Η Robyn Bedell Zalewa μεγάλωσε και πέρασε όλη την ενήλικη ζωή της στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά αποτελεί μέρος ενός ελάχιστα γνωστού κεφαλαίου της ελληνικής ιστορίας: της υιοθεσίας περίπου 4.000 βρεφών κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.

Γνωρίζοντας ότι κατάγεται από την Ελλάδα, ανακάλυψε ξανά την χαμένη αδελφή της Σοφία, που ζει στην περιοχή της Αθήνας, και επανέκτησε την ελληνική υπηκοότητα πριν από δύο χρόνια.

Advertisement
Advertisement

Η Robyn, που ζει στο Κονέκτικατ, χρησιμοποιεί το όνομα Joanna όταν βρίσκεται στην Ελλάδα.

Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα. Η αδελφή της Σοφία μιλάει μόνο ελληνικά, οπότε οι αδελφές επικοινωνούν μέσω ενός διαδικτυακού μεταφραστικού εργαλείου.

«Αυτό που με πονάει περισσότερο είναι ότι δεν μπορώ να συνομιλήσω με τη Σοφία», είπε η 68χρονη στο AFP.

Με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της βίαιης κατοχής από τη ναζιστική Γερμανία, η χώρα μας βυθίστηκε σε εμφύλιες διαμάχες μεταξύ βασιλοφρόνων και κομμουνιστών, οι οποίες συνεχίστηκαν μέχρι το 1949.

Με χιλιάδες ελληνικές οικογένειες να βυθίζονται στην καταστροφή και τη φτώχεια, η λύση των υιοθεσιών κέρδισε δυναμική στις δεκαετίες του 1950 και 1960, κατά τις οποίες μωρά και παιδιά στάλθηκαν στο εξωτερικό για υιοθεσία, κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η Γκόντα Βαν Στεεν, διευθύντρια του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών στο King’s College του Λονδίνου, δήλωσε στο AFP ότι η Ελλάδα «ήταν η κύρια χώρα προέλευσης των παιδιών που υιοθετήθηκαν στις ΗΠΑ στις αρχές της δεκαετίας του 1950».

Advertisement

«Τα αμερικανικά ζευγάρια χωρίς παιδιά ήταν πρόθυμα να πληρώσουν οποιοδήποτε τίμημα για ένα υγιές λευκό νεογέννητο», είπε η Βαν Στεεν, η οποία έχει πραγματοποιήσει εκτεταμένη έρευνα και έχει συγγράψει ένα βιβλίο για το θέμα.

Η Ελληνοαμερικανίδα Μαίρη Καρδάρας αγωνίζεται επί χρόνια ώστε τα παιδιά που γεννήθηκαν στην Ελλάδα και μεγάλωσαν στο εξωτερικό και είναι σήμερα εξηντάρηδες ή εβδομηντάρηδες να μπορέσουν να ανακαλύψουν την χώρα γέννησής τους.

«Αυτό που ακολούθησε (τις πρώτες υιοθεσίες στην Ελλάδα) ήταν ένα τσουνάμι διεθνών υιοθεσιών», είπε, αναφέροντας συγκεκριμένα την Κίνα, το Βιετνάμ, τη Ρωσία και ειδικά τη Νότια Κορέα, όπου τουλάχιστον 140.000 παιδιά υιοθετήθηκαν από ξένους γονείς μεταξύ 1955 και 1999.

Advertisement

«Μια καλύτερη ζωή»

Στην Ελλάδα, οι βιολογικές μητέρες των υιοθετημένων παιδιών ήταν συχνά φτωχές χήρες, μερικές από τις οποίες είχαν βιαστεί ή αντιμετώπιζαν κοινωνικό στιγματισμό επειδή είχαν αποκτήσει παιδί εκτός γάμου.

«Δεν έβλεπαν άλλη λύση από το να δώσουν το παιδί τους για να έχει «μια καλύτερη ζωή»», είπε η Βαν Στεεν.

