Θεοφάνεια στον Πειραιά: Μια ιστορική αναδρομή μέσα από σπάνιο αρχειακό υλικό

Και μια αποκαλυπτική συνέντευξη του συγγραφέα κι ερευνητή, Βασίλη Πισιμίση για τις Πειραιώτικες μνήμες των γιορτινών ημερών των αρχών του χρόνου.
6-1-53. Αγια Θεοφάνεια, ο αγιασμός των υδάτων από την Βασιλική Αποβάθρα μπροστά στο Δημαρχείο της πόλεως
εκδόσεις Μωβ / αρχείο Βασίλη Πισιμίση
6-1-53. Αγια Θεοφάνεια, ο αγιασμός των υδάτων από την Βασιλική Αποβάθρα μπροστά στο Δημαρχείο της πόλεως

Η λαμπρότερη ναυτική γιορτή, όπως αυτή των Θεοφανείων και της τελετής της καταδύσεως του τίμιου σταυρού, δεν μπορούσε να μην συνδεθεί με την ναυτική πρωτεύουσα της Ελλάδας, τον Πειραιά όπως μαρτυρεί το πλούσιο αρχειακό υλικό του Πειραιώτη συγγραφέα κι ερευνητή Βασίλη Πισιμίση. Και μπορεί με το πέρασμα του χρόνου να έχει χάσει τη λάμψη της, το διαθέσιμο αρχειακό υλικό, ωστόσο, μαρτυρά τη μεγάλη σημασία που είχε για την πόλη ειδικά αλλά και για τη χώρα γενικότερα να «φωτιστούν» τα νερά για να μην βρουν φουρτούνες και θαλασσοταραχές τους ναυτικούς.

Κατάμεστο από κόσμο το Δημαρχείο, και ο γύρο χώρος, έτοιμος για την κατάδυση του σταυρού εμπρός στην Βασιλική Αποβάθρα
εκδόσεις Μωβ / αρχείο Βασίλη Πισιμίση
Κατάμεστο από κόσμο το Δημαρχείο, και ο γύρο χώρος, έτοιμος για την κατάδυση του σταυρού εμπρός στην Βασιλική Αποβάθρα

Το έθιμο του εορτασμού των Αγίων Θεοφανείων στον Πειραιά, είναι πολύ παλιό και συνδέεται με το θαύμα του Οσίου Σεραφείμ (πέθανε το 1602), ο οποίος έριξε το σταυρό στη θάλασσα, κοντά στο τότε μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα, για να πνιγεί μέσα της το σμήνος των καταστρεπτικών ακρίδων που απειλούσε τις καλλιέργειες των Αθηναίων της περιοχής.

6-1-1926. Μπροστά στο Δημαρχείο, στρατιωτικό άγημα την ημέρα των Αγίων Θεοφανείων
εκδόσεις Μωβ / αρχείο Βασίλη Πισιμίση
6-1-1926. Μπροστά στο Δημαρχείο, στρατιωτικό άγημα την ημέρα των Αγίων Θεοφανείων

Σε φωτογραφίες που χρονολογούνται ήδη από την δεκαετία του 1920, παρελαύνει το τελετουργικό της εορτής. Ολη η πόλη ήταν σημαιοστόλιστη. Ο σιδηρόδρομος μετέφερε από νωρίς κόσμο με τα βαγόνια του ασφυκτικά γεμάτα. Στην βασιλική προκυμαία που βρισκόταν μπροστά από το Δημαρχείο Πειραιά (το παλιό Ρολόϊ) είχαν στηθεί τρεις εξέδρες στολισμένες με στέφανα μυρτιάς και σημαίες.

Πρόσκληση του Δημάρχου Σωτηρίου Κ. Στρατήγη για την γιορτή της κατάδυσης του τίμιου σταυρού στις 2 Ιανουαρίου 1938
εκδόσεις μωβ / αρχείο Βασίλη Πισιμίση
Πρόσκληση του Δημάρχου Σωτηρίου Κ. Στρατήγη για την γιορτή της κατάδυσης του τίμιου σταυρού στις 2 Ιανουαρίου 1938

Η πομπή που εξερχόταν από τον Μητροπολιτικό Ναό της Αγίας Τριάδας κατευθυνόταν στην πρώτη που ήταν για τους επισήμους και τον κλήρο. Υπήρχαν επίσης τρία τιμητικά αγήματα και αποτελούνταν από ένα τάγμα ευζώνων, ένα ναυτών κι ένα προσκόπων του Πειραιά.

