Πεδίον του Άρεως: Ανέστιοι πρόσφυγες στον δρόμο των ηρώων

Πεδίον του Άρεως: Ανέστιοι πρόσφυγες στον δρόμο των ηρώων
HuffPost Greece

Δέκα μέρες τώρα κοιμούνται σε σκηνές στο Πεδίον του Άρεως- πενήντα οικογένειες, ανάμεσά τους περισσότερα από 150 παιδιά, από βρέφη έως 12 ετών. Όλοι τους Αφγανοί, πολίτες μιας χώρας που τριάντα χρόνια τώρα βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση- εναντίον του σοβιετικού επεκτατικού ολοκληρωτισμού, των ισλαμοφασιστών που εκεί έθρεψαν σε λαϊκά κινήματα- πειραματιζόμενες εκ του ασφαλούς, όπως αφελώς νόμιζαν τότε- οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες και η κυβερνώσα Νέα Δεξιά. Άνθρωποι που ζούσαν υπό την απειλή των τοπικών, παρακρατικών πολεμάρχων και η ζωή τους εξαρτιόταν από ένα λάθος του χειριστή του drone πάνω από τα κεφάλια τους, όλοι τους πιθανοί «φόνοι εξ αμελείας», ατιμώρητοι οι εκτελεστές τους με το μαχαίρι ή το button. Από τα χωράφια ή τις πόλεις τους ορμώμενοι με φόβο και ελπίδα, διέσχισαν πεζoί το Ιράν, την Τουρκία, πέρασαν με βάρκες στην Ελλάδα, στην Ευρώπη- όπως χιλιάδες χρόνια πριν οι άνθρωποι μετανάστευαν στον κόσμο, αναπλάθοντας τον διαρκώς. Τώρα ζούνε στο δρόμο των Ηρώων, ανάμεσα στις προτομές (των) Αγωνιστών. Βλέπω των Αμίρ Χουσείν - ενός μηνός ''ανθρωπάκι''- πέρασε το Αιγαίο με βάρκα, ζει μέσα σε μια σκηνή στο αθηναϊκό λιοπύρι και μαζεύει δυνάμεις για να διασχίσει τα σύνορα των Βαλκανίων.

«Πριν από ένα μήνα περίπου, 20 οικογένειες Αφγανών προωθήθηκαν σχετικά εύκολα από τα Βαλκάνια και έφτασαν, απροσδόκητα γρήγορα, στη Γερμανία. Μαθεύτηκε αυτό από τα τηλέφωνα και τα social media σε συγγενείς και φίλους, στο Αφγανιστάν και στην Τουρκία, όπου κάποιοι ζούσαν, πούλησαν τα πάντα και έφυγαν, ελπίζοντας στην ίδια τύχη», μου λέει ο Αράς, απόφοιτος ηλεκτρονικός των ΤΕΙ, που με βοηθάει στις μεταφράσεις. «Στην Τουρκία ζούνε ενάμιση εκατομμύριο Αφγανοί. Η αστυνομία δεν τους ενοχλεί, κι ας μην έχουν χαρτιά, όπως και τους Σύριους. Ακόμα και η κυβέρνηση τους υποστηρίζει, είναι μια κεντρική πολιτική, ανθρωπιστική αλλά και βασισμένη στο κοινό θρήσκευμα και τις ιστορικά καλές σχέσεις». Σύμφωνα με τον Αράς περίπου 500 συμπατριώτες του «περιμένουν στα νησιά- Σάμο Μυτιλήνη και Ρόδο». «Σε δυο τρεις μέρες θα είναι εδώ, δεν έχουν που αλλού να πάνε», λέει ο ίδιος.

