Οι προβλέψεις στην διεθνή πολιτική είναι ανέφικτες ή πολύ ριψοκίνδυνες. Ιδιαίτερα στο επίπεδο των μεγάλων δυνάμεων η διαπάλη τους ήταν πάντα ρευστή, οι μεταβλητές μεγάλης κύμανσης που συμπλέκονται αναρίθμητες και συχνά αθέατες και οι εναλλαγές συμμαχιών διαρκείς και απρόβλεπτες.
Κριτήριο για τα ηγεμονικά κράτη είναι η παρεμπόδιση άλλων ηγεμονικών δυνάμεων να καταστούν περιφερειακοί ηγεμόνες και κατ’ επέκταση ενδεχομένως πλανητικές ηγεμονίες, κάτι που θέτει ευθέως την επιβίωσή τους σε κίνδυνο. Για να το επιτύχουν χαράσσουν σχέδια ελέγχου της κατανομής ισχύος και των ανακατανομών ισχύος και συμφερόντων στις περιφέρειες. Οι μεγάλες δυνάμεις αποφεύγουν να συγκρουστούν ευθέως και όποτε αυτό συνέβη αποτελούσε υπερεπέκταση του επιτιθέμενου και ήττα του (πχ Ναπολέων, Χίτλερ). Στην πυρηνική εποχή η κυρίαρχη άποψη είναι ότι απευθείας σύγκρουση ηγεμονικών δυνάμεων πολύ πιθανό οδηγεί τον πλανήτη σε πυρηνικό ολοκαύτωμα.
Κάθε κράτος, πριν χαράξει στρατηγική και πριν εφαρμόσει συγκεκριμένες αποφάσεις, είναι μείζονος σημασίας τα μέλη της κοινωνίας και η πολιτική ηγεσία να κατανοούν επαρκώς τις προεκτάσεις των ηγεμονικών διενέξεων, να γνωρίζουν τι διδάσκει η διαχρονική εμπειρία από καταβολής κόσμου και να έχουν γνώση επιβεβαιωμένων αξιωμάτων και αξιόπιστων τυπολογιών. Ως προς αυτά, κάθε σοβαρή μελέτη και κάθε σοβαρή ανάλυση των διαχρονικών ηγεμονικών συγκρούσεων αρχίζοντας με τον Πελοποννησιακό πόλεμο και τις στάσεις της κατά τα άλλα δημοκρατικής Αθήνας, διδάσκει ότι όταν χαράσσονται και εφαρμόζονται στρατηγικά σχέδια δεν υπάρχουν καλές και κακές ηγεμονικές δυνάμεις αλλά ανελέητες και αδίστακτες ηγεμονικές αποφάσεις.
Είτε οι ηγεμονικοί ελέφαντες παλεύουν είτε ερωτεύονται το γρασίδι υποφέρει. Τουτέστιν, υποφέρουν τα λιγότερο ισχυρά κράτη στις περιφέρειες που συγκαιρινά στην πλανητική εποχή σημαίνει όλες οι περιφέρειες της Γης. Εξ ου και όταν συγκρούονται ηγεμονικά κράτη οι ερασιτεχνισμοί, οι ουτοπίες, η ανέμελη ή ουτοπική κατατρακύλα μέσα στους επικοινωνιακούς χειμάρρους και η παράσταση αναλώσιμου κράτους πληρώνονται πολύ ακριβά.
Όπως έχουμε ξανά αναλύσει εδώ σε άλλη παρέμβαση, στις αντιπαραθέσεις των μεγάλων δυνάμεων και με τρόπο που δεν επηρεάζεται από συναισθηματισμούς και συμπάθειες ή αντιπάθειες άλλων κρατών τα κριτήρια που επηρεάζουν τις στρατηγικές τους επιλογές είναι, μεταξύ άλλων, τα εξής:
α) μεταφέρουν βάρη (μεθοδεύουν ανάληψη αναχαίτησης από τρίτο κράτος όχι κατ’ ανάγκη συμμαχικό ενώ το ίδιο ενθαρρύνει, υποκινεί και μεθοδεύει την αποδυνάμωση του αντιπάλου)
β) ορατά ή αθέατα εκβιάζουν με απειλές ή αποφάσεις υποστηρικτικών ενεργειών αντιπάλων ή φαινομενικά «φίλων» για να αποδυναμωθεί η αντίπαλη ηγεμονική δύναμη και
γ) προκαλούν ή οξύνουν διενέξεις για πρόκληση κατατριβής των εκάστοτε αντίπαλων ηγεμονικών δυνάμεων.
