Είναι αν μη τι άλλο μια ιστορία που χαρακτηρίζεται από μπόλικη δόση τραγικής ειρωνείας: Ο Νικολά Σαρκοζί, ο πρόεδρος που ηγήθηκε της ευρωπαϊκής εκστρατείας για την ανατροπή του Μουαμάρ Καντάφι, καταδικάστηκε για συνωμοσία με σκοπό την αποδοχή δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ από τον εκλιπόντα Λίβυο δικτάτορα.
Το δράμα της ανόδου και της πτώσης του Σαρκοζί έφτασε στην κορύφωσή του με την καταδίκη του σε 5 χρόνια φυλάκισης – μια ιστορική απόφαση, μιας και ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας θα καταλήξει στη φυλακή ακόμη και αν ασκήσει έφεση.

Η ετυμηγορία, που εκδόθηκε την Πέμπτη, είναι άνευ προηγουμένου στην Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία. Κανένας Γάλλος αρχηγός κράτους δεν έχει καταδικαστεί ποτέ για εγκληματική συνωμοσία που συνδέεται με ξένη επιρροή. Κανένας σύγχρονος Γάλλος πρόεδρος δεν έχει φυλακιστεί. Ο τελευταίος ήταν ο Φιλίπ Πεταίν, επικεφαλής του ναζιστικού καθεστώτος του Βισύ στη Γαλλία, σύμφωνα με την Telegraph.
Για τον Σαρκοζί, είναι αναμφίβολα το ύστατο χτύπημα σε μια φήμη που έχει ήδη πληγεί από καταδίκες για αθέμιτη άσκηση επιρροής και παράνομες τηλεφωνικές παρακολουθήσεις. Για τη Γαλλία, εγείρει άβολα ερωτήματα σχετικά με τη φύση της εξουσίας, τη διπλωματία και τις υπόγειες συμφωνίες που συνήφθησαν στους διαδρόμους του Ελιζέ.
Η ιστορία Σαρκοζί-Καντάφι ξεκίνησε σε σχεδόν… θεατρικές συνθήκες.
Τον Δεκέμβριο του 2007, λίγους μόνο μήνες μετά τον θρίαμβό του στις προεδρικές εκλογές για μια πενταετή θητεία, ο Σαρκοζί καλωσόρισε τον ισχυρό άνδρα της Λίβυης στο Παρίσι σε μια πλήρη επίσημη επίσκεψη. Ο Καντάφι, πάντα πρόθυμος να «θρέψει» την εκκεντρικότητα, έστησε τη σκηνή των Βεδουίνων του στους περιποιημένους χλοοτάπητες του Hôtel de Marigny, σε απόσταση αναπνοής από το Μέγαρο των Ηλυσίων Πεδίων, με τις γυναίκες σωματοφύλακες του να τον παρακολουθούν προσεκτικά.
Προς αποτροπιασμό πολλών στη Γαλλία και αλλού, ο δικτάτορας που κατηγορήθηκε για βίαιη καταστολή των διαφωνούντων και χορηγία τρομοκρατικών επιθέσεων, συμπεριλαμβανομένων των βομβιστικών επιθέσεων στο Λόκερμπι το 1988 στη Σκωτία και της πτήσης 772 της UTA το 1989 πάνω από τον Νίγηρα με εκατοντάδες νεκρούς, αντιμετωπίστηκε ως τιμώμενος καλεσμένος.
Ο Σαρκοζί δικαιολόγησε την υποδοχή στο κόκκινο χαλί ως πράξη «σύνδεσης», έναν τρόπο επαναπροσέλκυσης της Λιβύης στο διεθνές προσκήνιο.
Ακολούθησε μια ακόμη σημαντική χειρονομία: η τότε σύζυγός του, Σεσίλια, είχε πετάξει στην Τρίπολη λίγους μήνες νωρίτερα για να διαπραγματευτεί την απελευθέρωση πέντε Βουλγάρων νοσοκόμων και ενός Παλαιστίνιου γιατρού που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο με κατασκευασμένες κατηγορίες για μόλυνση παιδιών από τον ιό HIV σε Λίβυους. Αυτή η αποστολή, που χαιρετίστηκε τότε ως μια ανθρωπιστική σημαντική πρόοδος, έδωσε στον νέο πρόεδρο άμεσες διπλωματικές δάφνες.
