Σε μία δραματική προειδοποίηση ότι η χώρα ενδέχεται να χρειαστεί να προσφύγει στο ΔΝΤ προκειμένου να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του δημοσίου χρέους, προχώρησε ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, την στιγμή που η κυβέρνηση Μπαϊρού είναι στα πρόθυρα της κατάρρευσης.
Η κατάσταση λαμβάνει ολοένα και πιο ανησυχητική διάσταση καθώς, σύμφωνα με την Telegraph, ο υπουργός Οικονομικών Ερίκ Λομπάρ προειδοποίησε ότι η Γαλλία ενδέχεται να χρειαστεί προσφυγή στο ΔΝΤ αν συνεχιστεί η παράλυση και καθυστερήσει η μείωση του χρέους. Ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών παραδέχτηκε ότι το να ζητήσουμε από το ΔΝΤ να παρέμβει «είναι ένας κίνδυνος που βρίσκεται μπροστά μας». O Λομπάρ αναδιπλώθηκε στη συνέχεια, δηλώνοντας ότι η Γαλλία δεν απειλείται από παρέμβαση κανενός διεθνούς Οργανισμού, αλλά είναι προφανές ότι επρόκειτο για διάψευση σκοπιμότητας.
La situation de nos finances publiques réclame du calme et de la lucidité.
— Eric Lombard (@Eric_R_Lombard) August 26, 2025
Le calme, c’est de constater que l’économie française est solide, que la signature de la France sur les marchés est reconnue et que nous finançons notre dette sans difficulté. Nous ne sommes, aujourd’hui,…
Η πολιτική αστάθεια συμπαρασύρει την οικονομία
Ο πρωθυπουργός της Γαλλίας αρνείται να σταυρώσει τα χέρια, αντιμέτωπος με την προαναγγελθείσα πτώση της κυβέρνησής του και προσπαθεί να πείσει τους Σοσιαλιστές να του δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης στις αρχές Σεπτεμβρίου, την ίδια ώρα που τα αντιπολιτευόμενα κόμματα αρχίζουν ήδη να εξετάζουν πώς θα κινηθούν στη «μετά Μπαϊρού εποχή».
Ο Φρανσουά Μπαϊρού δήλωσε σήμερα, σε ομιλία του σε ένα θερινό πανεπιστήμιο, ότι οι βουλευτές έχουν στη διάθεσή τους «13 ημέρες» για «να πουν αν θα ταχθούν με το χάος ή την υπευθυνότητα».
Η χώρα βυθίζεται εκ νέου στην πολιτική αβεβαιότητα, μόλις οκτώ μήνες αφού ο Μπαϊρού σχημάτισε νέα κυβέρνηση που τώρα κινδυνεύει να πέσει, για τους ίδιους λόγους που οδήγησαν στην ανατροπή και του προκατόχου του, του Μισέλ Μπαρνιέ: την αδυναμία του να περάσει έναν προϋπολογισμό, παρά τη σοβαρότητα του διακυβεύματος και τον «άμεσο κίνδυνο» που συνιστά, όπως λέει, «η εξάρτηση από το (ογκώδες) χρέος».
Τόσο η αντιπολίτευση όσο και η κοινή γνώμη απορρίπτουν το σχέδιο δημοσιονομικών περικοπών ύψους περίπου 44 δισεκ. ευρώ. Μετά και το κάλεσμα σε κινητοποιήσεις στις 10 Σεπτεμβρίου, ο πρωθυπουργός έπαιξε το τελευταίο του χαρτί χθες Δευτέρα, ανακοινώνοντας ότι θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης δύο ημέρες νωρίτερα, στις 8 του μηνός.
Στο στόχαστρο του Μπαϊρού βρίσκονται οι Σοσιαλιστές που ανακοίνωσαν ήδη από χθες ότι θα τον καταψηφίσουν, αν και ο ίδιος ήλπιζε ότι θα μπορούσε να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση.
Ο Φρανσουά Μπαϊρού επανέλαβε ότι τα υψηλότερα εισοδήματα θα κληθούν να καταβάλουν μια «συγκεκριμένη προσπάθεια» στον προϋπολογισμό του 2026 και πρότεινε να ανατεθεί στα συνδικάτα η διαχείριση της ασφάλισης γήρατος, εφόσον η Εθνοσυνέλευση του επιτρέψει να συνεχίσει το έργο του.