Αγια Θεοφάνεια. Το έθιμο του εορτασμού τους στον Πειραιά είναι πολύ παλιό και συνδέεται με το θαύμα του οσίου Σεραφείμ.
εκδόσεις Μωβ / αρχείο Βασίλη Πισιμίση
Αγια Θεοφάνεια. Το έθιμο του εορτασμού τους στον Πειραιά είναι πολύ παλιό και συνδέεται με το θαύμα του οσίου Σεραφείμ.

Ο κόσμος δεν συγκεντρωνόταν μόνο κατά μήκος της παραλίας αλλά γέμιζε κάθε είδους πλεούμενου, ιστιοφόρα, επιβατικά ατμόπλοια και κάθε είδους βάρκες. Ολες οι σειρήνες της πόλης και των πλοίων, οι καμπάνες των εκκλησιών και τα επάκτια πυροβολεία του Πειραιά απέδιδαν χαιρετισμούς. Την ίδια ώρα στρατιωτικά αεροπλάνα πετούσαν πάνω από την πόλη του Πειραιά αποδίδοντας χαιρετισμούς.

Με την ευκαιρία, η HuffPost απευθύνθηκε στον Βασίλη Πισιμίση για ένα γενικότερο χρονικό των ημερών της αρχής του χρόνου στην πόλη του Πειραιά.

- Από τις έρευνες, τα στοιχεία που έχετε συγκεντρώσει αλλά και τις δικές σας μνήμες, τι είναι αυτό που θα μπορούσαμε να πούμε ότι διαφοροποιεί την Πρωτοχρονιά της Αθήνας με την Πρωτοχρονιά του Πειραιά;

Ρωτάτε έναν άνθρωπο που όχι μόνον αγαπά την πόλη που μεγάλωσε, αλλά με το σαράκι της περιέργειας που τον διακατέχει για την τοπική ιστορία και για τα «σκιασμένα» θέματα που ερευνά επί 22 χρόνια για να μπορέσει να τα αναδείξει και να τους δώσει τη διάσταση που τους πρέπει, ίσως η άποψή του να είναι λίγο υποκειμενική.

Θα προσπαθήσω, όμως, να το αιτιολογήσω. Ο Πειραιάς είναι λιμάνι, έχει την αύρα της θάλασσας, αν καθίσεις για λίγο και την αγναντέψεις αναβλύζουν όλα τα θετικά σου συναισθήματα. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να έζησε έστω και για λίγο στην πόλη αυτή και να μην έχει τις καλύτερες αναμνήσεις και νοσταλγία για να ξανάρθει. Ειδικά τις γιορτινές αυτές ημέρες που και τα πιο μικρά πράγματα ξεχωρίζουν και δίνουν αυτήν τη μοναδική αίσθηση της ευτυχίας.

Η πόλη στολισμένη με τα γιορτινά της, με μύρια λαμπιόνια, στολίδια και γιρλάντες. Τα πιτσιρίκια ξετρελαμένα από τα φώτα, τα παιχνίδια και τα γλυκίσματα τρέχουν στις πλατείες για να προλάβουν να τα χορτάσουν όλα· και στην αλλαγή του χρόνου αυτή η συγχορδία από τις κόρνες των καραβιών όλου του λιμανιού, σου τρυπάει γλυκά τα αυτιά δίνοντας ένα μήνυμα αισιοδοξίας για τον καινούργιο χρόνο. Ένα μήνυμα ότι κάτι καινούργιο και καλό θα προκύψει για να μας δώσει περισσότερα χαμόγελα και κουράγιο για να αντιμετωπίσουμε πιο αισιόδοξα τη δύσκολη καθημερινότητα.

- Υπήρχαν (και υπάρχουν) κάποια στέκια / τοπόσημα της πόλης του Πειραιά με τα οποία συνδέθηκαν οι γιορτινές μέρες της Πρωτοχρονιάς;

Σίγουρα υπάρχουν τοπόσημα στις συνοικίες του Πειραιά με τα ιδιαίτερα έθιμα και τις συνήθειες που μετέφεραν οι άνθρωποι από τους τόπους καταγωγής τους. Όπως έχουμε ξαναπεί ο Πειραιάς αποτελεί ένα πληθυσμιακό «μωσαϊκό» από όλες τις ελλαδικές επαρχίες και τους πολυταλαιπωρημένους πρόσφυγες της Μ. Ασίας.

