Χάρης Δημαράς: Οι κορυφαίες συνθέσεις προσφέρουν ανεξάντλητες προοπτικές αισθητικής προσέγγισης

Ο διακεκριμένος πιανίστας επιστρέφει στο Μέγαρο Μουσικής για την πρώτη του σύμπραξη με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών.
.
.
CHARIS AKRIVIADIS

Ο διακεκριμένος πιανίστας και καθηγητής επιστρέφει στο Μέγαρο Μουσικής για την πρώτη του σύμπραξη με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. Ερμηνεύει τη συναρπαστική Γαλάζια Ραψωδία του Τζωρτζ Γκέρσουιν, μια σύνθεση που άλλαξε για πάντα τον τρόπο που προσλαμβάνουμε την τζαζ μουσική. Λίγο πριν τη συναυλία την 1η Μαρτίου, μιλά μεταξύ άλλων για όσα τον ενέπνευσαν στα πρώτα του βήματα, αλλά και όσα του έχει μάθει η ενασχόλησή του με τη διδασκαλία.

- Έχει ειπωθεί ότι οι πρώτες νότες της Γαλάζιας Ραψωδίας είναι το ίδιο γνωστές όσο και οι πρώτες νότες της Πέμπτης Συμφωνίας του Μπετόβεν. Ποιοι λόγοι κατά τη γνώμη σας οδήγησαν στην τόσο ευρεία και γρήγορη αναγνώριση του συγκεκριμένου έργου;

Πολλοί και διάφοροι είναι οι λόγοι που συνέβαλλαν συνδυαστικά στην ευρύτατη και ταχύτατη καθιέρωση παγκοσμίως του συγκεκριμένου έργου αμέσως μετά την πρεμιέρα του στις 12 Φεβρουαρίου του 1924 στην Aeolian Hall της Νέας Υόρκης (ενδεικτικά να αναφέρουμε πως μέσα στα επόμενα τρία μόλις χρόνια το έργο είχε παρουσιαστεί πάνω από 80 φορές και είχε πουλήσει πάνω από ένα εκατομμύριο δίσκους!): Το ιδιαίτερο μουσικό ταλέντο και η χαρισματική/εξωστρεφής προσωπικότητα του νεαρού συνθέτη, η κατά σύμπτωση δράση του στη Νέα Υόρκη (κατά πολλούς τη μητρόπολη αισθητικής έκφρασης και καλλιτεχνικού πειραματισμού εκείνης της εποχής), η συλλογική και οργανωμένη προσπάθεια μιας νέας και δυναμικά ανερχόμενης τάξης διανοουμένων από τις Η.Π.Α. να ανταγωνιστεί επάξια τα καλλιτεχνικά κατεστημένα της Γηραιάς Ηπείρου κλπ. Πάνω από όλα όμως, η Γαλάζια Ραψωδία χρωστάει την μετεωρική της δημοτικότητα στα καθαυτού της μουσικά χαρακτηριστικά: στην εκφραστική της αμεσότητα, στην ανεξάντλητη γοητεία της μελωδικής της ευρηματικότητας και στον απόλυτα πρωτότυπο συνδυασμό ρυθμικών και αρμονικών στοιχείων από την Κλασσική Μουσική όσο και από τη Τζαζ που παράλληλα ξαφνιάζει και συναρπάζει.

- Υπάρχουν πιστεύετε δυνατότητες καινοτομίας σε μια σύνθεση τόσο γνωστή και δημοφιλή;

Προφανώς και ναι! Όλες οι κορυφαίες συνθέσεις παρέχουν γενναιόδωρα, ανεξήγητα και μυστηριωδώς ανεξάντλητες προοπτικές αισθητικής προσέγγισης, οι οποίες εξαρτώνται αποκλειστικά και μόνο από τα υποσυνείδητα βιώματα, τις συνειδητές επιλογές και τη συναισθηματική φόρτιση του κάθε καλλιτέχνη που καταπιάνεται κατά καιρούς μαζί τους. Είναι κάπως σαν να παρατηρεί κανείς έναν αμύθητης αξίας και τέλειας διαφάνειας πολύτιμο λίθο από διαφορετικές γωνίες και με συνεχώς εναλλασσόμενο φωτισμό. Εκεί άλλωστε συνίστανται η έννοια και η αξία της δια ζώσης (live) ερμηνείας: Στην μοναδική επικοινωνία που συντελείται μεταξύ μουσικού έργου, εκτελεστή και κοινού σε κάθε διαφορετική περίσταση.

