Πήρα να σου πω ότι δεν πέθανα

Γεννήθηκες, maestro, σαν ένα πρωταπριλιάτικο αστείο, 1η του Απρίλη ...Είναι δυνατό λοιπόν να πεθάνεις ποτέ; Θα ήταν για γέλια! (Εις μνήμην Μίλαν Κούντερα)
Francois LOCHON via Getty Images

-Πήρα να σου πω ότι δεν πέθανα.

-Το ξέρω.

-Και επειδή έχεις ένα κακό χούι να γράφεις, να σου πω ότι δεν θέλω να γράψεις τίποτα για μένα.

-Και αυτό το ξέρω.

-Ξαφνικά γράφουν όλοι τους για μένα και μου ρχεται να ουρλιάξω. Γίνεται να με αφήσουν στην ησυχία μου; Ακούς εκεί πέθανα. Δεν καταλαβαίνουν ότι πρόκειται για «Αστείο»;

-Τι να σου πω. Γαϊδουροκαλόκαιρο. Οι άνθρωποι φερόμαστε περίεργα με τόση ζέστη.

-Facebook, sites, όλοι έχουν κάτι να πουν για εμένα.

-Μη το παίρνεις έτσι.

-Το καλό που σου θέλω, εσύ να μην γράψεις λέξη. Λέξη, ακούς; Αλλιώς πάει, θα τα χωρίσουμε τα τσανάκια μας. Ούτε ένα τιτίβισμα.

-Ξέρεις από «τιτιβίσματα»;

-Πώς δεν ξέρω; Επειδή δεν μιλώ; Ή για την ακρίβεια, δεν «τιτιβίζω»; Ο άνθρωπος έχει τρεις κατηγορίες φίλων, όπως λέει και ο φίλος σου ο Γκαμπίτο.

-Δικός σου φίλος είναι.

-Μπα, δεν τα κατάφερα. Όχι ότι δεν ήθελα, αλλά οι Ευρωπαίοι είμαστε σαν τους έκπτωτους πρωτόπλαστους, εξορισμένοι διά παντός από τη μαγεία. Ο Γκαμπριέλ γεννήθηκε μέσα σε αυτή, η μαγεία ήταν ο τόπος καταγωγής του.

-Και ποιές είναι αυτές οι τρεις κατηγορίες φίλων;

-Είναι οι δημόσιοι, οι ιδιωτικοί και οι μυστικοί. Ε, λοιπόν θέλω η φιλία μας να παραμείνει μυστική, μόνο για μας τους δύο. Γιατί οι άνθρωποι αρέσκονται να ευτελίζουν τα πάντα υπό το φως της δημοσιότητας; Το δημόσιο είναι βέβηλο.

-Μίλαν, και σένα και εμένα, μας έχει πειράξει η ζέστη. Εγώ δεν πρόκειται να γράψω τίποτα για εσένα, και δη μέσα στον καύσωνα. Κι αν θέλεις να μάθεις, εγώ τελείωσα, θέλω να τελειώνω με τα γραμμένα. Όσο για τους υπόλοιπους νομίζουν ότι πέθανες. Αυτό έχει το ίντερνετ, άπαξ και γραφτεί κάτι, τρέξε να το μαζέψεις. Μη δίνεις σημασία. Μία μέρα θάμα, την τρίτη παραθάμα. Μέχρι να ρθει το σαββατοκύριακο που θα είναι όλοι στις παραλίες, θα το χουν ξεχάσει. Άδικα ανησυχείς.

-Ο δημιουργός πρέπει να κάνει τους μεταγενέστερους να πιστέψουν ότι δεν έζησε, έλεγε ο Φλωμπέρ. Αλλά αν δεν έζησα ποτέ, πώς δηλαδή πέθανα;

-Μίλαν, εσύ πήρες στην πλάτη σου αυτήν την ήπειρο, -που αν η Λατινική Αμερική του Μάρκες ήταν καταδικασμένη σε 100 χρόνια μοναξιά και ήθελε με το έργο του να τη σώσει-, εσύ τόλμησες να τα βάλεις με την αβάσταχτη μοναξιά της Ευρώπης που αιώνια επιστρέφει. Θέλησες να ορίσεις από την αρχή τη θυσία, τον έρωτα, την ταυτότητα και την φιλία. Πώς τώρα ζητάς να μην είσαι φίλος για εκατομμύρια Ευρωπαίους;

-Φίλος να είμαι, μα μυστικός.

