Το τέλος της Κατοχής: Απελευθέρωση της Αθήνας, 12 Οκτωβρίου 1944

Το τέλος της Κατοχής: Απελευθέρωση της Αθήνας, 12 Οκτωβρίου 1944
|
Open Image Modal
YouTube

1264 ημέρες: Τόσο διήρκεσε η Κατοχή για την Αθήνα, από την οποία οι γερμανικές δυνάμεις αποχώρησαν στις 12 Οκτωβρίου 1944, ημέρα Πέμπτη.

Τo χρονικό της απελευθέρωσης εξιστορείται λεπτομερώς στο freeathens44.org: Η γερμανική σημαία υπεστάλη από την Ακρόπολη στις 9:45, ενώ την ίδια στιγμή Γερμανοί στρατιώτες κατέθεταν στεφάνι στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Ο Γερμανός αντιπτέραρχος, στρατιωτικός διοικητής Νοτίου Ελλάδος Χέλμουτ Φέλμυ δηλώνει ότι τα γερμανικά στρατεύματα αποσύρονται από την Αθήνα που έχει κηρυχθεί ανοχύρωτη πόλη. Τα Τάγματα Ασφαλείας κλείνονται στο στρατόπεδο στο Γουδί, ενώ μικρό γερμανικό απόσπασμα παραμένει στον Πειραιά για να διενεργήσει καταστροφές.Στο μεταξύ, ενώ οι τελευταίοι Γερμανοί αποχωρούν, οι Αθηναίοι έχουν αρχίσει ήδη τους εορτασμούς.

Οι εκδηλώσεις χαράς κυριαρχούν στην πόλη, ωστόσο επικρατεί τάξη, σε μεγάλο βαθμό χάρη στην ισχυρή παρουσία του Α' Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ, που περιφρουρεί υποδομές σε Αθήνα και Πειραιά, ενώ παράλληλα η ΙΙ Μεραρχία του ΕΛΑΣ Αττικής συγκρούεται με τους υποχωρούντες Γερμανούς στο Κακοσάλεσι. Ο Βρετανός συνταγματάρχης Ρ. Σέπαρντ της Special Operations Executive, σύνδεσμος του Στρατιωτικού Διοικητή με το Βρετανικό Στρατηγείο, ο οποίος επισκέφθηκε το βράδυ τις συνοικίες της πόλης και τις περιοχές που έλεγχε το ΕΑΜ διαπίστωσε απόλυτη ησυχία παντού, ενώ ο ΕΛΑΣ και άλλες οργανώσεις περιπολούσαν στους σχεδόν έρημους δρόμους. Παράλληλα, μονάδα Βρετανών αλεξιπτωτιστών ρίπτεται στα Μέγαρα. Η μονάδα αυτή από κοινού με τη Βρετανική Ταξιαρχία, που θα αφιχθεί στις 14 Οκτωβρίου, θα κινηθεί προς την Αθήνα μαζί με τις άλλες βρετανικές μονάδες της επιχείρησης ΜΑΝΝΑ (άφιξη βρετανικών δυνάμεων για την τήρηση της τάξης και τη διασφάλιση της εδραίωσης του πολιτικού ελέγχου, εν όψει της πιθανής αντιπαράθεσης μεταξύ της Κυβέρνησης του Βουνού και της εξόρισης κυβέρνησης, παρά τη δημιουργία της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας υπό τον Γ. Παπανδρέου) οι οποίες θα αρχίσουν να φτάνουν στις 15 του μηνός.

Οι τελευταίες ημέρες της Κατοχής δεν ήταν αναίμακτες. Με στοχευμένες επιθέσεις δύο μέρες πριν την υποχώρησή τους Γερμανοί και Τάγματα Ασφαλείας εκτέλεσαν 47 άτομα και πυρπόλησαν 400 σπίτια στο Κορωπί, στο δρόμο προς την πρωτεύουσα από τα ανατολικά παράλια της Αττικής. Την παραμονή της Απελευθέρωσης επίσης Γερμανοί επιτέθηκαν στην Καισαριανή, προπύργιο του ΕΑΜ, απαγχονίζοντας τους συλληφθέντες αντιστασιακούς. Παράλληλα, ενώ οι Αθηναίοι γιόρταζαν την Απελευθέρωση, οι Γερμανοί προσπάθησαν να καταστρέψουν βιομηχανικές υποδομές γύρω από την Αθήνα. Η σημαντικότερη απόπειρα έγινε στον Πειραιά στις λιμενικές εγκαταστάσεις της Ηλεκτρικής Εταιρείας. Η «Μάχη της Ηλεκτρικής» από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ έσωσε το εργοστάσιο από την καταστροφή. Το λιμάνι του Πειραιά δε γλίτωσε ωστόσο από τις καταστροφές.