Όμως οι αντιδράσεις των κομμάτων, ήδη από τη Δευτέρα, δεν αφήνουν σχεδόν κανένα περιθώριο αισιοδοξίας για την κυβέρνηση, η οποία στερείται πλειοψηφίας από τη συγκρότησή της, τον Δεκέμβριο. Εάν δεν υπάρξει κάποια δραματική τροπή, η αντιπολίτευση διαβεβαιώνει ότι η Γαλλία θα μείνει ουσιαστικά χωρίς κυβέρνηση, σε δύο εβδομάδες.
Αυτή η πολιτική αστάθεια, γεγονός πρωτόγνωρο για την Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία, που εγκαθιδρύθηκε το 1958 ακριβώς για να μπει ένα τέλος στο «βαλς των κυβερνήσεων», προκλήθηκε από τη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης, τον Ιούνιο του 2024, από τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, μετά την ήττα του κόμματός του στις ευρωεκλογές. Οι βουλευτικές εκλογές που ακολούθησαν οδήγησαν στον σχηματισμό μιας Εθνοσυνέλευσης διαιρεμένης σε τρία μπλοκ: συμμαχία της αριστεράς, μακρονιστές και δεξιά, ακροδεξιά. Κανένα από αυτά τα μπλοκ δεν διαθέτει απόλυτη πλειοψηφία.
Η αστάθεια μπορεί να οδηγήσει και σε οικονομικές αναταράξεις. Ένδειξη της ανησυχίας που επικρατεί είναι το γεγονός ότι το Χρηματιστήριο του Παρισιού έκλεισε με πτώση 1,70% σήμερα, με μεγάλες χαμένες τις τράπεζες, που διακρατούν μεγάλο μέρος των κρατικών ομολόγων.
Το δημόσιο χρέος της Γαλλίας ανέρχεται στο 114% του ΑΕΠ της, είναι δηλαδή το τρίτο μεγαλύτερο στην ευρωζώνη, μετά από εκείνα της Ελλάδας και της Ιταλίας.
Προσπαθώντας να κατευνάσει τις ανησυχίες, ο υπουργός Οικονομικών Ερίκ Λομπάρ διαβεβαίωσε ότι η Γαλλία «σήμερα δεν απειλείται από καμία παρέμβαση, ούτε του ΔΝΤ, ούτε της ΕΚΤ, ούτε κανενός άλλου διεθνούς οργανισμού».
Ποιες επιλογές έχει ο πρόεδρος Μακρόν εάν πέσει η κυβέρνηση Μπαϊρού
Αφού ο πρωθυπουργός της Γαλλίας Φρανσουά Μπαϊρού έπαιξε τα ρέστα του, ρισκάροντας το κεφάλι του στην Εθνοσυνέλευση, ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο, αλλά οι επιλογές που διαθέτει είναι λιγοστές: ο διορισμός ενός νέου πρωθυπουργού, η συγκρότηση μιας κυβέρνησης τεχνοκρατών ή η διάλυση της Εθνοσυνέλευσης –η προηγούμενη, τον Ιούνιο του 2024, ήταν εκείνη που επέσπευσε το πολιτικό χάος – δεν φαίνεται να είναι βιώσιμες λύσεις, σε ένα κατακερματισμένο κοινοβούλιο, εάν πέσει ο Μπαϊρού.
Άλλα δύο σενάρια θεωρούνται ακόμη πιο απίθανα: η επιβίωση της κυβέρνησης Μπαϊρού και η παραίτηση του ίδιου του προέδρου της Δημοκρατίας.
Ζητώντας ψήφο εμπιστοσύνης από την Εθνοσυνέλευση, τη Δευτέρα, ο πρωθυπουργός έλαβε αμέσως αρνητική απάντηση από όλα τα αντιπολιτευόμενα κόμματα, από την άκρα δεξιά μέχρι την αριστερά, συμπεριλαμβανομένων και των σοσιαλιστών.
«Το αποτέλεσμα είναι γνωστό εκ των προτέρων, εκτός και αν βρει, μέσα στις επόμενες δέκα ημέρες, έναν δρόμο που θα οδηγεί σε πραγματική διαπραγμάτευση με τις πολιτικές δυνάμεις», οι οποίες θέλουν «να ξηλώσουν ένα μέρος του σχεδίου του προϋπολογισμού», σημείωσε ο πολιτικός επιστήμονας Βενσάν Μαρτινί.
