενική συμπεριφορά. Πηγαίνουν «κυριολεκτικά στα γόνατα ή στο λαιμό των συζύγων τους». Η μοναξιά και η προοπτική της εγκατάλειψης είναι τρομακτικές. Τις χρειάζονται για να παρέχουν τη συναισθηματική κόλλα που τους κρατά ενωμένους. Τους βοηθά να παραμείνουν ήρεμοι. Και παρόλο που η εξάρτησή από τις γυναίκες είναι κρίσιμη για την επιβίωσή τους, είναι κάτι που δε θα παραδεχτούν ποτέ.

Βάζουν υπό επιτήρηση τις συζύγους ή συντρόφους τους και συνεχώς αμφισβητούν πού βρίσκονται. Τελικά, τις καταδιώκουν, παρακολουθούν κάθε βήμα τους και γίνονται δυνητικά «επικίνδυνοι». Μια μελέτη διαπίστωσε ότι το 45 τοις εκατό των γυναικοκτονιών προκλήθηκαν από την οργή του άνδρα για τη «πραγματική ή επικείμενη αποξένωση του από τη σύντροφό του» (M. Crawford και R. Gartner, 1992). «Δεν μπορεί να με αφήσει. Θα τις δείξω εγώ» ή «Αν δεν μπορώ να την έχω, κανείς δε θα την έχει», θα πει.

Οι δολοφονίες είναι σπάνιες, αλλά συμβαίνουν, όπως και οι δολοφονίες-αυτοκτονίες. Μια τυπική δολοφονία-αυτοκτονία περιλαμβάνει μια μακροχρόνια σχέση με επαναλαμβανόμενες διαφωνίες και κακοποίηση, χωρισμούς που προκαλούνται από την κακοποίηση και μια επανένωση. Ο δράστης είναι καταθλιπτικός και έχει ιστορικό εθισμού στα ναρκωτικά, και η νοσηρή ζήλια βρίσκεται στον πυρήνα της προσωπικότητάς του. Ένας προφανής τελικός χωρισμός επιδεινώνει την κατάθλιψή του και πυροδοτεί τη βία.

Είναι επίσης πιθανό η εγκυμοσύνη να προκαλέσει βία. Ο σύζυγος φοβάται ότι το νεογέννητο παιδί θα εκτρέψει τη στοργή της γυναίκας του και εξαπολύει τον θυμό του πάνω της.

Οι κυκλικοί θύτες δεν είναι συνεχώς βίαιοι, αλλά περιοδικά. Οι σύντροφοί τους συχνά περιγράφουν πώς μεταμορφώνονται από ένα καλό, ευγενικό άτομο σε ένα τρομερό, φρικώδη χαρακτήρα. Τις περισσότερες φορές, ο κυκλικός δράστης κρύβει τη συσσώρευση έντασης που τον ωθεί στην απαίσια συμπεριφορά του από το κοινό και είναι σπάνιο για τους φίλους και τους συναδέλφους του να δουν τα σημάδια.

Πολλά από τα θύματά τους περιγράφουν τους κυκλικούς ως ανθρώπους με δύο πρόσωπα. «Είναι σαν δύο άνθρωποι,» λέγουν συχνά. ”Οι φίλοι του δε βλέπουν ποτέ την άλλη πλευρά του. Νομίζουν ότι είναι απλά ένας καλός τύπος, απλά ένα από τα αγόρια.” «Ποτέ δεν ξέρω ποιος μπαίνει στην πόρτα το βράδυ.»

Οι ψυχολόγοι υποστηρίζουν ότι ο θυμός ή η βία που εξαπολύει ο θύτης κατά της συζύγου ή συντρόφου του, προέρχεται από το πολύ πρώιμο τραύμα των σχέσεων μητέρας-βρέφους. Η απουσία μιας σταθερής, στοργικής και περιποιητικής μητέρας δεν ενθαρρύνει την ασφαλή προσκόλληση μεταξύ του βρέφους και της μητέρας του. Το αγόρι εξοργίζεται. Αλλά δεν μπορεί να ξεσπάσει το θυμό του προς τη μητέρα του γιατί τη χρειάζεται και φοβάται ότι θα τον εγκαταλείψει αν το κάνει.