-Μα δεν ζούμε ακόμη στην κομμουνιστική Τσεχοσλαβακία. Δεν σε κυνηγάει πια κανείς. Δεν υπάρχουν πια φαντάσματα.

-Νομίζεις. Τότε ο εχθρός ήταν ορατός. Σήμερα είναι αόρατος και για αυτό παντού.

-Σε έχει πιάσει πάλι «νοσταλγία», και το άλγος του νόστου υπερισχύει κι από την πιο σαγηνευτική σειρήνα. Ξέρεις τι πιστεύω; Ό,τι ξαφνικά θέλεις να γυρίσεις σπίτι σου.

-Μα σπίτι μου είμαι.

-Στην πατρίδα σου.

-Μα στην πατρίδα μου είμαι.

-Αχ, Μίλαν εσύ θα έπρεπε να ξέρεις καλύτερα. Ο άνθρωπος έχει δημόσιες πατρίδες, ιδιωτικές και μυστικές. Μοιάζει να θέλεις να επιστρέψεις στη μυστική, αιώνια πατρίδα σου. Εκείνη με τη βαριά λύπη και τους αιώνιους χειμώνες, που οι δρόμοι της μυρίζουν ακόμη και κατακαλόκαιρο σκόρδο και αλκοόλ, γιατί μόνο έτσι αντέχουν οι συμπατριώτες σου τη μοναξιά και το κρύο.

-Το μόνο που θέλω, σαν τελευταία επιθυμία, είναι να μείνω μυστικός φίλος των ανθρώπων.

-Τούτη η ήπειρος Μίλαν, αλλά και οι πατρίδες μας, μοιάζουν να έχουν ειρήνη. Αλλά δεν έχουν. Κι οι ψυχές μας μοιάζουν να έχουν γαλήνη. Αλλά δεν έχουν. Μυστικός φίλος, είναι εκείνος που πιάνεις στα χέρια σου όταν πια ξέρεις ότι έχεις σπάσει, ότι είσαι κομμάτια, που δεν πρόκειται να ενωθούν ποτέ ξανά. Αλλά έτσι σπασμένος, σχεδόν αφανισμένος, ξέρεις ότι πρέπει να συνεχίσεις, όπως συνεχίζει η πατρίδα και η ήπειρός σου, όπως συνεχίζουν όλες οι πατρίδες και οι ήπειροι. Τότε και μία μόνο σελίδα γραμμένη από το χέρι ενός μυστικού φίλου, ξέρεις ότι μπορεί να αποβεί ισόβιο φυλαχτό. Ότι μπορεί να σε προστατέψει από τα πάντα, ακόμη και από τον ίδιο σου τον εαυτό. Πόσοι Ευρωπαίοι Μίλαν, συνέχισαν, δίχως να βγάλουν μιλιά, χάρη στο «Αστείο», στους «Κωμικούς Έρωτες», την «Αθανασία», ή την «Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι»;

-Μα αυτά τα έγραψα για να αντέξω εγώ.

-Ναι, πράγματι γι αυτό κανείς γράφει, για να αντέξει ο ίδιος. Αλλά αυτή είναι η μαγεία. Η γραφή σε κάνει συνάνθρωπο, εξαληθεύει ό,τι ανθρώπινο έχεις μέσα σου. Γιατί μόνο ο άλλος άνθρωπος κάνει τον άνθρωπο άνθρωπο, αλλιώς δεν είναι παρά ένα θεριό.

-Δηλαδή να μείνω ήσυχος ότι δεν θα γράψεις τίποτα για μένα;

-Τίποτα, ούτε για σένα, ούτε για τον Γκαμπίτο, ούτε για τον Κωστή, ποτέ ξανά.

-Σύμφωνοι, σε αφήνω. Η φύση στην Τσεχία αυτήν την εποχή είναι μαγική. Ειδικά στο Μπρνο.

-Εκεί είσαι;

-Ναι εκεί.

-Γεννήθηκες, maestro, σαν ένα πρωταπριλιάτικο αστείο, 1η του Απρίλη στην πιο ειρωνική και μποέμικη χώρα του κόσμου, στην επικράτεια της ειρωνείας και της Βοημίας. Είναι δυνατό λοιπόν να πεθάνεις ποτέ; Θα ήταν για γέλια!

Δημοφιλή