Η παραλαβή της πρώτης από τις τέσσερις φρεγάτες FDI (Belh@rra) , του «Κίμωνα», από το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό φέρνει αναμφίβολα τις Ένοπλες Δυνάμεις σε μια νέα εποχή, ωστόσο είναι κοινή αντίληψη πλέον πως αναπόσπαστο τμήμα αυτής πρέπει να είναι μια «ζωντανή» και δραστήρια ελληνική αμυντική βιομηχανία. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού (ΣΕΚΠΥ) και Διευθύνων Σύμβουλος της AKMON S.A, Τάσος Ροζολής, μιλώντας στη HuffPost, υπογραμμίζει, μεταξύ άλλων, την ανάγκη για τη δημιουργία από πλευράς της κυβέρνησης ενός οργάνου, που θα είναι αρμόδιο για την ελληνική αμυντική βιομηχανία και «πέρα και πάνω» από ένα αυστηρό κομματικό / κυβερνητικό πλαίσιο.

Ο κ. Ροζολής κάνει λόγο ένα «ΕΛΚΑΒ» (Ελληνικό Κέντρο Αμυντικής Βιομηχανίας), και τονίζει τις ευκαιρίες και τις ανάγκες της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, «χαρτογραφώντας» ρεαλιστικά τον δρόμο για την υγιή ανάπτυξή της.

Advertisement
Advertisement
Ο Τάσος Ροζολής, πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ (Φωτογραφία: ΣΕΚΠΥ)

«Βάζοντας μπροστά» την ελληνική αμυντική βιομηχανία: Πρόταση για δημιουργία αρμοδίου οργάνου

«Αυτό έπρεπε να υπάρχει ήδη και υπάρχει σχεδόν σε όλες τις χώρες του κόσμου. Μάλιστα, οι πιο πολλές έχουν κάτι μεταξύ γενικής γραμματείας και υφυπουργείου. Η βασική αρχή είναι ότι πρέπει να είναι πολιτικό και να είναι πάνω από το επίπεδο των αρχηγών. Συνεπώς, ο πολιτικός προϊστάμενος πρέπει να είναι ή γενικός γραμματέας ή υφυπουργός», σημειώνει ο κ. Ροζολής. «Για μένα αν δεν το κάνει υφυπουργείο, μπορεί να το κάνει γενική γραμματεία, αλλά να υπάγεται απευθείας στον πρωθυπουργό στην αρχή, προκειμένου να πάρει τα πρώτα βήματα, όπως ήταν και η ψηφιακή πολιτική. Πρέπει να είναι στο υπουργείο Άμυνας και πρέπει να είναι στενά συνδεδεμένο με τον πρωθυπουργό. Υπάρχει μια σειρά πολύ συγκεκριμένων αιτημάτων: Πρώτο και κύριο πρέπει να οριστεί αυτός, που θα τα διαχειριστεί», αναφέρει, προσθέτοντας και την περίπτωση του 25% της εγχώριας συμμετοχής στα εξοπλιστικά: «Πώς θα καθορίζεται αυτή, πώς θα μετριέται;».

Από την τελετή παραλαβής του «Κίμωνα» στις 18 Δεκεμβρίου (ΥΠΕΘΑ/ΔΝΣΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ/EUROKINISSI)

Ο Πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ προτείνει μια γενική γραμματεία με προσωπικό από τις Ένοπλες Δυνάμεις, νομικούς που ειδικεύονται σε συμβάσεις (π.χ. με εμπειρία από διαχείριση ευρωπαϊκών κονδυλίων) και ανθρώπους με γνώση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

«Το προσωπικό θα πρέπει να είναι μόνιμο, όπως κάνει το κράτος μας στα άλλα υπουργεία, που έχουν να κάνουν αλληλοεπιδρούν με την Ευρώπη. Το υπουργείο Ανάπτυξης έχει ανθρώπους, που ασχολούνται μόνιμα με αυτό το αντικείμενο. Συγκεκριμένα, η πρότασή μου είναι μονιμότητα με πενταετή ορίζοντα. Το βασικό, όμως, στοιχείο που πρέπει να το διέπει είναι να υπάρχει λίγο πέρα και πάνω από ένα αυστηρό κομματικό ή κυβερνητικό έργο. Πρέπει να γίνει μια γραμματεία, ένα κυβερνητικό όργανο, που να έχει αρκετή ισχύ για να επιβάλλει και απόψεις. Να ξεχωριστεί πλήρως από τους εξοπλισμούς, απλώς να ξέρουν όλοι ότι θα περάσουν και από αυτό το όργανο, το οποίο θα διαπραγματευτεί μαζί τους, θα παρακολουθήσει και θα πιστοποιήσει το 25%. Το έχω πει και στον υπουργό, φτιάξτε ένα ΕΛΚΑΒ, ένα Ελληνικό Κέντρο Αμυντικής Βιομηχανίας», σημειώνει ο κ. Ροζολής, χρησιμοποιώντας μια ορολογία, η οποία παραπέμπει στο νεοσυσταθέν ΕΛΚΑΚ (Ελληνικό Κέντρο Αμυντικής Καινοτομίας), το οποίο χαρακτηρίζει ως αναμφίβολα θετική εξέλιξη, τονίζοντας, ωστόσο, ότι δεν έχει μέσα του ανθρώπους από τον χώρο της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας και ως εκ τούτου, υστερεί σε επίπεδο εμπλοκής και συνέργειας μαζί της.

«Κοσμογονία» στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία- και «εμείς εδώ θα κρατάμε ομπρέλα;»

Άρμα μάχης Leopard 2 (Φωτογραφία: ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΕΡΒΕΡΙΔΗΣ/ΜΟΤΙΟΝΤΕΑΜ)

Ο Πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ κάνει λόγο για μια πραγματική «κοσμογονία» στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία: «Τα πράγματα αλλάζουν, πρέπει να τα παρακολουθείς, και μαζί τους οι πολιτικές. Κάθε χρόνο υπάρχει μια τεράστια αλλαγή προς τη σωστή κατεύθυνση, στο να δοθούν ευρωπαϊκά χρήματα για άμυνα και εμείς εδώ θα κρατάμε ομπρέλα;».