Υπάρχουν ερμηνείες που έχουν καθορίσει τον τρόπο που αντιλαμβάνεστε τη Γαλάζια Ραψωδία;

Οι πρώιμες ηχογραφήσεις του έργου πραγματοποιήθηκαν με τη συμμετοχή του ιδίου του συνθέτη είτε ως σολίστ στο πιάνο είτε σε ρόλο συμβούλου/παρατηρητή. Ως εκ τούτου είναι ιδιαίτερης σημασίας από πλευράς αυθεντικότητας χαρακτήρα και ιδιώματος. Έκτοτε όμως πολλοί και σημαντικοί πιανίστες έχουν συχνά εκτελέσει το έργο και καταθέσει τις ατομικές τους ερμηνείες δισκογραφικά με πολύ ενδιαφέροντα και συχνά αντικρουόμενα αποτελέσματα. Κατ’ εμέ κάθε καλλιτέχνης πρέπει μεν να γνωρίζει επαρκώς την ερμηνευτική παράδοση κάθε έργου που παρουσιάζει αλλά, παράλληλα, να προστατεύει εξίσου την αισθητική του ανεξαρτησία και ατομική του άποψη. Έτσι λοιπόν, αν και έχω κατά καιρούς θαυμάσει και προτιμήσει συγκεκριμένες παλιότερες εκτελέσεις (όπως π.χ. του Earl Wild, μεγαλοφυούς Αμερικανού πιανίστα και προσωπικού protégé του Gershwin), προσπαθώ πάντα να προσεγγίζω από αισθητικής πλευράς κάθε μου νέα εμπειρία με το θαυματουργό αυτό έργο όσο πιο ανεπηρέαστα γίνεται.

Μεγαλώνοντας, ποιοι ήταν οι πιανίστες που θαυμάζατε και ακούγατε περισσότερο;

Εκτός από τις μεγάλες, προφανώς αξεπέραστες πιανιστικές αυθεντίες του 20ού αιώνα (Argerich, Gilels, Horowitz, Michelangeli, Rachmaninov, Richter, Rubinstein κλπ.), έχω (και είχα πάντα) ιδιαίτερη αδυναμία σε καλλιτέχνες που προάγουν μια πιο ατομική αισθητική, που κατά καιρούς δε διστάζουν να απευθυνθούν στο κοινό και στους κριτικούς με κάπως πιο προκλητικές αισθητικές απόψεις και απρόσμενες επιλογές ρεπερτορίου όπως π.χ. οι Piotr Anderszewski, Mikhail Pletnev, Ivo Pogorelich, Grigory Sokolov, Arkadi Volodos και Krystian Zimmerman.

Πώς καταφέρνετε να συνδυάζετε τις δικές σας εμφανίσεις με τη μουσική διδασκαλία;

Η αλήθεια είναι πως οι δύο μου αυτές κύριες δραστηριότητες ενίοτε προκαλούν μικροπροβλήματα και εντάσεις στην κιόλας εξαντλητικά γεμάτη καθημερινότητα μου. Παράλληλα, όμως, αλληλοσυμπληρώνονται και υποβοηθούν η μία την άλλη. Μέσω της στενής μου επαφής και σχέσης με τους μαθητές μου, συνειδητοποιώ πως συχνά εξελίσσομαι και ο ίδιος (μουσικά και τεχνικά) με πολύ ταχύτερους ρυθμούς, ενώ οι ποικίλες εκτελεστικές μου δραστηριότητες με εφοδιάζουν με συνεχώς αυξανόμενη εμπειρία αισθητικών εντυπώσεων και εξειδικευμένων γνώσεων που, με τη σειρά τους εμπλουτίζουν τη γενικότερη διδακτική μου δεξιότητα προς όφελος των σπουδαστών μου.

Τι σας έχουν μάθει οι μαθητές σας;

Οι μαθητές μου αποτελούν για μένα μια διαρκή και ανεξάντλητη πηγή μάθησης και έμπνευσης. Ίσως αυτό να οφείλεται στο γεγονός πως δεν τους θεωρώ ποτέ ως υποδεέστερους εμού. Αντίθετα τους αντιμετωπίζω απλά ως νεότερους συναδέλφους με φυσιολογικά κάπως πιο περιορισμένα βιώματα και, συνεπώς, επί του παρόντος, με κάπως χαμηλότερο επίπεδο εμπειρίας από το δικό μου.