Το παιδί αναπτύσσει μια ανασφαλή, ασυνεπή και αρνητική αίσθηση του εαυτού του και δεν μπορεί να παρηγορηθεί ή να αντιμετωπίσει το άγχος. Ένταση και οργή χτίζονται μέσα του, έτοιμα να εκραγούν. Αν και αυτά τα συναισθήματα επιμένουν μέχρι την ενηλικίωση, παραμένουν αδρανή μέχρι να εμφανιστεί μια άλλη σχέση με παρόμοιες υποσχέσεις και απειλές. «Οι στενές ρομαντικές σχέσεις είναι ότι πιο κοντά έρχεται ένας άντρας στην αναδημιουργία της πρώιμης ένωσής του με τη μητέρα του,» επεσήμανε ο Dutton (1995).

Αλλά και ο ρόλος του πατέρα είναι καθοριστικός στην ανάπτυξη ανδρικής βίαιης συμπεριφοράς. Ο Dutton (1995) ισχυρίζεται ότι «οι μεγαλύτεροι παράγοντες που συνεισφέρουν στην κακοποίηση γυναικών, κατά σειρά σπουδαιότητας, είναι: το αίσθημα απόρριψης από τον πατέρα, το αίσθημα έλλειψης ζεστασιάς από τον πατέρα, η σωματική κακοποίηση από τον πατέρα, η λεκτική κακοποίηση από τον πατέρα, και να νιώθει κανείς απόρριψη από τη μητέρα του.» Και τι άλλο; Το αγόρι όχι μόνο δέχεται σωματική και λεκτική επίθεση από τον πατέρα του, αλλά επίσης βιώνει «μοντελοποίηση κακοποίησης.»

Πολλοί θύτες είχαν παιδικές ηλικίες γεμάτες ταπείνωση, αμηχανία και ντροπή. Οι γονείς τους τούς τιμωρούσα δημόσια ή για κανένα λόγο. Συχνά τέτοιοι γονείς έλεγαν: «Δεν είσαι καλός.» «Ποτέ δε θα ισοδυναμείς με τίποτα.»

Περίπου το 40 τοις εκατό των ανδρών που πήγαιναν στην ομάδα θεραπείας του Dutton πληρούσαν τα κριτήρια της διαταραχής της αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Ήταν δηλαδή ψυχοπαθείς.

Σε αντίθεση με τους κυκλικούς κακοποιούς και άλλους δράστες, οι ψυχοπαθείς δεν έχουν τύψεις για τα κακά που κάνουν. Ο Robert Hare (1993) ο οποίος μελέτησε τους ψυχοπαθείς, τους περιέγραψε ως ανθρώπους ”χωρίς συνείδηση.” Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι άντρες που δεν είναι ψυχοπαθείς βιώνουν κάποιες τύψεις όταν βλάπτουν τις γυναίκες ή συντρόφους τους.

Οι ψυχοπαθείς αγνοούν τους κοινωνικούς κανόνες και τη νόμιμη συμπεριφορά. Εκτελούν πράξεις που πληρούν τους λόγους σύλληψης. Λένε ψέματα και εξαπατούν συνανθρώπους, συζύγους και συντρόφους «για προσωπικό κέρδος ή ευχαρίστηση». Είναι ευερέθιστοι και επιθετικοί και εμπλέκονται επανειλημμένα σε καυγάδες και επιθέσεις. Επιπλέον, είναι απερίσκεπτοι και ανεύθυνοι. Δε νοιάζονται για την ασφάλειά τους ή την ασφάλεια των άλλων. Δεν μπορούν να κρατήσουν μια δουλειά ή να τιμήσουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις.