Σε αυτό το πλαίσιο, ασκεί κριτική όσον αφορά στους χειρισμούς για το SAFE, ως παράδειγμα «μη καλής διαχείρισης και συνεργασίας εντός του κράτους, με αποτέλεσμα να τρέχουμε τελευταία στιγμή να εξασφαλίσουμε και αυτά που πήραμε. Στην υπόλοιπη Ευρώπη, στις χώρες που έχουν πιο ισχυρή αμυντική βιομηχανία, ή στις χώρες που έχουν κουλτούρα συνεργασίας, το υπουργείο Άμυνας, οι ένοπλες δυνάμεις και η αμυντική βιομηχανία συνεργάστηκαν, ενώ συμπεριέλαβαν και το υπουργείο Οικονομικών. Είδαν τι συστήματα θέλουν να πάρουν οι ένοπλες δυνάμεις, ποιες ευρωπαϊκές χώρες τα κατασκευάζουν, και με ποιες μπορούν να συνεργαστούν και να εμπλέξουν τη βιομηχανία τους. Αυτό δεν είναι κάτι που γίνεται σε μια μέρα. Αλλά εδώ είχαμε και αντιφατικές δηλώσεις στην αρχή. Μπήκε το SAFE σε ένα πολιτικό παιχνίδι, το οποίο δεν έπρεπε. Το SAFE είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα και είναι ένα από τα πάρα πολλά που θα έρθουν. Ας μάθουμε και ας συνεχίσουμε. Εμείς, ως ΣΕΚΠΥ, τα βλέπουμε, συμμετέχουμε στα ευρωπαϊκά δεδομένα. Ο Σύνδεσμος έχει γραφείο στις Βρυξέλλες και συμμετέχουμε και στις μεγάλες ενώσεις των ευρωπαϊκών βιομηχανιών, που είναι συνομιλητές με την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τον Άντριους Κουμπίλιους, τον Επίτροπο Άμυνας. Έτσι έχουν μάθει και στις χώρες τους».

Η εξίσωση του πολέμου: Καινοτομία και αμυντική βιομηχανία- «λαμαρίνες» και drones

Σουηδός στρατιώτης με drone (Φωτογραφία: Reuters)

Οι ταχύτατες εξελίξεις στον πόλεμο και τη στρατιωτική τεχνολογία βρίσκονται στο προσκήνιο της επικαιρότητας τα τελευταία χρόνια, που έχουν σηματοδοτήσει την ταχύτατη άνοδο της χρήσης των μη επανδρωμένων οχημάτων (drones). Όπως σημειώνει ο κ. Ροζολής, το συγκεκριμένο «κυνήγι της καινοτομίας» αποτελεί μεγάλη ευκαιρία για την ελληνική αμυντική βιομηχανία, ωστόσο μπορεί να αποτελέσει και κατά κάποιον τρόπο «παγίδα»: «Εκ της φύσεως της, με την καινοτομία,  περιμένεις να έχεις προϊόν το νωρίτερο σε τρία με πέντε χρόνια», σημειώνει με νόημα, συμπληρώνοντας πως, με τον τρόπο που εξελίσσονται τα πράγματα, εάν δοθεί υπερβολική έμφαση σε αυτούς τους τομείς, υπάρχει κίνδυνος να μην έχεις τα οφέλη που θα περίμενες.

Advertisement

«Εγώ λοιπόν τι λέω: Κυβερνοάμυνα, drones, αντι-drones, ΑΙ κλπ. Όλα αυτά είναι πολύ σημαντικά, είναι dual use και βρίσκονται υπό την ομπρέλα του ΕΛΚΑΚ. Θα μιλήσουμε όμως και για το single use, όπως άρματα, πυροβόλα, υποβρύχια, αεροπλάνα, πολεμικά πλοία, πύραυλοι, πυρομαχικά κλπ.; Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζει να διεξάγεται κατά βάση με αυτά. Και υπάρχει και κάτι άλλο περίεργο: Ότι, ενώ μέσα σε ελάχιστο χρόνο στις καινούργιες τεχνολογίες η Ουκρανία έφτασε να υπερκαλύπτει τις δικές της ανάγκες, κατασκευάζοντας πχ 150.000 drones μηνιαίως, δεν μπορεί να κατασκευάσει τα βλήματα 155 χιλιοστών.  Όλο το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να προσφέρει σε ικανοποιητικούς αριθμούς κάτι που είναι πολύ παλιό. Οπότε, όσο λάθος είναι να υποτιμήσεις τα καινούργια συστήματα, άλλο τόσο είναι να υποτιμήσεις τα “συμβατικά όπλα”. Είναι τεράστιο λάθος αυτό που κυκλοφορεί σε κάποιους κύκλους πως αυτά είναι “παλιά βιομηχανία” και “λαμαρίνες”».

«Τα χρειαζόμαστε όλα, καθώς δεν αλλάζει ο πόλεμος σε τέτοιο βαθμό. Αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι στην εξίσωση του πολέμου έχουν μπει και άλλοι παράγοντες, όχι όμως ότι εξαφανίστηκαν οι υπόλοιποι. Στην εξίσωση, λοιπόν, μπήκαν και τα drones και όποιος δεν το πάρει είδηση και συνεχίσει με τον παλιό τρόπο, θα το συνειδητοποιήσει πολύ οδυνηρά στην πράξη. Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια αυξημένη κινητικότητα και ενδιαφέρον διεθνώς για αμυντικές εταιρείες τύπου startup και δικαίως. Όσον αφορά την ελληνική πραγματικότητα, θεωρώ ότι καλύφθηκε ένας τομέας, που έπρεπε να έχει καλυφθεί εδώ και πολλά χρόνια. Παραμένει όμως ακάλυπτο το μεγαλύτερο ποσοστό της αμυντικής βιομηχανίας. Μην ξεχνάμε ότι στις περισσότερες περιπτώσεις, για να εφαρμοστεί και αξιοποιηθεί η όποια καινοτομία, απαιτείται να υπάρχει η αντίστοιχη βιομηχανική βάση. Αλλιώς θα διαιωνίσουμε το ελληνικό παράδοξο, να έχουμε δηλαδή σαν χώρα επιτυχίες στα ερευνητικά προγράμματα,χωρίς αντίστοιχη ανάπτυξη προϊόντων».

