Οι τρακαδόροι του Νότου…

Οι τρακαδόροι του Νότου…
Richard Baker via Getty Images

Πώς πρέπει να ονομάσει κανείς ένας έθνος που πρώτα απλώνει το χέρι για να μπορεί να χρηματοδοτεί με τη βοήθεια τρίτων μια ωραία ζωή και μετά απειλεί τους πιστωτές του, όταν εκείνοι ζητούν τα δανεικά πίσω;

Αυτό ρωτάει στον σοβαρό Spiegel, που όπως μου έλεγε παλιά ένα χαριτωμένο γεροντάκι στη Γερμανία μπορούν να τον διαβάζουν μόνο όσοι έχουν απολυτήριο Λυκείου και πάνω. Και μόλις το είδα ήμουν σίγουρος από τη διατύπωση του ερωτήματος ότι αναφέρεται στο έθνος των Ελλήνων. Είχα δει από το 2010 μέχρι το 2014 εκατοντάδες κείμενα στον ημερήσιο γερμανικό ηλεκτρονικό τύπο γύρω από την ελληνική κρίση χρέους και η πρώτη αντίδραση ήταν «πάλι τα ίδια…». Έπεσα έξω, διότι αυτή τη φορά το ίδιο πνεύμα και η ίδια φρασεολογία στοχεύουν ένα άλλο έθνος, το ιταλικό. Έθνος (κράτος) αλλά και λαό. Οι Ιταλοί εν γένει, χωρίς διακρίσεις. Ιδεολογικό σπορ γνωστό όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες του Βορρά και του Νότου. Αλλά στο άθλημα η Γερμανία είναι διαχρονικά πρωταθλητής, με ένα μικρό διάλειμμα αμέσως μετά την ήττα, όπου ο εθνοτικός λόγος λούφαξε για να επανέλθει αργότερα, στην αρχή κόσμιος, αλλά αργότερα δραστικός και επιθετικός με την ελληνική περίπτωση. Το τι γράφτηκε και τι ειπώθηκε για τους χρεοκοπημένους Έλληνες, τους πατενταρισμένους «Pleite-Griechen», είναι απίστευτο για μια χώρα που έζησε την εμπειρία του ναζισμού και ας ελπίσουμε ότι επρόκειτο για έναν πολύ δυσάρεστο δημοσιογραφικό εκτροχιασμό που τελικά δεν πέτυχε το στόχο του. Διότι τυχαίος δεν ήταν ο επιθετικός λόγος και ο στόχος του ήταν πολύ ευρύτερος από την νομιμοποίηση της επιβολής σκληρών όρων λιτότητας και γερμανικής οικονομικής παρουσίας στην Ελλάδα.

Η ελληνική κρίση εργαλειοποιήθηκε από την γερμανική πολιτικο-οικονομική και μιντιακή ελίτ για την προώθηση μεγαλογερμανικών στόχων που για άγνωστους προς το παρόν λόγους – προφανώς δεν ήταν μόνον ο αμερικανικός παράγοντας που συνετέλεσε στην αποτυχία του – δεν ευδοκίμησε. Όσοι θεωρούν τις σκέψεις αυτές «συνωμοσιολογικές», ας κάνουν πρώτα το κόπο να διαβάσουν τον ίδιο τον γερμανικό τύπο. Μπορεί να αλλάξουν γνώμη…

Είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι ο ίδιος λόγος, η ίδια ρητορική και επιχειρηματολογία, με τους ίδιους τόνους επανέρχεται και για την περίπτωση της Ιταλίας, για να υπενθυμίσει πόσο επισφαλές είναι το σημερινό ευρωπαϊκό οικοδόμημα όχι μόνο στον τομέα της οικονομίας, αλλά και της λεγόμενης κοινής ευρωπαϊκής διάστασης και ταυτότητας. Η Δύση και οι αξίες της, την οποία συχνά και δικαίως επικαλούμαστε, είναι σήμερα μια εντελώς διαφορετική Δύση από αυτή που γνωρίζαμε στην εποχή του λεγόμενου ψυχρού πολέμου, όπου έπρεπε αναγκαστικά να κάνει τις υποχωρήσεις της σε πολλούς τομείς λόγω του αντίπαλου δέους. Το KaDeWe (το εμπορικό της Δύσης) στην καρδιά του Δυτικού Βερολίνου, λίγες εκατοντάδες μέτρα από την πύλη του Βραδεμβούργου, δεν ήταν η μόνη βιτρίνα τη Δύσης, ήταν και τα εργασιακά και το κοινωνικό κράτος. Ο δυτικός κόσμος τότε χρειαζόταν μόστρα και την οικοδομούσε σχολαστικά. Το κοινωνικό κράτος δεν ήταν μόνο σοσιαλδημοκρατικό προϊόν, αλλά και αυτονόητη προτεραιότητα των συντηρητικών κομμάτων στην Ευρώπη, και ειδικά στη Γερμανία. Η ανάγκη της βιτρίνας εξέλιπε μετά το 1990, και οι προτεραιότητες άλλαξαν. Οικονομικά εύπορες «μειονότητες» που επικεντρώνουν στο δικαίωμα της ηδονής και της «απόλαυσης», διεύρυνση προς τα άκρα των ορίων της κανονικότητας στον τομέα των ατομικών δικαιωμάτων , life style και κινητά στους φτωχούς και τους άνεργους για να μπορούν να απολαμβάνουν το θέαμα της πολυτελούς ζωής των προυχόντων και των «αστέρων» είναι οι σημερινές προτεραιότητες. Παντού εναλλακτικές και ελευθερία στην επιλογή τους, εκτός από τον χρηματο-πιστωτικό τομέα, όπου οι κώδικες είναι πιο ανελαστικοί και από τους θεολογικούς κανόνες. Εφαρμοσμένη γνώση, αποτελεσματικότητα και ανταγωνιστικότητα είναι τα ιδεώδη της εποχής. Αποστάσεις από τις ανθρωπιστικές σπουδές και την αντίστοιχη παιδεία. Μορφωμένος σε λίγο θα είναι πια αυτός που μπορεί να κατεβάζει γρήγορα εφαρμογές στο κινητό και στο τάμπλετ.

