Η συνάντηση του Γερμανού καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Άγκυρα σήμερα δεν είναι ένα απλό διπλωματικό ραντεβού ρουτίνας. Έρχεται μόλις τρεις ημέρες μετά τη συμφωνία του Βρετανού πρωθυπουργού σερ Κιρ Στάρμερ για την πώληση μαχητικών Eurofighter ύψους 8 δισ. λιρών στην Τουρκία, και σε μια περίοδο που οι σχέσεις Ευρώπης–Τουρκίας μετατοπίζονται αποφασιστικά προς τη σφαίρα της συμφεροντολογικής συνεργασίας.
Στην ατζέντα της σημερινής συνάντησης δεσπόζουν δύο ζητήματα που συνοψίζουν τη νέα αυτή εποχή: άμυνα και μετανάστευση. Και στα δύο, η Τουρκία βρίσκεται στο επίκεντρο, όχι πλέον ως πρόβλημα, αλλά ως αναγκαίος εταίρος. Μπορεί ο Μερτς να θέσει το θέμα της φυλάκισης του Ιμάμογλου ,όμως αυτό λένε οι «κακεντρεχείς» είναι για μάτια του κόσμου, άλλα είναι τα ζητήματα που απασχολούν.
Η συνάντηση πραγματοποιείται τρεις μήνες μετά την απόφαση του Βερολίνου να εγκρίνει την πώληση των Eurofighter, η οποία κατέστησε εφικτή τη βρετανική συμφωνία. Ο Μερτς συνομιλεί με έναν ηγέτη που η Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι πρότινος χαρακτήριζε «σύγχρονο σουλτάνο», εκφράζοντας ανησυχίες για το πολιτικό Ισλάμ και την επιθετική ρητορική του απέναντι στη Δύση, μια ρητορική που σήμερα έχει δώσει τη θέση της σε ψυχρές ρεαλπολιτίκ ισορροπίες.
Μια σχέση παλιά
Πέρα από την άμυνα, το εμπόριο και η ενέργεια αποτελούν κεντρικούς άξονες της γερμανοτουρκικής σχέσης, η οποία έχει ιστορία, ενίοτε επιβαρυμένη, αν όχι για τα ευρωπαϊκά συμφέροντα, σίγουρα για τα ελληνικά. Το 2024 συμπληρώθηκε ένας αιώνας από τη Συνθήκη Φιλίας Τουρκίας–Γερμανίας και τα οικονομικά συμφέροντα του Βερολίνου στην Τουρκία είναι κάτι παραπάνω από εκτεταμένα: περισσότερες από 8.000 γερμανικές εταιρείες ή τουρκικές επιχειρήσεις με γερμανική συμμετοχή δραστηριοποιούνται στη χώρα, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 10% όλων των ξένων επιχειρήσεων στην Τουρκία. Η Γερμανία παραμένει ένας από τους μεγαλύτερους επενδυτές στην τουρκική οικονομία, με σωρευτικές επενδύσεις άνω των 14,5 δισ. δολαρίων και διμερές εμπόριο 47,5 δισ. δολαρίων το 2024 με στόχο τα 60 δισ. στο άμεσο μέλλον.
Μεταξύ ανατολής και δύσης
Όμως εκτός από τα οικονομικά, υπάρχουν και οι στρατηγικοί υπολογισμοί: Η Τουρκία ξέρει να παίζει το παιχνίδι μεταξύ ανατολής και δύσης. Οι δυτικοί δεν θέλουν να τη χάσουν στη Ρωσία ή ακόμη πιο μακριά. Γι΄αυτό και ο Μερτς θα μιλήσει σήμερα στον Ερντογάν για τις σχέσεις του με τον Πούτιν και για το ότι το Βερολίνο, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ τον θεωρούν φρουρό του ΝΑΤΟ απέναντι στη ρωσική αναθεωρητική πολιτική και την αστάθεια στη Μέση Ανατολή. Αυτή η γεωπολιτική αξία φαίνεται να υπερισχύει των πολιτικών ή ηθικών επιφυλάξεων που άλλοτε διαμόρφωναν την ευρωπαϊκή στάση απέναντι στην Άγκυρα.