Αν ανατρέξουμε στα μικροτοπωνύμια του Πειραιά βλέπουμε τα Υδραίικα, τα Χιώτικα, τα Μανιάτικα, τα Κρητικά, τα Μυκονιάτικα κ.ά. Πρόκειται για συνοικίες που πήραν το όνομά τους από τον τόπο καταγωγής εκείνων που πρωτοκατοίκησαν εκεί. Μέχρι και τον προηγούμενο αιώνα – πριν δηλαδή από την εξωφρενική τάση της υπερανάπτυξης και παγκοσμιοποίησης που δεν ξέρουμε στο καταστάλαγμα τι καρπούς θα αποκομίσουμε – οι άνθρωποι αυτοί μαζί με το σπιτικό τους μετέφεραν και την κουλτούρα τους. Τα ήθη και τα έθιμά τους· οι παραδόσεις τους και κάθε εκδήλωσή τους είχε το χρώμα και το άρωμα της ιδιαίτερης πατρίδας τους.

Δυστυχώς, από τα μέσα της δικής μας γενιάς και έκτοτε, αυτά τα αυθεντικά ήθη και έθιμα σαρώθηκαν από τα μοντέρνα, ξενόφερτα κα καταναλωτικά μοντέλα.

Ευτυχώς που κάποιοι τοπικοί πολιτιστικοί σύλλογοι αντιστέκονται διδάσκοντας στα νέα παιδιά τους παραδοσιακούς χορούς τους· αλλά αρκεί αυτό;

Δεν ξέρω εάν είναι απαισιόδοξο, αλλά εάν χάσεις την ταυτότητά σου και περάσεις στην απέναντι όχθη, ο γυρισμός στην «Ιθάκη» δεν νομίζω ότι έχει πολλές ελπίδες.

Και παρ’ όλες τις διαφωνίες, τις προδοσίες και ό,τι άλλο κακό μας διακατέχει ως έθνος, αυτές οι σταθερές αξίες μας κράτησαν ενωμένους ως Έλληνες στα δύσκολα μέχρι σήμερα.

- Εχετε να μας πείτε κάποια ή κάποιες ιστορίες σε σχέση με την περίοδο της Πρωτοχρονιάς στην πόλη του Πειραιά;

Έχω ένα απόσπασμα μιας αφήγησης από τον κύριο Πέτρο που τον αναφέρω στο πρώτο μου βιβλίο. Σχετίζεται με την περίοδο της 7ετίας.

Ο διορισμένος δήμαρχος του Πειραιά επί 7ετίας Αριστείδης Σκυλίτσης – ως πετυχημένος διαφημιστής, ιδιοκτήτης της εταιρείας «ΓΚΡΕΚΑ» – γνώριζε πολύ καλά πως μέσα από τον φαντασμαγορικό στολισμό της πόλης – με αυτά που δεν είχαν ξαναπαρουσιαστεί στους επισκέπτες του Λεκανοπεδίου – θα τόνωνε την τοπική κοινωνία ψυχολογικά και οικονομικά.

Η Πλατεία Κανάρη στο Πασαλιμάνι με το φωτεινό μουσικό σιντριβάνι και τα νερά που χόρευαν. Ο τροχονόμος στο βαρέλι στη συμβολή Ηρώων Πολυτεχνείου και Βασιλέως Γεωργίου Α’ που είχε την τιμητική του με τα κουτιά με τα δώρα που χορηγούσαν οι μεγάλες εταιρείες. Το Δημοτικό Θέατρο, το Δημαρχείο και η Ιωνίδειος Σχολή στολισμένα με τα γιορτινά τους. Η Πλατεία Κοραή με την τεράστια χριστουγεννιάτικη φάτνη, με τις καμήλες και τα φοινικόδεντρα, ήταν η χαρά των παιδιών και όχι μόνο. Όλα αυτά για να γίνουν απαιτούσαν έξοδα, χρόνο και εργατικά χέρια.

