Ανάλυση στα μαλλιά του Μπετόβεν αποκαλύπτει τα αίτια θανάτου του διάσημου συνθέτη

Πιστεύεται ότι ο Μπετόβεν πέθανε από ηπατική και νεφρική νόσο σε ηλικία 56 ετών.
Lee Snider via Getty Images

Τα υψηλά επίπεδα μολύβδου που ανιχνεύθηκαν σε επικυρωμένες τούφες των μαλλιών του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν δείχνουν ότι ο συνθέτης είχε δηλητηρίαση από μόλυβδο, ο οποίος μπορεί να συνέβαλε σε ασθένειες που υπέστη κατά τη διάρκεια της ζωής του, συμπεριλαμβανομένης της κώφωσης, σύμφωνα με νέα έρευνα.

Εκτός από την απώλεια ακοής, ο διάσημος κλασικός συνθέτης είχε επαναλαμβανόμενα γαστρεντερικά προβλήματα σε όλη του τη ζωή, υπέστη δύο κρίσεις ίκτερου και αντιμετώπισε σοβαρή ηπατική νόσο, αναφέρει το CNN.

Πιστεύεται ότι ο Μπετόβεν πέθανε από ηπατική και νεφρική νόσο σε ηλικία 56 ετών.

Μία διεθνής ομάδα ερευνητών μελέτησε τούφες από τα μαλλιά του Μπετόβεν και με τη χρήση DNA, κατάφερε να αναλύσει το γονιδίωμά του, καθορίζοντας αρχικά ποιες από τις τρίχες ανήκαν πραγματικά στον συνθέτη και ποιες ήταν πλαστές.

Τα σημαντικότερα ευρήματα της δεκαετούς έρευνας δημοσιεύθηκαν το 2023 και αποκάλυψαν ότι ο διάσημος συνθέτης είχε σημαντικούς γενετικούς παράγοντες κινδύνου για ηπατική νόσο και λοίμαξη από ηπατίτιδα Β πριν τον θάνατό του.

Ωστόσο, τα αποτελέσματα δεν έδιναν στοιχεία για τα προβλήματα γαστρεντερικής φύσης που αντιμετώπιζε αλλά και τα βαθύτερα αίτια της κώφωσής του, που εμφάνισε στα 20 του χρόνια.

Σύμφωνα με νέα ευρήματα που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Clinical Chemistry εντοπίστηκαν υψηλές συγκεντρώσεις μολύβδου, αρσενικού και υδραργύρου «παγιδευμένων» στις τρίχες του Μπετόβεν.

Τα παραπάνω υποδεικνύουν δηλητηρίαση από μολυβδο που μπορεί να επηρέασε αρνητικά τις παθήσεις από τις οποίες έπασχε.

Στην τελευταία αυτή έρευνα διαπιστώθηκαν ιδιαίτερα υψηλές συγκεντρώσεις μολύβδου σε δύο πιστοποιημένες τούφες του Μπετόβεν.

Συγκεκριμένα εντοπίστηκαν 64 φορές υψηλότερα επίπεδα από το φυσιολογικό στην τούφα Bermann (Bermann lock, που εκτιμάται πως αποκτήθηκε από τα τέλη του 1820 έως τον Μάρτιο του 1827) και 95πλάσια στην τούφα Halm-Thayer (Halm-Thayer lock, τρίχες που ο ίδιος ο Μπετόβεν είχε δώσει αυτοπροσώπως στον πιανίστα Άντον Χαλμ, τον Απρίλιο του 1826).

Κι αν τα παραπάνω ακούγονται περίεργα στα σύγχρονα αφτιά, θα πρέπει να ξέρετε ότι η ανταλλαγή και συλλογή μαλλιών από αγαπημένα πρόσωπα και διασήμους ήταν μία κοινή πρακτική εκείνα τα χρόνια.

«Αυτά τα επίπεδα θεωρούνται δηλητηρίαση από μόλυβδο», σημειώνει ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Ναντέρ Ριφάι, καθηγητής παθολογίας στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και διευθυντής κλινικής χημείας στο Νοσοκομείο Παίδων της Βοστώνης. «Αν πάτε σε οποιοδήποτε τμήμα επειγόντων περιστατικών στις ΗΠΑ με αυτά τα επίπεδα μολύβδου, θα εισαχθείτε αμέσως και θα υποβληθείτε σε θεραπεία χηλίωσης».

Τα αυξημένα επίπεδα μολύβδου, δεν συνδέονται μόνο με την κώφωση του Μπετόβεν αλλά και με άλλες παθήσεις από τις οποίες έπασχε ο συνθέτης.
«Συνδέονται συνήθως με γαστρεντερικές και νεφρικές παθήσεις και μειωμένη ακοή, αλλά δεν θεωρούνται αρκετά ψηλα ώστε να αποτελούν την αποκλειστική αιτία θανάτου» υποστηρίζουν οι μελετητές. Στις δύο προαναφερθείσες τούφες οι ερευνητές ανίχνευσαν αυξημένες συγκεντρώσεις αρσενικού και υδραργύρου, σε επίπεδα περίπου 13 έως 14 φορές υψηλότερα από τα κανονικά, σύμφωνα με τη μελέτη.

Οι ουσίες πιθανότατα να συσσωρεύθηκαν καθ′ όλη τη διάρκεια της ζωής του συνθέτη μέσω των τροφίμων και τον ποτών που κατανάλωνε, υποστηρίζει ο επικεφαλής της έρευνας Ναντέρ Ριφάι.