Ευρωπαϊκή υποκρισία
Ωστόσο, η Ευρώπη κάνει πλέον στραβά μάτια στις διαρκείς παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην καταστολή της ελευθερίας του λόγου στην Τουρκία. Οι μαζικές διώξεις δημοσιογράφων, η φίμωση της αντιπολίτευσης και η φυλάκιση του δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου αποτελούν ζωντανά παραδείγματα μιας δημοκρατίας που παραπαίει.
Κι όμως, οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο σιωπούν, την ώρα που η Τουρκία απειλεί την Ελλάδα και έχει υπό κατοχή ευρωπαϊκό έδαφος. Την ίδια στιγμή, κουνούν το δάχτυλο σε άλλες χώρες για ζητήματα κράτους δικαίου ή ελευθερίας του Τύπου. Μια υποκρισία που αποκαλύπτει τον νέο ευρωπαϊκό ρεαλισμό ή, ίσως, τον παλιό κυνισμό με νέα ονομασία.
Σε αυτό το περιβάλλον, η Ευρωπαϊκή Ένωση επιχειρεί να περιορίσει ακόμη περισσότερο τη φωνή των μικρότερων κρατών-μελών, προωθώντας την κατάργηση του δικαιώματος βέτο και τη λήψη αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία. Μια θεσμική μεταρρύθμιση που παρουσιάζεται ως «αναγκαία για την αποτελεσματικότητα», αλλά στην πράξη κινδυνεύει να ενισχύσει τις ισχυρές πρωτεύουσες και να αφήσει ακόμη πιο εκτεθειμένες χώρες όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, ειδικά όταν τα συμφέροντά τους συγκρούονται με αυτά της Τουρκίας.
SAFE για την Τουρκία
Η Άγκυρα προσέρχεται στη συνάντηση με έναν σαφή κυρίαρχο στόχο: την ένταξή της στο ευρωπαϊκό αμυντικό ταμείο ύψους 150 δισ. ευρώ (SAFE – Security and Armed Forces Enhancement), που προβλέπει δάνεια για κοινές αμυντικές επενδύσεις.
Η συμμετοχή θα είχε τεράστια συμβολική αξία για την Τουρκία, μια χώρα που εδώ και δεκαετίες παραμένει υποψήφια για ένταξη στην ΕΕ. Θα της παρείχε, ένα είδος «νομιμοποίησης», ενώ θα έδινε ώθηση στη ραγδαία αναπτυσσόμενη τουρκική αμυντική βιομηχανία.
Ο Μερτς φέρεται να βλέπει θετικά αυτή την προοπτική, ενώ προς την ίδια κατεύθυνση έχει κινηθεί και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, επισημαίνοντας τη στρατηγική σημασία της Τουρκίας ως συνδετικού κρίκου μεταξύ Ευρώπης, Ρωσίας και Μέσης Ανατολής.
Ωστόσο, η πρόταση παραμένει μπλοκαρισμένη, από την Ελλάδα, την Κυπριακή Δημοκρατία και τη Γαλλία (τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα. Ας μην ξεχνάμε ότι συναίνεσέ στην πώληση των Eurofighter και τον meteor), που αντιμετωπίζουν με καχυποψία την προοπτική μιας ακόμη πιο ενισχυμένης τουρκικής στρατιωτικής παρουσίας.
Είναι και το μεταναστευτικό
Η ειρωνεία είναι πως η Τουρκία έχει ήδη λάβει πολλά δισεκατομμύρια ευρώ από την ΕΕ για τη διαχείριση του μεταναστευτικού, τα οποία συχνά εργαλειοποίησε για να ασκήσει πίεση στις Βρυξέλλες. Παρόλα αυτά, σήμερα διεκδικεί νέα ευρωπαϊκά κονδύλια στο όνομα της ασφάλειας και της συλλογικής άμυνας.
Η Ελλάδα παρακολουθεί αυτή τη στροφή της ΕΕ με αμηχανία, αν και, όπως σχολιάζουν αρκετοί αναλυτές, η ίδια άνοιξε τον δρόμο με τη σταδιακή αποδοχή μιας πιο πραγματιστικής και συναλλακτικής πολιτικής προς την Άγκυρα.