Ωστόσο, οι επικριτές αργότερα υποστήριξαν ότι άνοιξε επίσης την πόρτα σε μια ζεστή σχέση συναλλαγής με τον Καντάφι – μια σχέση που σύντομα εμβάθυνε μέσω αμυντικών συμφωνιών και, όπως ισχυρίζονται οι εισαγγελείς, παράνομης χρηματοδότησης προεκλογικών εκστρατειών.
Αυτό που δεν γνώριζε το κοινό ήταν ότι οι εισαγγελείς αργότερα θα ισχυρίζονταν ότι η επιτυχημένη προεδρική εκστρατεία του Σαρκοζί είχε χρηματοδοτηθεί εν μέρει από το καθεστώς του Καντάφι. Σύμφωνα με μαρτυρίες μεσαζόντων και υπομνήματα των μυστικών υπηρεσιών που αποκαλύφθηκαν για πρώτη φορά από την ερευνητική ιστοσελίδα Mediapart, έως και 50 εκατομμύρια ευρώ σε παράνομα μετρητά διοχετεύτηκαν στα ταμεία του Σαρκοζί.
Σύμφωνα με τους εισαγγελείς, οι βοηθοί του Σαρκοζί υποσχέθηκαν να αποσύρουν το γαλλικό ένταλμα σύλληψης εναντίον του κουνιάδου του Καντάφι, Αμπντουλάχ αλ-Σενούσι, ο οποίος καταδικάστηκε ερήμην από δικαστήριο του Παρισιού για την ενορχήστρωση της βομβιστικής επίθεσης στην UTA, στην οποία έχασαν τη ζωή τους 170 άνθρωποι.
Ο Σαρκοζί αρνείται ανέκαθεν τις κατηγορίες, απορρίπτοντας τα έγγραφα ως πλαστά και τους μάρτυρες ως φαντασιόπληκτους.
Η υπόθεση έγινε ακόμη πιο σκοτεινή από μυστηριώδεις «συμπτώσεις»: ο θάνατος του Σούκρι Γάνεμ, πρώην υπουργού πετρελαίου της Λιβύης και βασικού μάρτυρα, του οποίου το σώμα βρέθηκε στον Δούναβη το 2012, αφού πνίγηκε από «φυσικά αίτια».
Έπειτα, απεβίωσε ο Ζιάντ Τακιεντίν, ο γαλλολιβανέζος επιχειρηματίας που ισχυρίστηκε ότι παρέδωσε «βαλίτσες γεμάτες με μετρητά» εκατομμύρια ευρώ στον κύκλο του Σαρκοζί.
Η Κάρλα Μπρούνι-Σαρκοζί αντιμετωπίζει τώρα ξεχωριστή δίκη επειδή προσπάθησε να πείσει τον Τακιεντίν, θείο της Αμάλ Κλούνεϊ (σ.σ. της Βρετανίδας δικηγόρου που είναι παντρεμένη με τον Τζορτζ Κλούνεϊ) να ανακαλέσει την κατηγορία σε μια άλλη υπόθεση που προορίζεται να προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη ατιμία στην οικογένειά της.
Η απόφαση του δικαστηρίου να καταδικάσει τον Σαρκοζί για εγκληματική συνωμοσία, ενώ τον απάλλαξε από τις άλλες κατηγορίες, αντικατοπτρίζει την ασάφεια των αποδεικτικών στοιχείων. Οι δικαστές δέχτηκαν ότι ο Σαρκοζί συμμετείχε σε μια παράνομη μυστική συμφωνία με Λίβυους παράγοντες αλλά δεν έκριναν ότι είχε «τσεπώσει» άμεσα χρήματα ή ότι παραβίασε σκόπιμα τους νόμους περί προεκλογικής εκστρατείας.
Για τους εισαγγελείς, αποτελεί παρόλα αυτά μια σημαντική νίκη, ιδίως δεδομένης της μη αναμενόμενης ποινής φυλάκισης.
