Επιστήμονες από το Karolinska Institutet στη Σουηδία και το Imperial College London έδειξαν για πρώτη φορά ποια στοιχεία του ανοσοποιητικού μας συστήματος ρυθμίζονται από τις ορμόνες του φύλου και ποιον αντίκτυπο έχει αυτό στον κίνδυνο νόσου και στα αποτελέσματα υγείας σε άνδρες και γυναίκες. Είναι καλά τεκμηριωμένο ότι τα νοσήματα μπορούν να επηρεάζουν διαφορετικά άνδρες και γυναίκες, λόγω λεπτών διαφορών στα ανοσοποιητικά τους συστήματα. Για παράδειγμα, η αυτοάνοση πάθηση «συστηματικός ερυθηματώδης λύκος (SLE)» είναι εννέα φορές πιθανότερο να επηρεάσει γυναίκες, ενώ στην COVID-19 είναι γνωστό ότι οι άνδρες έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο οξείας πρωτολοίμωξης, ενώ οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για μακρά COVID. Ωστόσο, ήταν δύσκολο να απομονωθεί η άμεση επίδραση της γενετικής, των ορμονών και της συμπεριφοράς μας στο ανοσοποιητικό σύστημα.

Σε μια κλινική μελέτη με 23 τρανς άνδρες που λαμβάνουν ορμονική θεραπεία, οι ερευνητές κατάφεραν να ξεχωρίσουν ποια στοιχεία του ανοσοποιητικού συστήματος ρυθμίζονται δυναμικά από τις ορμόνες του φύλου και ποια αποδίδονται στη γενετική μας. Τα ευρήματα αποκαλύπτουν πώς η αύξηση της τεστοστερόνης και η μείωση των επιπέδων οιστρογόνων μεταβάλλουν την ισορροπία μεταξύ δύο κρίσιμων συστημάτων ανοσολογικής σηματοδότησης που έχουν άμεσες επιπτώσεις στην ανταπόκριση του ανοσοποιητικού σε λοίμωξη και νόσο: της αντιικής ιντερφερόνης τύπου 1 (IFN-1) και των προφλεγμονωδών σημάτων, όπως ο παράγοντας νέκρωσης όγκων άλφα (TNF-α).

Advertisement
Advertisement

Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα ευρήματα που δημοσιεύθηκαν πολύ πρόσφατα στο περιοδικό Nature, βοηθούν να εξηγηθούν, για πρώτη φορά, οι μηχανισμοί που στηρίζουν τις διαφορές στον κίνδυνο λοιμώξεων, αυτοάνοσων νοσημάτων και καρκίνων, μεταξύ ανδρών και γυναικών, ενώ θα μπορούσαν επίσης να ανοίξουν δρόμους για νέες, πιο στοχευμένες θεραπείες. Προσθέτουν ακόμη ότι η εργασία αναδεικνύει τη σημασία της μακροχρόνιας κλινικής παρακολούθησης των τρανς ατόμων που υποβάλλονται σε ορμονική θεραπεία και τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις που μπορεί να έχει η θεραπεία στο ανοσοποιητικό τους και στον κίνδυνο νόσου.

Ο καθηγητής Petter Brodin, κάτοχος της έδρας Garfield Weston και καθηγητής Παιδιατρικής Ανοσολογίας στο Imperial College London, που ηγήθηκε της εργασίας ενώ βρισκόταν στο Karolinska Institutet, δήλωσε: «Αυτά τα ευρήματα έχουν επιπτώσεις για όλους μας. Για πρώτη φορά μπορέσαμε να εντοπίσουμε ποια μέρη του ανοσοποιητικού ενός ατόμου ρυθμίζονται άμεσα από τις ορμόνες του φύλου και όχι από γενετικές διαφορές φύλου. Αυτό μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο όχι μόνο στην κατανόησή μας για το πώς διάφορες ασθένειες επηρεάζουν διαφορετικά άνδρες και γυναίκες, αλλά και στην ανάπτυξη νέων θεραπειών που θα μπορούσαν να βοηθήσουν από τα ανοσολογικά νοσήματα μέχρι τον καρκίνο.