Γύρω μας, στους δυο κάθετους δρόμους όπου έχει στηθεί ο φτωχικός καταυλισμός, τα παιδιά παίζουν, οι άντρες συζητάνε καθισμένοι κατάχαμα, γυναίκες ταίζουν τα μικρά και πλένουνε ρούχα. Οι περισσότερες οικογένειες είναι μεγάλες, συχνά συμπεριλαμβάνουνε και ηλικιωμένους παππούδες, συνήθως σιωπηλούς με σκεπτικό, καρτερικό βλέμμα. Στο εσωτερικό των σκηνών όσα μπόρεσαν να φέρουν μαζί τους, ρούχα, λίγα σκεύη, κάποιο παιδικό παιχνίδι. Η Αφγανική Κοινότητα Ελλάδας διοργανώνει συσσίτιο- συσκευασμένες μερίδες φαγητού διανέμονται μέσα από ένα πορτ μπαγκάζ σε δύο ουρές ανθρώπων, οι γυναίκες στη μια, οι άντρες στην άλλη, παιδιά, ανάμικτα, και στις δυο. Οι ελλείψεις πολλές, κυρίως όσον αφορά τις συνθήκες υγιεινής.

Πρόσφυγες στο Πεδίον του Άρεως

Υπάρχουν μόνο 4 υπαίθριες τουαλέτες, ξέχειλες πλέον από τις ακαθαρσίες. Μόνο δύο βρύσες, με νερό που δεν είναι πόσιμο, για να πλένονται και να κάνουν μπουγάδα. Οι γυναίκες βρίσκονται στη δυσχερέστερη- πως να πλυθούν σε κοινή θέα; Τα παιδιά, στη συντριπτική τους πλειονότητα είναι ανεμβολίαστα, μερικά παντελώς. Χρειάζονται πάμπερς, γάλατα, σκεύη και μπιμπερό. Οι «Γιατροί του Κόσμου» και το «Χαμόγελο του Παιδιού» συνέδραμαν. Κλιμάκιο του ΚΕΕΛΠΝΟ βρέθηκε στο χώρο το πρωί του Σαββάτου για να εκτιμήσει την κατάσταση και τις ανάγκες. Υποσχέθηκαν να στείλουν κινητή μονάδα, με ψυχολόγο, παιδίατρο και παθολόγο άμεσα, ίσως και δεύτερο τιμ για να αναλάβει τους δεκάδες τοξικομανείς που συνυπάρχουν στην ευρύτερη περιοχή του πάρκου και ώστε να αποφευχθούν πιθανά προβλήματα και εντάσεις από τον συγχρωτισμό τους με τους μετανάστες. Μαζί με τις οργανώσεις, τις ΜΚΟ και τους κρατικούς φορείς, έμπρακτη αλληλεγγύη δείχνουν και πολίτες που προσφέρουν ρούχα, παπούτσια, φαγητό, καλή καρδιά και διάθεση να βοηθήσουν.