Ο Μπαϊρού είναι «σαφής, θαρραλέος και μαχητικός» διαβεβαίωνε το πρωί ένας πολιτικός, εξερχόμενος από τη συνάντηση του πρωθυπουργού με τους ηγέτες των κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση. «Μας είπε: έχουμε 15 ημέρες για να πείσουμε. Πρέπει να στραφούμε στην κοινή γνώμη», πρόσθεσε αυτό το στέλεχος.
Όμως ο πρωθυπουργός είναι ταυτόχρονα και εξαιρετικά αντιδημοφιλής, κάτι που περιπλέκει το στοίχημά του.
Ο Μακρόν θα μπορούσε να αποφασίσει να του αναθέσει και πάλι τον σχηματισμό κυβέρνησης, ακόμη και αν ηττηθεί στις 8 Σεπτεμβρίου στην Εθνοσυνέλευση. Όμως το πρόβλημα θα παρέμενε ακέραιο, εκτός και αν τροποποιήσει τον προϋπολογισμό του 2026, ο οποίος έχει απορριφθεί κατηγορηματικά από την αντιπολίτευση και την κοινή γνώμη.
Μια άλλη λύση για τον Μακρόν θα ήταν να αναθέσει την πρωθυπουργία σε κάποιο άλλο πρόσωπο εμπιστοσύνης του ιδίου και του Ματινιόν, όπως στον υπουργό Άμυνας Σεμπαστιάν Λεκορνί. «Όμως η κατάσταση θα παρέμενε η ίδια, εφόσον αυτός ο πρωθυπουργός δεν παρουσίαζε ένα ριζικά διαφορετικό προϋπολογισμό», εκτίμησε ο Μαρτινί.
Απομένει η επιλογή ενός πρωθυπουργού προερχόμενου από την αριστερά. «Όμως πιθανότατα είναι πολύ αργά» αφού οι θέσεις των κομμάτων γίνονται πιο άκαμπτες όσο πλησιάζουν οι προεδρικές εκλογές του 2027, είπε ο Ματιέ Γκαλάρ, διευθυντής έρευνας στο ινστιτούτο δημοσκοπήσεων Ipsos.
Υπάρχει επίσης η λύση της κυβέρνησης τεχνοκρατών, που θα φέρει λίγη περισσότερη σταθερότητα, ενόψει και των μέτρων απομείωσης του χρέους που θα πρέπει να επιβάλει.
Ορισμένοι ζητούν τη διάλυση, ξανά, της Εθνοσυνέλευσης ώστε ο καθένας να αναλάβει τις ευθύνες του και να ξεκαθαριστούν, για άλλη μια φορά, οι ισορροπίες δυνάμεων. Μετά το πείραμα του 2024 όμως, με την εσπευσμένη και ακατανόητη για τους Γάλλους διάλυση του κοινοβουλίου, ο Μακρόν εμφανίζεται πιο διστακτικός από ποτέ. Πολύ απλά «δεν το θέλει», είπε ένα στέλεχος προσκείμενο στο προεδρικό στρατόπεδο.
Ίσως να μην υπάρχει άλλη επιλογή. «Εάν μια νέα κυβέρνηση καταψηφιστεί πριν από την έγκριση του προϋπολογισμού, η αστάθεια θα δημιουργούσε τις συνθήκες για τη διάλυση» της Εθνοσυνέλευσης, εκτίμησε ένα μέλος της κυβέρνησης.
Κάποιοι δεν βλέπουν παρά μόνο μία λύση, την παραίτηση του αρχηγού του κράτους που κυβερνά τη Γαλλία από το 2017 και επανεξελέγη το 2022. Ή την καθαίρεσή του, όπως ζητά επίμονα ο Ζαν-Λικ Μελανσόν, ο ηγέτης της ριζοσπαστικής αριστεράς. «Το χάος, είναι ο Μακρόν», είπε σήμερα στον ραδιοφωνικό σταθμό France Inter.
Όμως ο πρόεδρος επαναλαμβάνει διαρκώς ότι θα ολοκληρώσει τη θητεία του, το 2027, ό,τι και αν συμβεί στο μεταξύ.