Θεραπεία με Τεστοτερόνη

Στη νέα μελέτη, κλινικοί ερευνητές στο Karolinska Institutet προσέλκυσαν 23 τρανς άνδρες, οι οποίοι είχαν καταχωριστεί «θηλυκοί» κατά τη γέννηση και υποβάλλονταν σε θεραπεία με τεστοστερόνη. Η ομάδα συνέλεξε δείγματα αίματος από τους συμμετέχοντες πριν από τη θεραπεία, και στη συνέχεια νέα δείγματα μετά από τρεις μήνες και έναν χρόνο θεραπείας, αναλύοντας τις διαφορές στα ανοσοκύτταρα και στις πρωτεΐνες του αίματος. Η ανάλυση αποκάλυψε αρκετά βασικά στοιχεία του ανοσοποιητικού που άλλαξαν μετά τη θεραπεία, συμπεριλαμβανομένων οδών φλεγμονωδών αποκρίσεων σε λοιμώξεις και νόσο. Μεταξύ αυτών ήταν ο TNF-α και η IFN-1, που παίζουν κρίσιμους ρόλους στη φλεγμονή, στην αναγνώριση μικροβιακών εισβολέων και στη ρύθμιση των ανοσολογικών αποκρίσεων σε βλάβη, νόσο και απειλές.

Για να ελέγξει αν οι παρατηρούμενες αλλαγές οφείλονταν άμεσα στην αύξηση της τεστοστερόνης ή έμμεσα στη μείωση των οιστρογόνων, η ομάδα ανέλυσε αίμα από 11 δότριες. Τα δείγματα υποβλήθηκαν σε αγωγή με αναστολείς υποδοχέων, ώστε να φανεί ότι το αποτέλεσμα οφειλόταν άμεσα στη σηματοδότηση της τεστοστερόνης, και όχι στην απώλεια σηματοδότησης της οιστραδιόλης. Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα ευρήματα είναι σημαντικά για την κατανόηση των άμεσων ανοσολογικών συνεπειών της ορμονικής θεραπείας σε τρανς άτομα. Προσθέτουν ότι οι αλλαγές σε ρυθμιστικά στοιχεία του ανοσοποιητικού που παρατηρούνται με την ορμονική θεραπεία μπορεί επίσης να εξηγούν γιατί άνδρες και γυναίκες ανταποκρίνονται διαφορετικά στις λοιμώξεις, και γιατί οι άνδρες είναι πιθανότερο να εμφανίσουν «καταιγίδες κυτοκινών» και αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας σε σχέση με τις γυναίκες στην COVID-19 και σε άλλες σοβαρές λοιμώξεις.

Ο καθηγητής Brodin συνεχίζει τώρα το έργο στο Medical Research Council Laboratory for Medical Science (MRC LMS), που εδρεύει στην πανεπιστημιούπολη Hammersmith του Imperial. Περαιτέρω μελέτες θα αναλύσουν δείγματα αίματος για να εντοπιστεί ποια στοιχεία και οδοί του ανοσοποιητικού μπορούν να αποτελέσουν στόχους θεραπείας. Και όπως δήλωσε: «Είμαστε εξαιρετικά ευγνώμονες στους ανθρώπους που συνέβαλαν σε αυτή τη μελέτη. Τα τρανς άτομα είναι μια βαθιά υποεκπροσωπούμενη και υποεξυπηρετούμενη ομάδα στην ιατρική. Πέρα από τις ανεκτίμητες ανοσολογικές γνώσεις που αποκομίσαμε εδώ, η συμμετοχή αυτής της μικρής ομάδας θα μας επιτρέψει να αποκτήσουμε βαθύτερες γνώσεις που μπορεί να βοηθήσουν τη μακροπρόθεσμη υγεία των τρανς ανθρώπων σε όλο τον κόσμο.»

Η έρευνα χρηματοδοτήθηκε από το Ίδρυμα Knut and Alice Wallenberg, την Σουηδική Εταιρεία Ιατρικής Έρευνας, το Σουηδικό Ερευνητικό Συμβούλιο, το Karolinska Institutet και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας (ERC).

ΠΗΓΗ: Imperial-Ryan O’Hare