Η Αθήνα «μίλησε» και ο Δημήτρης Καμαρωτός έκανε την φωνή της ηχητικό ποίημα

ATLAS Αθήνα
.
.
Yiannis Soulis

Δεν είμαι προληπτικός και για αυτό ακριβώς, όσο παράδοξο και αν μπορεί να φαίνεται, δεν πιστεύω καθόλου στις συμπτώσεις. Καθώς απομακρυνόμουν από το κτίριο της φιλοσοφικής σχολής όπου είχα παρακολουθήσει ένα μεγάλο μέρος της ημερίδας για τον Μιχάλη Αδάμη την οποία διοργάνωσε το τμήμα μουσικών σπουδών του ΕΚΠΑ όλο και περισσότερο καταστάλαζε μέσα μου η αίσθηση ότι πραγματικά δεν θα μπορούσα να φύγω από οποιοδήποτε άλλο χώρο και περίσταση για να πάω στην Στέγη Ιδρύματος Ωνάση για να παρακολουθήσω το ATLAS Athens. Ο Μιχάλης Αδάμης μαζί με τον επίσης αείμνηστο Στέφανο Βασιλειάδη ήταν οι δύο σπουδαίοι Έλληνες πρωτοπόροι συνθέτες – δυστυχώς ένα μοιραίο αυτοκινητιστικό ατύχημα στέρησε από τον σπουδαιότερο όλων, τον Γιάννη Χρήστου, την ζωή και την εγχώρια μουσική avant garde την κολοσσιαίας σημασίας συμβολή του πολύ πρόωρα – οι οποίοι, μαζί με έναν μικρό κύκλο άλλων καινοτόμων δημιουργών όπως οι Μιχάλης Δραγατάκης και Ανέστης Λογοθέτης, ίδρυσαν και κυριολεκτικά έστησαν εκ του μηδενός (βασισμένοι, αλλά με ασύγκριτα λιγότερα μέσα και μηδενική κρατική υποστήριξη, στο πρότυπο του γαλλικού IRCAM) το ΚΣΥΜΕ (Κέντρο Σύγχρονης Μουσικής Ερευνας).

Τον ίδιο φορέα δηλαδή που επιστρέφοντας στις αρχές της δεκαετίας του ’80 από τις σπουδές του στο Παρίσι ο νεαρός τότε συνθέτης Δημήτρης Καμαρωτός – και αφού καταρχήν εγκατέστησε εκεί, με τις οδηγίες του δασκάλου μα και μέντορα του, δηλαδή του έτερου μέγιστου μαζί με τον Γιάννη Χρήστου της ελληνικής μουσικής πρωτοπορίας Ιάννη Ξενάκη, μια ολίγον διαφορετική εκδοχή της Πολυαγωγίας, ενός από τα πρώτα διεθνώς ηλεκτρονικά συστήματα σύνθεσης μουσικής το οποίο είχε επινοήσει και σχεδιάσει ο Ξενάκης – ανέλαβε επί της ουσίας την διεύθυνση του, γεγονός που σηματοδότησε και την έναρξη της χρυσής περιόδου του ΚΣΥΜΕ, όταν από ερευνητικός οργανισμός μετατράπηκε σε αληθινή σχολή των πλέον εξελιγμένων για την εποχή τεχνολογιών, τεχνικών αλλά ακόμα και μεθόδων και μορφών σύνθεσης για νέους Έλληνες δημιουργούς.

.
.
Yiannis Soulis

Η περίοδος αυτή έληξε με την αποχώρηση του Δημήτρη Καμαρωτού από το ΚΣΥΜΕ. Ο φορέας περιέπεσε στην αφάνεια, αν δεν «μαράθηκε» από πάσης πλευράς, μετρημένοι σε λιγότερα από τα δάκτυλα του ενός χεριού μαθητές του εκεί εφάρμοσαν έστω και στο ελάχιστο τα διδάγματα του – δηλαδή ασχολήθηκαν ποτέ με την σύνθεση – αλλά ο ίδιος απτόητος συνέχισε την ολοένα πιο εντυπωσιακή, ουσιώδη και μοναχική στο έπακρο δημιουργική διαδρομή του. Μια διαδρομή λαμπρή, με έδρα πάντα την Ελλάδα αλλά και, κυριολεκτικά και μεταφορικά, διεθνή που ο τελευταίος μέχρι στιγμής σταθμός της ήταν – μετά από πρόταση της ΣΙΩ αφού αυτή ήταν από ελληνικής πλευράς ο διοργανωτής – να εκπροσωπήσει με το έργο του «Μουσική είναι η πόλη» την Αθήνα στο Project ATLAS. Μια εκδήλωση δηλαδή με υπότιτλο «Μια ηχητική χαρτογραφία της Ευρώπης» που συνίστατο στην ταυτόχρονη πρώτη παρουσίαση έργων τριών συνθετών από ισάριθμες διαφορετικές πόλεις και προφανώς χώρες, Παρίσι, Καλσρούη και Αθήνα και της οποίας η έμπνευση προήλθε από το IRCAM το οποίο ήταν και ο κεντρικός οργανωτής της. Όλο αυτό για εμένα αποτελεί ένα είδος νοητού κύκλου με φορέα περισσότερο παρά επίκεντρο τον Δ. Καμαρωτό και όταν μετά το τέλος της συναυλίας μια ευγενέστατη κυρία, ακούγοντας με να αναφέρω το όνομα του Σ. Βασιλειάδη σε σχέση με την ημερίδα που είχα παρακολουθήσει στο ΕΚΠΑ αλλά και την παράσταση, μου συστήθηκε αυθόρμητα ως η κόρη του τελευταίου απλά επιβεβαιώθηκα για αυτό.