Σύμφωνα με το γαλλικό πρακτορείο AFP, ο Μερτς θα πιέσει την Τουρκία να δεχθεί περισσότερους απορριφθέντες αιτούντες άσυλο, στο πλαίσιο του σχεδίου του Βερολίνου για επιτάχυνση των απελάσεων.
Η Γερμανία έχει ήδη απελάσει 17.651 άτομα στους πρώτους εννέα μήνες του 2025, έναντι 14.706 την ίδια περίοδο πέρυσι.
Η μεγαλύτερη ομάδα απελαθέντων ήταν Τούρκοι πολίτες (1.614), ενώ, σύμφωνα με το Ομοσπονδιακό Γραφείο Μετανάστευσης (BAMF), 22.560 Τούρκοι υπήκοοι βρίσκονται σήμερα σε καθεστώς προς απέλαση.
Στη χώρα ζουν περίπου τρία εκατομμύρια άτομα τουρκικής καταγωγής, η μεγαλύτερη τουρκική κοινότητα εκτός Τουρκίας.
Με το νέο μεταναστευτικό πακέτο, επανέρχεται στο τραπέζι η αρχή της “πρώτης χώρας υποδοχής”, δηλαδή, οι πρόσφυγες να επιστρέφουν στη χώρα όπου πρωτοεισήλθαν στην ΕΕ.
Παράλληλα, προωθείται η ιδέα της «ευρωπαϊκής χρηματικής αλληλεγγύης» για τις χώρες που θα δέχονται πίσω πρόσφυγες. Και ανάμεσά τους βρίσκεται, φυσικά, η Ελλάδα ό,τι κι αν σημαίνει αυτό πολιτικά, κοινωνικά και γεωστρατηγικά.
Η νέα ευρωπαϊκή κανονικότητα
Η Τουρκία εμφανίζεται σήμερα πιο ισχυρή από ποτέ: προμηθεύει drones στην Ουκρανία, διαμεσολαβεί στη Μέση Ανατολή, ελέγχει τα σύνορα του ΝΑΤΟ και, ταυτόχρονα, εισπράττει δισεκατομμύρια από την Ευρώπη για τον έλεγχο των προσφυγικών ροών.
Η ΕΕ, εγκλωβισμένη ανάμεσα στη ρωσική απειλή και τη μεσανατολική αστάθεια, επενδύει ξανά στην υποψήφια προς ένταξη Τουρκία ως «στρατηγικό ανάχωμα», βάζοντας σε δεύτερη μοίρα ζητήματα δημοκρατίας, κράτους δικαίου και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η Ελλάδα, που επί χρόνια πρότασσε το αφήγημα ότι είναι χώρα «φάρος του διεθνούς δικαίου» και «πυλώνας σταθερότητας», βλέπει σήμερα ότι η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη εκδηλώνεται αλλού, προς την Άγκυρα, όχι προς την Αθήνα.
Και αν οι ισορροπίες στην περιοχή αλλάξουν, δεν είναι αδιανόητο η χώρα να βρεθεί στη “σφαίρα επιρροής” της Άγκυρας, κάτι που ίσως να μην ενοχλεί ιδιαίτερα ούτε τους Ευρωπαίους εταίρους, ούτε μια αθηναϊκή ελίτ που ίσως τελικά να μην έχει πρόβλημα ύπαρξης σε μια νεοθωμανική πραγματικότητα, όσο τουλάχιστον μπορεί να κάνει «μπίζνες με όλους», απαλλαγμένη από τις «εθνικές αγκυλώσεις» του παρελθόντος.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, με τους γραφειοκράτες της που μπορούν να σε τυλίξουν σε μια κόλλα χαρτί, εμπειρία αιώνων άλλωστε, φαίνεται πως δεν έχει μάθει ακόμη τα ανατολίτικα παζάρια. Ίσως, από την άλλη, να την συναρπάζει τόσο η Ανατολή, ώστε να είναι έτοιμη να ανταλλάξει τις παλιές εξαρτήσεις της με μια νέα, ίσως χειρότερη, που ακούει στο όνομα Τουρκία.