Γεωπολιτική και συναίσθημα

Είναι δόκιμος ο όρος της «διπλωματίας των σεισμών»; Παρατηρείται οιουδήποτε περιεχομένου ταυτοσημία μεταξύ της Γεωπολιτικής και του συναισθήματος;
Anadolu Agency via Getty Images

Ο τίτλος του παρόντος κειμένου θα μπορούσε να είναι και «Επιστροφή στα αυτονόητα» ή «Επανάληψη μήτηρ πάσης μαθήσεως», καθώς η υπενθύμιση της σκληρής πραγματικότητας σε περιόδους άκρατης αισιοδοξίας αποτελεί ανάγκη και υποχρέωση. Είναι δόκιμος ο όρος της «διπλωματίας των σεισμών»; Παρατηρείται οιουδήποτε περιεχομένου ταυτοσημία μεταξύ της Γεωπολιτικής και του συναισθήματος; Προφανώς όχι, αν λάβουμε υπόψιν την ιδιοσυστασία της Γεωπολιτικής ως πεδίο αντικειμενικής περιγραφής, όπως έχει αποτυπωθεί από τον Ομότιμο Καθηγητή του Ε.Κ.Π.Α. Ιωάννη Μάζη.

Ο Παναγιώτης Κονδύλης έγραψε στο έργο του «Μελαγχολία και Πολεμική» ότι «η ανθρώπινη πραγματικότητα υπάρχει και ζει από τους φόβους και τις ελπίδες». Οι άνθρωποι συμφιλιώνονται ή εχθρεύονται αλλήλους υπό το πρίσμα του φόβου, της ελπίδας, της απειλής, της προσμονής, της πίστης, της ανάγκης για συντροφικότητα. Τα ψυχόρμητα καθορίζουν τις σκέψεις και τις αποφάσεις των ανθρώπων, με τα τελικά αποτελέσματα να επιφορτίζονται εν πολλοίς από το τυχαίο και το απροσδόκητο. Όμως, ο ίδιος ο Κονδύλης διατύπωνε και ορθώς μια αρκούντως διαφορετική θεώρηση, όταν υπεισερχόταν στο συλλογικό. Πρόκειται για την «παθογένεια» του «μεσογειακού ταπεραμέντου», η οποία μας κάνει να συγχέουμε την ψυχή και το συναίσθημα με τη realpolitik.

Το κράτος αποτελεί έναν οργανισμό, καθόλα ορθολογικό που λειτουργεί με άξονα την προσμέτρηση κόστους-οφέλους και δεν παρασύρεται από το συναίσθημα. Λειτουργεί εντός περιβάλλοντος αβεβαιότητας και προς τούτο, αποζητά τη μεγιστοποίηση της ισχύος του, με στόχο την αποτελεσματική διαχείριση των διλημμάτων ασφαλείας, τα οποία τίθενται ή δύνανται να τεθούν εις βάρος του. Το «μεσογειακό ταπεραμέντο» δεν χωράει σε μια συνεπή γεωπολιτική ανάλυση, η οποία οφείλει να είναι αποστειρωμένη και να προσφέρει μακροπρόθεσμη θέαση του διεθνούς γίγνεσθαι.

Οι τεράστιες καταστροφές από τον πρόσφατο σεισμό στην Τουρκία ενδεχομένως να αναβάλουν την εκτύλιξη της επιθετικής τουρκικής στρατηγικής, όπως ιστορικά την ανέβαλαν οι πτωχεύσεις του 2000 και του 2001, λίγους μήνες μετά τους σεισμούς του 1999… Το επί της παρούσης εκτιμώμενο κόστος των 85 δισ. ευρώ πιθανόν να μεταθέσει την υλοποίηση των νεοοθωμανικών σχεδίων, αλλά θεωρείται απίθανο να τα ακυρώσει οριστικά. Άλλωστε, όπως παρατηρήθηκε και στις δηλώσεις των Τούρκων αξιωματούχων, οι ευχαριστίες και η ευγνωμοσύνη συνοδεύτηκαν με την ευχή «να επιστρέψουμε στο διάλογο». Άραγε σε ποιο διάλογο; Για ποια θέματα; Υπό ποιους όρους;