– Εγώ υπηρετούσα τότε στο Τελωνείο του Πειραιά, είπε ο κυρ-Πέτρος. Το «σκυλολόι» του δημάρχου ήταν όλοι γνώριμοι γιατί υπήρχαν συνεργασίες στις υπηρεσίες και εξυπηρετήσεις. Ένας από τους αυλικούς του ήταν ο προϊστάμενος των εργασιών για τον στολισμό της Πλατείας Κοραή. Τον γνώριζα καλά, ήταν χωρισμένος και «που…ρης». Είχα ένα πατριωτάκι από τον Πύργο της Ηλείας – μακρινό συγγενή – που όπου κι αν τον έπιανες λερωνόσουν. Μαύρος. Κατάμαυρος – ο Βασιλιάς γι’ αυτόν ήταν κομμουνιστής. Αεριτζής, χασισέμπορος και αγιογδύτης. Πού το μυρίστηκε ότι στον Πειραιά ξεκίνησαν οι εργασίες για τον στολισμό της Πλατείας; Πήρε το λεωφορείο και ήρθε. Εγώ είχα τελειώσει τη βάρδιά μου απογευματάκι και έκανα τη βόλτα μου. Τον είδα με τον προϊστάμενο του Σκυλίτση – κουβέντα και χαιρετούρες. Πλησίασα. «Τι κάνετε ρε παιδιά;» «Γεια σου Πετράν» απάντησε ο Γιώργης ο προϊστάμενος. Ο Μητσάρας το πατριωτάκι, αγκαλιές και φιλιά. «Πες του ρε Πέτρο του προϊστάμενου με πόσα μεγάλα εργοστάσια συνεργάζομαι στον Πύργο κλπ.». Κατάλαβα ότι κάποια κομπίνα σκαρώνει, προφασίστηκα ότι βιαζόμουν και έφυγα. Με έτρωγε, όμως, η περιέργεια να μάθω. Μετά από καμιά βδομάδα ήρθαν τα μαντάτα. Τον έπεισε ότι είχε κάτι ξύλα – τάβλες ειδικές – που άντεχαν στη βροχή και θα τις χρησιμοποιούσαν για πολλά χρόνια, αλλά τα λεφτά έπρεπε να είναι μετρητά για να είναι «κοψοχρονιά». Ο προϊστάμενος μετέφερε την πληροφορία, η συμφωνία έκλεισε και αφού ξενύχτισαν σ’ ένα από τα μπαρ της Τρούμπας, οι δυο τους ξεκίνησαν ξημερώματα με ένα φορτηγό για τον Πύργο. Μόλις έφθασαν στα πρώτα χωριά: «Στρίψε από εδώ προς το βουνό. Εδώ κοντά είναι το εργοστάσιο με τα ξύλα. Έχει κι ένα μαγαζάκι με τζουκ μποξ –το έχουν δυο ξαδέλφες μου– να φάμε έναν πατσά, να ξεκουραστούμε». Ποιες ξαδέλφες του; Δυο βιζιτούδες είχαν τη «χαμοκέλα» για κάνα μεζέ και καμιά αρπαχτή. Αφού φάγανε, ήπιανε, ποτίσανε και κάνα δυο τσιγάρα με λιβάνι τον προϊστάμενο – τον «περιποιήθηκαν» και οι δυο, αλλά κλατάρισε ο προϊστάμενος από την πολλή περιποίηση και κοιμήθηκε – ξεράθηκε. Ξύπνησε το βραδάκι, του φτιάξανε καφέ, αλλά ο Μήτσος έλειπε. «Πού είναι ο Μητσάρας;» «Πήγε για τα ξύλα;» ρώτησε. «Ποιος Μητσάρας; Τον Γιάννη λες που ήρθατε μαζί;» «Ρε κορίτσια με κοροϊδεύετε;» «Γιατί να σε κοροϊδέψουμε; Εμάς Γιάννης μας έχει συστηθεί κι έρχεται πού και πού, καμιά φορά με παρέα, και μετά εξαφανίζεται για κάνα τρίμηνο». Ευτυχώς που του είχε αφήσει το φορτηγό του Δήμου για να γυρίσει. Τα λεφτά και ο Μητσάρας είχαν γίνει άφαντα. Ο προϊστάμενος δανείστηκε από όποιον μιλούσε ελληνικά για να καλύψει την «κασκαρίκα» που του έστησε ο Μητσάρας και να μη μπλέξει με δικαστήρια.

