Επιστρέφοντας στη ζωή μετά από ένα τραυματικό συμβάν

Με αφορμή το δυστύχημα στα Τέμπη
MICROGEN IMAGES/SCIENCE PHOTO LIBRARY via Getty Images

Σύμφωνα με το Διαγνωστικό Εγχειρίδιο DSM-5, ο βαθμός ψυχικής δυσφορίας μετά την έκθεση σε ένα τραυματικό ή στρεσογόνο συμβάν διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα συμπτώματα μπορούν να γίνουν κατανοητά εντός πλαισίου άγχους και φόβου και σε άλλες ενδέχεται να είναι κυρίαρχα δυσφορικά και αποσυνδετικά συμπτώματα, ανηδονία, θυμός, επιθετικότητα, ή/και συνδυασμός των ανωτέρω. Δεδομένων των ποικίλων τρόπων με τους οποίους ένα τραυματικό γεγονός είναι δυνατόν να επιβαρύνει την ψυχική υγεία, έχει ταυτοποιηθεί μια ομάδα ψυχικών διαταραχών στις οποίες ένα τραυματικό ή αγχωτικό γεγονός δηλώνεται ρητά ως διαγνωστικό κριτήριο.

Η πλέον γνωστή από τις διαταραχές αυτές είναι η Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες ή Διαταραχή Στρες προκαλούμενη από Ψυχοτραυματικό Γεγονός (Post Traumatic Stress Disorder/PTSD). Πώς μπορούν, ωστόσο, να αναγνωριστούν τα συμπτώματα αυτής της διαταραχής; Σύμφωνα με το προαναφερθέν διαγνωστικό εγχειρίδιο, τα διαγνωστικά κριτήρια για τη Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες σε ενήλικες, εφήβους και παιδιά άνω των έξι ετών περιλαμβάνουν αρχικά την έκθεση σε πραγματικό ή πιθανό θάνατο, σοβαρό τραυματισμό ή σεξουαλική βία μέσω της άμεσης βίωσης του τραυματικού γεγονότος ή ως αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων που συνέβησαν σε άλλους ή μαθαίνοντας ότι το τραυματικό γεγονός συνέβη σε μέλος της στενής οικογένειας/σε στενό φίλο ή βιώνοντας επαναλαμβανόμενη έκθεση σε απεχθείς λεπτομέρειες του τραυματικού γεγονότος.

Παράλληλα, η εν λόγω διαταραχή μπορεί να περιλαμβάνει τα ακόλουθα συμπτώματα που συνδέονται με το τραυματικό γεγονός: ακούσιες και παρεισφρητικες αλγεινές αναμνήσεις του τραυματικού γεγονότος, επαναλαμβανόμενα οδυνηρά όνειρα, αποσυνδετικές αντιδράσεις (π.χ. αναβιώσεις) στις οποίες το άτομο αισθάνεται ή ενεργεί σαν να ξανασυμβαίνει το τραυματικό γεγονός, έντονη και παρατεταμένη ψυχολογική καταπόνηση κατά την έκθεση σε εσωτερικές ή εξωτερικές ενδείξεις που συμβολίζουν ή προσιδιάζουν προς ένα χαρακτηριστικό του τραυματικού γεγονότος και σημαντικές σωματικές αντιδράσεις. Επίσης, παρατηρείται επίμονη αποφυγή ερεθισμάτων που συνδέονται με το τραυματικό γεγονός όπως θλιβερές αναμνήσεις, σκέψεις ή αισθήματα και στοιχεία υπενθύμισης (π.χ. πρόσωπα, τοποθεσίες, διάλογοι, αντικείμενα).