Φτάνοντας στην ΣΙΩ άγγιξα για λίγο τα δύο «ηχητικά δέντρα», την εγκατάσταση δηλαδή που είχε δημιουργήσει ο Δ. Καμαρωτός σε συνεργασία με την αρχιτέκτονα Εύα Μανιδάκη (η οποία είχε επίσης επιμεληθεί τον σκηνικό χώρο της παράστασης) και έφερναν σε όποιον/α είχε την διάθεση να τα «περιηγηθεί» ήχους από τις άλλες δύο πόλεις του ATLAS. Με την μετα-μνήμη αυτών στα αυτιά μου μπήκα στην αίθουσα της κεντρικής σκηνής όπου μας υποδέχονταν άλλοι ήχοι, εκείνοι που είχε συγκεντρώσει και ηχογραφήσει η ειδική ομάδα προετοιμασίας του project από την Αθήνα και αποτέλεσαν όχι απλά την έμπνευση αλλά την βάση του έργο του Δ. Καμαρωτού. Η ένταση τους αυξανόταν πολύ αργά αλλά σταθερά και έτσι όταν έφτασε η προγραμματισμένη ώρα για την έναρξη και των τριών συναυλιών η μετάβαση από αυτούς στην παράσταση δεν ήταν απλά ομαλή αλλά μάλλον μια φυσική συνέχεια.

..
..
Yiannis Soulis

Ήδη στα πέντε πρώτα λεπτά είχα διαπιστώσει πόσο δίκαιο είχε ο Δ. Καμαρωτός όταν από την αρχή εναντιώθηκε και εντέλει ανέτρεψε την αρχική ιδέα για το project, το να δημιουργηθεί δηλαδή ένα κοινό, ενιαίο έργο από τος τρεις συνθέτες. Αυτό θα ήταν ανέφικτο όχι μόνον επειδή υπήρχαν πάρα πολλά, διανοητικά περισσότερο παρά πρακτικά, εμπόδια για την σύμπραξη τους σε τέτοιο επίπεδο όσο και γιατί θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο για το ακροατήριο κάθε συναυλίας να παρακολουθεί ταυτόχρονα άλλες δύο! Ακόμα και το εξαιρετικά φροντισμένο βίντεο της Μαρίνας Γιώτη - που από το IRCAM το έστελνε επίσης ταυτόχρονα τόσο στην ΣΙΩ όσο και στο ZKM στην Καλσρούη, δεν κατόρθωνε να συνδέσει τρία εντελώς διαφορετικά έργα και παραστάσεις (και για διαφορετικά ακροατήρια, με άλλη νοοτροπία και απαιτήσεις, ας μην το ξεχνάμε αυτό, για παράδειγμα μετά το πέρας της συναυλίας μάθαμε ότι οι οθόνες του ZKM έδειχναν πολύ πιο εκτενή αποσπάσματα από τις δύο άλλες συναυλίες από όσο το έκαναν το IRCAM και η ΣΙΩ) ενώ και η ολιγόλεπτη σύνδεση και ανταλλαγή ηχητικού αλλά και οπτικού υλικού ανάμεσα στις τρεις παραστάσεις ελάχιστα ως καθόλου επηρέασε την δομή και πολύ περισσότερο την εξέλιξη του έργου του Δ. Καμαρωτού.