- Πώς περνούσαν τις μέρες αυτές οι «υποφωτισμένες» συνοικίες του Πειραιά όπως τα Βούρλα και η Τρούμπα;

Η Τρούμπα είχε αναπτύξει μια δική της ηθική, έναν ιδιαίτερο πολιτισμό – για να κατανοήσεις τη φιλοσοφία της έπρεπε να τη βιώσεις. Ένα, όμως, ήταν βέβαιο. Ήταν αληθινή· δεν έκρυβε παγίδες. Για να βρεις τον μπελά σου και να μπλέξεις έπρεπε να πας γυρεύοντας – να προκαλέσεις. Την Πρωτοχρονιά η Τρούμπα ήταν χώρος φιλοξενίας· το απάγκιο και το καταφύγιο για τους μοναχικούς ανθρώπους που δεν είχαν οικογένεια και για τους ναυτικούς που εκείνες τις μέρες έτυχε να είναι μακριά από τους δικούς τους. Οι κοπέλες που δούλευαν εκεί – και κάποιες από αυτές είχαν παιδιά τα οποία κρατούσε η μητέρα τους ή κάποια θεία – έπαιρναν άδεια για να περάσουν τις γιορτές με τις οικογένειές τους. Για τις υπόλοιπες ήταν συναισθηματικά μέρες αναθεώρησης και θλίψης γιατί η οικογένεια φάνταζε στη σκέψη τους άπιαστο όνειρο. Έτσι, τα κορίτσια των καμπαρέ έκαναν ρεβεγιόν με όλους αυτούς τους μοναχικούς πελάτες και ήταν ένας επιπλέον λόγος να τα δώσουν όλα και να πνίξουν στο ποτό και τη διασκέδαση αυτή τους τη μελαγχολία. Αυτό, βέβαια, ήταν προς όφελος των πελατών. Ιδιαίτερα όταν τις μέρες αυτές συνέπιπτε να βρίσκεται εδώ και ο 6ος Αμερικανικός Στόλος, τότε στην Τρούμπα γινόταν η νύχτα μέρα από τα φώτα, τα λαμπιόνια, τα στολίδια και τις γιρλάντες. Οι μαγαζάτορες για να προσελκύσουν τους ναύτες, εκτός από την ανάλογη μουσική που έπαιζαν στα καμπαρέ, τους είχαν δώσει και ονόματα όπως Green Dollar, Florida, Chicago, Miami κ.ά.

- Πόσο μπορούν να βγάλουν από την σκληρή πραγματικότητα και τον αδυσώπητο μόχθο της δουλειάς καθημερινών ανθρώπων της ζωής του Πειραιά οι γιορτινές μέρες της περιόδου που διανύουμε;

Τα τελευταία χρόνια με την οικονομική κρίση και στη συνέχεια με τον εγκλεισμό λόγω της πανδημίας, ο κόσμος – ειδικότερα των χαμηλών εισοδημάτων – έχει απαυδήσει. Επειδή, όμως, είμαστε ένας λαός που έχει σημαία του το γνωμικό «Του Έλληνος ο τράχηλος ζυγόν δεν υπομένει», βρίσκουμε τον τρόπο να κάνουμε τη μιζέρια ευημερία. Προσωπικά πάντα ήμουν της άποψης ότι πλούσιος και ευτυχισμένος δεν είναι εκείνος που έχει πολλά χρήματα, αλλά αυτός που δημιουργεί πράγματα που τον ευχαριστούν. Συνεπώς, βρίσκεται ο τρόπος να περάσει κανείς καλά –έστω και με λίγα– όταν αυτά συνοδεύονται από αγάπη, ελπίδα και αισιοδοξία για τον καινούργιο χρόνο και το μέλλον. Οι γιορτινές μέρες πάντα είναι φορτισμένες με θετικά συναισθήματα που ίσως πηγάζουν από τις ευχές που ανταλλάσσουμε μεταξύ μας..-

- Πιστεύετε ότι μας έχετε επανασυστήσει τον Πειραιά μέσα από τα βιβλία σας «Τρούμπα Βούρλα Λιμάνι χώρος και μνήμη του Πειραϊκού περιθωρίου στον 20ο αιώνα» και «Βούρλα - Τρούμπα. Μια περιήγηση στον χώρο του περιθωρίου και της πορνείας του Πειραιά (1840 - 1968)»; Κι αν ναι, σε τι βαθμό;

