Η μεταναστευτική πίεση στην Κεντρική Μεσόγειο και στις γύρω περιοχές παραμένει ιδιαίτερα υψηλή και πολυδιάστατη. Αυτό οφείλεται κυρίως στην πολιτική αστάθεια, τις συγκρούσεις και τους περιβαλλοντικούς παράγοντες που επικρατούν τόσο στις χώρες προέλευσης όσο και στις χώρες διέλευσης των μεταναστών. Η Λιβύη εξακολουθεί να αποτελεί το βασικό σημείο αναχώρησης μεταναστών προς την Ευρώπη, καθώς εκεί λειτουργούν καλά οργανωμένα δίκτυα διακινητών που εκμεταλλεύονται την κατακερματισμένη διακυβέρνηση και την εμπλοκή πολλών εγκληματικών ομάδων. 

Τι συνέβη 

Η πρόσφατη επίσκεψη της ευρωπαϊκής αντιπροσωπείας στην Ανατολική Λιβύη και η επακόλουθη απέλασή της από το καθεστώς Χαφτάρ αναδεικνύει με σαφήνεια τη σύνθετη φύση των ευρω-λιβυκών σχέσεων. Το γεγονός αυτό φέρνει στο προσκήνιο τις εγγενείς προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση στην προσπάθειά της να διαμορφώσει και να εφαρμόσει μια συνεκτική  μεταναστευτική πολιτική καθώς αποτελεί συντρέχουσα αρμοδιότητα, καθώς και τις δυσκολίες στην άσκηση μιας αποτελεσματικής και ενιαίας εξωτερικής πολιτικής λόγω του διακυβερνητικού της χαρακτήρα. 

Advertisement
Advertisement

Παράλληλα, η εξέλιξη αυτή υπογραμμίζει τον κομβικό ρόλο της Ελλάδας στη διαχείριση της μεταναστευτικής και γεωπολιτικής κρίσης στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Η γεωστρατηγική θέση της χώρας, σε συνδυασμό με τις αυξημένες προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές, καθιστούν την Ελλάδα βασικό παράγοντα τόσο στην ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας όσο και στη σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής. 

Εν συντομία, το διπλωματικό επεισόδιο εξελίχθηκε ως εξής: Ευρωπαϊκή αντιπροσωπεία, υπό την ηγεσία του Επιτρόπου Μετανάστευσης και με τη συμμετοχή των αρμόδιων υπουργών μετανάστευσης από την Ελλάδα, την Ιταλία και τη Μάλτα, πραγματοποίησε επίσκεψη αρχικά στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (GNU) στην Τρίπολη, η οποία χαίρει διεθνούς αναγνώρισης από την ΕΕ και τον ΟΗΕ. Στη συνέχεια, η αντιπροσωπεία μετέβη στη Βεγγάζη, με σκοπό να συναντηθεί αποκλειστικά με τον Χαφτάρ, αποφεύγοντας έτσι να προσδώσει νομιμοποίηση στην «κυβέρνηση» της ανατολικής Λιβύης. Το γεγονός αυτό  προκάλεσε την άμεση αντίδραση της ανατολικής διοίκησης, απαγορεύοντας την είσοδο των μελών της ευρωπαϊκής αντιπροσωπείας, επικαλούμενη παραβίαση της λιβυκής κυριαρχίας και των διπλωματικών κανόνων,  προβαίνοντας μάλιστα και σε  σκληρούς χαρακτηρισμούς (persona non grata). 

Γιατί το έκανε ο Χαφτάρ; 

Η απόφαση του Χαφτάρ να απελάσει την ευρωπαϊκή αντιπροσωπεία από τη Βεγγάζη ήταν μια στρατηγικά μεθοδευμένη κίνηση με πολλαπλά πολιτικά μηνύματα και στόχους.  Η αιφνίδια και επιδεικτική απόρριψη της αντιπροσωπείας αποτέλεσε σαφές δείγμα ισχύος και διπλωματικής αυτοπεποίθησης από τον Χαφτάρ. Μέσω αυτής της ενέργειας, επιδίωξε να καταστήσει σαφές πως η ανατολική κυβέρνηση της  Λιβύης δεν είναι απλός θεατής στις διεθνείς εξελίξεις, αλλά διεκδικεί ρόλο συνομιλητή και διαπραγματευτή επί ίσοις όροις με τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση. Παράλληλα, η κίνηση αυτή λειτουργεί ως μοχλός πίεσης προς την ΕΕ, καθώς ο Χαφτάρ διατηρεί τον έλεγχο σημαντικού τμήματος της λιβυκής ακτογραμμής και μπορεί να επηρεάσει τις μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη, εργαλειοποιώντας το μεταναστευτικό ως διαπραγματευτικό όπλο. 