.
.
Yiannis Soulis

Πάρα πολύ σύντομα συνειδητοποίησα ότι ο Δ. Καμαρωτός θα μπορούσε να έχει συνθέσει και παρουσιάσει οποιαδήποτε άλλη στιγμή το ίδιο ακριβώς έργο και δίχως καμία άλλη αφορμή παρά την έμπνευση για να το κάνει. Η μοναδική – αλλά ομολογουμένως δεόντως καθοριστική - διαφορά σε αυτή την περίπτωση θα ήταν ότι δεν θα είχε τα μέσα και τις δυνατότητες, την κορυφαία τεχνολογία και το υψηλότατης κατάρτισης έμψυχο δυναμικό του IRCAM. Με αυτά στην διάθεση του όχι μόνο το αισθητικό αλλά και το τόσο σημαντικό τεχνικό αποτέλεσμα της συναυλίας άγγιξαν την τελειότητα ολοκληρώνοντας τις προθέσεις του στο ακέραιο. Ο εξαιρετικά σύνθετος, αν όχι απλά...πολύπλοκος, σχεδιασμός της παράστασης λειτούργησε άψογα. Ενα μέρος φυσικά και όχι όλοι οι ήχοι της Αθήνας που είχε συγκεντρώσει η ομάδα προετοιμασίας, περισσότερο, λιγότερο ή καθόλου επεξεργασμένων από τον δημιουργό, διαμέσου αισθητήρων, ηλεκτρονικών και μηχανικών μερών δεν τροφοδοτούσαν απλά αλλά «έπαιζαν» το πιάνο, τα έγχορδα αλλά και μια ιδιοκατασκευή από πλαστικούς σωλήνες (μιαν από τις αρκετές, ορατές στο ακροατήριο και μη, που σχεδίασε και έφτιαξε ο ίδιος ο Δ. Καμαρωτός γα το project και άλλες από αυτές τελικά χρησιμοποιήθηκαν και άλλες όχι).

.
.
Yiannis Soulis

Αυτό που προέκυπτε άλλες στιγμές ήταν musique concreee, άλλες οξεία ατονικά περάσματα, άλλες σύντομα αλλά πολύ όμορφα μινιμαλιστικά μελωδικά θέματα και κάποιες άλλες όλα αυτά μαζί ταυτόχρονα. Η θέση μου ήταν στην επόμενη σειρά από την σημείο, ακριβώς στο κέντρο της αίθουσας, όπου βρισκόταν η κονσόλα του ήχου από την οποία ο Δ. Καμαρωτός όχι μόνον πραγματοποιούσε αλλά και έλεγχε μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια της την παράσταση. Είχα λοιπόν την ευκαιρία να τον βλέπω σε όλη την διάρκεια της συναυλίας και δεν μπόρεσα να μην παρατηρήσω την απόλυτη ηρεμία που υπήρχε στο πρόσωπο του καθώς με συγκέντρωση και ακρίβεια την οποία θα αποκαλούσα «χειρουργική» αν δεν θύμιζε πολύ περισσότερο αυτήν του controller μιας διαστημικής αποστολής της NASA την στιγμή που αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση για την εκτόξευση, εκτελούσε στην κυριολεξία αναρίθμητους πολύ λεπτούς χειρισμούς ανάμεσα σε ειδικά πληκτρολόγια και άλλα χειριστήρια.

.
.
Yiannis Soulis

Η ίδια ηρεμία που υπήρχε μαζί με την σεμνότητα η οποία πάντα τον διακρίνει (δεν παρέλειψε να ζητήσει ένα χειροκρότημα για όλη την πολυμελή ομάδα των Ελλήνων και Γάλλων συνεργατών του) όταν ανέβηκε στη σκηνή για να υποκλιθεί μετά το πέρας της συναυλίας, η ηρεμία η οποία πηγάζει από την αυτοπεποίθηση ενός ανθρώπου και δημιουργού που μελέτησε, σχεδίασε και υλοποίησε επενδύοντας τόση προσοχή και κόπο κάτι τόσο σύνθετο ώστε όλα πήγαν όπως ακριβώς τα ήθελε και δίχως το παραμικρό πρόβλημα ή και λάθος.

.
.
Yiannis Soulis

Η ίδια ηρεμία που τον διακατείχε και στην άτυπη μικρή «δεξίωση» που παρέθεσε - τουλάχιστον για ένα τμήμα του ακροατηρίου - η ΣΙΩ στο φουαγέ όταν, ανάμεσα στους μόνιμους τεχνικούς συνεργάτες του εδώ και πάρα πολλά χρόνια Κώστα Μπώκο και Βασίλη Κουντούρη, την εκλεκτή πρωτοπόρα δημιουργό Γεωργία Σπυροπούλου η οποία ζει μόνιμα στην Γαλλία και εργάζεται ως συνθέτιδα αλλά και ερευνήτρια στο IRCAM, τον διευθυντή της ΣΙΩ Χρήστο Καρρά και άλλους, με την ευρύτερη ή στενότερη έννοια, φίλους και αισθητικούς (και όχι μόνον...) ομοαϊδεάτες του, με ρώτησε για τις εντυπώσεις μου. Του είπα φυσικά ότι το έργο του ήταν εξαιρετικό, από τα πιο ώριμα και καλύτερα του ενώ την ίδια στιγμή κατάλαβα ότι ήταν επίσης και τόσο πολυεπίπεδο και πολυσήμαντο, αγγίζοντας ή και ανοίγοντας τόσα πολλά ανθρωπογεωγραφικά, κοινωνιολογικά, πολεοδομικά, ακόμα και φιλοσοφικά ζητήματα ώστε εντέλει θα απαιτούσε και ένα δεύτερο κείμενο, εκτός από την κριτική παρουσίαση του. Και με αυτό ακριβώς θα επανέλθω για το ATLAS Athens σε λίγες ημέρες....

Δημοφιλή