Το τι κάνει κάποιον ψυχοπαθή δεν είναι ξεκάθαρο. Ο Robert Hare (1993) θεώρησε ότι είναι μια γενετική πάθηση. Ο John Bowlby (1980), ένας Βρετανός ψυχίατρος, πίστευε ότι η ψυχοπάθεια είναι μια μορφή ακραίας «αποκόλλησης» που εμφανίζεται όταν η ανάγκη του παιδιού για οικειότητα και εγγύτητα επανειλημμένα δεν ικανοποιείται.

Πολλοί άνδρες που κακοποιούν τις γυναίκες ή τις συντρόφους τους είναι ναρκισσιστές.

Σύμφωνα με το DSM 5, το διαγνωστικό και στατιστικό εγχειρίδιο που χρησιμοποιούν οι Αμερικανοί ψυχολόγοι και ψυχίατροι για να κάνουν διαγνώσεις, ο ναρκισσιστής παρουσιάζει πέντε ή περισσότερα από τα παρακάτω:

  • «Έχει μια μεγαλειώδη αίσθηση για τον εαυτό του (π.χ. υπερβάλλει τα επιτεύγματα του, αναμένει να αναγνωριστεί ως ανώτερος άλλων χωρίς πραγματικά ολοκληρωμένα επιτεύγματα)

  • Είναι απασχολημένος με φαντασιώσεις απεριόριστης επιτυχίας, δύναμης, λάμψης, ομορφιάς ή ιδανικής αγάπης

  • Πιστεύει ότι είναι «ιδιαίτερος» και μοναδικός και μπορεί να γίνει κατανοητός μόνο από άλλα ειδικά άτομα υψηλού επιπέδου ή ότι πρέπει να συναναστρέφεται μόνο με άλλα ειδικά ή υψηλού επίπεδου άτομα ή ιδρύματα

  • Απαιτεί υπερβολικό θαυμασμό

  • Έχει μια αίσθηση δικαιώματος, όπως μια παράλογη προσδοκία ιδιαίτερης ευνοϊκής μεταχείρισης ή αυτόματη συμμόρφωση με τις προσδοκίες του

  • Εκμεταλλεύεται τους άλλους για να πετύχει τους δικούς του σκοπούς

  • Δεν έχει ενσυναίσθηση και είναι απρόθυμος να ταυτιστεί με τα συναισθήματα και τις ανάγκες των άλλων

  • Συχνά ζηλεύει τους άλλους ή πιστεύει ότι οι άλλοι τον ζηλεύουν

  • Δείχνει αλαζονικές, υπεροπτικές συμπεριφορές.»

Δεν είναι δύσκολο για κάποιον να καταλάβει από τα παραπάνω χαρακτηριστικά τα κακά και τον πόνο που μπορούν να προκαλέσουν αυτοί οι άντρες στις συντρόφους τους ή σε άλλους.

Πολλοί ψυχίατροι/ψυχολόγοι πιστεύουν ότι ο Αδόλφος Χίτλερ και ο Ιωσήφ Στάλιν ήταν ναρκισσιστές. Και πολλοί στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής υποστηρίζουν ότι ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είναι ναρκισσιστής.Ο Τζον Γκάρτνερ, ψυχολόγος που δίδαξε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς για σχεδόν τρεις δεκαετίες, πιστεύει ότι ο Τραμπ πάσχει από κακοήθη ναρκισσισμό, μια κατάσταση ακόμα χειρότερη από τον ναρκισσισμό. Ακολουθεί αυτό που έγραψε στο ”Rocket Man: Nuclear Madness and the Mind of Donald Trump” (2018):

″Ο Τραμπ πάσχει από κακοήθη ναρκισσισμό, μια διάγνωση [που είναι] πολύ πιο τοξική και επικίνδυνη από την απλή ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας επειδή συνδυάζει το ναρκισσισμό με άλλα τρία σοβαρά παθολογικά συστατικά: παράνοια, κοινωνιοπάθεια και σαδισμό. Σύμφωνα με τον Φρομ όταν αυτές οι τρεις ψυχοπαθολογίες συνδυάζονται, συνιστούν τη «πεμπτουσία του κακού», το πιο κοντινό πράγμα που έχει η ψυχιατρική για να περιγράψει ένα αληθινό ανθρώπινο τέρας.»