«Η αμυντική βιομηχανία είναι μια μεγάλη ευκαιρία για την Ελλάδα»

Ελληνικό Apache στην άσκηση Golden Sword 24 (Φωτογραφία: ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ/EUROKINISSI)

Εδώ, λοιπόν, ο Πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ τονίζει ότι η αμυντική βιομηχανία αποτελεί μεγάλη ευκαιρία για την Ελλάδα, δεδομένου ότι η Ευρώπη είχε σταματήσει να παράγει και να χρησιμοποιεί σε ικανοποιητικούς αριθμούς οπλικά συστήματα. Η Ελλάδα, αν και μικρή σε μέγεθος, λόγω της τουρκικής απειλής έχει σήμερα έναν από τους μεγαλύτερους και ισχυρότερους στρατούς στην ΕΕ- χαρακτηριστικό παράδειγμα το αρματικό της δυναμικό, με περισσότερα άρματα μάχης από το άθροισμα του αριθμού της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Αγγλίας.

Advertisement

«Είμαστε μια χώρα που βρίσκεται στο σκληρό πυρήνα της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ και συγχρόνως, είμαστε πολύ πιο στρατιωτικοποιημένοι από αυτούς, επειδή υπάρχει προφανής απειλή. Αν δεν είχε γίνει ο πόλεμος στην Ουκρανία – δυστυχώς για τους Ουκρανούς – η Ευρώπη θα συνέχιζε τον αφοπλισμό της και θα έχανε και τα τελευταία ερείσματα που έχει για να δημιουργήσει αμυντική βιομηχανία. Η Ευρώπη πίστευε ότι με την οικονομική ισχύ θα μπορούσε να αλλάξει τον πλανήτη, αλλά τα γεγονότα μαρτυρούν το αντίθετο» σημειώνει ο κ. Ροζολής, υπογραμμίζοντας πως η Ευρώπη πρέπει να διαθέτει και «σκληρή» ισχύ.

Από την εκδήλωση «Hellenic Shield: Advancing Defence Technology 2025» στις Βρυξέλλες (Φωτογραφία: ΣΕΚΠΥ)

«Πρόσφατα, δια στόματος της κυρίας φον ντερ Λάιεν, ανακοινώθηκε ότι πρέπει να είμαστε έτοιμοι για πόλεμο (με τη Ρωσία) το 2030. Και έχουμε δείξει ότι μπορούμε σαν ΕΕ, αν και στην αρχή είμαστε πιο αργοί από άλλες χώρες (ΗΠΑ, Κίνα, κλπ), να κάνουμε τα απαραίτητα. Αυτή τη στιγμή, λοιπόν, για να μπορέσει η Ευρώπη να είναι έτοιμη, πρέπει να συμπληρώσει δυνατότητες εκεί που υφίστανται ελλείψεις. Πρόσφατα, αποφασίστηκε να προωθηθεί η ανάπτυξη στους τομείς των συστημάτων drones και anti-drones, στους δορυφόρους και την άμυνα στο Διάστημα, καθώς και στα αντιβαλλιστικά συστήματα. Αυτές είναι οι τεχνολογίες που έχουν προτεραιοποιήσει οι Ευρωπαίοι, και εδώ, διαφαίνεται πεδίο λαμπρό για την ελληνική αμυντική βιομηχανία».

Σύμφωνα με τον Ευρωπαίο Επίτροπο Άμυνας και Διαστήματος, κ. Άντριους Κουμπίλιους, η Ευρώπη αναμένεται να επενδύσει την επόμενη δεκαετία περίπου €6,8 τρισεκατομμύρια σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, στο πλαίσιο της ενίσχυσης της ευρωπαϊκής αμυντικής ικανότητας, της βιομηχανικής βάσης και της στρατηγικής αυτονομίας. Μπροστά σε αυτό που έρχεται, σημειώνει ο κ. Ροζολής, «πρέπει να είμαστε οργανωμένοι, καθώς το μέγεθος των κονδυλίων είναι τεράστιο, ειδάλλως θα πάθουμε ό,τι πάθαμε στο SAFE και ακόμα χειρότερα. Επιπλέον των 6,8 τρισ. ευρώ, η εκτίμησή μου είναι ότι σύντομα θα δούμε να επιδοτούνται από ευρωπαϊκά κονδύλια και αμυντικά προγράμματα, κάτι αντίστοιχο δηλαδή με τις των υποδομές για παράδειγμα, που χρηματοδοτούνται κατά ένα ποσοστό από την Ευρώπη και κατά ένα ποσοστό από τη χώρα. Κάπως έτσι θα είναι το σύστημα, δηλαδή, θα υπάρξει τακτική “καρότο και μαστίγιο”. Το “καρότο” θα είναι η χρηματοδότηση του 30% ή το 40%. Το “μαστίγιο” θα είναι ότι το προϊόν θα είναι υποχρεωτικά ευρωπαϊκό και θα έχει τουλάχιστον 2 χώρες παραγωγούς. Ένα άρμα μάχης, για παράδειγμα, θα το αγοράζουν 4 ευρωπαϊκές χώρες και θα επιδοτείται η αγορά του. Με αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζεις ουσιαστικά και τον ανταγωνισμό εκτός Ευρώπης».

Advertisement

Τουρκική αμυντική βιομηχανία: «Να δούμε την πραγματικότητα»

Τουρκικό Bayraktar TB3 (Φωτογραφία: iStock)

Δεν νοείται συζήτηση ελληνικού ενδιαφέροντος στον κλάδο της αμυντικής βιομηχανίας χωρίς αναφορά στην αντίστοιχη τουρκική. Η πρόοδος της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας – καρπός συστηματικής και πολυετούς προσπάθειας του τουρκικού κράτους, ειδικά σε τομείς όπως τα μη επανδρωμένα αεροχήματα – έχει επιτρέψει έναν σημαντικό βαθμό αυτάρκειας στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, σημειώνοντας παράλληλα εξαγωγικές επιτυχίες. Οι τουρκικές ανακοινώσεις και εξαγγελίες σχετικά με εγχώριας προέλευσης οπλικά συστήματα είναι συχνές και αυτό δεν περνά απαρατήρητο και στην ελληνική δημόσια σφαίρα, επηρεάζοντας τις απόψεις της σχετικά με την ισορροπία ισχύος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.