Η κατηγορία της συνωμοσίας αναγνωρίζει ότι ο Σαρκοζί βρισκόταν στο επίκεντρο ενός παράνομου δικτύου επιρροής, θολώνοντας την πολιτική τέχνη με το ιδιοτελές συμφέρον.
Αν απλώς είχε «φλερτάρει» με τον Καντάφι, η ιστορία θα ήταν αρκετά σκανδαλώδης. Αλλά υπήρχε μια πικρή ανατροπή.
Μέχρι το 2011, η Αραβική Άνοιξη είχε κατακλύσει τη Βόρεια Αφρική και η Λιβύη βρισκόταν στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου. Ο Σαρκοζί ήταν από τους πρώτους δυτικούς ηγέτες που ζήτησαν παρέμβαση. Γαλλικά αεροσκάφη ηγήθηκαν της εκστρατείας βομβαρδισμού του ΝΑΤΟ, δήθεν για να προστατεύσουν τους πολίτες από την οργή του Καντάφι. Για πολλούς, ήταν η προσπάθεια του Σαρκοζί να πλασάρει τον εαυτό του ως υπέρμαχο της ελευθερίας.
Η εκστρατεία κορυφώθηκε με την πτώση του Καντάφι και τον φρικτό θάνατό του στη Σύρτη. Το ΝΑΤΟ αρνήθηκε οποιαδήποτε άμεση εμπλοκή, αλλά υπήρξαν αναφορές ότι Γάλλοι πράκτορες είχαν παράσχει τις πληροφορίες που καθόρισαν το άδοξο τέλος του.
Έτσι, ο άνθρωπος που τώρα καταδικάζεται για τα εκατομμύρια που έλαβε από τον Καντάφι έγινε ο άνθρωπος που, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο Δυτικό ηγέτη, επιτάχυνε την καταστροφή του Λίβυου δικτάτορα. Πρόκειται για μια αντίφαση σχεδόν σαιξπηρικής κλίμακας: ο ευεργέτης έγινε προδότης, ο προστάτης έγινε δήμιος, σχολιάζει το επίμαχο δημοσίευμα της Telegraph.
Ο Σαρκοζί κοίταζε τα παπούτσια του καθώς στο δικαστήριο ρωτήθηκε αν ήταν ηθικά αποδεκτό για μια δημοκρατική κυβέρνηση να συνεργάζεται με ένα καθεστώς που κατηγορείται για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.
Πολιτικά, ο Σαρκοζί κάποτε ονειρευόταν να επιστρέψει στην εξουσία. Λίγοι πίστευαν ότι θα επιχειρούσε μια επιστροφή, αλλά παρέμενε ισχυρός στη γαλλική πολιτική σκηνή. Μάλιστα έλαβε ένα τηλεφώνημα από τον Σεμπαστιάν Λεκορνί, τον νέο πρωθυπουργό του Εμανουέλ Μακρόν, πριν από λίγες ημέρες.
Για τη Γαλλία, όμως, η υπόθεση δεν αφορά μόνο έναν άνθρωπο. Αφορά τον τρόπο με τον οποίο η Δημοκρατία συμπεριφέρεται στην παγκόσμια σκηνή. Η πτώση του Σαρκοζί υπογραμμίζει τους κινδύνους της εξατομικευμένης διπλωματίας, τον πειρασμό να θολώσει τα όρια μεταξύ πολιτικής και προσωπικής φιλοδοξίας.
Επίσης, οξύνει τη συζήτηση για την ίδια την επέμβαση στη Λιβύη. Αν ο αρχιτέκτονας αυτού του πολέμου είχε ο ίδιος τεθεί ενώπιον της Δικαιοσύνης λόγω των δεσμών του με τον Καντάφι, τι λέει αυτό για την αγνότητα των κινήτρων της Γαλλίας; Ήταν ανθρωπιστικός ζήλος ή η αδίστακτη λογική ενός ανθρώπου που επιδιώκει να σβήσει έναν ευεργέτη που μετατράπηκε σε εμπόδιο;
Όπως το έθεσε στεγνά η Le Monde: «Οι βομβαρδισμοί δεν βοήθησαν στην ανάκτηση των αρχείων του καθεστώτος».
(με πληροφορίες από Telegraph, Le Monde, Mediapart)