Υπάρχει ένα παράδοξο που, για όποιον δεν το γνωρίζει ήδη, είναι αρκετά εντυπωσιακό – σχεδόν ποιητικό στην ουσία του. Αν κάποιος βρισκόταν αυτή ακριβώς τη στιγμή σε έναν πλανήτη τρία έτη φωτός μακριά από τη Γη και είχε στην κατοχή του ένα υπερτηλεσκόπιο,  τότε αυτό που θα έβλεπε δεν θα ήταν το παρόν. Θα έβλεπε τη Γη όπως ήταν τρία χρόνια πριν. Θα έβλεπε ανθρώπους που σήμερα δεν υπάρχουν, να περπατούν στους δρόμους, να γελούν, να μιλούν. Θα έβλεπε μια πραγματικότητα που για εμάς έχει περάσει, αλλά για εκείνον θα ήταν το «τώρα». 

Η ίδια ιδέα, αν την επεκτείνουμε, γίνεται ακόμα πιο συγκλονιστική. Αν μετακινηθούμε ακόμα πιο μακριά, ας πούμε 2.000 έτη φωτός, τότε ο παρατηρητής αυτού του μακρινού πλανήτη δεν θα έβλεπε τίποτα από τον κόσμο όπως τον ξέρουμε. Θα έβλεπε την Ιερουσαλήμ των ρωμαϊκών χρόνων, τους πρώτους Χριστιανούς, και – ποιος ξέρει; – ίσως έναν άνθρωπο να προχωρά στους χωματόδρομους της εποχής, συνοδευόμενο από μαθητές του. 

Advertisement
Advertisement

Όλα αυτά συμβαίνουν επειδή το φως – και μαζί του η πληροφορία – έχει πεπερασμένη ταχύτητα. Χρειάζεται χρόνο για να ταξιδέψει και, όσο μεγαλύτερη είναι η απόσταση, τόσο πιο πολύ «καθυστερεί» η εικόνα που φτάνει στα μάτια του παρατηρητή. Ακολούθως, αυτό που και εμείς βλέπουμε στον νυχτερινό ουρανό δεν είναι το σύμπαν όπως είναι τώρα, αλλά όπως ήταν πριν από εκατομμύρια  χρόνια. 

Οτιδήποτε συμβαίνει, συνεχίζει να υπάρχει κάπου. Το φως της κάθε στιγμής διαδίδεται και συνεχίζει να υπάρχει σε κάποιο σημείο του σύμπαντος, ακόμα κι αν για εμάς η στιγμή αυτή έχει χαθεί. Είναι μια σχεδόν παρηγορητική σκέψη. Όσα συνέβησαν – ακόμα και όσα ή όσοι χάθηκαν – υπάρχουν ακόμα για κάποιον παρατηρητή. Ακόμα και ο νεότερος εαυτός μας. Το παιδί εκείνο που πληγώθηκε και μόλις τώρα βάζει τα κλάματα για κάτι εντελώς ασήμαντο είναι το παρόν που βλέπει κάποιος έτη φωτός μακριά από εμάς. 

Η συνειδητοποίηση αυτή ανοίγει ασκούς συζητήσεων, καθώς έχει απίστευτο ενδιαφέρον το τι θα επέλεγε κάποιος να δει, αν είχε την επιλογή. Αν είχε την επιλογή να σπάσει το κρανίο του κόσμου και μέσα από τη χαραμάδα να ρίξει μια ματιά στο παρελθόν. 

Θα επέλεγε να δει την Ιστορία; Να επιβεβαιώσει τι πραγματικά συνέβη σε καθοριστικές στιγμές του κόσμου;

Ή μήπως θα έστρεφε τον φακό σε κάτι πολύ πιο προσωπικό; 

Είναι συγκινητικό: οι περισσότεροι που ’χω ρωτήσει θα επέλεγαν να δουν κάποιον δικό τους άνθρωπο. Τη μαμά, τον μπαμπά, ένα χαμένο έρωτα, ένα παλιό, καλό, φίλο. Να παρατηρήσουν όσα δεν είδαν όσο ήταν παρόντες, δηλαδή όσα δεν χόρτασαν.

Advertisement

Δεν υπάρχει τίποτα πιο σημαντικό, στη ζωή, από τους ανθρώπους: Αυτά που είπαμε και αυτά που δεν είπαμε μαζί τους. 

Όλα τα παραπάνω οδηγούν όμως σε ένα ακόμα βαθύτερο ερώτημα: Πότε πεθαίνει πραγματικά κάποιος; 

Η κοινή μας αντίληψη λέει πως ο θάνατος έρχεται τη στιγμή που η καρδιά σταματά να χτυπά. Ή ίσως τη στιγμή που θάβεται το σώμα.

Advertisement

Τι γίνεται αν το παρελθόν συνεχίζει να υπάρχει με τη μορφή του φωτός που ταξιδεύει; 

Όπως προκύπτει, ένας άνθρωπος δεν πεθαίνει τη στιγμή που κλείνει τα μάτια του. Ούτε τη στιγμή που τον αποχαιρετάμε. Ούτε καν όταν ξεχνιέται από τη μνήμη των αγαπημένων του. Πεθαίνει πραγματικά μόνο όταν το τελευταίο σήμα  φωτός που εξέπεμψε, αγγίξει την άκρη του σύμπαντος. Εκεί, πίσω από το τελευταίο αστέρι, στη μαύρη ύλη, που δεν υπάρχει ούτε πλανήτης, ούτε υπερτηλεσκόπιο, ούτε κάποιος μακρινός παρατηρητής να το δει. 

Στην πράξη του, αυτό είναι δισεκατομμύρια χρόνια μετά. Η «αιωνιότητα» των θρησκευτικών γραφών, το «πάντα», ίσως τελικά να μην ήταν απλά μια ευσεβής φαντασίωση ή μια μεταφυσική παρηγοριά για τους φοβισμένους. Ίσως να είναι πολύ πιο κοντά στην αλήθεια απ’ όσο τολμούμε να πιστέψουμε. Σύμφωνα με τους ανελέητους νόμους της Φυσικής, υπάρχει το «για πάντα», διαρκεί περίπου 45 δισεκατομμύρια χρόνια και είναι φτιαγμένο από φως. Όχι από μύθους ή ευχές, αλλά από κυματομορφές και σωματίδια που κουβαλούν την εικόνα, τη φωνή, το αποτύπωμα του καθενός μας. Δεν είναι ένα παραμύθι για παιδιά αυτό• είναι η πραγματικότητα. Είναι ένα γεγονός. 

Advertisement

Κλείνοντας, θέλω να ακουμπήσω πάνω στο τραπέζι αυτό: Κάπου εκεί έξω, το φως όσων αγαπήσαμε, ταξιδεύει ακόμα. Αρκεί μόνο να βρεθεί ένα μακρινός παρατηρητής με ένα υπερηλεσκόπιο,

και τότε,

όλα,

Advertisement

θα ζωντανέψουν 

Advertisement

από την αρχή.

 

ΥΓ. Αυτό το κείμενο είναι αφιερωμένο σε όσους έχασαν κάποιον αγαπημένο.

Advertisement