«Πρέπει να δούμε την πραγματικότητα με την Τουρκία. Από τη μία μεριά θεωρώ ότι υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι “φούσκας” και προπαγάνδας στην τουρκική αμυντική βιομηχανία, το οποίο δεν πρέπει να μας επηρεάζει, διότι αποτελεί και κομμάτι ψυχολογικών επιχειρήσεων, στο οποίο οι γείτονες εξειδικεύονται. Από την άλλη, έχει δώσει βάρος και κατηύθυνε πόρους σε ορισμένους νέους τομείς, όπως τα drones, όπου διαγράφει σχετική επιτυχία. Πρόσφατα, είδαμε σε διεθνείς αμυντικές εκθέσεις αεροκινητήρες τουρκικής κατασκευής, κάτι που όντως θα πρέπει να μας προβληματίσει, αν όντως είναι αληθινό», σημειώνει ο κ. Ροζολής. «Επιπλέον, η Τουρκία έχει συνειδητά απορρίψει συνεργασίες με πολλές χώρες στοχεύοντας αποκλειστικά στην εγχώρια κατασκευή τουρκικών προϊόντων. Επιπροσθέτως, μην ξεχνάμε ότι οι αμυντικές προμήθειες συνοδεύονται και από διπλωματικά οφέλη. Χαρακτηριστικά, όταν αγοράζεις ένα γερμανικό αμυντικό σύστημα, παράλληλα εξασφαλίζεις και μια συνεργατική σχέση με τη Γερμανία, ένα γαλλικό με τη Γαλλία κ.ο.κ.. Πέραν αυτών, δύνασαι να αποκομίσεις και τεχνολογικά οφέλη. Είμαι της άποψης ότι η Τουρκία σύντομα θα αρχίσει να χάνει επαφή με την τεχνολογία. Επίσης, δεν πρέπει να παραβλέπουμε πως στα περισσότερα τουρκικά συστήματα, μέχρι τώρα, η “καρδιά” δεν είναι τουρκική (π.χ. οι κινητήρες, πηγαίοι κώδικες, κλπ). Το γεγονός ότι πραγματοποιεί πωλήσεις αμυντικού υλικού στα τουρκόφωνα / τουρκογενή κράτη, δεν αποτελεί ουσιαστική αναβάθμιση».

«Όταν η τεχνολογία τρέχει, το μεγαλύτερο λάθος που μπορεί κάποιος να κάνει είναι να δεσμευτεί»

(ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΥΠΟΥ ΓΕΣ / EUROKINISSI)

Με αφορμή την τουρκική αμυντική βιομηχανία, ο κ. Ροζολής θίγει άλλο ένα θέμα, το οποίο αφορά την ταχεία εξέλιξη της στρατιωτικής τεχνολογίας και δη τον τομέα των μη επανδρωμένων αεροχημάτων: «Κάποιες ευρωπαϊκές χώρες αποφάσισαν να αγοράσουν Bayraktar. Στο θέατρο επιχειρήσεων της Ουκρανίας, όμως, τα Bayraktar δεν επιχειρούν πια. Όταν η τεχνολογία τρέχει, το μεγαλύτερο λάθος που μπορεί κάποιος να κάνει είναι να δεσμευτεί. Με άλλα λόγια, να υποβάλεις παραγγελίες γνωρίζοντας ότι έχεις ένα μέσο χρονικό διάστημα τριών ή τεσσάρων ετών από την ώρα που θα το παραγγείλεις μέχρι να το παραλάβεις και να το καταστήσεις επιχειρησιακό, είναι μεγάλο λάθος. Ενδεικτικά, από τη μία θα προμηθευτείς φρεγάτες FDI οι οποίες θα είναι αξιόμαχες για τα επόμενα 30-40 χρόνια, αλλά δε θα προμηθευτείς ένα εκατομμύριο drones, τα οποία σε ένα χρόνο μπορεί να είναι αναποτελεσματικά».

Advertisement

«Θα πρέπει, όμως, να συμμετέχεις στην τεχνολογική και παραγωγική εξέλιξη συνεργαζόμενος με τις χώρες που κατασκευάζουν state-of-the-art αμυντικά συστήματα, όπως πυραυλικά και αντιαεροπορικά συστήματα, απαιτώντας να συμμετέχει η βιομηχανία σου στην παραγωγή τους. Αν τοποθετήσεις στις αποθήκες σου ένα εκατομμύριο βλήματα των 155 χιλιοστών, έχεις καλύψει μία κρίσιμη ανάγκη σε περίοδο πολέμου. Αν, όμως, πάρεις ένα εκατομμύριο drones σήμερα, μπορεί σε ένα χρόνο να είναι χωρίς επιχειρησιακή αξία. Από την άλλη μεριά, όμως, δεν μπορείς να μην έχεις επαφή με τις νέες τεχνολογίες. Πρέπει να φτιάξεις υποδομές για να μπορείς να παράγεις drones και εδώ έρχονται και συνδράμουν οι πρωτοβουλίες SAFE και το Military Mobility για τη στρατιωτική κινητικότητα στην Ευρώπη. Όλα αυτά που συζητάμε τώρα, η Ελλάδα τα παρακολουθεί μόνο αποσπασματικά. Για αυτό, επιτρέψτε μου να επιστρέψω στο θέμα της γραμματείας».