Επίσης, για να επιτύχουν αυτούς και άλλους σκοπούς επιδιώκουν αποδυνάμωση του φρονήματος αντιπάλων ή και συμμάχων που θα ήθελαν να εξωθήσουν σε πλήρη σύμπλευση. Καλλιεργούν επιπλέον ουτοπικές πεποιθήσεις και ανορθολογικές προσδοκίες, ενώ ενδέχεται να ενισχύουν ή συμμαχούν με αυριανές αντίπαλες δυνάμεις για να επιτύχουν τους βραχυπρόθεσμους, μεσοπρόθεσμους και μακροχρόνιους σκοπούς (χαρακτηριστική περίπτωση ΗΠΑ-Κίνας στο παρελθόν αλλά και σε παρόντα χρόνο Ρωσίας-Κίνας).
Σημαντικό είναι επίσης να κατανοηθεί πως το παιχνίδι γεωπολιτικών ανακατατάξεων των Μεταψυχροπολεμικών συσχετισμών και των στρατηγικών των μεγάλων και μεσαίων ηγεμονικών δυνάμεων δεν άρχισε με τον πόλεμο της Ουκρανίας. Ο πόλεμος της Ουκρανίας απλά επιτάχυνε τις πλανητικές στρατηγικές ανακατατάξεις ενός πλέον πιο ώριμου πολυπολικού διεθνούς συστήματος.
Για ένα κράτος μεσαίας ισχύος όπως η Ελλάδα αλλά και η Κυπριακή Δημοκρατία που βρίσκονται πάνω στο πιο ευαίσθητο σημείο της Περιμέτρου της Ευρασίας, είναι απαραίτητο να υιοθετεί ορθολογιστικά σχέδια. Ασφαλώς, οι αποφάσεις δεν είναι υπόθεση των επιφυλλίδων, των σχολιαστών των πάνελ ή άρθρων όπως το παρόν. Τα στρατηγικά σχέδια και οι αποφάσεις είναι υπόθεση των κρατικών επιτελείων και της στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας. Στις δημόσιες αναλύσεις χρήζει όλοι να είναι σοβαροί και υπεύθυνοι αποφεύγοντας γνώμες ή εξόφθαλμα ανυπόστατες θέσεις που εξυπηρετούν συμφέροντα άλλων κρατών ή που εκτονώνουν ιδεολογικά σύνδρομα. Πάντως, οποιοσδήποτε αποκτήσει στοιχειώδη γνώση και οποιοσδήποτε έχει θέαση της πραγματικότητας μπορεί να αναλύσει τον προσανατολισμό και τις τυπολογίες χάραξης στρατηγικής. Θα μπορούσαν να αναφερθούν ενδεικτικά τα εξής:
Πρώτον, οι δημόσιες συζητήσεις αλλά οπωσδήποτε η λήψη κρατικών αποφάσεων απαιτείται να μην επηρεάζονται από αλματώδεις ανορθολογικές εκλογικεύσεις που καμιά σχέση δεν έχουν με τις πραγματικότητες που ισχύουν στην διεθνή πολιτική και ιδιαίτερα στις αντιμαχίες των ηγεμονικών δυνάμεων του ώριμου πλέον πολυπολικού διεθνούς συστήματος.
Τίποτα δεν κινείται γραμμικά, όλα είναι ρευστά και οι αποφάσεις των άλλων κρατών διαρκώς προσαρμόζονται με τρόπο που τα ίδια εκτιμούν ότι εκπληρώνονται τα συμφέροντά τους.