Οι ναρκισσιστές, εγωιστές άντρες είναι τα «αποφευκτικά» βρέφοι που η ψυχολόγος Mary Ainsworth και οι συνάδελφοί της εντόπισαν στις έρευνές τους πριν μερικές δεκαετίες. Είναι τα παιδιά που αγανακτούν για την περιφρόνηση και την απόρριψη που εισέπραξαν από τις μητέρες τους. Παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους, καθώς η μητέρες τους απορρίπτουν τις εκκλήσεις τους για προσοχή και το να προσεγγίσουν άλλους φαίνεται ανέφικτο. Αυτά τα αγόρια συμπεριφέρονται σαν να μη χρειάζονται τις μητέρες τους και πως μπορούν να τα καταφέρουν μόνα. Συχνά, σε συνδυασμό με αυτή τη στάση, αναπτύσσουν μεγαλειώδεις ιδέες για τον εαυτό του: «Είμαι υπέροχος, δε χρειάζομαι κανέναν.». Όπως έγραψαν οι Olwens, Block και Radke-Yarrow (1986), ο Bowlby πίστευε ότι η αποφευκτική προσκόλληση βρίσκεται στον πυρήνα των ναρκισσιστικών χαρακτηριστικών της προσωπικότητας.

Οι Φεμινιστές γενικά απορρίπτουν τις ψυχοπαθολογικές θεωρίες για τους άνδρες θύτες. Κατά την άποψή τους, τέτοιες ερμηνείες απαλλάσσουν τον βιαιοπραγούντα από την ασυγχώρητη συμπεριφοράς του και παρεμποδίζει τις προσπάθειες περιορισμού της βίας κατά των γυναικών μέσω της κοινωνικοπολιτικής αλλαγής. Οι φεμινιστές υποστηρίζουν ότι δεν είναι συνετό να επικαλούμαι την ψυχοπαθολογία για να εξηγούμε τη βίαιη συμπεριφορά των δραστών, επειδή η ανδρική βία πηγάζει από τα τυπικά ψυχολογικά και συμπεριφορικά χαρακτηριστικά των περισσότερων ανδρών.

Εξηγούν τη βίαιη συμπεριφορά των ανδρών εναντίον των συζύγων ή των συντρόφων τους εστιάζοντας στον ρόλο της πατριαρχίας. Οι άνδρες, υποστηρίζουν, χρησιμοποιούν βίαιες τακτικές για να ενισχύσουν την ανδρική κυριαρχία.

Ο Dutton (1995) αντεπιτίθεται υποστηρίζοντας ότι οι ψυχολογικές θεωρίες δεν απαλλάσσουν ή δικαιολογούν τη συμπεριφορά των κακοποιών, αλλά απλώς την εξηγούν.

Δεν απορρίπτει τον ρόλο της πατριαρχίας ως κρίσιμο παράγοντα στην ανδρική βία κατά των συντρόφων τους. Ισχυρίζεται, ωστόσο, ότι από τη στιγμή που η πλειονότητα των ανδρών που ζουν κάτω από πατριαρχικά πρότυπα παραμένουν μη βίαιοι προς τους συζυγους ή συντρόφους τους, πρέπει να υπάρχει κάποιος άλλος παράγοντας εκτός από την πατριαρχία που καθορίζει εάν ένας άνδρας γίνεται βίαιος προς αυτές ή όχι. Αυτός ο καθοριστικός παράγοντας είναι η ψυχοπαθολογία του ατόμου.

Δημοφιλή