Advertisement

«Καθάρισε το περιβάλλον»: Τι αλλάζει στο οικοσύστημα της αμυντικής βιομηχανίας στην Ελλάδα

Αν και ο μέσος Έλληνας πολίτης αντιδρά μάλλον με απορία, όταν ακούει για την ύπαρξη ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, πρόκειται για έναν κλάδο που κινείται. Οι ελληνικές εταιρείες, που επιβίωσαν της κρίσης, κινούνται με εξαγωγικό προσανατολισμό, σημειώνοντας αξιοσημείωτη πορεία. Ωστόσο, όπως σημειώνει ο κ. Ροζολής, «σαν μεμονωμένες εταιρείες πάμε καλά, σαν οργανωμένος κλάδος με δυνατότητες παραγωγής ολοκληρωμένων συστημάτων είμαστε πολύ πίσω. Όσον αφορά την δήλωση της κυβέρνησης για βιομηχανικές επιστροφές ύψους 25% της αξίας των προμηθευόμενων οπλικών συστημάτων πρέπει να διευκρινίσουμε περαιτέρω: Πώς θα εφαρμοστεί στην πράξη; Γενικότερα, η άποψη μας για το εξοπλιστικό πρόγραμμα είναι απόλυτα θετική, καθώς γίνονται εξοπλισμοί για την πατρίδα, που αν δεν γίνονταν θα κινδύνευε η ίδια η χώρα. Οι εξοπλισμοί αυτοί δημιουργούν από τη φύση τους μια κινητικότητα στην οικονομία. Με το 25% θα υπάρξει κοσμογονία, καθώς το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε τεράστια νούμερα. Ως κράτος, έχουμε επενδύσει περίπου 13 δισ. ευρώ. Το 25% αυτής της επένδυσης είναι 3,5 δισ. ευρώ, τα οποία θα είχαν εισρεύσει στην ελληνική αμυντική βιομηχανία, αν το είχαμε εφαρμόσει νωρίτερα. 3,5 δισ. ευρώ σε επενδύσεις υψηλής τεχνολογίας, θα άλλαζαν τη μορφή της Ελλάδας. Είναι αναγκαίο λοιπόν στους επόμενους εξοπλισμούς να εξασφαλίσουμε αυτό το 25%».

Όσον αφορά την «πονεμένη» ιστορία εξοπλιστικών προγραμμάτων του παρελθόντος, που συνοδεύονταν από σκάνδαλα διαφθοράς, ο Πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ σημειώνει πως «είμαστε στη σωστή κατεύθυνση, γίνονται εξοπλισμοί και δεν υπάρχει το κλίμα που υπήρχε πριν περί διαφθοράς και μιζών. Επιπλέον, λόγω και της αδυναμίας να υλοποιηθούν διαγωνισμοί μέσω του περίφημου Νόμου περί (μη) προμηθειών, τα περισσότερα εξοπλιστικά προγράμματα υλοποιούνται μέσω διακρατικών συμφωνιών (G to G) όπου το περιβάλλον είναι πιο διαφανές .Έτσι αποφεύγουμε σε μεγάλο βαθμό το περιβάλλον διαπλοκής του παρελθόντος, όπου κυκλοφορούσε παντού πως όλοι οι εμπλεκόμενοι στο χώρο είναι έμποροι όπλων και μιζαδόροι. Η θετική αυτή εξέλιξη πιστώνεται στην Κυβέρνηση».

Ως προς το θέμα της εκτίμησης του μεγέθους και των δυνατοτήτων της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, η πραγματικότητα είανι πως δεν είναι ακόμα καταμετρημένο αξιόπιστα από κρατικό φορέα και αυτό αποδεικνύει τα περιθώρια βελτίωσης που έχει η χώρα μας στον κλάδο.

Advertisement

Όπως λέει ο κ. Ροζολής, ο ΣΕΚΠΥ ήρθε σε επαφή με το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και κατέβαλε προσπάθεια να χαρτογραφήσει τα χαρακτηριστικά της ευρύτερης αμυντικής κοινότητας όπως κάνει το ΕΛΚΑΚ: «Αμυντική βιομηχανία είναι και τα στρατιωτικά εργοστάσια, ενώ πρέπει να συμπεριληφθούν και τα ερευνητικά κέντρα, που δραστηριοποιούνται στην άμυνα, καθώς και τα τμήματα των πανεπιστημίων. Θεωρώ πάντως ότι είμαστε κάπου κοντά στο 1 με 1,5 δισ. σε ετήσιο κύκλο εσόδων και γύρω στις 10.000 -15.000 εργαζόμενους σε διάφορες εταιρείες του κλάδου. Το ενδιαφέρον για τον χώρο, πάντως, είναι τεράστιο. Σας καλώ να σκεφτείτε το εξής: πως ο ΣΕΚΠΥ το 2019 είχε 90 μέλη και τώρα ο Σύνδεσμος αριθμεί άνω των 280 μελών».

Όσον αφορά τα χαρακτηριστικά τους, σε γενικές γραμμές ο Πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ λέει πως πρόκειται για μικρομεσαίες εταιρείες, ενώ άξιο αναφοράς είναι η θετική επίδραση, που είχε και το πρόγραμμα των 3 φρεγατών FDI HN όπου περί τις 50 ελληνικές εταιρείες έχουν εμπλακεί στα προγράμματα βιομηχανικής συνεργασίας και έχουν έρθει σε επαφή με το γαλλικό οικοσύστημα. «Η εικόνα από τα προγράμματα βιομηχανικών συνεργασιών των 3 FDI ΗΝ, που περιλαμβάνει συνεργασίες με τις Naval Group, Thales και MBDA κρίνεται θετική με δεδομένο ότι δεν υπήρχε πριν πλαίσιο για βιομηχανικές επιστροφές. Τώρα με την απαίτηση για 25 % στην 4η φρεγάτα περιμένουμε αύξηση και του αριθμού των εταιρειών αλλά και των παραγγελιών στις ελληνικές εταιρείες. Στο σημείο αυτό να επαναλάβω για πολλοστή φορά είναι ότι πρέπει να δημιουργηθεί αυτή η γραμματεία αμυντικής βιομηχανίας. Ο χώρος έχει μεγάλες ιδιαιτερότητες: Όταν πχ ναυπηγείται ένα σκάφος στη χώρα, το μίνιμουμ βιομηχανικών επιστροφών που πρέπει να ζητηθεί είναι το 40%. Όταν δεν ναυπηγείται, το 25% είναι ικανοποιητικό».