Η «αθέατη» πλευρά της μεταναστευτικής διπλωματίας της ΕΕ 

Το πρόσφατο διπλωματικό  επεισόδιο  στη Βεγγάζη ανέδειξε τα όρια της ευρωπαϊκής επιρροής στη Λιβύη και τη δυσκολία που αντιμετωπίζει θεσμικά η ΕΕ να εκφράσει ενιαία και αποτελεσματική πολιτική και μάλιστα σε ένα διαιρεμένο κράτος, όπως είναι η Λιβύη. 

Η εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού από τον Χαφτάρ εκμεταλλεύεται τα θεσμικά και στρατηγικά κενά της ευρωπαϊκής πολιτικής, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για αναθεώρηση της συνεργασίας με μη αναγνωρισμένους δρώντες, επένδυση στη θεσμική σταθερότητα της Λιβύης και προώθηση ενός ενιαίου ευρωπαϊκού μηχανισμού μετεγκατάστασης και νόμιμων οδών ασύλου. Η κίνηση του Χαφτάρ ήταν μια συνειδητή προσπάθεια να αναβαθμίσει το διαπραγματευτικό του προφίλ και να επηρεάσει τις ευρωπαϊκές επιλογές σε ένα ιδιαίτερα ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον. 

Ωστόσο, πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας, εξελίσσεται μια πιο σύνθετη και συχνά αθέατη διάσταση της μεταναστευτικής διπλωματίας: η εξωτερίκευση (externalisation) της διαχείρισης της μετανάστευσης από την ΕΕ προς τρίτες χώρες, κυρίως της Βόρειας Αφρικής, στο πλαίσιο του νέου Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο. Μέσω αυτή της πολιτικής, η Ένωση επιδιώκει να μειώσει τις αφίξεις μεταναστών και προσφύγων στα εδάφη της μεταφέροντας  την ευθύνη ελέγχου των μεταναστευτικών ροών και της προστασίας των συνόρων σε χώρες εκτός ΕΕ, στο πλαίσιο διμερών ή πολυμερών  συμφωνιών συνεργασίας. 

Advertisement

Τα τελευταία χρόνια, η ΕΕ αλλά και μεμονωμένα κράτη μέλη έχουν υπογράψει ή ανανεώσει μια σειρά συμφωνιών με χώρες της Βόρειας Αφρικής-  η Λιβύη, η Τυνησία, η Αίγυπτος και το Μαρόκο, οι οποίες θεωρητικά λειτουργoύν  ως «ζώνη ανάσχεσης» για την Ευρώπη, αναλαμβάνοντας  κατά κάποιον τρόπο τη διαφύλαξη των ευρωπαϊκών συνόρων. Ειδικότερα, με τη Λιβύη – την  επίσημη κυβέρνηση της Τύνιδας), τόσο η ΕΕ, όσο και η ιταλική κυβέρνηση έχουν  προβεί σε υπογραφή μνημονίων συνεργασίας για την ενίσχυση της ασφάλειας των συνόρων, την ενίσχυση της Λιβυκής Ακτοφυλακής, την καταπολέμηση της παράτυπης μετανάστευσης και τη δημιουργία κέντρων υποδοχής και κέντρων κράτησης. 

Χρηματοδοτική διάσταση της διαχείρισης της μετανάστευσης με τη Λιβύη 

Από το 2015 και μετά, η συνεργασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη Λιβύη στηρίζεται σε ένα πλέγμα συμφωνιών και πρωτοβουλιών που έχουν ως βασικό στόχο τη διαχείριση της μετανάστευσης, την ενίσχυση της ασφάλειας των συνόρων και την πολιτική σταθερότητα στη χώρα. Ένα από τα σημαντικότερα χρηματοδοτικά εργαλεία είναι το Ευρωπαϊκό Ταμείο Έκτακτης Ανάγκης για την Αφρική (EUTF for Africa), μέσω του οποίου, από το 2015 έως το 2021, διατέθηκαν περίπου 465–700 εκατομμύρια ευρώ για δράσεις κυρίως στη Δυτική Λιβύη και την Τρίπολη. Οι πόροι αυτοί αξιοποιήθηκαν για την ενίσχυση της Λιβυκής Ακτοφυλακής, τη δημιουργία δομών υποδοχής, την υποστήριξη επαναπατρισμών, την προστασία ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη συνολική διαχείριση των συνόρων. 

