Η συζήτηση για τη συμβολή της επιστήμης και της βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας στην επιχειρηματικότητα και την οικονομία έχει αναζωπυρωθεί στην Ελλάδα. Η βασική έρευνα γεννά ιδέες, ενώ η εφαρμοσμένη τις μετατρέπει σε προϊόντα, υπηρεσίες και θέσεις εργασίας. Το θέμα είναι επίκαιρο, καθώς εκατοντάδες Έλληνες επιστήμονες ζητούν, μέσω ανοικτών επιστολών, αναδιάταξη της οργάνωσης της έρευνας και της αξιολόγησης των ερευνητικών χρηματοδοτήσεων.

Συζητήσαμε με τον Νίκο Κτιστάκη (επικεφαλής ερευνητικής ομάδας, Babraham Institute, Cambridge) και την Ελευθερία Λεδάκη (Διευθύντρια Επιχειρηματικών Συμμαχιών, BioNTech), που συνυπέγραψαν την πρόταση 257 επιστημόνων προς τον Πρωθυπουργό για τη δημιουργία Ανεξάρτητης Αρχής για την Έρευνα. Η συζήτηση εστίασε στην αξία της βασικής έρευνας και την οικονομική της απόδοση μέσω καινοτομίας και επιχειρηματικότητας.

Advertisement
Advertisement

Ο Νίκος Κτιστάκης ξεκίνησε τη συζήτηση με ένα παράδειγμα από το Cambridge όπου εργάζεται. Η τεχνολογία που επέτρεψε την ταυτοποίηση της αλληλουχίας του DNA εξελίχθηκε σε εταιρεία που τελικά εξαγοράστηκε από τον Αμερικάνο ανταγωνιστή της για 650 εκατομμύρια δολάρια το 2007. Ο εφευρέτης της αρχικής μεθόδου ταυτοποίησης του DNA το 1977, ο Sanger, ήταν ερευνητής στο Cambridge. Η μέθοδός του (Sanger sequencing), η οποία αναπτύχθηκε με κρατικά κονδύλια, χρησιμοποιήθηκε για να διαβαστεί το ανθρώπινο DNA με συνεργασία 20 κρατών. Σε μια προσπάθεια να κάνουν τη διαδικασία γρηγορότερη και φθηνότερη, ο Shankar Balasubramanian και o David Klenerman, ερευνητές του πανεπιστημίου του Cambridge, εφηύραν στα μέσα της δεκαετίας του 1990 -με κρατική χρηματοδότηση- μία καινούργια μέθοδο ανάγνωσης του DNA. Η μέθοδος αυτή οδήγησε στη δημιουργία της εταιρείας Solexa που τελικά εξαγοράστηκε από την αμερικανική εταιρεία Illumina για περίπου 600 εκατ. δολάρια. Η μέθοδος των δύο εταιρειών έχει επιταχύνει την κατανόηση του ρόλου των γονιδίων για σχεδόν όλες τις ασθένειες που μας φέρνει πιο κοντά στη θεραπεία τους.

Η Ελευθερία Λεδάκη περιέγραψε το παράδειγμα των ερευνητών Karikó και Weissman που μελετούσαν πώς το mRNA μπορεί να χρησιμοποιηθεί με ασφάλεια σε ανθρώπινα κύτταρα. Το 2005 απέδειξαν ότι μια χημική τροποποίηση το καθιστά σταθερό και ακίνδυνο για το ανοσοποιητικό σύστημα. Η ανακάλυψη αυτή ήταν η βάση για την ανάπτυξη των εμβολίων κατά της COVID-19 από τις εταιρείες BioNTech, Moderna και άλλες. Η εμπορική επιτυχία του εμβολίου της Pfizer/BioNTech ξεπέρασε τα 40 δισ. δολάρια το 2021, προστατεύοντας δισεκατομμύρια ζωές και δημιουργώντας χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας. Επίσης, η ανακάλυψη της τεχνολογίας CRISPR που μπορεί να διορθώσει προβληματικά γονίδια προήλθε από βασική έρευνα στη μικροβιολογία, όταν οι ερευνητές μελετούσαν με κρατικές χρηματοδοτήσεις πώς τα βακτήρια αμύνονται από ιούς. Από το 2012 έχει δημιουργηθεί μια νέα βιοτεχνολογική βιομηχανία γονιδιακής επεξεργασίας, η οποία εκτιμάται ότι θα φτάσει σε αξία τα 15–20 δισ. δολάρια μέχρι το 2030. Σήμερα υπάρχουν δεκάδες startups με χρηματιστηριακές αποτιμήσεις δισεκατομμυρίων που εργάζονται στη δυνατότητα γονιδιακών θεραπειών για σπάνιες ασθένειες, καρκίνους αλλά και νέες αγροτικές εφαρμογές.

Στην ερώτηση για τους μηχανισμούς με τους οποίους τα αποτελέσματα της έρευνας μπορούν να μετατραπούν σε επιχειρήσεις που δημιουργούν θέσεις εργασίας και ανάπτυξη, η Ελευθερία Λεδάκη τόνισε τη σημασία των Γραφείων Μεταφοράς Τεχνολογίας στα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά ινστιτούτα. Αυτά τα γραφεία βοηθούν την εμπορική ανάπτυξη των ερευνητικών αποτελεσμάτων ενός εργαστηρίου. Τόνισε επίσης ότι τα γραφεία από μόνα τους δεν επαρκούν. Χρειάζονται χρηματοδοτήσεις που βοηθούν να αποδειχτεί μία ερευνητική εφαρμογή (Proof of Concept), χώροι «incubator» όπου οι ερευνητές διδάσκονται πώς θα φέρουν μία ιδέα τους από το εργαστήριο στην κοινωνία κ.α. Απαιτούνται επενδύσεις από ~€0,5–3 εκατ. ετησίως ανά πανεπιστήμιο ή ερευνητικό ινστιτούτο έως δεκάδες εκατ. σε εθνικό επίπεδο. Έτσι δημιουργούνται startups, θέσεις εργασίας και ανάπτυξη υψηλής προστιθέμενης αξίας.