Το «Ίλιντεν» άγνωστη λέξη για τη μεγάλη πλειοψηφία όσων θα κληθούν κάποια στιγμή ως πολίτες να αξιολογήσουν το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης με την ηγεσία της γειτονικής και φίλης χώρας. Το σχολείο μας περί άλλων μεριμνά και τυρβάζει και τα τηλεοπτικά «σχολεία» προτιμούν να μορφώνουν το κοινό μέσω των Διάσημων και των Μαχητών...

Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα αρθρώνεται και ο λόγος περί των διαφορών των λαών και των εθνών, επανεμφανίζεται ο εθνοτικός ρομαντισμός του 18ου αιώνα στη νέα μας διχασμένη «Δύση». Ποιο ήταν το “story” του γερμανικού τύπου – και όχι μόνο του γερμανικού – για την ελληνική κρίση χρέους;

Η πρώτη και βασική διαπίστωση: ζείτε – οι Έλληνες γενικώς - πέρα από τις δυνατότητές σας. Η «διαπίστωση» μας θύμιζε τον γείτονα που βλέπουμε να απολαμβάνει ένα επίπεδο ζωής, χλιδή και ανέσεις, που δεν μπορεί να αγοράσει με αυτά που κερδίζει, αλλά με αυτά που δανείζεται. Ένα είδος Ζορμπά, καλοπερασάκια και στο τέλος μπαταχτσή, διότι δεν έχει να πληρώσει τα δανεικά και δεν νιώθει τύψεις για την περίσταση. Και σαν να μην έφτανε αυτό, έχει το θράσος να απαιτεί να διαγραφούν τα χρέη. Η καλή ζωή, λένε, δεν μας άξιζε, αλλά την είχαμε αποκτήσει στα μουλωχτά, παρασιτώντας. Ρουφούσαμε το χρήμα – τους κόπους – των άλλων για να ζήσουμε εμείς άνετα και καλά, ενώ εκείνοι έπρεπε να δουλεύουν σαν ηλίθιοι για να πληρώνουν τις διακοπές μας και τις σπατάλες μας.

Και γιατί, υποτίθεται, όλη αυτή η τάση μας για χλιδή και καλή ζωή;

Διότι, λένε, έτσι είναι ο εθνικός μας χαρακτήρας, είμαστε ανορθολογικό δημιούργημα, νότιοι, με νοοτροπία χαλαρή, χωρίς προνοητικότητα, ρεμπέτ ασκέρι. Να λοιπόν και η υποτιθέμενη φύση της ελληνικής «φυλής» που συνοδεύει το αφήγημα περί απωλεσθέντος παραδείσου, τον οποίο υποτίθεται ζήσαμε και τον οποίο δεν αξίζαμε, αλλά τον κερδίσαμε προσωρινά ξεγελώντας, ως απόγονοι του Οδυσσέα – ναι, τουλάχιστον μας αναγνωρίζουν τη συνέχεια - τους Κουτόφραγκους. Die Griechen tricksen……Greek statistics…

Η Αφροδίτη της Μήλου με την χυδαία χειρονομία ήταν η εικαστική επιτομή αυτού που υποτίθεται ότι είμαστε.