Από εκεί και πέρα ο δικός μου ρόλος είναι να αντιληφθώ επαρκώς τους προσωπικούς τους υπαρξιακούς προβληματισμούς και τα ατομικά τους εκφραστικά ένστικτα και να τους βοηθήσω να αναδείξουν τις ικανότητές και τα ταλέντα τους στο μέγιστο δυνατό.

Αυτού του είδους οι σχέσεις είναι συχνά δύσκολες, μια και απαιτούν υπομονή, ταπεινότητα και συναισθηματική γενναιοδωρία εκ μέρους του διδάσκοντα και αμέριστη εμπιστοσύνη εκ μέρους του διδασκόμενου. Εν τούτοις από αυτή τη διαδικασία εξελίσσονται τελικά και οι δύο πλευρές εξίσου. Προσωπικά δε, μπορώ να δηλώσω αναμφίβολα ότι έχω ο ίδιος διδαχθεί από τους μαθητές μου γνώσεις, ερεθίσματα και πιθανόν γενικότερες ανθρώπινες αξίες που δεν θα μπορούσα αλλιώς να έχω βιώσει.

Με ποιον τρόπο το διαδίκτυο έχει επηρεάσει τις νέες γενιές μουσικών;

Η γενική επιρροή του διαδικτύου στις νέες γενιές μουσικών (και όχι μόνο) είναι σίγουρα θετική. Η τεράστια γκάμα εξειδικευμένων πληροφοριών που μπορεί κανείς να εξερευνήσει κάθε στιγμή με τη βοήθεια ενός υπολογιστή επισπεύδει αδιανόητα κάθε διαδικασία μάθησης και έρευνας. Περαιτέρω όμως, το διαδίκτυο έχει πια αλλάξει ακόμη και τη γενικότερη αντίληψή μας για τη γνώση, η οποία δεν ανήκει πια ατομικά ή επιλεκτικά σε κανέναν αλλά είναι άμεσα διαθέσιμη σε όλους, όσοι επιθυμούν να τη χρησιμοποιήσουν για να εξελιχθούν. Στο διαδίκτυο εγκυμονούν βέβαια και ορισμένοι κίνδυνοι για τους νέους, όπως η κοινωνική αποξένωση, ο άκρατος μιμητισμός και, πάνω από όλα, το απεριόριστο και συχνά εγκληματικό ξόδεμα χρόνου και ενέργειας σε παντελώς ασήμαντες ασχολίες. Παρά ταύτα, η αντίσταση προς το διαδίκτυο είναι στην εποχή μας έτσι και αλλιώς μάταιη και, επομένως, οι νέοι άνθρωποι θα πρέπει αναγκαστικά να βρουν κάποια χρυσή τομή στη χρήση του και να καταφέρουν να ελέγξουν την επιρροή του στη ζωή τους.

Πιστεύετε ότι ο δάσκαλος πρέπει να είναι αυστηρός ή επιεικής;

Δεν νοείται, πιστεύω, μία γενική και τετράγωνη απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, μια και η σχέση κάθε σωστού εκπαιδευτικού με κάθε συγκεκριμένο μαθητή του θα πρέπει να υπαγορεύεται αποκλειστικά και μόνο από το χαρακτήρα και τις κατά καιρούς ανάγκες αυτού του μαθητή. Είναι άσκοπο π.χ. να χειριστεί κανείς με αυστηρότητα μαθητές που έχουν ιδιαίτερα ανεπτυγμένο το αίσθημα της ευθύνης από μόνοι τους, ενώ αντιθέτως απαιτείται από το σωστό εκπαιδευτικό ένα πιο υψηλό επίπεδο πειθαρχίας προς ένα μαθητή που επιδεικνύει μια πιο «χαλαρή» αντιμετώπιση των πραγμάτων. Ο σωστός λοιπόν δάσκαλος πρέπει να παρατηρεί διαρκώς και προσεχτικά την εξέλιξη κάθε σπουδαστή του και να προσαρμόζει αδιάκοπα τόσο το αντικείμενο όσο και το ύφος της διδασκαλίας του ανάλογα.