Ο Νίκος Κτιστάκης συμφώνησε και πρόσθεσε την ανάγκη του κατάλληλου ανθρώπινου δυναμικού στα πανεπιστημιακά Γραφεία Μεταφοράς Τεχνολογίας. Ανέφερε ότι οι ειδικοί αυτών των γραφείων πρέπει να έχουν γνώση της παγκόσμιας αγοράς και μεγάλη εμπειρία στο επιχειρείν. Εξέφρασε την άποψη ότι στην πρώτη φάση ανάπτυξης της ερευνητικής επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα τέτοιοι ειδικοί θα πρέπει να προέρχονται από το εξωτερικό όπου αυτές οι πρακτικές εφαρμόζονται εδώ και δεκαετίες. Η κυβέρνηση, όπως κάνουν οι περισσότερες κυβερνήσεις, χρειάζεται να διαθέσει ένα κομμάτι της ερευνητικής χρηματοδότησης για εταιρείες που αναπτύσσονται από πανεπιστήμια ή ινστιτούτα. Ποσά της τάξεως των 100-150 χιλ. Ευρώ ανά project αρκούν ώστε μία ερευνητική ανακάλυψη να αποδείξει τις οικονομικές προεκτάσεις της. Αυτές είναι δοκιμασμένες πρακτικές στο οικοσύστημα της καινοτομίας στην Αγγλία και στο Cambridge ειδικότερα. 

Και οι δύο επιστήμονες αναφέρθηκαν στην επιστολή 257 επιστημόνων που προτείνουν στον Πρωθυπουργό την ανάγκη ύπαρξης ανεξάρτητης αρχής για την έρευνα που δεν θα υπάγεται σε κάποιο υπουργείο αλλά στη Βουλή των Ελλήνων. O Νίκος Κτιστάκης επεσήμανε ότι εξασφαλίζοντας μακροχρόνια σταθερό πλαίσιο λειτουργίας και χρηματοδότησης, το κράτος βάζει τις βάσεις γιά μελλοντική αξιοποίηση της βασικής έρευνας μέσω του «παιδιού» της που είναι η εφαρμοσμένη έρευνα.

Στο ίδιο μήκος κύματος, η Ελευθερία Λεδάκη τόνισε ότι μία ενιαία, ανεξάρτητη αρχή με συμβούλιο επιστημόνων και ειδικών σε θέματα καινοτομίας και έρευνας, μπορεί να αναδείξει με αξιοκρατία και να στηρίξει ερευνητικές ομάδες που οι ιδέες τους έχουν δυνατότητα νέων καινοτομιών. Μπορεί επίσης να δημιουργήσει μηχανισμούς που θα λειτουργήσουν ως κίνητρα ώστε ερευνητές του εξωτερικού να φέρουν τις ιδέες και καινοτομίες τους στην Ελλάδα. Για να γίνει αυτό χρειάζεται να αποκατασταθεί η σταθερότητα και η εμπιστοσύνη στα χρηματοδοτικά προγράμματα της Ελλάδας και στη διαχείρισή τους. Μόνο ένας οργανισμός με σταθερό πλαίσιο λειτουργίας που δεν θα κλονίζεται από ανασχηματισμούς και κυβερνητικές αλλαγές μπορεί να το εξασφαλίσει αυτό.

Advertisement

Η συζήτηση έκλεισε με την αναφορά στην ανάγκη κατανόησης της αξίας της έρευνας από τα ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας ώστε να υπάρξει η κοινωνική στήριξη που θα οδηγήσει στις πολιτικές αποφάσεις για επένδυση σε αυτή.

Ο Νίκος Κτιστάκης ανέφερε ότι είναι ανάγκη να διδάσκονται επιτέλους σωστά η βιολογία και οι άλλες θετικές επιστήμες στα σχολεία χωρίς αποστήθιση αλλά με κατανόηση της συμβολής της επιστημονικής προσπάθειας στον κόσμο που ζούμε. Κι αυτό είναι σημαντικό όχι μόνο για την έρευνα αλλά και για τη διατήρηση υψηλού πνευματικού επιπέδου της ελληνικής κοινωνίας.

Η Ελευθερία Λεδάκη έκλεισε τη συζήτηση με συγκεκριμένες προτάσεις δράσεων γι’ αυτό. Μαθήματα έρευνας και καινοτομίας στο σχολείο και το πανεπιστήμιο, αναφορές στον τύπο, στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο που ενημερώνουν τον κόσμο για επιστημονικές ανακαλύψεις αναδεικνύουν τον αντίκτυπο της έρευνας στην κοινωνία. Προγράμματα στην τηλεόραση που παρουσιάζουν με ελκυστικό τρόπο για το ευρύ κοινό νέες ανακαλύψεις και παραδείγματα επιχειρηματικότητας των ερευνητών, όπως το Shark Tank στις ΗΠΑ και το Dragons Den στην Αγγλία, εξοικειώνουν τους πολίτες με την αξία της επιστήμης και τα οφέλη της για την κοινωνία.

Advertisement