Στα χαρτιά, η ελληνική οικονομία τρέχει με ρυθμούς που ζηλεύουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό θα προβάλει αύριο 16 Δεκεμβρίου 2025 στη Βουλή η κυβέρνηση. ψήφιση του νεόυ προϋπολογισμού. Στην πράξη, όμως, πολλές μικρές επιχειρήσεις λειτουργούν «στο όριο», παλεύοντας να καλύψουν πάγια έξοδα, φόρους και ενοίκια που ανεβαίνουν μαζί με τις τιμές των ακινήτων. Στο μεταξύ, ο ανταγωνισμός από αλυσίδες και πλατφόρμες πιέζει ακόμη περισσότερο τα περιθώρια.

Η Ελλάδα παραδοσιακά έχει πολύ υψηλό ποσοστό μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο: οικογενειακά μαγαζιά, αυτοαπασχολούμενοι, μικρά συνεργεία, γραφεία υπηρεσιών. Μετά από μια δεκαετία κρίσης και μνημονίων, όσοι έμειναν όρθιοι κλήθηκαν να επανεκκινήσουν σε ένα περιβάλλον:

Advertisement
Advertisement
  • με αυξημένα επαγγελματικά ενοίκια, ειδικά σε πόλεις και τουριστικές περιοχές,
  • με κόστος ενέργειας που, ακόμη κι αν έχει αποκλιμακωθεί από τα «τρελά» επίπεδα της ενεργειακής κρίσης, παραμένει υψηλό,
  • με βαριά φορολογία και εισφορές που πολλές φορές λειτουργούν αποτρεπτικά για δηλωμένη δραστηριότητα.

Σήμερα, στην εποχή της «ανάπτυξης», η πίεση δεν είναι πια μόνο η επιβίωση. Είναι το αν αξίζει να μένεις ανοιχτός.

Η θηλιά του σταθερού κόστους

Για έναν μικρομεσαίο, όπως εξήγησε στην HuffPost ο Γιώργος Αλεξίου, καταστηματάρχης γειτονιάς στο Δυτικό τομέα της πρωτεύουσας, το κάθε ευρώ σταθερού κόστους είναι κρίσιμο. Στον μηνιαίο λογαριασμό μπαίνουν:

  • ενοίκιο επαγγελματικού χώρου,
  • ρεύμα, νερό, τηλέφωνο/ίντερνετ,
  • ασφαλιστικές εισφορές,
  • προκαταβολή φόρου,
  • πάγια έξοδα (λογιστής, πρόγραμμα, POS κ.λπ.).

Την ίδια στιγμή, οι τιμές των ακινήτων – και κατ’ επέκταση των ενοικίων – έχουν αυξηθεί θεαματικά τα τελευταία χρόνια:

  • Το 2024, οι τιμές των διαμερισμάτων στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά 8,6% κατά μέσο όρο, ενώ το 2023 η αύξηση είχε φτάσει το 13,9%.
  • Στις αστικές περιοχές, και ειδικά στην Αθήνα, ο δείκτης τιμών κατοικιών συνέχισε ανοδικά και το 2025, έστω με πιο συγκρατημένο ρυθμό.

Αυτό δεν αφορά μόνο όσους θέλουν να αγοράσουν ακίνητο. Περνάει και στα ενοίκια επαγγελματικής στέγης, κάνοντας – όπως λέει ο κ.Αλεξίου – ένα μικρό κατάστημα πολύ πιο ακριβό «προϊόν» από ό,τι πριν λίγα χρόνια. Και στο σημείο αυτό βάζει στη συζήτηση την άλλη πλευρά της πίεσης που είναι η ζήτηση.