Ποιος ή ποιοι συνθέτες σας έκαναν να αγαπήσετε το πιάνο;

Ως γνωστόν, το πιανιστικό ρεπερτόριο δεσπόζει σε μέγεθος, ποιότητα και ποικιλία των ρεπερτορίων όλων των άλλων οργάνων (πλην ίσως της φωνής). Πώς λοιπόν μπορεί κανείς να αντισταθεί στην σαγηνευτική μουσική των καθαυτού πιανιστών/συνθετών από τη ρομαντική περίοδο, όπως οι Chopin, Liszt και Schumann ή, αργότερα, οι Rachmaninov και Skryabin; Αν κανείς προσθέσει σ’ αυτές τις μοναδικές, αμιγώς πιανιστικές μεγαλοφυίες και άλλους σπουδαίους μουσουργούς που αντιμετωπίζουν το όργανο με κάπως διαφορετικό, πιο νεωτεριστικό και σύνθετο τρόπο (αντιστικτικά, ορχηστρικά, ρητορικά ή και αλληγορικά), όπως οι Bach, Bartok, Beethoven, Brahms, Debussy, Mozart, Prokofiev, Ravel, Schubert κλπ. … Κάπως έτσι λοιπόν, η δική μου απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι πως στην καλλιτεχνική μου διαδρομή με συναρπάζουν πάντα οι συνθέτες και τα έργα με τα οποία τυχαίνει κατά καιρούς να ασχολούμαι.

Υπήρξε κάποιος άνθρωπος που επηρέασε σημαντικά την προσωπικότητά σας όσο μεγαλώνατε;

Ως ιδιαίτερα παρατηρητικός τύπος ξεσήκωσα και υιοθέτησα πολλά πράγματα στη ζωή μου από άλλους, τόσο από κοντινούς μου ανθρώπους (πάνω απ’ όλους τους γονείς μου και το υπόλοιπο οικείο μου περιβάλλον) αλλά και από άλλα άτομα με τα οποία είχα μάλλον σύντομες και συμπτωματικές σχέσεις. Αν όμως έπρεπε να επιλέξω μία και μοναδική προσωπικότητα που να με έχει επηρεάσει περισσότερο και πιο συνειδητά από άλλους, τότε σίγουρα θα πρέπει να αναφερθώ στον σπουδαίο Ούγγρο πιανίστα, Gyorgy Sandor. Στα 10 χρόνια που είχα την ευτυχία και πολυτέλεια να κινούμαι στο άμεσο βεληνεκές του (αν και επισήμως σπούδασα μαζί του μόνο κατά τα 2 χρόνια του πιανιστικού μου Master στο Juilliard της Νέας Υόρκης) ο μοναδικός αυτός μουσικός, καλλιτέχνης και άνθρωπος μου δίδαξε πολύτιμες γνώσεις και αρχές στις οποίες χρωστάω σχεδόν τα σύνολο της επαγγελματικής μου πορείας μέχρι σήμερα. Δειγματοληπτικά να αναφέρω απλά πως σπάνια περνάει μέρα που να μην τον σκεφτώ ενεργά στις δραστηριότητές μου και που να μην κάνω χρήση κάποιας εκ των μυριάδων δεξιοτήτων που γενναιόδωρα μου πέρασε. Ας αναπαύεται ήσυχα εκεί που βρίσκεται σε πλήρη συνείδηση του άκρατου θαυμασμού και της συνεχούς ευγνωμοσύνης που αισθάνομαι πάντα για εκείνον.

Ποιον τόπο αισθάνεστε ως πατρίδα σας;

Α, σίγουρα την Ελλάδα! Αν και έχω πια ζήσει τα περισσότερα χρόνια μου στις Η.Π.Α., έχω πάρει τη διπλή υπηκοότητα, έχω στήσει ολόκληρη τη ζωή μου και νοιώθω απέραντη ευγνωμοσύνη για όσα μου έχουν προσφερθεί εκεί, στην ψυχή μου παραμένω Έλληνας, σκέφτομαι, αντιδρώ και πορεύομαι στην καθημερινότητά μου σαν Έλληνας και έχοντας πια φτάσει σε μια ώριμη ηλικία αμφιβάλλω πως αυτή μου η ταυτότητα θα αλλάξει ποτέ.