«Κρατικό το πρώτο κομμάτι- αν δεν πάρει η χώρα σου από σένα…»: Η ιδιαιτερότητα της αμυντικής βιομηχανίας

(ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ/EUROKINISSI)

Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Ροζολής αποσαφηνίζει κάποια χαρακτηριστικά – ιδιαιτερότητες της αμυντικής βιομηχανίας εν γένει: «Δεν πρόκειται για βιομηχανία, η οποία λειτουργεί με κανόνες ελεύθερης αγοράς. Δεν μπορείς να πουλήσεις όπου θέλεις, ότι θέλεις. Δεν ισχύει ο ελεύθερος ανταγωνισμός. Ας είσαι πχ ο καλύτερος στον κόσμο, αν δεν προμηθευτούν τα προϊόντα σου οι Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας σου δεν έχεις ελπίδες να πουλήσεις αλλού. Οι μεγαλύτερες βιομηχανίες στον κόσμο σε (ΗΠΑ, Ρωσία Ισραήλ, Κίνα Γαλλία Γερμανία κλπ.) στηρίζουν πάνω από το 60% του τζίρου τους σε εγχώριες πωλήσεις και το υπόλοιπο 40% υλοποιείται με την υποστήριξη και προώθηση του κράτους τους. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είσαι χέρι-χέρι με το κράτος σου, όχι για να καλύπτει το κράτος τις ζημιές και να μην είσαι παραγωγικός, να έχεις διαφθορά και σπατάλη, αλλά γιατί χωρίς αλληλεπίδραση με τις ΕΔ της χώρας σου δεν μπορείς να αναπτύξεις και να παράξεις κρίσιμα συστήματα. Εξάλλου οι ένοπλες δυνάμεις σου υποδεικνύουν τι χρειάζονται. Εμείς δεν το έχουμε αυτό, γιατί πάντα είχαμε έλλειψη γενικής βιομηχανικής κουλτούρας. Λείπει γενικότερα η πολιτική της παραγωγής/κατασκευής στην Ελλάδα, μα αυτό είναι και ευρωπαϊκό, δυτικό φαινόμενο- πρόβλημα. Και τώρα τρέχουμε να καλύψουμε το έδαφος».

Πώς θα «ανάψει το φιτίλι»: Οι προτεραιότητες για την ελληνική αμυντική βιομηχανία«Ελληνικές εταιρείες σε όλα τα μεγάλα προγράμματα»

Ο «Κίμων» (ΓΡ. ΤΥΠΟΥ ΓΕΝ/EUROKINISSI)

Ο Πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ παραθέτει μια σειρά από προτεραιότητες για να τονωθεί το ελληνικό οικοσύστημα αμυντικής βιομηχανίας.

Η πρώτη είναι οι άμεσες ανάγκες των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας εν γένει: «Θα μπορούσαν να δίνουν ζωή σε τουλάχιστον 15-20 εταιρείες μονίμως μέσω προμηθειών για βασικά και επαναλαμβανόμενα προϊόντα όπως άρβυλα, αλεξίσφαιρα, κράνη, όπλα και πυρομαχικά. Αυτά θα έπρεπε να κατασκευάζονται όλα εδώ στην Ελλάδα με συμφωνίες-πλαίσια με ορίζοντα δεκαετίας και όχι στην Κίνα. Πολλοί λένε ότι δεν μπορεί να ζήσει μια εταιρεία μόνο από πωλήσεις στην Ελλάδα. Αυτό είναι λάθος. Πρέπει να έχεις μια ομάδα εταιρειών, που θα τα υλοποιούν αυτά, οι οποίες θα είναι μόνιμα συνδεδεμένες με τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Από εκεί και πέρα, θα προσπαθήσουν να κάνουν και εξαγωγές και θα στηριχθούν. Υπάρχουν, επίσης, εταιρείες οι οποίες μπορούν να προσφέρουν υψηλής ποιότητας υποκατασκευαστικό έργο σε υψηλής τεχνολογίας συστήματα. Πρέπει να σταματήσει άλλος ένας κλασικός ελληνικός εμφύλιος, όπου οι μεν λένε στους δε ότι μας ενδιαφέρει η υψηλή τεχνολογία, όχι μόνο οι λαμαρίνες. Μα δεν είναι λαμαρίνες! Είναι ελάχιστοι αυτοί που μπορούν να φτιάξουν τα blocks των FDΙ. Θέλουμε και την υψηλή τεχνολογία και τη λαμαρίνα».

Από εκεί και πέρα, σε ευρύτερο επίπεδο στρατηγικής, ο Πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ τονίζει μετ’ επιτάσεως την ανάγκη να εισέλθουν ελληνικές εταιρείες σε όλα τα μεγάλα προγράμματα: «Να είμαστε συμμέτοχοι, να σε αντιμετωπίζει ο άλλος από την αρχή σαν συνέταιρο, όχι σαν “πελάτη”. Πρέπει να αλλάξουμε νοοτροπία. Οι Ουκρανοί έχουν πάνω από 1.000 εταιρείες που ασχολούνται με την άμυνα εν καιρώ πολέμου. Όταν έχεις εμπειρία από πόλεμο, ξέρεις πόσο σημαντική είναι η αμυντική βιομηχανία για την ασφάλεια εφοδιασμού και μέσα από αυτή την ενεργοποίηση θα παραχθούν και προϊόντα που θα εξαχθούν. Άρα, η ανάπτυξη αμυντικής βιομηχανίας έχει και οικονομική οπτική. Δυστυχώς, για μεγάλο μέρος της ελληνικής πολιτικής τάξης, η αμυντική βιομηχανία στην Ελλάδα είναι μόνο οι προβληματικές κρατικές εταιρείες και υπάρχει κακή εμπειρία. Για αυτό το λόγο, μιλάω για την ανάγκη κρατικής δομής και διαχρονικής στρατηγικής, ώστε κάθε φορά που θα έρχεται ένας νέος υπουργός, θα υπάρχει γνώση και εμπειρία για το τι θα πρέπει να πράξει χωρίς να χρειάζεται να προστρέχει σε μαθητευόμενους παντογνώστες. Η χώρα σήμερα πρέπει να τρέξει άμεσα και να εισέλθει σε προγράμματα διεθνών συμπαραγωγών, και σε συνεργασίες ανάπτυξης νέων οπλικών συστημάτων».