Επιπλέον, ιδιαίτερα μετά τον πόλεμο της Ουκρανίας που κατέστησε ολοφάνερες πολλές πραγματικότητες, οι στρατηγικές αποφάσεις ενός περιφερειακού κράτους, απαιτείται να συνεκτιμούν δεόντως τους προσανατολισμούς του ώριμου πλέον πολυπολικού διεθνούς συστήματος και τις ρευστές προϋποθέσεις που το επηρεάζουν ή θα το επηρεάσουν στο μέλλον.
Δεύτερον, όπως γίνεται αντιληπτό από τα λίγα προαναφερθέντα για την ισχύουσα πραγματικότητα, δεν υπάρχουν «καλές» και «κακές» πλευρές στις διακρατικές διενέξεις αλλά κράτη που ορίζουν και διαρκώς επιδιώκουν να εκπληρώσουν τα συμφέροντά τους.
Σε ένα τέτοιο διαχρονικά καταμαρτυρούμενο περιβάλλον οι συμμαχίες, οι συγκλίσεις και οι αντιμαχίες εντάσσονται τόσο σε ένα πλαίσιο εθνικής στρατηγικής όσο και σταθερών συμμαχικών σχέσεων που αλλάζουν όταν αλλάξει δραστικά το διεθνές σύστημα.
Η Ελλάδα, για παράδειγμα, για γεωπολιτικούς λόγους Μεταπολεμικά είναι ενταγμένη στην Ατλαντική Συμμαχία και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν ανήκει τονίζεται και υπογραμμίζεται, αλλά είναι ενταγμένη ως ισότιμο κράτος και συναλλάσσεται αδιάλειπτα με μοναδικό κριτήριο ισόρροπων σχέσεων και επωφελών συναλλαγών.
Τρίτον, οι συναλλαγές με άλλα κράτη και ιδιαίτερα τα μεγάλα συμμαχικά κράτη απαιτείται να θέτουν κόκκινες γραμμές που αφορούν τα ιεραρχημένα εθνικά συμφέροντα. Όπως όλοι γνωρίζουμε ή πρέπει να γνωρίζουμε η επιβίωση είναι το υπέρτατο συμφέρον και η έσχατη λογική των πολιτών κάθε βιώσιμου κράτους.
Στις συμμετοχές, στις συζητήσεις και στις συναλλαγές, κόκκινη γραμμή κάθε ορθολογιστικά προσανατολισμένου κράτους είναι η 100% εφαρμογή των προνοιών των Συνθηκών και των προνοιών του διεθνούς δικαίου για την κρατική Επικράτεια. Μονολεκτικά, για την Ελλάδα το τελευταίο γίνεται ολοένα και πιο επιτακτικό λόγω όξυνσης του Τουρκικού αναθεωρητισμού και της Τουρκικής απειλής η αποτροπή της οποίας είναι πρωταρχικό ζήτημα.
Τέταρτον, ένα κράτος όπως η Ελλάδα αλλά και κάθε άλλο απαιτείται να διαθέτει επαρκή ισχύ για τρεις τουλάχιστον λόγους.
α) Την κρίσιμη στιγμή που θα τεθεί σε κίνδυνο η Επικράτεια και η επιβίωση του κράτους ισχύει η αρχή της αυτοβοήθειας.
β) Για να γίνονται οι προαναφερθείσες συναλλαγές με άλλα κράτη απαιτείται να δίνονται αξιόπιστες παραστάσεις ύπαρξης εθνικής στρατηγικής. Στην βάση αυτής της στρατηγικής και των κόκκινων γραμμών που αφορούν την Επικράτεια, εξάλλου, γίνονται οι προαναφερθείσες συναλλαγές με άλλα κράτη και ιδιαίτερα τις μεγάλες δυνάμεις.
γ) Εάν ένα λιγότερο ισχυρό κράτος δεν διαθέτει επαρκή ισχύ και αξιόπιστη στρατηγική οι άλλες δυνάμεις το θεωρούν αναλώσιμο και υποψήφιο θύμα πάνω στην Κλίνη του Προκρούστη των στρατηγικών παιγνίων τα οποία όσο προχωράμε βαθύτερα στον πολυπολικό 21ο αιώνα θα πληθαίνουν και θα οξύνονται.
