Καθημερινές, περίεργες, χιουμοριστικές ιστορίες στην Αρχαία Αθήνα

Έκλεβαν την εφορία οι αρχαίοι Έλληνες; Τι έκαναν για την εμφάνιση και τη διατροφή τους; Γιατί ο Περικλής είχε το παρατσούκλι Σχινοκέφαλος;
(Photo by DeAgostini/Getty Images)
(Photo by DeAgostini/Getty Images)
DEA / ARCHIVIO J. LANGE via Getty Images

«Πλάτων, Φαίδρος, 253 a. Μεταφράζοντας το σοβαρότατο άρθρο ενός φίλου μου φιλόσοφου για να διασταυρώσω μία παραπομπή, ξαναπιάνω την παλιά μου έκδοση των Belles Lettres, ελαφρώς σκονισμένη και γεμάτη σημειώσεις από την εποχή των κλασικών σπουδών μου. Το βλέμμα μου πέφτει ξαφνικά στον Σωκράτη, που εύθυμος και χαρούμενος βουτάει τα γυμνά του πόδια στο ποταμάκι και ξαπλώνει χαλαρός στο χορτάρι. Οι θεωρίες για τη φύση της ψυχής μπορούν να περιμένουν! Το διασκεδάζω και πιάνω αμέσως έναν άλλο διάλογο, όπου βρίσκω αυτή τη φορά έναν Σωκράτη κομψό, ντυμένο στην τρίχα, που ετοιμάζεται να πάει να δειπνήσει στην πόλη. Από εκείνη τη στιγμή μπαίνω στο παιχνίδι: αρχίζω να διαβάζω τα ξακουστά κείμενα που τα είχα μελετήσει τόσες φορές, να καταβροχθίζω κωμωδίες και δικανικούς, αναζητώντας περίεργες, συγκινητικές ή ακόμα και ταπεινές λεπτομέρειες, με την επιθυμία να ανακαλύψω εκ νέου αυτούς τους Έλληνες που ονομάζουμε ‘αρχαίους’, στην καθημερινότητα τους…»

Στο πρώτο βιβλίο της με τίτλο «Μικρά Αθηναϊκά Χρονικά: Καθημερινές Ιστορίες στην Αρχαία Αθήνα» (εκδόσεις Αιώρα, μετάφραση Μαρία Παπαδήμα, Μαρίνα Λεοντάρη), που κυκλοφόρησε πρόσφατα, η Ζαν Ροκ-Τεσόν αλιεύει περίεργες, χιουμοριστικές, ακόμη και συγκινητικές λεπτομέρειες, που φωλιάζουν κρυμμένες σε μερικά από τα σπουδαιότερα κείμενα της αρχαιοελληνικής γραμματείας, και αφηγείται την καθημερινότητα στην αρχαία Αθήνα έτσι όπως δεν την είχαμε φανταστεί ποτέ.

Ο Περικλής, ο Σωκράτης, ο Ευριπίδης, ο Αισχύλος αλλά και λιγότερο γνωστοί έως άγνωστοι κάτοικοι της, εμφανίζονται στην εργασία, στις συναλλαγές τους, στην κοινωνική ζωή και στις προσωπικές τους στιγμές -να διασκεδάζουν, να τσακώνονται, να εξαπατούν, να ερωτεύονται- σε μια πόλη που σφύζει από ζωή.

Στις 240 σελίδες του απολαυστικού βιβλίου ξεδιπλώνονται άγνωστες πτυχές κατά κύριο λόγο της κλασικής εποχής -κάποιες ξεφεύγουν από το συγκεκριμένο πλαίσιο κάνοντας ένα άλμα στον χρόνο- οι οποίες επιβεβαιώνονται από πηγές στο τέλος της έκδοσης, δίνοντας στον αναγνώστη την ευκαιρία για περαιτέρω διερεύνηση.