Μετά την αποχώρηση των Γερμανών εγκαταστάθηκε στην Αθήνα τριμελές κλιμάκιο της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας από τους υπουργούς Φ. Μανουηλίδη, Γ. Ζεύγο και Θ. Τσάτσο για να αναλάβει την εξουσία των απελευθερωμένων περιοχών ενώ η Αστυνομία, που τελούσε υπό τις διαταγές του Άγγελου Έβερτ, συνέλαβε τον τελευταίο κατοχικό πρωθυπουργό Ι. Ράλλη ο οποίος είχε παραμείνει στην Μητρόπολη καθ’ όλη τη διάρκεια της 12ης Οκτωβρίου. Την ίδια τύχη είχε και ο Γ. Τσολάκογλου και οι υπουργοί της κυβέρνησής του αλλά και διευθυντές εφημερίδων που είχαν συνεργαστεί ανοιχτά με τους Γερμανούς.

Οι τρεις υπουργοί της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας ύστερα από δοξολογία στη Μητρόπολη της Αθήνας απηύθυναν ομιλία στο πλήθος που είχε κατακλύσει την πλατεία Συντάγματος. Ακολούθησε είσοδος στην πόλη και παρέλαση 700 Βρετανών καταδρομέων και 400 Ιερολοχιτών. Τα τμήματα αυτά κατέληξαν στην πλατεία Συντάγματος όπου τα επιθεώρησε ο διορισμένος από την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας Στρατιωτικός Διοικητής Αττικής Π. Σπηλιωτόπουλος και κατέθεσαν στεφάνι στον Άγνωστο Στρατιώτη.

Open Image Modal

Την επόμενη της Απελευθέρωσης έλαβαν χώρα διαδηλώσεις/ παρελάσεις των οργανώσεων με έντονα συμβολικό χαρακτήρα. Στις 13 και τις 14 Οκτωβρίου το ΕΑΜ κατέβασε συντεταγμένα τις δυνάμεις του στο κέντρο της Αθήνας, ενώ στις 15 Οκτωβρίου έγινε η αντίστοιχη διαδήλωση/ παρέλαση των ΕΔΕΣ, ΠΕΑΝ, Εθνικού Κομιτάτου, Ιεράς Ταξιαρχίας, οργάνωσης Χ και άλλων.

Επρόκειτο για μια δημόσια έκφραση της διαφοροποίησης, που προανήγγειλε την σύγκρουση που θα ακολουθούσε. Η επίσημη άφιξη της Ελληνικής Κυβέρνησης υπό τον Γ. Παπανδρέου, στην οποία το ΕΑΜ συμμετείχε με έξι υπουργούς, έγινε το πρωί της Τετάρτης 18 Οκτωβρίου 1944. Την κυβέρνηση συνόδευε ο Βρετανός πρεσβευτής R. Leeper και ο αντιστράτηγος R. Scobie, αρχηγός των Συμμαχικών Δυνάμεων στην Ελλάδα, υπό τις διαταγές του οποίου έχουν υπαχθεί ο ΕΔΕΣ και ο ΕΛΑΣ με βάση τη Συμφωνία της Καζέρτας.

Σύμφωνα με το πρόγραμμα της ημέρας, αρχικά ο Παπανδρέου και μέλη της Κυβέρνησης κατευθύνθηκαν στην Ακρόπολη, όπου ύψωσαν την ελληνική σημαία την οποία μετέφεραν κορίτσια του Λυκείου Ελληνίδων με την συνοδεία ευζώνων και αντιστασιακών. Τιμητικά αγήματα του Ιερού Λόχου και του ΕΛΑΣ παρουσίασαν όπλα. Αμέσως μετά τη δοξολογία στη Μητρόπολη, στην οποία χοροστάτησε ο Αρχιεπίσκοπος και μελλοντικός Αντιβασιλέας Δαμασκηνός, ο Παπανδρέου εκφώνησε στην Πλατεία Συντάγματος τον «Λόγο της Απελευθέρωσης».

Στο λόγο του ο πρωθυπουργός επισήμανε την αναγκαιότητα διατήρησης της Εθνικής Ενότητας έως τη διεξαγωγή των εκλογών, την εθνική ολοκλήρωση και την ανασύνταξη των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας. Παράλληλα επιβεβαίωσε με έμφαση την απόφαση να τιμωρηθούν οι προδότες της πατρίδας και οι εκμεταλλευτές της δυστυχίας του λαού διαβεβαιώνοντας ότι «Η Εθνική Νέμεσις θα είναι αδυσώπητος».