Συντομεύοντας καταληκτικά, οι δημόσιες συζητήσεις στην Ελλάδα και όχι μόνο λογικά και αναμενόμενα εστιάζονται στα εν εξελίξει καθημερινά γεγονότα στην Ουκρανία, τα αποτελέσματα των εκλογών στις ΗΠΑ, το ταξίδι του Γερμανού Καγκελάριου στην Κίνα, τις εκλογές στην Ιταλία ή την Γαλλία, τις δυσκολίες των κοινωνιών λόγω της κρίσης που δημιουργείται, τις εναλλαγές εξουσιών στην Ευρώπη και άλλα παρόμοια. Αναμφίβολα αυτά είναι σημαντικά ζητήματα για τις κοινωνίες και τους πολίτες τους οι οποίοι πλήττονται όταν επιδεινώνεται η οικονομική κατάσταση στα κράτη και στον κόσμο. Όμως, είναι ένα μόνο μέρος της μεγάλης εικόνας. Η μεγάλη εικόνα, βασικά, έχει δύο διαστάσεις.
Η πρώτη διάσταση είναι ο προαναφερθείς ανεπίστροφος προσανατολισμός του διεθνούς συστήματος προς ένα πολυπολικό διεθνές σύστημα πολλών ηγεμονικών δυνάμεων – που βασικά άρχισε ήδη από την δεκαετία του 1970 και 1980 και επιταχύνθηκε μεταψυχροπολεμικά.
Η δεύτερη διάσταση είναι οι προϋποθέσεις εντός αυτού του προσανατολισμού και πιο συγκεκριμένα οι βαθύτερες διαμορφωτικές δυνάμεις και τα προσδιοριστικά αξονικά ζητήματα σε μερικά εκ των οποίων αναφερθήκαμε πιο πάνω. Οι πολίτες και οπωσδήποτε η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία χρήζει να έχουν επαρκή γνώση για τον προσανατολισμό του ώριμου πλέον πολυπολικού διεθνούς συστήματος και τι αυτό σημαίνει για την εθνική στρατηγική και τις συνδεδεμένες με αυτή την στρατηγική καθημερινές διπλωματικές αποφάσεις.
Ως προς το τελευταίο, προϋπόθεση για να διατυπώνει κανείς επάξια και υπεύθυνα θέση ως πολίτης ή ως πολιτικό πρόσωπο, απαιτείται να έχει επαρκή γνώση των αξιωμάτων και των τυπολογιών, των αιτιών πολέμου και της μεγάλης εικόνας του προσανατολισμού του πολυπολικού διεθνούς συστήματος και των στρατηγικών των μεγάλων δυνάμεων.
Όσον αφορά τα Θουκυδίδεια αξιώματα βρίσκονται στα θεμέλια κάθε ορθολογιστικής στρατηγικής σκέψης και κάθε ορθολογιστικής θέσεις στις δημόσιες συζητήσεις. Εν μέσω ρευστών στρατηγικών εξελίξεων τα αξιώματα αυτά όπως και σημαντικές σύγχρονες επιστημονικές μελέτες του Θουκυδίδειου παραδείγματος απαιτείται να είναι κτήμα όλων. Οι διαιρέσεις γύρω από συμφέροντα τρίτων δεν ωφελούν αλλά αντίθετα βλάπτουν.
Διπλωματία και Στρατηγική των Ηγεμονικών Δυνάμεων
Αναμφίβολα θα ήθελαν να κυριαρχήσουν πλανητικά αλλά αυτό είναι δύσκολο ή ανέφικτο, ιδιαίτερα στην πυρηνική εποχή. Ενώ αναπόφευκτα υποβόσκει ακόμη και η ιδέα για πυρηνική υπεροχή, όσοι ασχολήθηκαν με την πυρηνική στρατηγική γνωρίζουν πως αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει το τέλος της ζωής πάνω στον πλανήτη όπως τον γνωρίζουμε σήμερα. Οι κύριες τακτικές και στρατηγικές προσεγγίσεις των μεγάλων δυνάμεων όπως εξετάζονται από τον John Mearsheimer στο εμβληματικό του έργο είναι συντομογραφικά οι εξής:
Μεταφορά βαρών: προσπάθεια ανάληψης αναχαίτισης από τρίτον όχι κατ’ ανάγκη «σύμμαχο», ενώ το ίδιο παραμένει θεατής Ενθάρρυνση, υποκίνηση, μυστικές μεθοδεύσεις κτλ. Το βλέπουμε καθημερινά στην ευρεία ασταθή ζώνη από την Λιβύη μέχρι το Αφγανιστάν.
