Αθήνα–Βόλος σε 8 ώρες και 47 λεπτά. Ένα προσωπικό οδοιπορικό που αναρτήθηκε προχθές Τετάρτη στην ψηφιακή εφημερίδα μας. Νύχτα, παρακαμπτήριοι με την Τροχαία να μην «αυτοσχεδίαζει», αλλά να εκτελεί πολιτικές εντολές με ένα συμπέρασμα που μένει: όταν «χειρίζεσαι» την κοινωνία με τεχνάσματα, στο τέλος γίνεσαι αντιπολίτευση του εαυτού σου.

Μεγάλο κομμάτι μέσα στη νύχτα. Και η αίσθηση, από αυτές που καρφώνονται στο στομάχι, ότι δεν βρίσκεσαι σε μια απλή καθυστέρηση, αλλά σε μια σκηνοθετημένη ταλαιπωρία: φορτηγά, πούλμαν, Ι.Χ., επικίνδυνοι δρόμοι, οικογένειες, παιδιά που μισοκοιμούνται, οδηγοί που σίγουρα έβγαζαν όλοι το ίδιο πράγμα. ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΗ. Η παράλογη πολύωρη εκτροπή, με είσοδο στη Ριτσώνα και έξοδο στον Μπράλο, δεν έμοιαζε καθόλου με ρύθμιση για «λόγους ασφαλείας». Δεν ήταν «μάθημα» ασφαλούς οδήγησης για τους εκδρομείς, αλλά και τους οδηγούς βαρέων οχημάτων και λεωφορείων. Πιο πολύ τιμωρία έμοιαζε, πάντως όχι για τους αγρότες.

Advertisement
Advertisement

Κι όμως, το “μάθημα” το πήρε άλλος. Γιατί την ίδια ώρα, στο δημόσιο πεδίο κυκλοφορούσε επίμονα το μήνυμα ότι οι αγρότες είχαν ανοίξει τις λωρίδες που έπρεπε και ότι επιχειρούσαν να διευκολύνουν τη διέλευση. Το έλεγαν τα ραδιόφωνα των αυτοκινήτων, το έγραφαν τα sites σε κινητά και τάμπλετ. Κι εκεί σκάει η αντίφαση που άναψε τη φωτιά με αναρτήσεις στα social media. Όχι τρολς, αλλά πολίτες με όνομα και επίθετο, με φωτογραφίες και βίντεο.

Μερικά παραδείγματα εύκολα να τα βρει ο καθένας στο Instagram, στο Facebook, στο Χ:

  1. «Άνοιξαν οι αγρότες για να περάσει ο κόσμος, αλλά η Τροχαία μάς έστειλε όλους από παρακαμπτήριους. Ποιος κοροϊδεύει ποιον;»
  2. «Οι αγρότες άνοιξαν λωρίδα/διέλευση, κι εμείς κάνουμε κύκλους σε χωριά και παράδρομους. Αυτό δεν είναι ρύθμιση, είναι ταλαιπωρία.»
  3. «Ουρές χιλιομέτρων όχι επειδή «έκλεισαν» οι αγρότες, αλλά επειδή η κίνηση στριμώχνεται σε παράπλευρο δίκτυο. Ας το δει κάποιος σοβαρά.»
  4. «Μας βγάζουν από την εθνική ενώ υπάρχει άνοιγμα στα μπλόκα των αγροτών. Μετά σου λέει «μην αγανακτείς».»
  5. «Το μπλόκο ανοίγει, η Τροχαία δεν αλλάζει τίποτα. Κι ο κόσμος πληρώνει τον λογαριασμό με ώρες στο τιμόνι.»
  6. «Αν είναι θέμα ασφάλειας, πείτε το καθαρά. Αλλά μην βαφτίζετε “ασφάλεια” το να σπρώχνετε χιλιάδες ΙΧ σε παρακαμπτήριους-λαιμό μπουκαλιού.»
  7. «GPS, παράδρομοι, χωματόδρομοι, παιδιά στο αμάξι και αποσκευές… Κι όλα αυτά ενώ “έχει ανοίξει” το μπλόκο. Πού είναι η λογική;»
  8. «Κάποιοι προσπαθούν να τα ρίξουν στους αγρότες, αλλά σήμερα την εκτροπή την κρατάει η Τροχαία. Αυτό βλέπουμε στον δρόμο.»
  9. «Δεν γίνεται να ανοίγουν οι αγρότες για να περνάει η κίνηση και να μας γυρίζετε πίσω σε παρακαμπτήριους. Δώστε επιτέλους μια λύση, όχι άλλη ένταση.»
  10. «Η ταλαιπωρία δεν είναι “παράπλευρη απώλεια”. Είναι επιλογή διαχείρισης. Κι όταν ο κόσμος βράζει, μετά ψάχνουμε ποιος “φταίει”.»