Παράλληλα, η Αποστολή Βοήθειας Συνόρων της ΕΕ στη Λιβύη (EUBAM Libya), που ξεκίνησε το 2013 και ενισχύθηκε ιδιαίτερα μετά το 2015, εστιάζει στη βελτίωση των δυνατοτήτων των λιβυκών αρχών στη διαχείριση των συνόρων, την καταπολέμηση της διακίνησης και της τρομοκρατίας. Το 2023 υπογράφηκε νέο μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ της EUBAM και των λιβυκών αρχών, με σκοπό την περαιτέρω ενίσχυση της επιχειρησιακής συνεργασίας και την εκπαίδευση της Λιβυκής Ακτοφυλακής. 

Advertisement

Σημαντική είναι και η συμβολή των συμφωνιών που αφορούν την ακτοφυλακή και την έρευνα-διάσωση. Η ΕΕ, μαζί με κράτη-μέλη όπως η Ιταλία και η Μάλτα, έχει προχωρήσει σε συμφωνίες για την εκπαίδευση, τον εξοπλισμό και τη χρηματοδότηση της Λιβυκής Ακτοφυλακής. Το 2017, καθορίστηκε και η ζώνη έρευνας και διάσωσης (SAR) της Λιβύης στη Μεσόγειο, με την ΕΕ να παρέχει τεχνική και υλικοτεχνική υποστήριξη για την αποτελεσματικότερη διαχείριση των θαλάσσιων συνόρων. 

Στο πλαίσιο της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας (CSDP), η ΕΕ ενίσχυσε τη συνεργασία μέσω επιχειρήσεων όπως η EUNAVFOR MED Operation Sophia (2015–2020) και η Operation IRINI (από το 2000-2025)  με βασικό στόχο την παρακολούθηση του εμπάργκο όπλων και την καταπολέμηση της διακίνησης ανθρώπων στη Μεσόγειο.  Η  επιχείρηση «IRINI», αν και παραμένει το βασικό εργαλείο της ΕΕ για τη διασφάλιση της εφαρμογής του εμπάργκο όπλων και την αποτροπή παράνομων δραστηριοτήτων στη Λιβύη, με ενισχυμένο πλέον ρόλο στην προστασία των θαλάσσιων συνόρων και υποδομών καθώς στις 11 Μαρτίου το Συμβούλιο επέκτεινε το mandate έως τις 31.03.2027 με διεύρυνση αρμοδιοτήτων, ωστόσο, η στρατηγική επιλογή της γεωγραφικής εστίασης να επικεντρωθεί στα δυτικά ύδατα έχει ως αποτέλεσμα την ουσιαστική παράκαμψη του ανατολικού τόξου, το οποίο ελέγχεται από τις δυνάμεις του στρατηγού Χαφτάρ. Αυτό το επιχειρησιακό κενό προσφέρει στον Χαφτάρ μεγαλύτερα περιθώρια στρατιωτικής και πολιτικής αυτονομίας, καθώς περιορίζεται η διεθνής επιτήρηση στις περιοχές που ελέγχει, επιτρέποντάς του να διατηρεί δικές του γραμμές ανεφοδιασμού και να ενισχύει τη διαπραγματευτική του θέση. 

Στο σημείο αυτό να είναι σημαντικό να τονιστεί πως στο επερχόμενο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ) για την περίοδο 2028–2034, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή  αναμένεται να εδραιώσει περαιτέρω τον δεσμό μεταξύ αναπτυξιακής συνεργασίας και διαχείρισης της μετανάστευσης, ακολουθώντας το ισχύον ΠΔΠ. Αξιοσημείωτο είναι ότι η αιρεσιμότητα της αναπτυξιακής βοήθειας αναμένεται να ενταθεί, καθώς οι εκταμιεύσεις θα εξαρτώνται ολοένα και περισσότερο από την ευθυγράμμιση των χωρών-αποδεκτών με τους στόχους της μεταναστευτικής πολιτικής της ΕΕ—και ειδικότερα από την ενίσχυση των συνοριακών ελέγχων και τη διευκόλυνση των διαδικασιών επανεισδοχής για παράτυπους μετανάστες. 

Advertisement

Παράλληλα, διεθνείς οργανισμοί όπως ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (IOM), η UNHCR και ο Ερυθρός Σταυρός, με ευρωπαϊκή και διεθνή χρηματοδότηση, δραστηριοποιούνται κυρίως στη Δυτική Λιβύη, υλοποιώντας προγράμματα για τη λειτουργία καταυλισμών, την παροχή υγειονομικής φροντίδας και την υποστήριξη ευάλωτων ομάδων. Εν αντιθέσει, η ανατολική Λιβύη, λόγω της μη αναγνώρισής της από τη διεθνή κοινότητα, έχει αποκλειστεί από τις περισσότερες ευρωπαϊκές αποστολές και χρηματοδοτήσεις, με τη συνεργασία να περιορίζεται μόνο σε τεχνικά ζητήματα, χωρίς διακρατική χρηματοδότηση. 