Το θέμα της έλλειψης συμβάσεων εν συνεχεία υποστήριξης (Follow-On-Support) αποτελεί «χρόνια νόσο» των προμηθειών οπλικών συστημάτων των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και, κατά τον κ. Ροζολή, οι ελληνικές εταιρείες του κλάδου πρέπει και είναι εθνικά αναγκαίο να παίξουν σημαντικό ρόλο στη «θεραπεία» της: «Είναι θετικό το ότι τελευταία υπογράφονται συμβάσεις Follow-On-Support (εν συνεχεία υποστήριξης), είναι απογοητευτική μικρή συμμετοχή των ελληνικών εταιρειών. Η ύπαρξη αμυντικής βιομηχανίας είναι, βαθύτατα θέμα εθνικής ασφάλειας. Σε πρώτη φάση να υποστηρίζει τα συστήματα. Σε δεύτερη φάση, είναι αδιανόητο να μην παράγονται τα βασικά αμυντικά προϊόντα που χρειάζεται η Ελλάδα, όπως πυρομαχικά, ατομικά όπλα και ατομικός εξοπλισμός εγχώρια. Τρίτον, έχουμε προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, έχουμε εταιρείες που είναι στην πρώτη τριάδα ή δυάδα παγκοσμίως. Αυτές οι εταιρείες πρέπει να στηριχθούν».

«Να μπούμε στα πάντα»: Πού είμαστε δυνατοί – πού μπορούμε να επενδύσουμε

(ΓΡ. ΤΥΠΟΥ ΥΠ. ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ/EUROKINISSI)

Στο πλαίσιο του δημοσίου διαλόγου σχετικά με το θέμα της αμυντικής βιομηχανίας, αρκετοί είναι αυτοί που εκφράζουν ελπίδες για «αμιγώς ελληνικά» πολεμικά πλοία και υποβρύχια ή ακόμα και αεροπλάνα και τεθωρακισμένα- και ουκ ολίγοι «δείχνουν» αυτά που κάνει η Τουρκία. Για τον κ. Ροζολή, ωστόσο, o ενδεικνυόμενος δρόμος είναι άλλος.

«Ας δούμε τι κάνει το Ισραήλ: Αεροσκάφη, πολεμικά πλοία, υποβρύχια από το εξωτερικό. Πύραυλοι, drones, ηλεκτρονικά συστήματα κλπ εγχώρια. Τι μπορούμε να κάνουμε εμείς; Να στραφούμε στα σύγχρονα συστήματα: Drones, anti-drones, πυραυλικά. Και κοινός παρονομαστής όλων αυτών να είναι οι συνεργασίες. Για παράδειγμα, ακούμε για την “Ασπίδα του Αχιλλέα”. Αυτό θα περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό πυραύλων. Θα ήταν πάρα πολύ χρήσιμο μέσα από αυτό το εξοπλιστικό πρόγραμμα να ζητήσει η Ελλάδα δυνατότητες εγχώριας κατασκευής πυραύλων. Κάπως έτσι ξεκινάς. Δε χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον τροχό, θα πρέπει να πάμε σε αυτόν που κάνει το καλύτερο και εκεί θα ζητήσουμε συγκεκριμένα πράγματα».

Ο Πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ υπενθυμίζει πως και το Ισραήλ στις πρόσφατες συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή χρειάστηκε βοήθεια σε υλικό από τις ΗΠΑ, οπότε δεν έχει νόημα να επιδιώκεται πλήρης «αυτάρκεια»: «Πρέπει να έχουμε τη δυνατότητα να πολεμήσουμε για κάποιο διάστημα, να υποστηρίξουμε τις Ένοπλες Δυνάμεις και τα συστήματά μας, και από εκεί και πέρα, θέλεις δεν θέλεις, θα χρειαστείς και στήριξη. Εκτός και αν είσαι η Αμερική, η Κίνα ή η Ρωσία, που και η τελευταία παίρνει υλικό από άλλες χώρες. Η Τουρκία είπε ότι θέλει να γίνει αυτόνομη. Εμείς μπορούμε να πούμε ότι θέλουμε σημαντική και ουσιαστική συμμετοχή στις συμβάσεις εν συνεχεία υποστήριξης, ο Έλληνας μαχητής να καλύπτεται πλήρως από εγχώρια παραγόμενο εξοπλισμό – από τις διόπτρες και το κράνος μέχρι το όπλο και τα πυρομαχικά, συστήματα τηλεπικοινωνιών και κυβερνοασφάλεια, ΑΙ να αναπτύσσονται και να συμπαράγονται εγχώρια. Τα πλοία και υποβρύχια του ΠΝ αλλά και του ΛΣ απαιτείται να κατασκευάζονται στην Ελλάδα, το ίδιο και τα οχήματα και τεθωρακισμένα του ΕΣ. Είναι αδιανόητο να μην υποστηρίζουμε το σύνολο των ιπτάμενων μέσων των ΕΔ και των λοιπών κρατικών χρηστών εγχώρια. Από εκεί και πέρα με την κατάλληλη στρατηγική να αποφασιστεί η δυνατότητα κατασκευής συγκεκριμένων συστημάτων τα οποία είναι ιδιαίτερα κρίσιμα αλλά εντός των εγχώριων δυνατοτήτων, όπως πχ πύραυλοι». Ενδεικτικό παράδειγμα, επίσης, για την Ελλάδα, σημειώνει είναι η Ουκρανία, η οποία «κατασκευάζει drones, και anti-drones, και κατασκευάζει δικούς της πυραύλους».

Συν τοις άλλοις, υπογραμμίζει εκ νέου ο κ. Ροζολής, η Ελλάδα πρέπει, πέρα από το ασχοληθεί με όσα μπορεί να κάνει αυτόνομα, να «εισέλθει» σε όσα «βαριά» βιομηχανικά αμυντικά προγράμματα, τα οποία δεν μπορεί να κάνει μόνη της, όπως πλοία, υποβρύχια, άρματα μάχης, οχήματα, αεροπλάνα: «Πρέπει όλα να υλοποιηθούν μέσω συνεργασιών. Δεν νοείται το ότι η Ελλάδα δεν ήταν στο πρόγραμμα F-35, που η Lockheed παρακαλούσε να συμμετάσχουμε. Εισήλθαν οι Τούρκοι και δεν συμμετέχουμε εμείς. Ευτυχώς πήραν τους S-400. Σκεφτείτε το σενάριο να είχαν πάρει 100 F-35, για τι θα μιλούσαμε σήμερα. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει σε όλα τα μεγάλα συστήματα να είμαστε μέσα. Υπάρχει πρόγραμμα ανάπτυξης νέου ευρωπαϊκού άρματος; Η Ελλάδα πρέπει να συμμετέχει. Στα μαχητικά; Η Ελλάδα θα συνεχίσει να παίρνει ένα αεροσκάφος από την Αμερική και ένα από την Ευρώπη, οπότε θα πρέπει να είμαστε από τώρα μέσα. Όπως μπήκαμε στην Ευρωκορβέτα, πρέπει να μπούμε στα πάντα, να κοιτάμε σε Ευρώπη, Αμερική, Ισραήλ για συμπαραγωγές. Εξάλλου, η ελληνική αμυντική βιομηχανία αναδεικνύεται σε ελκυστικό και αξιόπιστο εταίρο για διεθνή επενδυτικά κεφάλαια, τράπεζες, αναπτυξιακά σχήματα και στρατηγικούς επενδυτές, προσφέροντας σημαντικές ευκαιρίες για συνεργασίες, συγχωνεύσεις και εξαγορές (M&A), καθώς και για στοχευμένες επενδύσεις κεφαλαίων σε τεχνολογία, παραγωγή και συμμετοχή σε ευρωπαϊκά προγράμματα άμυνας».