Τον Μάιο, η Ελλάδα απλοποίησε τη διαδικασία απόκτησης πιστοποιητικών γέννησης, ώστε να επιτρέψει συγκεκριμένα σε άτομα που υιοθετήθηκαν μέχρι το 1976 να ανακτήσουν την ελληνική υπηκοότητα.

Advertisement

Στη βεράντα ενός καφέ στην Αθήνα, η Bedell Zalewa βγάζει με υπερηφάνεια το ελληνικό διαβατήριο και την ταυτότητά της από την τσάντα της.

Παρόλο που είχε το πιστοποιητικό υιοθεσίας της – δεν το είχαν όλα τα παιδιά – ξεκίνησε τη διαδικασία πολύ πριν από την εφαρμογή των νέων κανονισμών και έπρεπε να περιμένει πολύ καιρό για να ανακτήσει την ελληνική υπηκοότητα.

«Πάντα ήξερα ότι είχα υιοθετηθεί στην Ελλάδα», είπε η συνταξιούχος που γεννήθηκε στη Μεσσήνη, στην Πελοπόννησο, πριν υιοθετηθεί στο Τέξας.

Advertisement

«Όλη μου τη ζωή ήθελα να βρω την οικογένειά μου», είπε η Bedell Zalewa, με δάκρυα στα μάτια.

Advertisement

Η ιστορία της είναι μια ιστορία επίμονης αναζήτησης των ριζών της.

Η Bedell Zalewa βρήκε τους αδελφούς και την αδελφή της και γνώρισε ακόμη και τη βιολογική της μητέρα πριν αυτή πεθάνει.

Ως η μικρότερη από πέντε αδέλφια, προφανώς δόθηκε για υιοθεσία επειδή η χήρα μητέρα της ήταν πολύ φτωχή για να την μεγαλώσει.

Advertisement

Οι δεσμοί που έχει δημιουργήσει στην Ελλάδα την ενθαρρύνουν να μένει εκεί όποτε μπορεί.

Η Καρδάρας, η συνταξιούχος δημοσιογράφος που υιοθετήθηκε στην περιοχή του Σικάγου και έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Καλιφόρνια, επίσης γνώριζε πάντα ότι ήταν ελληνικής καταγωγής.

Διατήρησε το ελληνικό διαβατήριό της, το οποίο είχε αρχικά ακυρωθεί όταν έφυγε από τη χώρα ως μωρό.

Όταν επέστρεψε για πρώτη φορά στη γενέτειρά της για τις καλοκαιρινές διακοπές το 1972, θυμάται ότι κοίταζε «το πρόσωπο κάθε γυναίκας» στο δρόμο.

«Αναρωτιόμουν… αν ήταν η μητέρα μου», είπε.

Όλα της φαινόταν οικεία: «Οι μυρωδιές, η ατμόσφαιρα, ένιωθα εντελώς σαν στο σπίτι μου».

«Αλλά μόνο όταν πέθαναν οι (θετοί) γονείς μου άρχισα πραγματικά να αμφισβητώ τους πρώτους μήνες και τα πρώτα χρόνια της ζωής μου», είπε η Καρδάρας.

Τώρα που έχει εγκατασταθεί στην Αθήνα, παρακολουθεί μαθήματα ελληνικών και σημειώνει πρόοδο στην κατανόηση της μητρικής της γλώσσας.

Η καλύτερη πρόσβαση στην ελληνική υπηκοότητα αποτελεί μια βαθιά συναισθηματική ανακάλυψη για τα υιοθετημένα παιδιά με κατακερματισμένο παρελθόν.

Ένα από αυτά μοιράστηκε πρόσφατα την εμπειρία του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

«Στις 12:47 μ.μ. ώρα Ελλάδας, έλαβα ένα μήνυμα που μου ανακοίνωνε ότι επανέκτησα την ελληνική υπηκοότητα! Είμαι συγκινημένη, ενθουσιασμένη και στον έβδομο ουρανό!», έγραψε η Στέφανι Παζόλες στο Facebook.