Η χρηματοδότηση αυτή προς τη Δυτική Λιβύη αποτελεί κρίσιμο εργαλείο για τη στήριξη της θεσμικής σταθερότητας, τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών και την ενίσχυση της συνεργασίας με την ΕΕ, σε ένα περιβάλλον έντονου γεωπολιτικού ανταγωνισμού και ανθρωπιστικών προκλήσεων. Η τάση αυτή συνεχίζεται και τα επόμενα χρόνια, με τα ευρωπαϊκά κονδύλια να κατευθύνονται σχεδόν αποκλειστικά προς τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση και τις δομές της Τρίπολης, αφήνοντας την ανατολική Λιβύη εκτός του πλαισίου επίσημης χρηματοδότησης. 

Συνοψίζοντας, η Ευρωπαϊκή Ένωση, αναγνωρίζοντας αποκλειστικά την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (GNU) ως τη νόμιμη αρχή της Λιβύης, έχει κατευθύνει το μεγαλύτερο μέρος των ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων προς τη Δυτική Λιβύη και την Τρίπολη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τον ουσιαστικό αποκλεισμό της ανατολικής διοίκησης του Χαφτάρ από τα σχετικά προγράμματα στήριξης. Συνεπώς, παραφράζοντας τη γνωστή φράση του James Carville «It’s all about …. money, stupid», γίνεται φανερό πως ο Χαφτάρ και η de facto κυβέρνησή του, πέρα από τα υπόλοιπα γεωπολιτικά παιχνίδια, επιδιώκουν ενεργή συμμετοχή στη χρηματοδοτική πίτα της ΕΕ. 

Advertisement

Η γεωπολιτική εξίσωση στη ΝΑ Μεσόγειο παραμένει ρευστή και πολυπαραγοντική: 

Ο στρατάρχης Χαφτάρ, παρακολουθώντας τις γεωπολιτικές αναταράξεις στη Μεσόγειο και την αυξανόμενη επιρροή ισχυρών περιφερειακών και διεθνών δρώντων όπως η Ρωσία, η Τουρκία, η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, διαμορφώνει τη στρατηγική του με στόχο την ενίσχυση και νομιμοποίηση  της κυβέρνησης  του στην Ανατολική Λιβύη. Η Ρωσία, ειδικότερα, μετά την αποδυνάμωση της επιρροής της στη Συρία λόγω των πρόσφατων εξελίξεων στη Μέση Ανατολή, αναζητά νέα ερείσματα στην περιοχή. Η παρουσία ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών όπως η ομάδα Wagner και η ενισχυμένη ρωσική επιρροή στη Λιβύη επιβεβαιώνουν την πρόθεση της Μόσχας να διατηρήσει στρατιωτική παρουσία και να ελέγχει κρίσιμες διαδρομές στη Μεσόγειο.  Παράλληλα, η Ρωσία ασκώντας  επιρροή στα αυταρχικά καθεστώτα της ζώνης του Σαχέλ — Μάλι, Μπουρκίνα Φάσο, Νίγηρας και Σουδάν —ενδυναμώνει τη θέση της στην ευρύτερη περιοχή της Υποσαχάριας Αφρικής αξιοποιεί. 

Advertisement

Η στρατηγική αυτή ενισχύει τη θέση του Χαφτάρ ως βασικού συμμάχου της Ρωσίας στη Βόρεια Αφρική και καθιστά την Ανατολική Λιβύη κόμβο γεωπολιτικών εξελίξεων, με άμεσες επιπτώσεις τόσο στη σταθερότητα της περιοχής όσο και στις μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη, επιτρέποντας στη Μόσχα να διατηρεί στρατηγικό έλεγχο σε μια περιοχή-κλειδί για τη Μεσόγειο και να επηρεάζει τις εξελίξεις σε ολόκληρη τη βόρεια και υποσαχάρια Αφρική, αξιοποιώντας ταυτόχρονα τις μεταναστευτικές ροές ως μοχλό πίεσης προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. 