«Ως προς τα αυτόνομα ελληνικά αμυντικά προϊόντα, πρέπει να δώσουμε βάρος εκεί που δίνει το ΕΛΚΑΚ, δηλαδή, στις καινούριες τεχνολογίες, όπως drones και αντι-drones. Μιλάω για μικρότερα πράγματα, που μπορείς να παράξεις στην Ελλάδα και που δεν χρειάζεται να επενδύσεις δισεκατομμύρια για να αναπτύξεις. Για παράδειγμα, να μπούμε στο cyber πεδίο και να κάνουμε συνεργασίες για τον ηλεκτρονικό πόλεμο…Πρέπει να είμαστε σε όλα και υπάρχουν χώρες που πρέπει να τις δούμε και να τις αντιγράψουμε, όπως το Ισραήλ και η Ουκρανία. Η Ουκρανία εκ των πραγμάτων αναγκάζεται να στηρίζει τα δικά της οπλικά συστήματα, το έμαθε με τον σκληρό τρόπο, κατασκευάζει τα πυρομαχικά της και έχει ξεφύγει εντελώς και στην παραγωγή και χρήση drones. Και ευτυχώς που οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι σε επαφή και μαθαίνουν, γιατί μιλάμε για την εξέλιξη της στρατιωτικής τεχνολογίας εν καιρώ πολέμου».

Όσον αφορά τους τομείς όπου οι ελληνικές εταιρείες έχουν ήδη ισχυρή παρουσία και διεθνή εμβέλεια, μιλάμε για οπτικά/ ηλεκτρο-οπτικά, διόπτρες, παραγωγή μεγάλων τμημάτων τεθωρακισμένων (άρματα μάχης Leopard), μπαταρίες, ηλεκτρονικά, κονσόλες, καλωδιώσεις – αυτές πλαισιώνονται και από εταιρείες με ισχυρή παρουσία σε λογισμικό και AI.

Ο κ. Ροζολής τονίζει πως μπορούν να υπάρξουν θετικά αποτελέσματα και στον τομέα των ναυπηγείων με την κατάλληλη στήριξη και σχολιάζει θετικά και τις πρόσφατες εξελίξεις στην παραγωγή πυρομαχικών με φόντο τη συμφωνία για τα ΕΑΣ: «Τη βλέπω πολύ θετικά, γιατί αρχίζει να παράγει πυρομαχικά και αυτή στιγμή, όταν υπάρχει πόλεμος, οι βιομηχανίες που αναπτύσσονται είναι των πυρομαχικών. Αυτά τα κρατικά εργοστάσια πρέπει να τα δούμε. Οι ισραηλινές Rafael και IAI είναι κρατικές εταιρείες, αλλά λειτουργούν όπως οι ιδιωτικές. Για μένα θα έπρεπε οι ελληνικές κρατικές αμυντικές εταιρείες να ιδιωτικοποιηθούν με προσοχή στον έλεγχο των ιδιοκτητών και βέβαια, με “χρυσό βέτο” της ελληνικής κυβέρνησης. Είναι πολύ προτιμότερο να έχω τα ΕΑΣ και να παράγουν πυρομαχικά μέσω μιας συνεργασίας παρά να μην κάνουν τίποτα».

O κ. Ροζολής στην έναρξη λειτουργίας του Παραρτήματος του DefenceEduNet στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας (Φωτογραφία: ΣΕΚΠΥ)

Κλείνοντας, ο Πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ σημειώνει πως βλέποντας το ελληνικό πρόβλημα περί μη σύνδεσης του κράτους και της ακαδημαϊκής κοινότητας με τη βιομηχανία, ο Σύνδεσμος έχει φτιάξει εδώ και δύο χρόνια το DefencEduNet – μια αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία, που σκοπό έχει να «παντρέψει» το ακαδημαϊκό στοιχείο με το βιομηχανικό στοιχείο άμεσα με τη συμμετοχή ερευνητικών κέντρων, πανεπιστημίων και εταιρειών.

«Σήμερα έχουμε μικρές ελληνικές εταιρείες, πολύ επιτυχημένες, αλλά δεν έχουμε “αμυντική βιομηχανία” ως σύνολο. Οι μικρές εταιρείες δεν μπορούν να έχουν τμήματα έρευνας και ανάπτυξης. Αυτόν τον ρόλο πρέπει να τον παίζουν οι μεγάλες κρατικές εταιρείες. Αν αυτές οι εταιρείες πάρουν μπρος και δουλέψουν, θα είναι αυτές που, μαζί με ένα σμήνος υποκατασκευαστών, θα φτιάχνουν τα μεγάλα προϊόντα. To μοντέλο είναι η μεγάλη εταιρεία που έχει τους πόρους να κάνει τεχνολογία και να κάνει outsourcing τα απλά πράγματα. Έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε, με τον αντίστοιχο ρόλο στην Ελλάδα να το παίζουν μεγάλες εταιρείες. Αν δεν ξεκινήσεις, δεν θα φτάσεις πουθενά. Ισχυρή αμυντική βιομηχανία σημαίνει ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις, και ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις σημαίνει ισχυρή Ελλάδα», καταλήγει ο κ. Ροζολής.