Στην παγκόσμια διπλωματική ιστορία, έχουν υπάρξει καθοριστικά διακυβεύματα, ευκαιρίες, αλλά και ανάλογοι κίνδυνοι. Στην μεταπολεμική Ευρώπη, όπου και ήταν το μεγαλύτερο θέατρο εκδήλωσης του Ψυχρού Πολέμου, οι δυο μεγάλες δυνάμεις καθόριζαν πολλές φορές τους διαύλους επικοινωνίας, με υπαρκτά ελλείμματα διασαφήνισης, προσχηματικά σε πολλές περιπτώσεις, ένα διπλωματικό περιβάλλον όπου τα υπαρκτά χάσματα υπονόμευαν κάθε αναγκαία θετική κατεύθυνση.

Η συνάντηση Τράμπ-Πούτιν στο Άνκορατζ της Αλάσκας, αναμφίβολα είχε τα δικά της διακυβεύματα, ενδείξεις και αντενδείξεις. Φυσικά και τα ερωτήματα ως προς την διπλωματική αυτή διαδικασία δεν έχουν απαντήσεις που να ενισχύουν ένα ειρηνευτικό ενδεχόμενο, περισσότερο για το Κρεμλίνο ήταν μια προσπάθεια ενδυνάμωσης των διαπραγματευτικών του θέσεων. Σε αυτό το χρονικό δεδομένο, η Ρωσία είχε να αντιμετωπίσει την θέση της εντός των γεωπολιτικών μεταβολών του 2025. Μεταβολές από τις οποίες η Ρωσία μέτρησε την ανατροπή του συμμαχικού καθεστώτος Άσαντ στην Συρία, το γεγονός ότι απέναντι στα σφοδρά και καλά στοχευμένα πλήγματα των ισραηλινών και αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων στο Ιράν, χώρα με την οποία υπάρχει στρατηγική αμυντική συνεργασία, απλά εκδήλωσε διπλωματικού τύπου διαμαρτυρίες. Και φυσικά υπάρχει και η ζωτική περιοχή του Καυκάσου, όπου μετά από τα έτη συγκρούσεων μεταξύ Αζερμπαϊτζάν και Αρμενίας, οι δυο χώρες υπέγραψαν στις 8 Αυγούστου 2025 δια των προέδρων τους μνημόνιο ειρηνευτικής συνθήκης στον Λευκό Οίκο. Μια εξέλιξη που έθεσε στο περιθώριο το καθεστώς Πούτιν, με τα ιδιαίτερα συμφέροντα που έχει για την ζώνη του Καυκάσου.   

Advertisement
Advertisement

Η Ρωσία όμως έχει να αντιμετωπίσει τις επαναλαμβανόμενες κυρώσεις και την επακόλουθη μείωση των πετρελαϊκών εξαγωγών της, την αύξηση του ελλείμματος, με τις τιμές του ΑΕΠ να μειώνονται από το 4,7% το 2024 στο 1,5% στο 2025. Ενώ είναι εγκλωβισμένη από την μέγγενη των επιβληθεισών οικονομικών κυρώσεων, με το κρατικό έλλειμμα να αυξάνεται και οι εξαγωγές πετρελαίου να μειώνονται. Και εφόσον η Ρωσία αποδεχθεί μια ουσιαστική ειρηνευτική διαμόρφωση, με την αναγκαία κατάπαυση του πυρός, τότε θα μπορέσει να αναμένει μια αποκλιμάκωση των κυρώσεων.

Οι προοπτικές λοιπόν για την επίτευξη εκεχειρίας, τον τερματισμό των πολεμικών συγκρούσεων, την διαρκή ειρήνη, καθορίζονται από τις αξιώσεις που προβάλλει η Ρωσία, από το εδαφικό των Ουκρανικών περιοχών, την ουδετερότητα της χώρας και το μέγεθος των ενόπλων δυνάμεων της, όπως και το ζήτημα της διεύρυνσης της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας στα ανατολικά σύνορα.

Το να τερματιστεί η ρωσική στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία, εμπεριέχει πολύπλοκα ζητήματα, η επίλυση των οποίων απαιτεί βήματα ουσίας από το καθεστώς Πούτιν, που φυσικά δεν διευθετούνται οριστικά εντός 24ώρου. Η πρόθεση όμως του Προέδρου Τράμπ για επίτευξη βιώσιμης ειρήνης στο Ουκρανικό, προσκρούει σε μια σειρά κρίσιμων παραγόντων που βρίσκονται στην ατζέντα Τράμπ. Η ταύτιση του με την ρωσική αντίληψη ότι η Ουκρανία έχει σε σημαντικό βαθμό ευθύνη για το ξέσπασμα του πολέμου, η αντίληψη ότι οι 27 της ΕΕ έχουν την δική τους ευθύνη από την στιγμή που οι κύριες αποφάσεις που έχουν λάβει, είναι αυτές για να ενεργοποιηθούν 18 διαφορετικές δέσμες κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας. Και τέλος, έχοντας την κυρίαρχη αντίληψη ότι το τέλος του πολέμου και η επίλυση του Ουκρανικού ζητήματος μπορεί να επιτευχθούν μόνον εντός του πλαισίου των διμερών σχέσεων Ουάσιγκτον-Μόσχας, από τις συζητήσεις του ιδίου με τον Πούτιν, αποκλείοντας την Ευρώπη.

Το ζήτημα του πολέμου στην Ουκρανία είναι αλληλένδετο με άλλα διεθνή ζητήματα, όπως το πως διαμορφώνονται οι σχέσεις της Ουάσινγκτον με την Μόσχα, τις παραμέτρους της Κινεζικής διείσδυσης. Η Διοίκηση Τράμπ δείχνει ότι παίρνει σαφείς κατευθύνσεις ως προς την συμμετοχή της στην συνεκμετάλλευση τεράστιων εκτάσεων στην ζώνη της Αρκτικής, αλλά και εκείνου του πλούσιου ενεργειακού αποθέματος στο υπέδαφος των ουκρανικών περιοχών που είναι προσαρτημένες από την Μόσχα. Η στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία εκτός του ότι πλήττει την εδαφική ακεραιότητα και την ανεξαρτησία της χώρας, εκ των πραγμάτων έχει πλήξει τις πρόνοιες της διεθνούς έννομης τάξης, το συνοριακό απαραβίαστο, πρόνοιες που πρέπει να συνεχίσουν να έχουν το ανάλογο ειδικό βάρος.         

Όμως, η επιθετική αναβλητικότητα της Ρωσίας και οι αξιώσεις που προέρχονται από αυτήν, δημιουργούν εμπόδια που δεν ευνοούν αναστροφή αυτών των δεδομένων, καθώς αυτή δεν κάμπτεται από τις επιθυμίες για μια κάποια κατάπαυση του πυρός, όπως εκφράσθηκαν από τον Αμερικανό Πρόεδρο στο Άνκορατζ τον περασμένο Αύγουστο. Που δεν είναι φυσικά τα μόνα, καθώς η Ρωσία πρέπει να επιδείξει σαφή διάθεση για να συνδράμει στην επίτευξη τερματισμού του πολέμου, στην ειρήνευση, στις εγγυήσεις ασφαλείας, χωρίς αστερίσκους που επηρεάζουν την ανεξαρτησία και τις κατευθύνσεις που θέλει να ακολουθήσει η Ουκρανία στον ευρωπαϊκό της δρόμο. Και αυτά πρέπει να τα αποδείξει με έμπρακτη διάθεση η Ρωσία, για να μπορέσει ουσιαστικά να βγει από τα αδιέξοδα που η ίδια έχει προκαλέσει με την στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία.