Αλέκος Φασιανός: Παραμένω πάντα ένας αυτοδίδακτος μαθητής

«Είναι ένα παραλήρημα η τέχνη. Μα πάνω απ′ όλα ένα μυστήριο...» Ο μεγάλος εικαστικός, έργα, ημέρες, σκέψεις και η παρακαταθήκη του.
alekos.fassianos / Instagram
alekos.fassianos / Instagram
alekos.fassianos / Instagram

«Μιλά αργά και κάπως συρτά. Η ανεπιτήδευτη αφέλεια που προδίδει την ψυχή ενός μικρού παιδιού και η έμφυτη συστολή του απέναντι σ′ ό,τι μπορεί να παραβιάσει τον εσωτερικό του χώρο - όπως η δημοσιογραφική περιέργεια - σε κάνει να νιώθεις υπόλογος που ψάχνεις την ”είδηση” από έναν άνθρωπο που μόνο για τον εαυτό του δεν θέλει να μιλάει. Ο Αλέκος Φασιανός ζει στον παραλογισμό μιας τέχνης που κάνει να μοιάζουν ανούσια τα, κατ′ άλλους λογικά, συστήματα και κατεστημένα....»

Ηταν ίσως μια από τις δυσκολότερες περιπτώσεις δημόσιου προσώπου που είχε να «αντιμετωπίσει» ποτέ το δημοσιογραφικό κασετόφωνο. Ο άνθρωπος που βρέθηκε σε πτήση Αθήνα - Παρίσι να διαβάζει αρχαία κείμενα από το πρωτότυπο ήταν ο ίδιος που δυσκολευόταν να απαντήσει και στην πιο απλή ερώτηση - «με το τσιγκέλι» του έβγαζες μια δήλωση του Αλέκου Φασιανού, του μεγάλου Ελληνα που έφυγε χθες από την ζωή σε ηλικία 87 ετών έχοντας διαγράψει διεθνώς μια από τις πλέον αναγνωρίσιμες τροχιές εικαστικού δημιουργού αυτού του τόπου.

Επρεπε να τον γνωρίσει κανείς περισσότερο εις βάθος για να αντιληφθεί το ... ανήκουστο για διάσημη προσωπικότητα: δεν του άρεσε να μιλά για τον εαυτό του. Μια από τις χειρότερες ερωτήσεις που θα μπορούσες να του κάνεις ήταν «για μελλοντικά σχέδια και εκθέσεις». Με διπλωματική αμηχανία θα σου έδινε και πάλι πίσω τον λόγο για να σε στείλει αδιάβαστο στο τέλος της συνέντευξης: «Είμαι διαστροφέας της ερώτησης. Οταν την καταστρέφω, μπορείς να την ξαναφτιάξεις καλύτερη».

«Δεν διαχωρίζω τον εαυτό μου από οποιονδήποτε που μπορεί αν καρφώσει ένα καρφί»

Ο Αλέκος Φασιανός ήταν η ιδιότυπη περίπτωση συνεντευξιαζόμενου που απολάμβανε να σε βγάζει από τα κλισέ σου. Και να σε κάνει να σκεφτείς. Μεταξύ άλλων (να σκεφτείς), αν το πραγματικά εννοεί όταν έλεγε ότι δεν διαχωρίζει τον εαυτό του από οποιονδήποτε που μπορεί αν καρφώσει ένα καρφί. «Παραμένω πάντα ένας αυτοδίδακτος μαθητής» έλεγε ο καλλιτέχνης που με παππού παπά γεννήθηκε το 1935 δίπλα ακριβώς στην εκκλησία που λειτουργούσε ο ίδιος. Bοηθάει των παππού του στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων και εκείνος τον ενθαρρύνει να ασχοληθεί µε τη ζωγραφική. Για τα θρησκευτικά βιβλία, σχεδιάζει και ζωγραφίζει µε χρωµατιστά µελάνια, και βινιέτες µε βυζαντινά σύµβολα.

Ο Αλέκος Φασιανός μέχρι τα 17 ζωγραφίζει μόνος του - αυτοδίδακτος! - προσπαθώντας να λύσει άλυτα εικαστικά ζητήματα. Στο μέσο διάστημα ζει την γερµανική κατοχή µέσα στον τρόµο. Ο θείος του εκτελείται από τους Γερµανούς για τα αντιστασιακά µηνύµατα που έγραφε στους τοίχους της Αθήνας. Το 1945 ξεκινάει να ζωγραφίζει στη διάρκεια του εµφυλίου πολέµου. Οι πρώτες του σπουδές διεξάγονται σε διαφορετικούς τόπους, συχνά σε εκκλησίες καθώς τα σχολεία βρίσκονται υπό την κατοχή γερµανών στρατιωτών. Εισάγεται στο Ωδείο των Αθηνών και για δώδεκα χρόνια, σπουδάζει βιολί. Εκεί συναντάει µουσικούς όπως ο Γιάννης Μαρκόπουλος, ο Μίκης Θεοδωράκης,ο Μάνος Χατζιδάκις και η Ντόρα Μπακόπουλου, που θα διαδραµατίσουν σηµαντικό ρόλο στη ζωή του.

Στο λύκειο συνδέεται µε νέους µαθητές µε τους οποίους µοιράζεται το ενδιαφέρον του για την τέχνη, τη συγγραφή και το θέατρο, όπως ο κινηµατογραφιστής Θόδωρος Αγγελόπουλος και ο ποιητής Λευτέρης Παπαδόπουλος.

Εισάγεται στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας στο εργαστήριο του καθηγητή Γιάννη Μόραλη. Και μπορεί με δάσκαλο τον μεγάλο Γιάννη Μόραλη να μαθαίνει να βλέπει τις επιδράσεις του σκότους επί του φωτός και τανάπαλιν καθώς και τις αλλοιώσεις των σχημάτων των αντικειμένων εξ αιτίας του φωτός, το μυαλό του όμως, δεν μπορεί να ξεκολήσσει από τους αγίους με τα φωτοστέφανα, τα κοντάρια τους, τα σπαθιά τους, τις πολυποίκιλες στολές τους και τα κόκκινα η άσπρα άλογα που πηδούσαν πάνω από φλεγόμενους δράκοντες.

Ενας καλλιτέχνης με την ψυχή ενός παιδιού;

«Βασικά πρέπει να διατηρούμε πάντα την παιδικότητά μας, γιατί έτσι και μας περιβάλλει η σοβαροφάνεια των επαγγελματιών, χάνουμε την αίσθηση της πραγματικότητας και βάζουμε σκοπό πώς να μαζέψουμε περισσότερα χρήματα, ενώ όλα τα πράγματα που πρέπει να σκέφτεται κανείς, πρέπει να′ ναι από κάποιον έρωτα. Ετσι εσύ ο ίδιος θα αισθανθείς ιερός γιατί ανακάλυψες την ομορφιά που δεν πουλιέται ούτε αγοράζεται». Αραγε ο ίδιος είχε νιώσει ποτέ αυτό το συναίσθημα; «Προσπαθώ, αυτό έχει σημασία. Υπάρχουν περίοδοι που η μούσα δεν έρχεται. Τότε δεν μπορείς να κάνεις τίποτα, αναρωτιέσαι αν είναι τόσο ανίκανος και σου φαίνεται ακατόρθωτο να ζωγραφίσεις. Αυτή η ευχαρίστηση, η έκσταση που νιώθεις κάποιες στιγμές δεν έρχεται με λογικό αλλά με παράλογο τρόπο. Είναι ένα παραλήρημα η τέχνη. Μα πάνω απ′ όλα ένα μυστήριο, γιατί ακόμα κι αν γνωρίζεις όλους τους κανόνες πάντα σου παρουσιάζονται κακοτοπιές. Τότε είναι που πρέπει να χρησιμοποιήσεις τεχνικές εκείνης της στιγμής για να τις ξεπεράσεις, τότε είναι που καταλαβαίνεις ότι παραμένεις αυτοδίδακτος μαθητής».

Τσαρούχης, Ελύτης, Εμπειρίκος, Ταχτσής

Στη διάρκεια της ίδιας περιόδου, παρακολουθεί το εργαστήριο του ζωγράφου Γιάννη Τσαρούχη, του οποίου το πνεύµα λειτουργεί καταλυτικά. Οι σπουδές του ολοκληρώνονται, δέχεται την πρώτη ανάθεση από τον αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη, στον οποίο είχε ανατεθεί να κατασκευάσει, για ολόκληρη την Ελλάδα, τα ξενοδοχεία Ξενία. Ο Φασιανός συχνάζει στο καφέ brazilian, όπου συνδέεται φιλικά µε ποιητές όπως ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Τάκης Σινόπουλος, η Ελένη Βακαλό, ο Νίκος Καρούζος, ο Μίλτος Σαχτούρης, ο Ανδρέας Εµπειρίκος, ο Κώστας Ταχτσής και ο Δηµήτρης Άναλις. Αργότερα θα εικονογραφήσει πολλές από τις συλλογές αυτών των ποιητών. Αμέσως αρχίζει να εισάγεται στην εικαστική ζωή της πρωτεύουσας. Σπουδαστής ακόμα πραγματοποιεί την πρώτη του έκθεση στην γκαλερί Α23 μαζί με τον Σταμάτη Σταματόπουλο και τον Παντελή Ξαγοράρη. Με αυτήν του την παρουσία ξεδιπλώνεται για πρώτη φορά το ποιητικό του όραμα. Ένα χρόνο μετά, μαζί με τον Τσαρούχη, τον Μιγάδη, τον Αργυράκη και τον Μάινα συμμετέχει σε έκθεση στην γκαλερί Κούρος με θέμα τον πόλεμο.

Στο Παρίσι

Σύντομα τα βήματά του τον οδηγούν στο Παρίσι και μάλιστα με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης. Εκεί θα παρακολουθήσει μαθήματα λιθογραφίας στην Ecole des Βeaux-Αrts, κοντά στους Clairin και Dayez (1962-64) και τελικά θα εγκατασταθεί περισσότερο μόνιμα στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου θα ζήσει επί 35 χρόνια, κρατώντας πάντως μια στενή και τακτική σχέση με την Ελλάδα: «Μα στην Ελλάδα μένω. Κι έξω που είμαι πάλι στην Ελλάδα μένω. Αυτό είναι. Να μπορείς να κουβαλάς μια Ελλάδα μέσα σου σαν πληγή που δεν κλείνει και την σκέφτεσαι. Σε βασανίζει, την αγαπάς».

Ο Αλέκος Φασιανός κρατά αποστάσεις από τα ευρωπαϊκά πρωτοποριακά ρεύματα παραμένοντας πιστός σε μια παραστατική ζωγραφική με έντονο ελληνοκοκεντρικό χαρακτήρα. «Μα εγώ τον δημιούργησα. Είναι μια καινούργια ελληνικότητα. Και πιστεύω ότι όσο πιο τοπικός και εθνικός είσαι, τόσο πιο διεθνής μπορείς να γίνεις». Η Ελλάδα είναι πάντα εκεί. «Αστους να λένε (ότι έριξα το βάρος μου σε παρουσιάσεις εκτός συνόρων). Τι θα πει αυτό; Εχω κάνει κάπου 25 εκθέσεις στην Ελλάδα, πρόσφατα έγινε μια μεγάλη αναδρομική και στην Θεσσαλονίκη και στο παλιό ορφανοτροφείο Αθήνας και στην Κύπρο. Πήγα παντού».