«Ένας μικρός επαγγελματίας δεν μπορεί να μετακυλήσει όλο το αυξημένο κόστος στον πελάτη, γιατί απλούστατα θα τον χάσει. Ο καταναλωτής του 2025 κοιτάζει προσφορές, συγκρίνει online, περιορίζει τις παρορμητικές αγορές, μετακινείται προς αλυσίδες και e-shops που υπόσχονται χαμηλότερες τιμές ή μεγαλύτερη ευκολία. Για εμένα τον μικρό, αυτό σημαίνει ότι δουλεύει συχνά με μικρότερο τζίρο και πιεσμένο περιθώριο κέρδους. Είναι χαρακτηριστική η φράση που ακούγεται σε πολλές αγορές, παντού: “Δουλεύουμε για να πληρώνουμε τα έξοδα”».

Τράπεζες, χρηματοδότηση και ο φαύλος κύκλος της ρευστότητας

Και πάμε τώρα στην χρηματοδότηση. Ακούμε συνέχεια διαφημίσεις στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο για «ισχυρό τραπεζικό σύστημα» και μειωμένα «κόκκινα» δάνεια. Στην καθημερινότητα, πολλοί μικρομεσαίοι έχουν άλλη εμπειρία:

Advertisement
  • Δυσκολία πρόσβασης σε δάνεια με λογικούς όρους,
  • αυστηρά τραπεζικά κριτήρια,
  • ανάγκη για εξασφαλίσεις που λίγοι μπορούν να προσφέρουν χωρίς να βάλουν σε κίνδυνο το σπίτι τους.

Έτσι, η χρηματοδότηση του μαγαζιού γίνεται συχνά:

  • από προσωπικές αποταμιεύσεις, αν υπάρχουν
  • από πιστωτικές κάρτες με υψηλά επιτόκια,
  • από άτυπο δανεισμό μέσα στην οικογένεια,
  • δυστυχώς πολλές φορές κι από τοκογλύφους

Σε μια οικονομία που «αναπτύσσεται» με επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων, ο μικρός επαγγελματίας παλεύει συχνά για 2.000–3.000 ευρώ κεφάλαιο κίνησης.

Αλυσίδες, πλατφόρμες και η «συμπίεση» της γειτονιάς

Η ανάπτυξη φέρνει μαζί της και νέα σχήματα στην αγορά: αλυσίδες λιανικής που πατούν σε οικονομίες κλίμακας, πλατφόρμες delivery και marketplace που αλλάζουν τον τρόπο που ψωνίζουμε, e-shops που λειτουργούν με χαμηλότερο φυσικό κόστος.

Advertisement

Για τους καταναλωτές, αυτό σημαίνει επιλογές, προσφορές, ευκολία. Για τον μικρό της γειτονιάς, σημαίνει συχνά συμπίεση μέχρι εξαφάνισης. Το παράδοξο εδώ είναι κυνικά απλό:

Μπορεί συνολικά ο κλάδος του λιανεμπορίου να μεγαλώνει (και άρα να συμβάλλει στην ανάπτυξη), ενώ ταυτόχρονα μεγάλος αριθμός μικρών καταστημάτων να κλείνει, χάνοντας μάχη που δεν ήταν ισότιμη.

Πάντως, παρά τις πιέσεις, οι μικρομεσαίοι παραμένουν κρίσιμος κρίκος:

Advertisement
  • απασχολούν μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού,
  • κρατούν ζωντανές γειτονιές και χωριά,
  • προσφέρουν πιο προσωπική σχέση και ευελιξία σε υπηρεσίες.

Η ερώτηση δεν είναι αν «χωράνε» στην ανάπτυξη. Είναι αν η ανάπτυξη θα διαμορφωθεί έτσι ώστε να μην τους θεωρεί αναλώσιμους.

Αύριο στο τρίτο μέρος της έρευνας, η HuffPost στρέφεται στη νεότερη γενιά. Σε όσους προσπαθούν να στήσουν ζωή, καριέρα και σπίτι σε μια χώρα που αναπτύσσεται, αλλά όπου η στέγη έχει γίνει άπιαστο όνειρο.

Advertisement