Βέβαια, θα μου πείτε, ποια χλιδή; Τη «χλιδή» των φοιτητών μου που από τα μέσα του 1980 και μετά δεν ήξεραν τι να κάνουν το πτυχίο τους και γράφονταν σε μια ατέλειωτη επετηρίδα μήπως και μπορέσουν να βγάλουν μετά από δεκαετίες ένα κομμάτι ψωμί; Και που σήμερα είτε γραφτούν είτε όχι σε νέες επετηρίδες, είτε συμμετάσχουν στον διαγωνισμό του ΑΣΕΠ το μόνο που γνωρίζουν είναι ότι στους 100 οι 90 πρέπει να αποτύχουν, διότι το σχολείο μπορεί να απορροφήσει μόνο δέκα, έτσι όπως έχουν έρθει τα πράγματα στον οικονομικό και τον δημογραφικό τομέα; Αλλά το γερμανικό αφήγημα για την ελληνική κρίση χρειαζόταν έναν φανταστικό παράδεισο να προηγείται της πτώσης από αυτόν, λόγω του προπατορικού αμαρτήματος του χρέους…

Τώρα είναι η σειρά των Ιταλών που δεν συμμορφώθηκαν και δεν ψήφισαν αυτό που έπρεπε, ό,τι θα ψήφιζαν οι χρηματαγορές, δηλαδή σταθερότητα και συμμόρφωση στην ευρωπαϊκή οικονομική και πολιτική ορθότητα. Και αντί αυτή η έκρηξη θυμού και απελπισίας μαζί να προβληματίσει το καλό περιοδικό και τους αρθρογράφους του, τους οδηγεί στην ίδια κασέτα, τη γνωστή από την περιγραφή των Ελλήνων μετά το 2010: πώς ονομάζεται το έθνος που πρώτα ανοίγει το χέρι για να δανειστεί και να χρηματοδοτήσει μια ντόλτσε βίτα και μετά απειλεί τους πιστωτές του όταν εκείνοι τα ζητούν πίσω; Μπαγαμπόντες, τρακαδόροι. Φυσικά αν είχαν ψηφίσει “ορθά”, κανείς δεν θα είχε ασχοληθεί με το θέμα. Όμως ψήφισαν ανάποδα και οι “διορθωτικές” κινήσεις ξεκίνησαν μέσα από την ίδια την Ιταλία: ο πρόεδρος της χώρας γνωρίζει καλύτερα ποια είναι τα συμφέροντα του λαού παρά ο ίδιος ο λαός. Τα ζητήματα είναι πολύπλοκα και η ελίτ τα συλλαμβάνει, όχι όμως το πόπολο, οι τρακαδόροι κατά τον Spiegel.

Στο Νότο, λοιπόν, της Δύσης οι τρακαδόροι, οι μπαταχτσήδες, οι σπάταλοι, οι καλοπερασάκηδες και οι παπατζήδες, κάτι πολύ χειρότερο από τα τζιτζίκια του μύθου, βεβαίως.

Στο Βορρά, και ειδικά ανάμεσα στον Έλβα και το Ρήνο, οι εργατικοί, οι σοβαροί, οι προνοητικοί, οι εργατικοί, οι σφιχτοί στις δαπάνες, που όμως δεν έχουν, υποτίθεται, τις ανέσεις, τον πλούτο, τις πολυτέλειες και τη χλιδή των Νοτίων. Γιατί; Επειδή σαν κορόϊδα – η σωστή λέξη είναι απαγορευμένη – πρέπει να στερούνται αυτοί για να πληρώνουν με δανεικά και αγύριστα τη δική μας ντόλτσε βίτα.

Αυτή είναι η ιδεολογία του καφενείου με την οποία οι φορείς του γερμανικού οικονομικού και πολιτικού μεγαλοϊδεατισμού προσπαθούν να νομιμοποιήσουν στις συνειδήσεις του κοινού στη χώρα αυτή, στη χώρα των απίστευτων εξαγωγών και τεράστιων πλεονασμάτων εξ αιτίας του ευρώ, αλλά και των δυσθεώρητων κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων, την ορθότητα και την αναγκαιότητα της γερμανικής στάσης στην Ευρώπη.

Κυρίες και κύριοι ετοιμαστείτε, παρά το προεδρικό βέτο που εκπέμπει μήνυμα συμμόρφωσης, για ένα μακροχρόνιο σεμινάριο εθνολογίας για τον «Ιταλό», μετά από αυτό που προηγήθηκε για τον «Έλληνα», από τα γερμανικά μίντια - από τη Bild μέχρι τον Spiegel. Μέχρι πριν από μερικά χρόνια γνωρίζαμε μόνο για τα δημοσιεύματα περί «Εβραίου» από τα ναζιστικά γερμανικά μέσα ενημέρωσης. Τα ξέχασαν άραγε τόσο γρήγορα οι σημερινοί αρθρογράφοι και σχολιαστές των σοβαρών γερμανικών περιοδικών; Ας κρατήσουμε, λοιπόν, οι εραστές της «Δύσης» κάπως χαμηλότερους τόνους και ας ξεχάσουμε τη Δύση που γνωρίζαμε. Τουλάχιστον για την δική μας Δύση, την ευρωπαϊκή, ας βάλουμε μπροστά και το επίθετο «γερμανική», έστω με ερωτηματικό, για να είναι η εικόνα πιο ρεαλιστική. Για το τι πρέπει και τι μπορούμε να κάνουμε μετά, το συζητάμε. Πάντως μια Ένωση από την οποία παύουν να ωφελούνται όλοι οι ενωμένοι και ωφελείται κυρίως ένας, δεν ενθουσιάζει και τόσο.

Δημοφιλή