Ο Κρίστιαν Ράιτερ, τώρα συνταξιούχος αναπληρωτής διευθυντής του Κέντρου Ιατροδικαστικής Ιατρικής στο Ιατρικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης, είχε μελετήσει στο παρελθόν το Hiller Lock, ένα δείγμα μακριών μαλλιών που αποδίδεται στον Μπετόβεν. Έγραψε και δημοσίευσε μια εργασία το 2007 αφού διαπίστωσε ότι υπήρχαν υψηλά επίπεδα μολύβδου στα μαλλιά και πρότεινε ότι το μόλυβδο μπορεί να συνέβαλε στην κώφωση του συνθέτη και ενδεχομένως στον θάνατό του.

Ωστόσο η μελέτη γονιδιωματικής αλληλουχίας του 2023 αποκάλυψε ότι το Hiller Lock δεν ανήκε στον Μπετόβεν και ήταν στην πραγματικότητα δείγμα μαλλιών από γυναίκα. Αλλά εκείνη την εποχή οι ερευνητές δεν εξέτασαν τα πρόσφατα επικυρωμένα δείγματα μαλλιών του Μπετόβεν για μόλυβδο.

Ήταν γνωστό ότι ο Μπετόβεν αγαπούσε το κρασί, ωστόσο, μια συνήθης πρακτικής παρασκευής κρασιού εκείνη την εποχή ήταν η προσθήκη οξικού μολύβδου ως γλυκαντικού και συντηρητικού, εξηγεί ο Ριφάι, ενώ ο μόλυβδος χρησιμοποιούταν και στην υαλουργία για να δώσει στα γυάλινα σκεύη μια πιο διαυγή και ελκυστική εμφάνιση.

Ο Μπετόβεν, όμως, αγαπούσε και το ψάρι. Τότε, ο Δούναβης, όπου κατέληγαν τα απόβλητα της πόλης ήταν μία από τις βασικότερες πηγές αλιείας, επομένως τα ψάρια που αλιεύονταν προς κατανάλωση, πιθανότατα περιείχαν αρσενικό και υδράργυρο, λέει ο Ριφάι.

Πέραν των γονιδίων προδιάθεσης για ηπατική νόσο, τη μόλυνση από ηπατίτιδα Β και την τάση του για κατανάλωση αλκοόλ, η δηλητηρίαση από μόλυβδο φαίνεται να είναι ο τέταρτος παράγοντας που συνέβαλε στην ηπατική ανεπάρκεια του συνθέση.

Ο ίδιος ο Μπετόβεν είχε εκφράσει την επιθυμία του, η επιστήμη να καταφέρει να λύσει αυτό τον γρίφο, ζητώντας στη «διαθήκη» του οι παθήσεις του να μελετηθούν «ώστε τουλάχιστον ο κόσμος να μπορέσει να με καταλάβει και να συμφιλιωθεί μαζί μου μετά το θάνατό μου».

Στις 7 Μαΐου συμπληρώθηκαν 200 χρόνια από την πρώτη παράσταση της διάσημης Ένατης Συμφωνίας του Μπετόβεν, η οποία θεωρείται σε μεγάλο βαθμό ως το σπουδαιότερο έργο του.

Ο Μπετόβεν κολακεύτηκε από τη λατρεία της Βιέννης, έτσι η Ενάτη Συμφωνία έκανε πρεμιέρα στις 7 Μαΐου 1824 στο Theater am Kärntnertor της Βιέννης.

Αυτή ήταν η πρώτη εμφάνιση του συνθέτη επί σκηνής μετά από 12 χρόνια - η αίθουσα ήταν γεμάτη με ένα πρόθυμο και περίεργο κοινό και αρκετούς μουσικούς και προσωπικότητες της Βιέννης, όπως ο Φραντς Σούμπερτ, ο Καρλ Τσέρνι και ο Αυστριακός καγκελάριος Κλέμενς φον Μέτερνιχ.

Τα μέρη της σοπράνο και της άλτο τραγουδήθηκαν από δύο διάσημες νεαρές τραγουδίστριες: την Χένριετ Σόνταγκ και την Καρολίνα Ούνγκερ . Η Γερμανίδα σοπράνο Henriette Sontag ήταν 18 ετών όταν ο Μπετόβεν την προσέλαβε προσωπικά για να ερμηνεύσει στην πρεμιέρα της Ένατης.

Αν και την παράσταση διεύθυνε επίσημα ο Μίχαελ Ούμλαουφ, ο Μπετόβεν μοιράστηκε τη σκηνή μαζί του. Ωστόσο, δύο χρόνια νωρίτερα, ο Ούμλαουφ είχε παρακολουθήσει την απόπειρα του συνθέτη να διευθύνει μια γενική πρόβα για την αναθεώρηση της όπεράς του Φιντέλιο να καταλήγει σε καταστροφή. Έτσι, αυτή τη φορά, έδωσε εντολή στους τραγουδιστές και τους μουσικούς να αγνοήσουν τον σχεδόν εντελώς κουφό Μπετόβεν.

Στην αρχή κάθε μέρους, ο Μπετόβεν, ο οποίος καθόταν δίπλα στη σκηνή, έδινε τους ρυθμούς. Γύριζε τις σελίδες της παρτιτούρας του και χτυπούσε τον χρόνο για μια ορχήστρα που δεν μπορούσε να ακούσει.

Δημοφιλή