Αίσθηση έχει προκαλέσει η σημερινή ψηφοφορία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για το πακέτο «απλούστευσης» των κανόνων εταιρικής βιωσιμότητας, καθώς το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), στο οποίο ανήκει και η πρόεδρος της Κομισιόν επέλεξε να συνεργαστεί με ακροδεξιές ομάδες προκειμένου να περάσει σημαντικές αλλαγές στη δέουσα επιμέλεια και στις υποχρεώσεις αναφοράς των επιχειρήσεων. Στην ουσία, προβλέπεται κατάργηση της υποχρέωσης κατάρτισης σχεδίου μετάβασης για τους κλιματικούς στόχους και μείωση της λογοδοσίας των επιχειρήσεων σε εθνικό επίπεδο.
Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας ήταν: 382 ψήφοι υπέρ, 249 κατά και 13 αποχές.
Το ΕΛΚ, υπό την ηγεσία του Μάνφρεντ Γουέμπερ, εξασφάλισε την πλειοψηφία χάρη στη στήριξη των ομάδων της ακροδεξιάς Πατριώτες για την Ευρώπη και Ευρώπη των Κυρίαρχων Εθνών, ενώ υπέρ ψήφισαν και οι δεξιοί Ευρωπαίοι Συντηρητικοί και Μεταρρυθμιστές (ECR).
Η σημερινή κίνηση δείχνει, σύμφωνα με αναλυτές, ότι το Ευρωκοινοβούλιο, αλλά και ο τρόπος συγκρότησης πλειοψηφιών, εισέρχεται σε μια νέα φάση, στην οποία η κεντροδεξιά δεν διστάζει να αναζητήσει συμμαχίες δεξιότερα του παραδοσιακού ευρωπαϊκού «κέντρου», καταστρατηγώντας το άτυπο cordon sanitaire, δηλαδή το πολιτικό ανάχωμα μη συνεργασίας με την ακροδεξιά.
Οι διαπραγματεύσεις με τα κράτη μέλη της ΕΕ, τα οποία έχουν ήδη εγκρίνει τη δική τους θέση επί του φακέλου, θα ξεκινήσουν στις 18 Νοεμβρίου, με στόχο την οριστικοποίηση της νομοθεσίας έως το τέλος του 2025.
Από τους πρώτους που αντέδρασαν ήταν οι Πράσινοι οι οποίοι κατηγόρησαν τον Βέμπερ, ότι «διέλυσε το ιστορικό ανάχωμα απέναντι στην άκρα δεξιά», κάνοντας λόγο για ένα «σοβαρό ιστορικό λάθος» που είναι «πολιτικά ανεύθυνο και ηθικά αδικαιολόγητο». Όπως δήλωσε η συμπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Πράσινου Κόμματος, Βούλα Τσέτσι, ο Βέμπερ «σέρνει το ΕΛΚ σε μια ακροδεξιά πορεία που δεν θα ήθελαν οι ψηφοφόροι του».
Ο έτερος συμπρόεδρος, Κίερεν Κάφ, σημείωσε ότι η συμμαχία του ΕΛΚ με την άκρα δεξιά «ξηλώνει θεμελιώδεις κανόνες που προστατεύουν τους ανθρώπους, την υγεία και το περιβάλλον», ανοίγοντας «την πόρτα στην παιδική εργασία και την αποψίλωση των δασών».
Βάσει της ψηφοφορίας, οι ευρωβουλευτές επιθυμούν μόνο οι επιχειρήσεις που απασχολούν κατά μέσο όρο πάνω από 1.750 εργαζομένους και έχουν καθαρό ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 450 εκατ. ευρώ να υποχρεούνται να καταρτίζουν κοινωνικές και περιβαλλοντικές εκθέσεις. Μόνο αυτές θα υποχρεούνται επίσης να υποβάλλουν εκθέσεις βιωσιμότητας βάσει των κανόνων ταξινόμησης βιώσιμων επενδύσεων.
Τα πρότυπα υποβολής εκθέσεων απλουστεύονται και η έκτασή τους μειώνεται, με λιγότερες ποιοτικές λεπτομέρειες, ενώ η υποβολή εκθέσεων ανά τομέα καθίσταται προαιρετική. Οι μικρότερες εταιρείες θα προστατεύονται από υπερβολικές απαιτήσεις υποβολής στοιχείων από μεγάλους εταιρικούς εταίρους, οι οποίοι δεν θα μπορούν να ζητούν πρόσθετες πληροφορίες πέραν όσων ορίζονται στα εθελοντικά πρότυπα.
Με την τροποποίηση που εγκρίθηκε, οι κανόνες εταιρικής δέουσας επιμέλειας θα εφαρμόζονται πλέον μόνο σε πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, δηλαδή σε όσες απασχολούν πάνω από 5.000 εργαζομένους και έχουν κύκλο εργασιών άνω των 1,5 δισ. ευρώ. Πρόκειται για μεγάλη μεταβολή σε σχέση με τα προηγούμενα όρια, που κάλυπταν εταιρείες με πάνω από 1.000 εργαζόμενους και σημαντικά χαμηλότερο τζίρο.
Παρότι η νέα πλειοψηφία παρουσιάζει τις αλλαγές ως μέτρα «μείωσης διοικητικών βαρών», το αποτέλεσμα είναι μια ουσιαστική συρρίκνωση του πεδίου εφαρμογής της ευρωπαϊκής εταιρικής υπευθυνότητας.
Σήμερα, το Κοινοβούλιο ενέκρινε επίσης τη θέση του για τον νέο ενδιάμεσο κλιματικό στόχο: μείωση των καθαρών εκπομπών κατά 90% έως το 2040 σε σχέση με το 1990. Η πρόταση αυτή εγκρίθηκε με 379 ψήφους υπέρ, 248 κατά και 10 αποχές.