Σε τέτοιες βαριά συννεφιασμένες μεσημεροαπογευματινές ώρες που από τις 5.30 γίνονται νύχτα, μαύρο σκοτάδι στο πουθενά, ατελείωτα χιλιόμετρα χωρίς να βλέπεις έστω κι ένα σπίτι, η επίκληση της “ασφάλειας” δεν αρκεί ως γενικόλογο επιχείρημα. Γιατί η εκτροπή δεν είναι ουδέτερη. Θα το επαναλάβω: Γίνεται νύχτα, κούραση, βαριά οχήματα, δρόμοι που δεν αντέχουν τέτοιο φορτίο, GPS που βγάζουν σε παράδρομους και χωματόδρομους. Αυτό δεν παράγει απλώς εκνευρισμό. Παράγει φόβο, αίσθηση εγκατάλειψης και μια διάχυτη υποψία ότι κάποιος παίζει με τα όρια του κόσμου. Όταν χιλιάδες οδηγοί στριμώχνονται σε μια παράκαμψη-λαιμό μπουκαλιού ενώ ακούνε ότι «έχει ανοίξει», το ερώτημα γίνεται αναπόφευκτο: γιατί να μην περάσει η κίνηση από εκεί που μπορεί να περάσει;

Κι εδώ είναι το κρίσιμο ερώτημα. Αν ο στόχος μιας τέτοιας διαχείρισης ήταν να ενεργοποιηθεί ο κοινωνικός αυτοματισμός, να στραφεί η ταλαιπωρία εναντίον των αγροτών, δυστυχώς για τους πολιτικούς εγκέφαλους το αποτέλεσμα έδειξε και δείχνει να λειτούργησε ανάποδα. Το μπούμερανγκ δεν χτύπησε αυτούς που υποτίθεται ότι «έπρεπε» να χρεωθούν την ταλαιπωρία. Χτύπησε την ίδια την κυβέρνηση. Διότι όταν ο πολίτης βιώνει μια κατάσταση που δεν στέκει λογικά, όταν βλέπει «άνοιγμα» και παρ’ όλα αυτά βιώνει «κλείσιμο», δεν θυμώνει (στο βαθμό που κάποιοι θυμώνουν) μόνο με εκείνον που διαμαρτύρεται. Θυμώνει με εκείνον που διαχειρίζεται την όλη κατάσταση.

Αυτό ακριβώς πρέπει να γίνει μάθημα. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να αντιμετωπίζει την κοινωνική ένταση σαν επικοινωνιακή άσκηση, ούτε να ποντάρει στο ότι η οργή θα κατευθυνθεί εκεί που τη βολεύει. Γιατί τότε βάζει αυτογκόλ. Παράγει η ίδια την εικόνα της αυθαιρεσίας, της αναποτελεσματικότητας, της σκοπιμότητας. Και στο τέλος καταλήγει να γίνεται αντιπολίτευση του εαυτού της. Όχι από δηλώσεις αντιπάλων, αλλά από τη βιωμένη εμπειρία του πολίτη στον δρόμο.