Αισθάνεστε διαφορετικά όποτε ερμηνεύετε στην Ελλάδα; Τι σας λείπει από τη χώρα μας;

Η Ελλάδα μου λείπει συνεχώς και ολοκληρωτικά σαν ιδεολογία/αίσθηση αλλά και σε πρακτικό επίπεδο. Μπορεί εμείς οι Έλληνες να έχουμε διάφορα μικροελαττώματα, αλλά έχουμε και μοναδικά χαρίσματα, οξύ πνεύμα, πλούσιο συναισθηματικό κόσμο και, εκτός όλων των άλλων, το προνόμιο να ζούμε στην πιο όμορφη χώρα του κόσμου (και αυτό μπορώ να το βεβαιώσω χωρίς αμφιβολία, έχοντας ταξιδέψει πια σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη μας για επαγγελματικούς -και όχι μόνο- λόγους). Κάθε καλλιτέχνης αισθάνεται ιδιαίτερα έντονα γύρω του τις λεπτές διακυμάνσεις της ενέργειας του κοινού στο οποίο κατά καιρούς απευθύνεται. Εγώ λοιπόν, όποτε πλησιάζει κάποια μου προγραμματισμένη εκδήλωση στην Ελλάδα, νοιώθω πολύ διαφορετικά: εκλαμβάνω διαφορετικά από αλλού την αμεσότητα της σχέσης μου με τους δικούς μου ανθρώπους, απολαμβάνω διαφορετικά το θαυμασμό και το χειροκρότημά τους και, ως αποτέλεσμα, γεμίζω τις συναισθηματικές μου μπαταρίες για πολύ καιρό μετά από κάθε μου τέτοια επίσκεψη.

Ποια είναι τα επόμενα επαγγελματικά σας σχέδια;

Πολλά και διάφορα. Από πιανιστικής πλευράς και, λόγω του τεράστιου εύρους της λογοτεχνίας του οργάνου, σχεδιάζω ακόμη μία σειρά ενδιαφερόντων εγχειρημάτων για τα οποία προσπαθώ αγωνιωδώς να εξοικονομήσω τον απαραίτητο χρόνο. Από την άλλη έχω στα χέρια μου και μια σειρά αγαπημένων μου έργων για τα οποία μετά από δεκαετίες συνεχούς ενασχόλησης έχω σχηματίσει κάποιες πολύ συγκεκριμένες, αποκρυσταλλωμένες απόψεις τις οποίες θα ήθελα ίσως κάποια στιγμή να καταθέσω επίσημα σε μορφή αρχειοθέτησης (έρευνα, συγγραφή, ηχογραφήσεις κλπ.).

Παράλληλα όμως με τις παραπάνω εκτελεστικές μου δραστηριότητες, συνεχίζω να παραμένω απόλυτα αφοσιωμένος στην διδασκαλία και διάδοση της υψηλής μας Τέχνης. Προς αυτή λοιπόν την κατεύθυνση, εκτός από την καθημερινή μου τριβή με τους φοιτητές του Πανεπιστημίου μου (του Ithaca College στην πολιτεία της Νέας Υόρκης) και τις συχνές μου Master Classes σε ανάλογα ακαδημαϊκά ιδρύματα ανά την υφήλιο, αναμένω αυτή την εποχή με ανυπομονησία και την παρθενική μου θητεία ως μόνιμου καθηγητή πιάνου στο φημισμένο Chautauqua Festival.

Στα πλαίσια του διάσημου αυτού, κορυφαίου στο είδος του στις Η.Π.Α., καλοκαιρινού προγράμματος σοβαρής πιανιστικής σπουδής και εστίασης, θα έχω από φέτος τη διαχρονική τιμή και ευχαρίστηση να συνυπάρξω στο ίδιο καθηγητικό προσωπικό με μεγάλες αυθεντίες του χώρου και να διδάξω την αφρόκρεμα των καλύτερων νέων πιανιστών του κόσμου που διαγωνίζονται κάθε χρόνο για μία από τις μόνο 20 πολυπόθητες, διαθέσιμες θέσεις. Κλείνοντας θα πω το εξής:

Η ενασχόληση μου με τη Μουσική συνεχίζει να με συνεπαίρνει και να με ενθουσιάζει σήμερα τόσο όσο και πριν από 40 χρόνια όταν αποφάσιζα σαν έφηβος να αφοσιωθώ σ’ αυτήν. Έτσι λοιπόν, θεωρώ πως θα συνεχίσω αυτή την πορεία όσο πιο έντιμα και ιδανικά μπορώ για το υπόλοιπο της δημιουργικής μου ζωής, όχι μόνο σαν επάγγελμα αλλά και ως το γενικότερο πεπρωμένο μου.

***

.
.
CHARIS AKRIVIADIS

Info:

Μερικοί το προτιμούν μπλε

Παρασκευή 1 Μαρτίου, 20:30

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών

Περισσότερα εδώ

Online αγορά εδώ

Δημοφιλή