«Ένας νέος κόσμος θα υψωθεί από τα ερείπια» υποσχέθηκε ο Παπανδρέου στο Λόγο της Απελευθέρωσης. Ωστόσο, όπως είναι γνωστό, δεν ακολούθησε ένας «νέος κόσμος», αλλά η εμφύλια σύγκρουση: Οι εβδομάδες που ακολούθησαν την Απελευθέρωση κύλησαν μέσα σε μια διαρκή αναζήτηση πολιτικών ισορροπιών και ένα κλίμα πόλωσης που τροφοδοτούνταν από το διχασμό στη βάση της ελληνικής κοινωνίας, φανερό ήδη από το τελευταίο έτος της Κατοχής. Η αποστράτευση των αντάρτικων σωμάτων και η συγκρότηση του νέου ελληνικού στρατού αποτέλεσε το βασικότερο σημείο τριβής ανάμεσα στις πολιτικές παρατάξεις. Η διαφωνία του ΕΑΜ ως προς το ζήτημα του αφοπλισμού του ΕΛΑΣ οδήγησε στην παραίτηση των υπουργών του από την κυβέρνηση. Για 33 ημέρες στην Αθήνα διεξήχθησαν σφοδρές συγκρούσεις, τα Δεκεμβριανά, οι οποίες κατέληξαν σε υποχώρηση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ από την Αττική. Αποκορύφωμα των Δεκεμβριανών αποτέλεσε η Συμφωνία της Βάρκιζας η οποία παρά τις ελπίδες που γέννησε για ομαλοποίηση της πολιτικής ζωής αποτέλεσε εν τέλει το προοίμιο ενός αιματηρού εμφυλίου πολέμου που συγκλόνισε τη χώρα για τρεισήμισι χρόνια.

Ο απολογισμός της Κατοχής

Η Ελλάδα απώλεσε περίπου το 10% του συνολικού πληθυσμού της (που τότε ανέρχονταν σε 7,3 εκατομμύρια) εξαιτίας της πείνας, των κακουχιών, των βομβαρδισμών, των πολεμικών συγκρούσεων και των εκτελέσεων ενώ 880.000 έμειναν ανάπηροι χωρίς να μπορούν να εργαστούν (έκθεση Αθ. Σμπαρούνη). Οι Ισραηλιτικές Κοινότητες της Ελλάδας αποδεκατίστηκαν, καθώς η πλειοψηφία των μελών τους δολοφονήθηκε στα στρατόπεδα θανάτου. Οι απώλειες έφτασαν το 87% του προπολεμικού εβραϊκού πληθυσμού της Ελλάδος, από τα υψηλότερα ποσοστά της Ευρώπης.

Οι κατακτητές έκαψαν 1.170 χωριά, τα περισσότερα στην Ήπειρο. Η αγροτική και η βιομηχανική παραγωγή γνώρισαν δραματική πτώση. Ολική ήταν η καταστροφή του σιδηροδρομικού και οδικού δικτύου, του Ισθμού της Κορίνθου, των εγκαταστάσεων του πλήρως εκσυγχρονισμένου λιμανιού του Πειραιά και των αεροδρομίων. Το 75% του εμπορικού στόλου που προπολεμικά ήταν ο ένατος μεγαλύτερος σε χωρητικότητα, και το ¼ των οικοδομών, περίπου 1.500.000 σπίτια, καταστράφηκαν. Ατελείωτος είναι ο κατάλογος με τις καταστροφές στο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο, στις βιομηχανίες, στις επιχειρήσεις, στις υποδομές που εξαρθρώθηκαν (Έκθεση Κ. Α. Δοξιάδη για Υπουργείο Δημοσίων Έργων, 1946).

Μόνο το 1941-42 εκτιμήθηκε ότι τα έξοδα Κατοχής ανέρχονταν στο ισοδύναμο του 113,7% του εθνικού εισοδήματος (Έκθεση Αθ. Σμπαρούνη). Καθώς οι δαπάνες Κατοχής ολοένα αυξάνονταν για να λάβουν εν τέλει τρομακτικές διαστάσεις τα ελλείμματα του προϋπολογισμού αυξήθηκαν σε τρομακτικά επίπεδα : από 4% το 1938-9 σε 71% το 1941-2 και σε 93% το 1943-44 (Εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος) .