Από την εμφάνιση, τη διατροφή και τους καλούς τρόπους, την ταβέρνα της αρχαίας Αθήνας με το καλύτερο κρασί, το προσωνύμιο του Περικλή «Σχινοκέφαλος», τους φοροφυγάδες, τους απατεώνες, τους κακοπληρωτές και τη μαύρη εργασία, τους άστεγους, τα γκράφιτι του έρωτα στους τοίχους του Κεραμεικού, την ‘πρώτη κυρία’ Ασπασία, τους εργένηδες που κινδυνεύουν να μείνουν γεροντοπαλίκαρα και την αντίδραση του Πλάτωνα -ο οποίος παρά ταύτα δεν παντρεύτηκε ποτέ-, τις ιατρικές συμβουλές, τα τατουάζ αλλά και την πανδημία, η Ζαν Ροκ-Τεσόν σχεδιάζει επί της ουσίας μία εναλλακτική διαδρομή προσέγγισης και κατανόησης.

Από τις 85 μικρές ιστορίες -εκτός των άλλων, μία ενδιαφέρουσα πινακοθήκη χαρακτήρων-, παραθέτουμε ενδεικτικά την αφήγηση με τίτλο «Σνομπισμός»:

«Τη μέρα της γιορτής των Παναθηναίων, όταν η πομπή σταματά σ’ ένα πλάτωμα πριν ανέβει στον βράχο της Ακρόπολης, ανάμεσα στους ιππείς που παρελαύνουν δεν βλέπεις παρά μονάχα εκείνον. Αμέσως μόλις τελειώσει η λιτανεία, ζητάει από έναν δούλο του να μεταφέρει τον εξοπλισμό του στο σπίτι, κρατάει όμως τη χλαμύδα και τα σπιρούνια για όσο περιφέρεται στην αγορά με το ύφος του δήθεν αδιάφορου. Συνήθως τον διακρίνεις από μακριά εξαιτίας του δούλου του, πρόσφατο απόκτημα από την Αιθιοπία: το να συνοδεύεσαι από έναν μαύρο αποτελεί την τελευταία λέξη της μόδας. Από τότε που εγκατέλειψε το κομψό κι ίσιο, μα τόσο ξεπερασμένο πια, μπαστούνι του, στηρίζεται σ’ ένα χοντρό στριφτό ραβδί, που είναι πολύ του συρμού, όπως καθετί που έρχεται από τη Σπάρτη. Κλέβει την παράσταση τις μέρες που βγαίνει έξω με μια καλιακούδα, την οποία έμαθε να λέει: ‘Καλημέρα, καλημέρα!’. Μόλις αγόρασε μία σκαλίτσα για να χοροπηδά πάνω της το πουλί, όμως τη μικροσκοπική χάλκινη ασπίδα του την κατασκεύασε με τα ίδια του τα χέρια. Κάποιος του προτείνει μία παρτίδα αστραγάλων; Λυπάται, αλλά παίζει μόνο με τα δικά του οστάρια φτιαγμένα από κέρατο λιβυκής γαζέλας. Ομολογουμένως του κόστισαν μια περιουσία, αλλά είναι τόσο ‘ιδιαίτερα’. Το μικρό του σκυλάκι από τη Μάλτα πέθανε και δεν μπορεί ακόμα να συνέλθει από τον βίαιο χαμό του. Ελάτε μια μέρα να του κάνετε επίσκεψη. Θα σας δείξει το μνήμα που του κατασκεύασε και τη μικρή επιτύμβια στήλη που φέρει πάνω της χαραγμένη την επιγραφή: ‘Κλάδος Μελιταίος’. Με την ευκαιρία θα γνωρίσετε και τη μαϊμού του, που έφτασε κατευθείαν από την Αίγυπτο και με την οποία είναι εντελώς ξετρελαμένος».

Γεννημένη στο Αλγέρι η Jeanne Roques-Tesson έκανε κλασικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Ρουέν. Καθηγήτρια γαλλικών, λατινικών και ελληνικών για δέκα χρόνια, εγκατέλειψε τη Νορμανδία για να εγκατασταθεί στην Ελλάδα, όπου δίδαξε στο Γαλλικό Ινστιτούτο, πρώτα στη Θεσσαλονίκη και μετά στην Αθήνα, πριν αφιερωθεί στη μετάφραση. Έχει μεταφράσει σενάρια του Θόδωρου Αγγελόπουλου για το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, δοκίμια, θεατρικά έργα και μυθιστορήματα, μεταξύ των οποίων τα Ματωμένα Χώματα της Διδώς Σωτηρίου (Éditions Cambourakis). Tα Μικρά Αθηναϊκά Χρονικά κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Αιώρα και στα γαλλικά (Petites Chroniques Atheniénnes).

Δημοφιλή