Ο νεοοθωμανισμός διαπερνά εγγενώς την τουρκική κρατική δομή και χαρακτηρίζει τη στρατηγική συμπεριφορά της Άγκυρας σε όλα τα επίπεδα. Ουδόλως τυχαία είναι η κριτική της Τουρκικής Αντιπολίτευσης προς την Κυβέρνηση, σύμφωνα με την οποία πρέπει να τεθεί ζήτημα για περισσότερα νησιά και η Τουρκία να καταστεί πιο επιθετική.

Η ανάγκη αναθεώρησης της Συνθήκης της Λοζάνης έχει καταστεί πλέον πεποίθηση στην Τουρκία, με σημείο εκκίνησης την εκτίμηση ότι διαθέτει τις ευκαιρίες, την «αυτοκρατορική νομιμοποίηση» και τις δυνατότητες να τη μετουσιώσει επί του χάρτη. Αν η εκτίμηση αλλάξει βάσει της χρονικής συγκυρίας, τούτο δεν σημαίνει ότι θα αλλάξει η συνολική πρόθεση. Εξάλλου, η εν λόγω στρατηγική – όπως και κάθε στρατηγική παραχθείσα υπό όρους κρατικού ορθολογισμού και κατ’ επέκταση συμφέροντος – δεν αλλάζει σύμφωνα με τη συγκυρία και τούτο επαληθεύεται στη διαχρονία των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Αναμφίβολα, η Ελλάδα έπραξε το καθήκον της και απέστειλε άμεσα σωστικά συνεργεία στις σεισμόπληκτες περιοχές. Ο ανθρωπισμός συνιστά ένα παντελώς διαφορετικό ζήτημα εν σχέσει με τους διακρατικούς ανταγωνισμούς. Γι’ αυτό το λόγο, επί παραδείγματι, ήταν απολύτως εύλογη, αναγκαία και επιθυμητή η αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στην Ουκρανία μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής, αλλά συνιστά άλλης τάξης ζήτημα η αποστολή αμυντικού υλικού. Για τους ίδιους λόγους, είναι τεκμηριωμένα ορθό το συμπέρασμα ότι η Τουρκία εργαλειοποιεί τους μετανάστες για να δημιουργήσει συνθήκες κατατριβής στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά θα ήταν κατάπτυστη η αντιμετώπιση αυτών των ανθρώπων τρόπον τινά ως «αντίπαλα όπλα».

Στην νεωτερική κρατική δομή μετουσιώνεται η ανάγκη αυθυπαρξίας και αυτοπροσδιορισμού του ανθρωπολογικού υποκειμένου και κατ’ επέκταση, σε συνθήκες διεθνούς αναρχίας το κράτος ισχυροποιείται προς διατήρηση αυτής της ελευθερίας. Είναι δεδομένο ότι η εν λόγω ισχυροποίηση προκύπτει υπό σχετικούς όρους, δηλαδή εις βάρος του πραγματικού ή δυνητικού ανταγωνιστή, αλλά τούτο δεν έχει καμία σχέση με το δράμα και τη δυστυχία ολόκληρων λαών, στους οποίους άπαντες οφείλουν να είναι αλληλέγγυοι. Ο ανταγωνισμός ενυπάρχει στη διεθνή πολιτική σε επίπεδο διακρατικής διαπάλης και γι’ αυτό το λόγο, εδραία παραδοχή των συνεπών αναλυτών είναι ότι το διεθνές σύστημα είναι κρατοκεντρικό, με την ανάλυση να είναι θουκυδίδεια και άρα, συντεταγμένη με τον ανθρώπινο πολιτισμό, και όχι σαδιστική, παραδομένη στην ακραία παρόρμηση.

Δημοφιλή