Ο Καζίμ είναι πρόεδρος της Αφγανικής Κοινότητας Ελλάδας. «Ήρθαν εδώ γιατί δεν βρήκαν άλλο καταφύγιο- δε μπορούν να παραλάβουν χρήματα από τους συγγενείς τους και όλοι τους σκοπεύουν να ξεκινήσουν πολύ σύντομα για το τελικό στάδιο του ταξιδιού τους, προς τα βορειοδυτικά», μου λέει. Πράγματι, οι μετανάστες στο Πεδίο του Άρεως ανήκουν στην κατηγορία των «τράνζιτ» μεταναστών- γιατί, όσον αφορά την Ελλάδα, την αντιμετωπίζουν ως πύλη της Ευρώπης και όχι ως μελλοντικό τόπο διαμονής τους. Από μέρα σε μέρα κάθε οικογένεια θα ταξιδέψει προς τη βόρεια Ελλάδα, θα προσπαθήσει να περάσει τα σύνορα με τη FYROM και μέσα από Σερβία και Ουγγαρία να φτάσει στην Αυστρία. «Στην Ελλάδα η αστυνομία τους δίνει ένα σημείωμα που τους επιτρέπει να παραμείνουν νόμιμα στη χώρα για ένα μήνα. Και οι ίδιοι δεν καταθέτουν καν αίτηση ασύλου στις ελληνικές αρχές- κρατάνε αυτή τη δυνατότητα σαν ευκαιρία ζωής για τη Γερμανία και τη Σουηδία. Από τον ευρωπαϊκό νότο, Ελλάδα και Ιταλία, όλοι προσπαθούν να φύγουν, έχουν το γενικό πλάνο να πάνε Γερμανία, όπου μπορούν να βρουν μια δουλειά σε εργοστάσια και εστιατόρια», συνεχίζει ο ίδιος. Τον ρωτάω για την πραγματικότητα στο Αφγανιστάν σήμερα. Τα τελευταία χρόνια- μετά τις αλυσιδωτές ανακατατάξεις της αραβικής άνοιξης, τον συριακό εμφύλιο και την αιμοσταγή εδραίωση του ISIS σε εκτεταμένες περιοχές του Ιράκ, της Λιβύης, της Συρίας- η ροή ειδήσεων από το Αφγανιστάν περιορίστηκε. «Ησύχασαν λοιπόν τα πράγματα ή αυτή η μετατόπιση του κέντρου βάρους της ειδησεογραφίας είναι τελικά αποπροσανατολιστική;», τον ρωτάω. «Η φετινή χρονιά είναι από τις βιαιότερες μετά το 2002», απαντάει.

«Οι επιθέσεις από τους Ταλιμπάν είναι συχνές, καθημερινές σε όλη τη χώρα, σε χωριά αλλά και σε αστικά κέντρα. Πριν λίγες μέρες επιτέθηκαν και κατέλαβαν δύο αγροτικές κοινότητες. Σκοτώνουν αδιάκριτα και απαγάγουν πολίτες ως ομήρους, ενώ οι περισσότερες φράξιες των Ταλιμπάν μετεξελίσσονται σε τμήματα του ISIS και φέρουν τη μαύρη σημαία του». Τον ρωτάω για τη στάση της κυβέρνησης. Μορφάζει. «Δεν έχει δύναμη; Δεν θέλει; Πάντως δεν κάνει τίποτα. Οι στρατιωτικές δυνάμεις απλώς παρατηρούν, δεν παρεμβαίνουνε, τόσο που σου δίνουν την εντύπωση ότι τελικά υποστηρίζουν τους αντάρτες. Στο Αφγανιστάν όποιος έχει δύναμη, «βασιλεύει» κιόλας- μπορεί να είναι Ταλιμπάν, μπορεί να είναι τοπικός πολέμαρχος, παρακρατικός».

Ο Νταούτ Ασίμ ζει σε μια σκηνή μαζί με την οικογένεια του- ο ενός μηνός Αμίρ Χουσείν, που γεννήθηκε πρόσφυγας στην Τουρκία και πέρασε νεογνό το Αιγαίο σε μια παλιόβαρκα με άλλους πενήντα ανθρώπους, είναι γιος του. «Είναι και ένας αδερφός μου εδώ», μου λέει κουβεντιάζοντας ευγενικά. «Από τα άλλα μου αδέρφια, ένας ζει στο Αφγανιστάν γιατί δεν είχαμε χρήματα να τον φέρουμε και ο άλλος πέθανε στην Τουρκία. Ο πατέρας μου πέθανε στο Ιράν», συμπληρώνει. Είναι ένα επικίνδυνο ταξίδι όπου κανείς δεν ξέρει τι θα του συμβεί. Πολλοί δεν αντέχουνε τις κακουχίες των νυχτερινών ή ολοήμερων πορειών μέσα από τα βουνά, γυναίκες πέφτουν θύματα βιασμού, η κακομεταχείριση και οι ατιμίες των διακινητών δίνουν και παίρνουν. Σε κάθε χώρα βρίσκουν και άλλο κύκλωμα για να τους περάσει στην επόμενη, κάθε φορά και πιο δυτικά- «χίλια δολάρια το κεφάλι, μισή τιμή περίπου για τα παιδιά», μου λέει.

