choros

Το χορόδραμα, παρά το γεγονός ότι γεννήθηκε στην Ελλάδα, εντούτοις, στις μέρες μας παραμένει terra incognita. Γιατί στις μεγάλες μουσικές σκηνές της χώρας να παίζονται σε εξουθενωτική επανάληψη, μέχρι τελευταίας πτώσεως, τα κατά τα λοιπά, αξιαγάπητα έργα του Tchaikovsky «η Λίμνη των κύκνων», η «Ωραία κοιμωμένη» ή ο «Καρυοθραύστης», την ίδια στιγμή που περιφρονούνται αδίκως λαμπρά έργα Ελλήνων μουσουργών όπως το «Ποιμενικό» του Αριστοτέλη Κουντουρώφ, «το φυλαχτό των Θεών» του Δημήτρη Λεβίδη, το «Απόλλων και Δάφνη» του Διονυσίου Λαυράγκα, ο «Προμηθεύς» του Θεόδωρου Καρυωτάκη, ο «Σάτυρος και ο Μαρσύας» του Μάνου Χατζιδάκι, η «Θάλασσα του Σκαλκώτα» καθώς και το «Ελληνική Αποκριά» του Μίκη Θεοδωράκη;
«Ο χορός είναι η κρυμμένη γλώσσα της ψυχής», είχε πει η Αμερικανίδα χορογράφος Μάρθα Γκράχαμ. Και όλοι όσοι χορεύουν, αυτό έχουν να πουν: το πόσο εκφράζονται μέσα από αυτό και το πώς έχει γίνει για αυτούς τρόπος ζωής. Αυτοί που ασχολούνται με χορό, σε οποιαδήποτε του μορφή, εκπέμπουν μια πολύ θετική αύρα. Είναι άνθρωποι δυναμικοί, δραστήριοι, μα πάνω από όλα αισιόδοξοι. Πιστεύουν ακράδαντα πως υπάρχει κάτι θετικό σε ό,τι κάνουμε και αναζητούν πάντα το καλύτερο. Φαίνεται άλλωστε στη λάμψη που παίρνουν τα μάτια τους όταν περιγράφουν αυτό το πάθος που τους ενώνει.