«Μια κάποια λύσις;»: Τα γκρίζα σημεία του συμβιβασμού

«Μια κάποια λύσις;»: Τα γκρίζα σημεία του συμβιβασμού
Stoyan Nenov / Reuters

Πριν από λίγες ώρες, ο κ. Τσίπρας ανακοίνωσε την επίτευξη συμφωνίας με την ΠΓΔΜ, περιγράφοντας ταυτόχρονα τους βασικούς όρους της. Το διάγγελμα του πρωθυπουργού συμπληρώθηκε από αναλυτικότερες πληροφορίες που δόθηκαν στη δημοσιότητα από κυβερνητικές πηγές. Με την επιφύλαξη ότι όλα όσα έχουν μέχρι στιγμής γνωστοποιηθεί θα επιβεβαιωθούν όταν το πλήρες κείμενο της συμφωνίας καταστεί διαθέσιμο και επιπλέον εφόσον αυτό υπογραφεί, μπορούν να γίνουν κάποιες αρχικές επισημάνσεις.

1) Όνομα. Η συμφωνία περί «Βόρειας Μακεδονίας» είναι απόλυτα συμβατή με την εδώ και δέκα χρόνια επίσημη ελληνική θέση περί «σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό». Επετεύχθη, επομένως, ο στόχος που είχε τεθεί. Θα ήταν ουτοπικό να αναμένει κάποιος ότι θα μπορούσε η ελληνική πλευρά να επιτύχει την πλήρη απαλοιφή του όρου «Μακεδονία». Η επιμονή σε μια τέτοια γραμμή θα σήμαινε στην ουσία μη διαπραγμάτευση και διαιώνιση του προβλήματος. Αυτή η ακαμψία ορθώς ξεπεράστηκε από την κυβέρνηση του κ. Καραμανλή και έκτοτε αποτελεί την εθνική γραμμή πάνω στο ζήτημα της οριστικής ονομασίας της ΠΓΜΔ.

2) Erga omnes. Ο κ. Τσίπρας διαβεβαίωσε ότι η χρήση της νέας ονομασίας θα ισχύει «έναντι όλων», τόσο διεθνώς, όσο και στο εσωτερικό της γειτονικής μας χώρας. Εφόσον επιβεβαιωθεί, πρόκειται επίσης για θετική εξέλιξη, καθώς δεν αφήνει περιθώρια για παρεκκλίσεις από καμία πλευρά. Το erga omnes είναι –και γι’ αυτό το λόγο είχε ήδη από το 2008 τεθεί ως στόχος από την Ελλάδα– το απαραίτητο συμπλήρωμα για την πλήρη εφαρμογή της συμφωνίας γύρω από το όνομα.

3) Συνταγματική αναθεώρηση. Ως αναπόσπαστη προέκταση του erga omnes, η κυβέρνηση της ΠΓΜΔ αναλαμβάνει την υποχρέωση να προβεί σε αναθεώρηση του συντάγματος της χώρας, έτσι ώστε να αποτυπωθεί σε αυτό η νέα ονομασία. Επιπλέον, μέσα από τη διαδικασία της αναθεώρησης, θα πρέπει να απαλειφθούν από το σύνταγμα όλες τις αλυτρωτικές αναφορές, με σημαντικότερη εκείνη περί ύπαρξης «μακεδονικών μειονοτήτων» σε τρίτες χώρες. Επομένως κι εδώ το πρόσημο της συμφωνίας είναι θετικό – πάντα με την επιφύλαξη ότι όλα αυτά θα υλοποιηθούν όπως περιγράφονται.

4) Εθνικότητα. Η συμφωνία προσδιορίζει την εθνικότητα των πολιτών της γειτονικής μας χώρας ως μακεδονική. Πρόκειται, οπωσδήποτε, για ελληνική υποχώρηση. Η εθνικότητα (με την έννοια της ιθαγένειας) δεν ταυτίζεται πλήρως με την εθνότητα, αλλά μοιραία παραπέμπει σε αυτή. Η προσθήκη στα διαβατήρια του όρου «πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας» δεν αλλάζει τα δεδομένα. Οι κάτοικοι της Βόρειας Μακεδονίας θα ονομάζονται Μακεδόνες, έστω κι αν η συμφωνία διευκρινίζει ότι δεν έχουν σχέση με τους αρχαίους Μακεδόνες.

5) Γλώσσα. Αναγνωρίζεται η ύπαρξη μακεδονικής γλώσσας. Κι εδώ υπάρχει ελληνική υποχώρηση. Η επισήμανση της συμφωνίας ότι η μακεδονική γλώσσα είναι σλαβική, και επομένως ουδεμία σχέση έχει με την ελληνική-μακεδονική γλωσσική κληρονομιά, είναι μάλλον μικρής σημασίας, αφενός διότι η διάκριση είναι αυτονόητη και αυταπόδεικτη, και αφετέρου διότι η αναγνώριση μακεδονικής γλώσσας, συνδυαζόμενη με τη μακεδονική εθνικότητα/ιθαγένεια, ενισχύει το συμπέρασμα για την ύπαρξη μακεδονικού έθνους. Αυτό προκύπτει και από τις δηλώσεις του κ. Ζάεφ, ο οποίος, κατά την παρουσίαση της συμφωνίας στην ΠΓΜΔ, αναφέρθηκε στην επιβεβαίωση και την εμπέδωση «της μακεδονικής εθνικής και πολιτιστικής ταυτότητας». Το πρόθεμα μακεδονική πριν από την εθνικότητα και τη γλώσσα ίσως τελικά να αναιρεί –σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό– τα πλεονεκτήματα της επίσημης απόρριψης του μακεδονικού αλυτρωτισμού που προσφέρει η συνταγματική αναθεώρηση.