Η νέα ελληνικότητα

Ο ελληνοκεντρικός του χαρακτήρας και οι signature γραφίδα του δεν αργούν να κάνει το έργο του ανάρπαστο. «Το αποφεύγω (να ζωγραφίζω) όταν μου ζητούν ένα έργο που να εναρμονίζεται με τον πράσινό τους τον καναπέ. Αλλά αν είναι για κάτι σπουδαίο δεν λέω όχι. Ετσι δεν έκανε κι ο Μιχαήλ Αγγελος για την Καπέλα Σιξτίνα; Υπάρχουν κι εμπνευσμένοι παραγγελιοδόχοι, που με αφήνουν ελεύθερο, δεν με καθοδηγούν. Τέτοιοι άνθρωποι πολλές φορές μου ζητούν μια γραμμή, ένα σχέδιο, ενώ άλλοι θέλουν μεγάλα έργα, ζητάνε λάδι. Κι όμως, ζωγραφική μπορεί να γίνει και μ′ ένα απλό καρβουνάκι».

Για εκείνον με τις αμέτρητες εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, την παγκόσμια αναγνώριση, την διοχέτευση της δημιουργικότητάς του, μεταξύ άλλων, στην σκηνογραφία, την ενδυματολογία αλλά και τα πεζά και ποιητικά κείμενα, η δικαίωση έρχεται σε ανύποπτο χρόνο από την κουβέντα ενός απλού ανθρώπου:

Η δικαίωση από τον κοσμάκη

«Ναι, από αυτούς μαθαίνεις. Το έργο, βλέπετε, το αγγίζεις ψυχικά. Δεν σκέπτεσαι. Αν σκέπτεσαι, κουράζεσαι πολύ. Δεν είναι μια λύση προβλήματος λογική. Σκοπός του είναι να σου προξενήσει μια αίσθηση που να μην βασίζεται να ειδικές γνώσεις».

Ο Αλέκος Φασιανός έζησε την ζωή του μέσα από την τέχνη του. Ζωγράφισε και ταξίδεψε πολύ στο πλευρό της γυναίκας του, Μαρίζας Φασιανού - Καλογεροπούλου. Αφήνει πίσω το μεγάλο έργο του και δυο παιδιά, τον Νίκο και την Βικτώρια. Τελικά ήταν άνθρωπος της ουσίας: «Ολα τα άλλα είναι περιττά, δεν θα θέλει το μάτι ίσως. Η φύση, ξέρετε, είναι πιο ερωτική κι από την ίδια μας την φαντασία. Αρκεί να την κατανοήσουμε».

Ο Αλέκος Φασιανός σφράγισε με το έργο του την εποχή του. Πίστευε ότι «είμαστε σε μια χειρότερη εποχή απ′ αυτή την ανθρώπων που θέλουμε να τους λέμε πρωτόγονους. Σήμερα τα πράγματα είναι έτοιμα, ετοιματζίδικα. Εχουμε ανέσεις αλλά λιγότερες γνώσεις. Είναι πολύ αδύνατος ο σημερινός άνθρωπος. Εχει αδυνατίσει η μνήμη του. Υπάρχουν τα λεξικά, τα κομπιούτερ και η τηλεόραση. Διανύουμε την εποχή των ειδικοτήτων. Παλιότερα ένας παθολόγος θα σου έλεγε τι έχεις. Τώρα μετά από εξετάσεις επί εξετάσεων, κι αφού έχεις χάσει χρόνο και χρήμα, θα σου δώσει μάλλον λανθασμένη απάντηση. Δεν είμαι, όμως, καταστροφολόγος. Πιστεύω ότι την , στιγμή που είμαστε έτοιμοι να κατρακυλήσουμε, πάλι θα βρούμε τον εαυτό μας και θα σωθούμε».

Αποσπάσματα από την πρώτη συνέντευξη που ο Αλέκος Φασιανός είχε δώσει στην Κατερίνα Λυμπεροπούλου για λογαριασμό της εφημερίδας Απογευματινή / Φεβρουάριος 1997

Βιογραφικά στοιχεία και φωτογραφίες :alekos.fassianos

Εφημερίδα Απογευματινή / Φύλλο 20-2-1997 (Αρχείο Κατερίνας Λυμπεροπούλου)
Εφημερίδα Απογευματινή / Φύλλο 20-2-1997 (Αρχείο Κατερίνας Λυμπεροπούλου)
Εφημερίδα Απογευματινή

Δημοφιλή