«Έχουμε περπατήσει αποστάσεις που ανθρώπινο μάτι δε βλέπει. Πάντα παράνομα, συνήθως με τα πόδια, λίγες φορές με λεωφορεία. Είκοσι τρεις μέρες στο Ιράν, 15, 16 ώρες συνεχές περπάτημα, τρέμοντας μην πέσουμε στα χέρια της αστυνομίας. Είκοσι μέρες περπάτημα στην Τουρκία μαζί με τους διακινητές- την τελευταία μέρα πριν φτάσουμε στην ακτή (Αιγαίο) περπατήσαμε 60 χιλιόμετρα». Στην Τουρκία έζησε 4 χρόνια, δούλευε- παράτυπα- σε οικοδομές και χωράφια κοντά στα σύνορα με το Ιράν. Μετά τον συριακό εμφύλιο όλοι τους έβαλαν σε δέυτερη μοίρα, μου λέει. Προτεραιότητα έχουν οι Σύριοι ενώ τα δικά τους ταξιδιωτικά έγγραφα δεν «προχωράνε». «Άνθρωποι αυτοί, άνθρωποι κι εμείς», λέει ο Νταούτ. «Στη Μυτιλήνη μας έδωσαν άδεια παραμονής για έναν μήνα. Ευχαριστούμε την κυβέρνηση για τη βοήθεια που μας προσφέρει παρά τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας, ζητάμε όμως να δίνει αυτό το χαρτί έξι μήνες παραμονής, έστω τρεις. Περάσαμε στην Ευρώπη γιατί δεν είχαμε άλλη επιλογή. Στο Αφγανιστάν ανά πάσα στιγμή βάζουν φωτιά στα σπίτια και τα χωράφια μας, σε ένα βράδυ χάνονται οι κόποι μιας ζωής. Το αίμα μας κρατήσαμε στα χέρια μας (δείχνει τον γιο του) και φύγαμε».

Ο Νατζίμπ, 37 χρονών ζούσε με την γυναίκα και τα επτά παιδιά του, από 2 έως 12 χρονών, σε μια μικρή πολή κοντά στην Καμπούλ. Πέρασε σην Ευρώπη ταξιδεύοντας 37 μέρες από το Αφγανιστάν, «δεκαπέντε χιλιάδες δολάρια πλήρωσα για όλη την οικογένεια», μου λέει. «Δεν κράτησα τίποτα πίσω, ούτε σπίτι, ούτε χωράφια, τα πούλησα όλα. Ο αδερφός μου, 22 χρονών, δολοφονήθηκε στα χωράφια. Έπρεπε να φύγουμε, η ζωή μας ήταν σε κίνδυνο. Τώρα τα παιδιά μου είναι κουρασμένα, φοβάμαι μήπως είναι άρρωστα αλλά ελπίζω ότι θα φτάσουμε στη Γερμανία». Ένας φίλος του τον διακόπτει- «τη γυναίκα μου την σκότωσαν οι Ταλιμπάν μαρτυρικά, ήρθα εδώ με τα δύο παιδιά μου». Τον ρωτάω σε ποια χώρα θέλει αυτός να φτάσει. «Δεν έχουμε συγγενείς, ούτε φίλους στην Ευρώπη, το όνομα δε με νοιάζει. Να είναι μόνο ένας τόπος όπου θα ζήσουμε με ασφάλεια και θα έχουν μέλλον τα παιδιά μου. Ζωή με ελευθερία και δικαιώματα θέλουμε, τίποτα άλλο. Σε λίγες μέρες θα φύγουμε για Θεσσαλονίκη. Από εκεί, δεν ξέρω... Μόνο ότι θα περπατήσω βορειότερα, με φόβο, εκατοντάδες ώρες, νύχτες και μέρες ολόκληρες».

Δημοφιλή