6) Κύρωση από την ΠΓΔΜ. Η κυβέρνηση του κ. Ζάεφ έχει ήδη δεσμευτεί για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος το φθινόπωρο. Είναι πολύ πιθανό το ερώτημα του δημοψηφίσματος να μην αναφέρεται ρητά στη συμφωνία, αλλά μόνο στο νέο όνομα της χώρας, το οποίο θα διασυνδέεται με την προοπτική ένταξής της στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να καταστεί ελκυστικότερο στους ψηφοφόρους. Εάν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι θετικό, αυτονόητα ανοίγει ο δρόμος για τη συνταγματική αναθεώρηση. Εκείνο που δεν έχει διασαφηνιστεί είναι εάν το δημοψήφισμα θα είναι αποφασιστικό ή απλά συμβουλευτικό. Διότι εάν ισχύει το δεύτερο, τότε θεωρητικά η διαδικασία της αναθεώρησης μπορεί να κινηθεί ακόμα κι αν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι αρνητικό – αν και πολιτικά κάτι τέτοιο είναι δύσκολο, εκτός κι αν μεσολαβήσουν νικηφόρες για τον κ. Ζάεφ εκλογές με διακύβευμα τη συμφωνία και τη συνταγματική αναθεώρηση. Σε κάθε περίπτωση, οι διεργασίες θα είναι αρκετά χρονοβόρες και, ακόμα και με τις καλύτερες συνθήκες, δεν αναμένεται να ολοκληρωθούν πριν από την παρέλευση τουλάχιστον τεσσάρων ή πέντε μηνών. Πάντως, με τα σημερινά δεδομένα, η δυνατότητα της κυβέρνησης του κ. Ζάεφ να επιτύχει την απαραίτητη κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 2/3 προκειμένου να φέρει εις πέρας την αναθεώρηση, κάθε άλλο παρά βέβαιη είναι. Αθέτηση της δέσμευσης της ΠΓΔΜ για συνταγματική αναθεώρηση συνεπάγεται την ακύρωση όλης της συμφωνίας: αυτή η διάταξη είναι στοιχειώδης εξασφάλιση για την Ελλάδα. Εάν η ΠΓΔΜ δεν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, έστω όχι λόγω κακής πίστης, αλλά εξαιτίας πρακτικής (δημοψηφισματικής ή κοινοβουλευτικής) αδυναμίας, θα επωμιστεί το διεθνές κόστος, καθώς θα θεωρηθεί υπεύθυνη για τη μη εφαρμογή της συμφωνίας.

7) Κύρωση από την Ελλάδα. Η συμφωνία θα έρθει προς κύρωση στη Βουλή των Ελλήνων μόνο εφόσον τηρηθούν οι δεσμεύσεις της ΠΓΜΔ περί συνταγματικής αναθεώρησης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η συμφωνία θα συζητηθεί στην ελληνική Βουλή το νωρίτερο προς το τέλος του 2018 ή στις αρχές του 2019 – ενδεχομένως και αργότερα (ή ίσως και ποτέ), αναλόγως με τις εξελίξεις στην ΠΓΔΜ. Αυτή η καθυστέρηση, πέρα από την έγερση ζητημάτων κοινοβουλευτικής τάξης, δημιουργεί ένα δυνητικό, αλλά καθόλου, θεωρητικό– πρόβλημα: τι θα συμβεί εάν έχουν μεσολαβήσει εκλογές και στη νέα Βουλή την πλειοψηφία έχει η Νέα Δημοκρατία, η οποία τάσσεται κατά της συμφωνίας; Υπάρχει, δηλαδή, η πιθανότητα τη συμφωνία να κληθεί να φέρει προς κύρωση στη Βουλή μια άλλη κυβέρνηση από εκείνη που θα την έχει συνάψει – και μάλιστα, αυτή η νέα κυβέρνηση να είναι αντίθετη προς τη συμφωνία. Αυτό το παράδοξο ενέχει τον κίνδυνο της απόρριψης της συμφωνίας από ελληνικής πλευράς, ενώ στο μεταξύ θα έχει πλήρως υλοποιηθεί –μέσα και από την ολοκλήρωση της συνταγματικής αναθεώρησης– από τη μεριά της ΠΓΜΔ. Σε αυτή την περίπτωση, η αποτυχία θα χρεωθεί στην Ελλάδα, η οποία θα εμφανιστεί διεθνώς ως ανακόλουθη και προκλητικά αδιάλλακτη. Η διεύρυνση του κύκλου των κρατών που αναγνωρίζουν τη γειτονική μας χώρα ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας» είναι δεδομένη, ενώ εξίσου βέβαιη θα πρέπει να θεωρηθεί και η άσκηση αφόρητων πιέσεων για την ένταξή της με αυτό το όνομα στο ΝΑΤΟ.

Δημοφιλή