Η συμφωνία AUKUS, το φαινόμενο της πεταλούδας και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις

Οι αλλαγές στο διεθνές σκηνικό και πως θα μας επηρεάσουν.
Judy Davidson via Getty Images

Οι προηγούμενες ημέρες σημαδεύτηκαν από μια βαρύγδουπη διεθνή εξέλιξη, τη συμφωνία ΗΠΑ, Μ. Βρετανίας και Αυστραλίας (γνωστή ως AUKUS) και την επακόλουθο απόσυρση των Γάλλων πρεσβευτών από τις ΗΠΑ και την Αυστραλία, εξέλιξη που σηματοδοτεί μελλοντικές αλλαγές στο διεθνές σκηνικό.

Οι όποιες εξελίξεις δεν θα επηρεάσουν ενδεχομένως μόνο τους εμπλεκόμενους, μεγάλους παίκτες στον Ινδικό-ειρηνικό ωκεανό αλλά ακόμη και τις μικρότερες χώρες του ευρωμεσογειακού χώρου, όπως είναι η Ελλάδα και η Τουρκία. Εν όψει των μεταβολών στις ισορροπίες και στην κατανομή ισχύος, όλοι οι διεθνείς δρώντες θα κληθούν να παίξουν τον ρόλο τους, πρωτίστως για να προασπίσουν τα εθνικά τους συμφέροντα.

Και πράγματι φαίνεται απίστευτο μια μικρή σχετικά εξέλιξη να επισείει συνταρακτικές αλλαγές χιλιόμετρα μακριά. Εντούτοις, σύμφωνα με την ιστορικά επαληθεύσιμη θεωρία του χάους, σε αυτό το άναρχο και, κατ’ επέκταση, χαώδες διεθνές σύστημα, δύναται ακόμη και μια ασήμαντη εξέλιξη να επιφέρει συνταρακτικές συνέπειες, έως και την άλλη άκρη της γης. Ιστορικό παράδειγμα: η απόρριψη του Αδόλφου Χίτλερ από την Σχολή Καλών Τεχνών της Βιέννης και η στροφή του από τη ζωγραφική στην πολιτική είχε ως συνέπεια, χρόνια μετά, την έκρηξη του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου.

Κατά το πολυσυζητημένο, λοιπόν, φαινόμενο της πεταλούδας, το τίναγμα των φτερών μιας πεταλούδας στον Αμαζόνιο, μπορεί να φέρει τυφώνα στην Κίνα. Και είναι αυτή η Κίνα, ούτως ή άλλως, το σημερινό διακύβευμα.

Η αποσόβηση της αναδυόμενης κινεζικής απειλής είναι ο στόχος του υπό συζήτηση συμφώνου AUKUS, που όπως επισημάνθηκε από πολλούς προφέρεται «aw κiss», και θα μπορούσε να παρομοιαστεί με το «φιλί του Ιούδα» προς την Γαλλία, τη μέχρι σήμερα σύμμαχο των Νατοϊκών Αγγλοσαξόνων που συνομολόγησαν το σύμφωνο.

Αυτή τους η συμφωνία κατασκευής από την Αυστραλία τουλάχιστον οκτώ πυρηνοκίνητων υποβρυχίων με αμερικανική και βρετανική τεχνολογία, εκ πρώτης όψεως, σήμανε την απόσυρση της Αυστραλίας από τη συμφωνία της με τους Γάλλους για την προμήθεια στόλου συμβατικών υποβρυχίων. Μια πιο διεισδυτική ματιά όμως αποκαλύπτει και άλλα πιο σημαντικά μηνύματα.

Πιο συγκεκριμένα, είτε υποκρύπτει την υποτίμηση των Γάλλων, αλλά και των Βρυξελλών γενικότερα, ως γεωπολιτικού παράγοντα, είτε είναι ένα μήνυμα των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας προς τη Γαλλία. Μια προειδοποίηση προς αυτή τη χώρα, που εδώ και καιρό τονίζει συνεχώς την ανάγκη η Ευρώπη να σκεφτεί τα δικά της συμφέροντα και τη δική της αυτόνομη κοινή άμυνα.

Ταυτόχρονα, βέβαια, είναι και ένα μήνυμα που εστάλη στην Κίνα, η οποία μπορεί μεν να ανησυχεί για αυτόν τον συνασπισμό, αλλά οπωσδήποτε θα σπεύσει να επισημάνει και να εκμεταλλευτεί τις εντάσεις και τις διαφορές μεταξύ των ΗΠΑ και των εταίρων της.

Και χωρίς αμφιβολία, το σύμφωνο AUKUS φέρνει εντάσεις. Καθίσταται δε, πλέον, πιο δύσκολο για εκείνους που μέχρι σήμερα υπερασπίζονταν μια συμμαχία δημοκρατιών κατά της Κίνας, να συνεργαστούν με μια αμερικανική ηγεσία, της οποίας οι μέθοδοι θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν το λιγότερο απότομες και, κατ’ επέκταση, όχι τόσο φερέγγυες.

Επίσης, η απόφαση της Αυστραλίας να διακόψει τη σύμβαση δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων που υπέγραψε με τη Γαλλία το 2016 υπογραμμίζει το αυξημένο επίπεδο ανησυχίας στην Καμπέρα για τις αυξανόμενη ναυτική ισχύ της Κίνας.