Πιστεύω πως ναι – και ειδικότερα μέχρι το 2010 που εκδόθηκε το πρώτο μου βιβλίο. Έως τότε τα θέματα με τα οποία ασχολήθηκα, ήταν σχεδόν ανύπαρκτα στη βιβλιογραφία του Πειραιά. Εκεί, λοιπόν, επισημαίνω ότι: φυσικά δεν είναι –ούτε φιλοδοξώ να είναι – επιστημονικό σύγγραμμα. Ελπίζω, ωστόσο, να αποτελέσει το έναυσμα για τέτοιου είδους προσέγγιση στο μέλλον… Πράγματι είχε μεγάλη επιτυχία δεδομένου ότι σε τρεις μήνες έγινε η δεύτερη έκδοση. Αφού, λοιπόν, έσπασαν τα ταμπού, δόθηκε το εφαλτήριο, άρχισαν οι αναφορές και εκδηλώθηκε ενδιαφέρον από πολύ κόσμο. Αυτό που ήλπιζα έγινε πραγματικότητα. Το αντικείμενο της μελέτης μου έγινε θέμα για πτυχιακές, μεταπτυχιακές και διδακτορικές εργασίες.

Το δεύτερο βιβλίο μου εκδόθηκε τον Σεπτέμβριο του 2022 και συμπληρώνει την έρευνα αυτή με νέα στοιχεία και ένα πλήθος τεκμηρίων –χάρτες, σχεδιαγράμματα, πρωτότυπο φωτογραφικό και αρχειακό υλικό– που έχει να κάνει με την Τρούμπα, τα Βούρλα, τα Λαδάδικα, τις Λαμαρίνες, τις Ελιές, τα στέκια και τις γειτονιές του Πειραιά. Τον πρώτο λόγο έχουν οι βιωματικές αφηγήσεις των ανθρώπων που έζησαν και διαμόρφωσαν το ιστορικό παρελθόν. Έτσι, χαρτογραφείται ανάγλυφα η ανθρωπογεωγραφία του κοινωνικού περιθωρίου του περασμένου αιώνα με τις διαδρομές των γυναικών και των ανδρών που την πλαισίωσαν. Παράλληλα, μέσα από τις αφηγήσεις πιστεύω ότι ο αναγνώστης περιηγείται σε έναν χώρο του παρελθόντος που ενδεχομένως δεν έζησε. Μιας σκληρής εποχής που η αστυνόμευση ήταν ελλιπής και οι άγραφοι νόμοι και η αυτοδικία είχαν τον πρώτο λόγο. Επίσης, αντιλαμβάνεται την έννοια του πραγματικού μάγκα Πειραιώτη.

Από τότε μέχρι και σήμερα έχουν γραφτεί σχετικά άρθρα, βιβλία κ.λπ. Προσπαθώ να είμαι ενήμερος και έχω διαβάσει τα περισσότερα από αυτά. Εάν σας ενδιαφέρουν τα συμπεράσματά μου – μετά από δυο τουλάχιστον δεκαετίες επίμονης έρευνας – η άποψή μου είναι ότι: άλλοι ασχολήθηκαν και προσέγγισαν το θέμα με επιστημονική σοβαρότητα και – προς τιμήν τους – αναγνωρίζουν τη δική μου συμβολή με τα στοιχεία που έχω καταθέσει· άλλοι τελείως επιφανειακά με ένα πλήθος ακατέργαστων πληροφοριών από το Internet που δεν τεκμηριώνονται ιστορικά· άλλοι για να εκπληρώσουν τη δική τους συγγραφική ματαιοδοξία και όχι μόνο. Οι τελευταίοι στη γλώσσα της Τρούμπας θα χαρακτηρίζονταν ως «αλεξιπτωτιστές».

Ευχαριστούμε τις Μωβ Εκδόσεις και τον Πειραιώτη συγγραφέα κι ερευνητή, Βασίλη Πισιμίση για την παραχώρηση του σπάνιου αρχειακού υλικού που συνοδεύει το άρθρο.

Χρησιμοποιήθηκαν ορισμένες πληροφορίες από mixanitouxronou.gr