Ο Emel McDowell πέρασε σχεδόν δύο δεκαετίες στη φυλακή για ένα έγκλημα που δεν είχε διαπράξει ποτέ. Η υπόθεσή του αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα δικαστικής πλάνης στις Ηνωμένες Πολιτείες και αναδεικνύει τις σοβαρές αδυναμίες ενός συστήματος που, σε ορισμένες περιπτώσεις, αδυνατεί να ξεχωρίσει την αλήθεια από την υπόθεση.

Ο McDowell, σήμερα 53 ετών, καταδικάστηκε το 1992 για τη δολοφονία του 19χρονου Jonathan Powell, ο οποίος έχασε τη ζωή του από πυροβολισμούς μετά από καβγά σε πάρτι στο Μπρούκλιν το 1990. Τότε, ο McDowell ήταν μόλις 17 ετών. Από την πρώτη στιγμή υποστήριζε ότι δεν ήταν εκείνος που πυροβόλησε, αλλά ένας φίλος του, ο οποίος βρισκόταν επίσης στο σημείο. Παρά τις αντικρουόμενες μαρτυρίες και το γεγονός ότι οι αστυνομικές έρευνες δεν κατέδειξαν με σαφήνεια τον δράστη, το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο για φόνο δεύτερου βαθμού και παράνομη κατοχή όπλου, επιβάλλοντάς του ποινή 22 ετών έως ισόβιας κάθειρξης.

Advertisement
Advertisement

Η δίκη βασίστηκε κυρίως σε αμφισβητούμενες καταθέσεις μαρτύρων, χωρίς κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία που να συνδέουν αδιαμφισβήτητα τον McDowell με τη δολοφονία. Ο ίδιος επαναλάμβανε διαρκώς την αθωότητά του, ωστόσο οι ισχυρισμοί του αγνοήθηκαν. Για χρόνια, παρέμεινε έγκλειστος, προσπαθώντας να πείσει ότι είχε καταδικαστεί άδικα.

Το στοιχείο που έμελλε να αλλάξει τα δεδομένα ήταν μια επιστολή. Στις αρχές του 1991, ενώ βρισκόταν ήδη στη φυλακή, ο McDowell έλαβε ένα γράμμα από τον φίλο του, τον άνθρωπο που – όπως ο ίδιος ισχυριζόταν από την αρχή – ήταν ο πραγματικός δράστης. Στην επιστολή, ο αποστολέας εξέφραζε τύψεις και έγραφε ότι δεν πίστευε πως άξιζε να ζει, γνωρίζοντας ότι ο McDowell βρισκόταν στη φυλακή για κάτι που είχε κάνει εκείνος.

Η επιστολή παραδόθηκε στον δικηγόρο του McDowell το 1991, ωστόσο δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ στη δίκη. Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες του ίδιου να επαναφέρει το γράμμα και άλλες μαρτυρίες στο προσκήνιο, χρειάστηκαν δεκαετίες μέχρι να εξεταστεί σοβαρά η υπόθεση. Μόνο όταν η υπόθεση έφτασε στη Διεύθυνση Αναθεώρησης Καταδικών (Conviction Review Unit) της εισαγγελίας του Μπρούκλιν, άρχισε να διαφαίνεται η αλήθεια.

Το 2023, μετά από εκτενή επανεξέταση, το γραφείο του εισαγγελέα αναγνώρισε ότι ο πραγματικός δολοφόνος είχε παραδεχθεί την πράξη του στην ομάδα αναθεώρησης. Με βάση αυτή την παραδοχή και τα νέα στοιχεία, το δικαστήριο ακύρωσε επίσημα την καταδίκη του Emel McDowell, αποκαθιστώντας την αθωότητά του 19 χρόνια μετά την αρχική απόφαση.

Αν και είχε αποφυλακιστεί ήδη από το 2009, στο πλαίσιο συμφωνίας που του επέτρεψε να αποφύγει περαιτέρω κράτηση, για χρόνια παρέμενε νομικά ένοχος. Πριν από λίγα χρόνια, η πόλη της Νέας Υόρκης του κατέβαλε αποζημίωση ύψους 9 εκατομμυρίων δολαρίων για την άδικη καταδίκη του.

Σήμερα, ο McDowell συνεχίζει τον αγώνα του, όχι μόνο για τη δική του δικαίωση αλλά και για άλλους. Έχει προσφύγει εκ νέου στη Δικαιοσύνη κατά της Πολιτείας, καταγγέλλοντας την υποχρεωτική εργασία που του επιβαλλόταν στη φυλακή με ελάχιστη αμοιβή, την οποία χαρακτηρίζει «σύγχρονη μορφή σκλαβιάς». Παράλληλα, έχει μετατραπεί σε ενεργό υπερασπιστή ανθρώπων που έχουν καταδικαστεί άδικα, επιδιώκοντας να δώσει φωνή σε όσους εξακολουθούν να παλεύουν για την αλήθεια και την ελευθερία τους.

Με πληροφορίες από το CNN