Η ανακοίνωση για το αμερικανορωσικό ειρηνευτικό σχέδιο έχει προκαλέσει βαθιά δυσαρέσκεια και οργή σε κορυφαίους Ουκρανούς αξιωματούχους, που βλέπουν την πρόταση όχι ως βάση για μια δίκαιη λύση, αλλά ως ένα έγγραφο που αγνοεί την ουκρανική κυριαρχία και εξυπηρετεί μονομερώς τα συμφέροντα της Μόσχας. Πριν ακόμη τοποθετηθεί επίσημα ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, κορυφαίοι αξιωματούχοι στο Κίεβο χαρακτήρισαν το σχέδιο «παράλογο», «απαράδεκτο» και «έναν επικίνδυνο ελιγμό που θυμίζει σοβιετική παραπληροφόρηση». Για πολλούς στην ουκρανική κυβέρνηση, το έγγραφο δεν αποτελεί πρόσκληση για ειρήνη, αλλά μια προσπάθεια επιβολής συνθηκολόγησης.
Η οργή αυτή έγινε ακόμη πιο έντονη όταν αποκαλύφθηκε ότι το σχέδιο συντάχθηκε από Αμερικανούς και Ρώσους αξιωματούχους —μεταξύ των οποίων ο στενός σύμμαχος του Πούτιν, Κιρίλ Ντμίτριεφ— χωρίς καμία συμμετοχή της Ουκρανίας. Όπως σημείωσε Ευρωπαίος διπλωμάτης, οι σύμμαχοι της Ουκρανίας έμαθαν για το σχέδιο «όταν άνοιξαν την τηλεόραση», γεγονός που υπογραμμίζει τον βαθμό αδιαφάνειας και μονομέρειας της πρωτοβουλίας.
Σύμφωνα με τα δημοσιευματα, το σχέδιο απαιτεί από την Ουκρανία να παραχωρήσει στη Ρωσία εδάφη στο βόρειο Ντονμπάς, να μειώσει τον στρατό της κατά 50%, να εγκαταλείψει τα μακράς εμβέλειας όπλα της και να αποδεχθεί περιορισμούς που ουσιαστικά αποκλείουν την παρουσία διεθνών ειρηνευτικών δυνάμεων. Ταυτόχρονα, ικανοποιεί παλαιόθεν ρωσικές απαιτήσεις, όπως την αναγνώριση της ρωσικής γλώσσας και της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας ως θεσμών με επίσημο καθεστώς στην Ουκρανία. Για τους Ουκρανούς, τέτοιοι όροι δεν συνιστούν ειρηνευτική διαδικασία αλλά πλήρη υπονόμευση της εθνικής κυριαρχίας.
Παρά τις έντονες αντιδράσεις, ο Ζελένσκι κράτησε μια πιο συγκρατημένη δημόσια στάση, δηλώνοντας ότι έλαβε το σχέδιο και ότι θα συνομιλήσει με τον Ντόναλντ Τραμπ για τις «διπλωματικές ευκαιρίες». Η στάση αυτή αντανακλά, σύμφωνα με δυτικούς αναλυτές, την εξαιρετικά δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται ο Ουκρανός πρόεδρος: από τη μια, η χώρα του συνεχίζει να δέχεται σφοδρές επιθέσεις σε ενεργειακές υποδομές και κατοικημένες περιοχές· από την άλλη, αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη πολιτική κρίση της προεδρίας του, με καταγγελίες διαφθοράς που απειλούν να διαβρώσουν την εσωτερική συνοχή του κράτους.
Δυτικές πηγές εκτιμούν ότι η Ρωσία επιχειρεί να εκμεταλλευτεί αυτή την ευαλωτότητα. «Ο Ντμίτριεφ προώθησε το σχέδιο σε μια στιγμή που ο Ζελένσκι είναι αδύναμος», σχολίασε δυτικός διπλωμάτης, τονίζοντας ότι οι απαιτήσεις της Μόσχας δεν συνοδεύονται από καμία ουσιαστική παραχώρηση. Η Ευρώπη, η οποία αποτελεί τον βασικό υποστηρικτή της Ουκρανίας, εξέφρασε τη δυσαρέσκειά της επειδή δεν ενημερώθηκε και ξεκαθάρισε ότι καμία συμφωνία δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς τη συμμετοχή τόσο των Ουκρανών όσο και των Ευρωπαίων.
Καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται και οι απώλειες αυξάνονται, οι Ουκρανοί αξιωματούχοι προειδοποιούν ότι ένα τέτοιο σχέδιο δεν μπορεί ούτε να προσφέρει ασφάλεια ούτε να εξασφαλίσει μια δίκαιη ειρήνη. Για την Ουκρανία, η πρόταση μοιάζει περισσότερο με εργαλείο πίεσης παρά με πραγματική διπλωματική λύση· και όσο η Ρωσία συνεχίζει τις επιθέσεις της, η δυσαρέσκεια στο Κίεβο για την αμερικανορωσική πρωτοβουλία γίνεται ολοένα και βαθύτερη.