Υπάρχει βέβαια ακόμη πολύς δρόμος για να υλοποιηθεί η νέα συμφωνία για τα υποβρύχια που είχε ως άμεσο αντάλλαγμα το δικαίωμα ελλιμενισμού υποβρυχίων των ΗΠΑ στα αυστραλιανά λιμάνια. Η Αυστραλία πρέπει να αποδεσμευθεί από τη γαλλική συμφωνία, να εξασφαλίσει τα καύσιμα για να τροφοδοτήσει τα νέα πυρηνικά υποβρύχια της και πρωτίστως να διασκεδάσει εύσχημα τις ανησυχίες της Κοινής Γνώμης και του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας για το προηγούμενο που δημιουργεί αυτή η συμφωνία.

Η δε Βρετανία στέλνει τα δικά της μηνύματα για τη χάραξη μιας νέας εξωτερικής πολιτικής ολοένα και πιο απομακρυσμένης από τους άλλοτε Ευρωπαίους εταίρους.

Ενδεικτικό το ότι απέφυγε την συνομολόγηση επίσημης συνθήκης εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας στη συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) μετά το Brexit. Ενδεικτική και η πρόσφατη σύνοδος κορυφής «G7-plus» στην Κορνουάλη, με καλεσμένους της την Αυστραλία, την Ινδία, τη Νότια Κορέα και τη Νότια Αφρική. Ενδεικτική και η ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ των συμμάχων των πέντε ματιών (Five Eyes) - πέντε χωρών, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, τη Νέα Ζηλανδία, την Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, με στόχο τον από κοινού έλεγχο και την παρακολούθηση της περιοχής του Ειρηνικού Ωκεανού.

Τέλος, η συμφωνία AUKUS στέλνει προς όλες τις κατευθύνσεις το μήνυμα ότι η Αμερική επιστρέφει δριμύτερη στο διεθνές σκηνικό, μόλις τρεις εβδομάδες μετά την άδοξη αποχώρηση από το Αφγανιστάν και τη χαοτική έξοδο από την Καμπούλ, υπενθυμίζοντας ότι ο Ινδο-Ειρηνικός είναι το σημείο όπου οι ΗΠΑ θα εστιάσουν το ενδιαφέρον τους στο μέλλον.

Ένα μήνυμα που απομένει να δούμε πόση δόση αλήθειας έχει, αλλά που οπωσδήποτε αφενός προσανατολίζει την Ευρώπη προς μια αυτόνομη κοινή πολιτική άμυνας (χωρίς ενδεχομένως την ομπρέλα του ΝΑΤΟ) έτσι ώστε να μπορεί να διαδραματίσει και αυτή ως διεθνής δρών το ρόλο της στο νέο διεθνές σκηνικό.

Μια τέτοια κοινή ευρωπαϊκή άμυνα δύναται να μας ωφελήσει απέναντι στην αναθεωρητική γείτονα, εντούτοις απαιτεί σημαντική εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας από όλα τα κράτη μέλη, γεγονός που την καθιστά δυσεπίτευκτη.

Επίσης, η AUKUS δίνει το μήνυμα και σε περιφερειακούς παίκτες, όπως είναι η Τουρκία, ότι πρέπει και αυτοί να λάβουν τη θέση τους σε αυτό το νέο παιχνίδι, σε αυτή τη νέα κατανομή ισχύος.

Στην τελευταία περίπτωση ενδεχομένως να δούμε τη γείτονα να στρέφει περισσότερο τη ματιά της προς Ανατολάς, και συγκεκριμένα προς το Αφγανιστάν (το οποίο η Κίνα επιθυμεί να «προσεγγίσει»). Και όχι τόσο προς τη Μεσόγειο. Σε αυτήν, ενδεχομένως, θα τηρήσει στάση αναμονής, τουλάχιστον για το άμεσο μέλλον.

Αφενός, οι συνθήκες για την εξόρυξη υδρογοναθράκων εκεί δεν είναι πλέον τόσο πρόσφορες, όσο στο παρελθόν και οι εμπλεκόμενοι δρώντες, ΗΠΑ, ΕΕ και Ρωσία φαίνεται, κατ’ επέκταση, να τηρούν και οι ίδιες μια στάση αναμονής εν όψει των εξελίξεων, καθώς οι ενεργειακοί και οικονομικογεωπολιτικοί σχεδιασμοί στην περιοχή είναι ρευστοί.

Αφετέρου είναι, ούτως η άλλως, δύσκολο για κάθε κράτος να έχει πολλά “μέτωπα” ανοιχτά. Η όποια κινητικότητα, όπως η παρενόχληση του ερευνητικού πλοίου μέσα στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, θα συνεχιστεί, κυρίως όμως για εσωτερική κατανάλωση.

Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα πρέπει να έχει υπ’ όψιν ότι οι σχετικές κινήσεις των ΗΠΑ έρχονται σε μια εποχή που η επιρροή της Κίνας (αλλά και της Ρωσίας) αυξάνεται στις βόρειες και ανατολικές ακτές της Ευρασίας και συνεπώς έχουν ανάγκη από έναν φερέγγυο εταίρο στην περιοχή των Βαλκανίων και της Μεσογείου. Η Ελλάδα μπορεί να είναι αυτός, ιδίως όταν ο φονταμενταλισμός και ο μαξιμαλισμός της γείτονος δημιουργεί στη Δύση εύλογη ανησυχία. Η όποια δε εταιρική σχέση δύναται και πρέπει να οικοδομηθεί σε αμοιβαία ανταποδοτικά οφέλη.

***

Δρ. Ασπασία Αλιγιζάκη, Καθηγήτρια Διεθνών Σχέσεων στη Νομική Sorbonne Paris Nord/IdEF, Αντιδήμαρχος Πειραιά

Δημοφιλή