Εξισορρόπηση: Δέσμευση αναχαίτισης επιτιθέμενου αντιπάλου κατόπιν τυπικής ή άτυπης διακρατικής συμμαχίας και εμπράκτων μέτρων και δεσμεύσεων. Στην Συρία εδώ και χρόνια είναι ολοφάνερα και συχνά αθέατα καθημερινή πρακτική.
Εκβιασμός: απειλή χρήσης βίας (μπλόφα ή μέτρα για κόστος κατά λιγότερο ισχυρών κρατών, μικρών κρατών και αδυνάμων). Κάθε θέση προς άλλο δρώντα με την οποία θέτεις κόστος εάν δεν συμμορφωθεί είναι διακρατικός εκβιασμός συχνά χωρίς την παραμικρή παρεμβολή διεθνών θεσμών.
Πρόκληση πολέμου για κατατριβή τρίτων: Μέριμνα ούτως ώστε εμπλοκή κάποιου αντιπάλου σε πόλεμο θα οδηγήσει σε μακροχρόνια κατατριβή και αποδυνάμωση. Πρόκληση έτσι εξασθένισης και αποδυνάμωσης «εχθρών» και/ή «φίλων» με πρόκληση μακροχρόνιων συρράξεων και πολέμων. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση ήταν ο δεκαετής πόλεμος Ιράν-Ιράκ. Μετά το “Irangate” μάθαμε ότι τόσο οι ΗΠΑ όσο και το Ισραήλ μεριμνούσαν αμφότερα τα κράτη, το Ιράν και το Ιράκ, να έχουν αμφότεροι ισχύ για να κατατρίβονται σε ένα μακροχρόνιο πόλεμο.
Παρεμπόδιση άλλων μεγάλων δυνάμεων να έχουν πρόσβαση σε πλουτοπαραγωγικούς πόρους. Αυτό επιτυγχάνεται όταν ασκείται γεωπολιτικός και πολιτικός έλεγχος επί των κρατών μιας περιφέρειας. Κανείς μπορεί να δει αυτή την πτυχή στην πολυετή πλέον συζήτηση για την διέλευση των αγωγών ενέργειας της Ανατολικής Μεσογείου προς την Ευρώπη, τον ρόλο της Τουρκίας και την σχέση της με την Ρωσία και την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από την Ρωσία, κυρίως της Γερμανίας.
Απόκτηση ισχύος με πόλεμο έχουμε όταν αφού κατακτηθεί ή ελεγχθεί ένας κράτος ελέγχονται οι πλουτοπαραγωγικοί πόροι και οι τιμές τους.
«Softpower». Διευκόλυνση διείσδυσης με αποδυνάμωση του φρονήματος άλλων κοινωνιών και της πίστης τους στην κυριαρχία του κράτους τους. Αυτή είναι εδώ και δεκαετίες μια κύρια τακτική στο πλαίσιο των στρατηγικών κυρίως των μεγάλων και κύρια επιδίωξη είναι η εκπλήρωση σκοπών με το λιγότερο δυνατό κόστος μέσο επηρεασμού των αποφάσεων άλλων κρατών (ακόμη και συμμαχικών).
Προσωρινή παραχώρηση ισχύος σε αυριανούς εχθρούς για να ρυθμιστεί η κατανομή ισχύος. Για παράδειγμα, η βοήθεια ΕΣΣΔ Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά ενδεχομένως αυτά που λαμβάνουν χώρα στην Συρία εδώ και χρόνια τα αίτια των οποίων θα γίνουν γνωστά μετά από πολλά χρόνια.