Στην υποσαχάρια Αφρική, η πολιτική αστάθεια, οι συγκρούσεις και οι κλιματικές κρίσεις, όπως οι ξηρασίες και οι πλημμύρες, αυξάνουν τις εσωτερικές και διασυνοριακές μετακινήσεις. Στη Σομαλία, η συνεχιζόμενη αστάθεια, η δράση της Al-Shabab και η αδύναμη διακυβέρνηση οδηγούν σε υψηλό αριθμό εκτοπισμένων, με σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια εσωτερικά εκτοπισμένους στο τέλος του 2024. Όλοι αυτοί οι παράγοντες διαμορφώνουν μια διαρκή ή και αυξανόμενη μεταναστευτική πίεση προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία καλείται να υιοθετήσει μακροπρόθεσμη στρατηγική, να ενισχύσει τη διαχείριση των συνόρων, να προσφέρει ανθρωπιστική βοήθεια και να αναπτύξει ισχυρές συνεργασίες με τις αφρικανικές χώρες. 

Επομένως,  με αυτά τα δεδομένα ο Χαφτάρ έχει ασκεί μια στρατηγική  σκοπεύοντας αφενός στη de facto κυριαρχία του στην Ανατολική Λιβύη και στην πολιτική αναγνώριση από την ΕΕ και τους διεθνείς οργανισμούς, και αφετέρου στην άσκηση επιβολής ισχύος μέσω της εργαλειοποίησης του μεταναστευτικού Σαφώς, έχει αξία να δούμε ποια στάση θα κρατήσουν οι ΗΠΑ, όταν μάλιστα υπό την προεδρία Ομπάμα, υποστήριξαν στρατιωτικά την ανατροπή του Καντάφι, αλλά απέτυχαν να διασφαλίσουν σταθερότητα στη μετακανταφική Λιβύη, με αποτέλεσμα την παρατεταμένη αστάθεια και την άνοδο παραστρατιωτικών ομάδων. 

Advertisement

Η στάση της Ελλάδας 

Η Ελλάδα βρίσκεται στο επίκεντρο αυτών των εξελίξεων, τόσο λόγω της γεωγραφικής της θέσης όσο και λόγω της ενεργού συμμετοχής της στις ευρωπαϊκές αποστολές και τις διμερείς επαφές με τις λιβυκές αρχές. Η ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να λειτουργήσει και προληπτικά αλλά και κατασταλτικά στη λογική «καρότο- μαστίγιο», αξιοποιώντας αφενός τη διπλωματική οδό είτε διμερώς, είτε στο πλαίσιο της ΕΕ , αλλά και με την ανακοίνωση  μιας δέσμης μέτρων για την ενίσχυση της διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών από τη Λιβύη, όπως είναι η τρίμηνη αναστολή εξέτασης αιτήσεων ασύλου για όσους φτάνουν από τη Βόρεια Αφρική, η δημιουργία κλειστών δομών στην Κρήτη, η αυξημένη επιτήρηση των  θαλάσσιων συνόρων με την επιχειρησιακή ετοιμότητα των ενόπλων δυνάμεων και του λιμενικού., διαμηνύοντας παράλληλα  προς διακινητές πως  η δίοδος από τη Λιβύη προς την Ελλάδα «κλείνει». 

Σε διπλωματικό επίπεδο, η Ελλάδα προσπαθεί να εξισορροπήσει τη διατήρηση επαφών και με τις δύο λιβυκές πλευρές, με απώτερο στόχο αφενός τη διαχείριση των μεταναστευτικών εισροών από αυτές τις χώρες  και αφετέρου την αποδυνάμωση της τουρκικής επιρροής στη Λιβύη και την αποτροπή της εφαρμογής του παράνομου τουρκο-λιβυκού μνημονίου για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών (ΑΟΖ), το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως άκυρο από τη διεθνή κοινότητα και αφετέρου 

Συνολικά, η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί μια σύνθετη γεωπολιτική εξίσωση, ισορροπώντας μεταξύ ρεαλιστικής διπλωματίας και διασφάλισης των εθνικών της συμφερόντων και διασφάλισης της τήρησης των διεθνών συνθηκών,  ενώ παράλληλα ενισχύει τη συνεργασία με ευρωπαϊκούς και περιφερειακούς εταίρους για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προκλήσεων που αναδεικνύονται από την κρίση στη Λιβύη και τη Μεσόγειο. 

Σημειωτέων, οι  αφίξεις στην Ελλάδα από την Κεντρική Μεσογειακή οδό  για το πρώτο μισό του 2025  έχουν ήδη ξεπεράσει τις 7.300, με αναφορές ότι εντός Ιουλίου καταγράφηκαν πάνω από 7.000 αφίξεις μόνο σε 10 ημέρες.