Αξιοσημείωτες είναι και οι αρνητικές μεταβολές στις νοητικές διεργασίες και τη διάθεση όπως ανικανότητα ανάκλησης σημαντικού χαρακτηριστικού του τραυματικού γεγονότος και υπέρμετρα αρνητικές πεποιθήσεις για τον εαυτό, τους άλλους ή τον κόσμο. Ακόμη, αναφέρονται αισθήματα αποστασιοποίησης ή/και αποξένωσης από τους άλλους και χρόνια ανικανότητα βίωσης θετικών συναισθημάτων.

Τέλος, μπορεί να παρατηρηθούν σημαντικές μεταβολές στο βαθμό εγρήγορσης και την αντιδραστικότητα όπως ευερέθιστη συμπεριφορά ή ξεσπάσματα θυμού (με ελάχιστη ή καθόλου πρόκληση), ριψοκίνδυνη ή αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, υπερεγρήγορση, προβλήματα συγκέντρωσης και δυσκολίες ύπνου.

Για παράδειγμα, όποιος/α έχει βιώσει έναν καταστροφικό σεισμό, είναι πιθανόν να αποφεύγει για μακρό χρονικό διάστημα μετά το συμβάν σχετικές ειδήσεις ή ερεθίσματα που σχετίζονται με τραυματισμό ή θάνατο. Στην προσπάθεια του να καταπιέσει και να αποφύγει τις εμμένουσες δυσάρεστες σκέψεις σχετικά με ό,τι έχει συμβεί και να νιώσει ότι είναι λειτουργικός και ότι έχει έλεγχο των καταστάσεων ενδέχεται να εργάζεται υπερβολικά σε σημείο τέτοιο ώστε να οδηγηθεί στην κοινωνική απομόνωση και τη σωματική εξάντληση. Παράλληλα, μπορεί να έχει αϋπνίες ή ταραχώδη ύπνο με εφιάλτες και να είναι ιδιαίτερα ευέξαπτος με δυσάρεστες συνέπειες στις διαπροσωπικές του σχέσεις. Αντίστοιχα συμπτώματα έχουν εκδηλώσει στρατιώτες που έχουν επιστρέψει από τα πεδία των μαχών, πρόσφυγες και όσοι/ες έχουν βιώσει φυσικές καταστροφές, τροχαία δυστυχήματα και σεξουαλική κακοποίηση.

H διάρκεια των συμπτωμάτων συνήθως είναι άνω του μήνα και η συγκεκριμένη διαταραχή προκαλεί σημαντική ψυχική καταπόνηση με σοβαρές επιπτώσεις στον κοινωνικό, τον επαγγελματικό ή/και άλλους σημαντικούς τομείς της δραστηριοποίησης του ανθρώπου.

Ειδικότερα, στα μικρά παιδιά είναι δυνατόν να εκδηλωθεί αλαλία, νυχτερινή ενούρηση καθώς και υπερβολική προσκόλληση σε κάποιον γονέα/κηδεμόνα. Ορισμένα από τα ανωτέρω συμπτώματα μπορεί να παρατηρηθούν μετά από την έκθεση σε ένα τραυματικό γεγονός ως αντίδραση σε αυτό και πολλές φορές ενδέχεται να παρέλθουν εντός διαστήματος τριών εβδομάδων περίπου χωρίς αυτό να συνιστά λόγο ανησυχίας. Όπως προαναφέρθηκε, ο κάθε άνθρωπος αντιδρά διαφορετικά και η έκθεση σε ένα τραυματικό γεγονός δεν συνεπάγεται αυτόματα την ανάπτυξη Διαταραχής Μετατραυματικού Στρες.

Ωστόσο, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η συμπτωματολογία εμμένει επί μακρόν και επιφέρει συνέπειες σε διάφορους τομείς του βίου και της λειτουργικότητας του ατόμου θεωρείται επιβεβλημένη η αναζήτηση βοήθειας από επαγγελματία ψυχικής υγείας.

***

Ο Αλέξανδρος-Σταμάτιος Αντωνίου είναι Καθηγητής Ψυχολογίας του ΕΚΠΑ

Δημοφιλή