Από τα χρόνια της «Αλλαγής» στο σήμερα.
.
.
Eurokinissi

Το πρόβλημα της χώρας δεν ήταν ποτέ οικονομικό, τουλάχιστον από το 1960 και μετά. Ήταν πολιτικό ενώ από το 1981 πρωτίστως ηθικό! Ήταν τότε που τη χώρα αναλάμβανε το κίνημα «αλλαγής», όπως το ονόμασαν, για να φέρει την πολυπόθητη ισονομία και ισοπολιτεία, την «αλλαγή». Αντί όμως για αυτά έφερε τη διαπλοκή και την ανισότητα, την υποταγή της ελεύθερης βούλησης των πολιτών στο στιγμιαίο όφελος της αρπαχτής και εν τέλει αντί της αλλαγής τη συναλλαγή.

Όταν ο ηγέτης του 1981 μεταμόρφωνε με σπουδή την μεταπολιτευτική Ελλάδα από κράτος παραγωγής και όντως μη προνομιούχων πολιτών σε κράτος μεταπρατικό αλλά, φευ, «προνομιούχων» πολιτών, διέπραττε συνειδητά έγκλημα. Διότι γνώριζε από πρώτο χέρι κοινωνίες τεχνολογικής προόδου και εν πολλοίς αξιοκρατικές όπως οι ΗΠΑ κ.α.. Γνώριζε από θεσμική και εν λειτουργία νομιμότητα, όπως επίσης και από διαδικασίες δυτικού τύπου δημοκρατιών. Εν τούτοις, προτίμησε για την Ελλάδα την εύκολη λύση του εκ των άνω εκμαυλισμού των πολιτών τόσο ατομικά όσο και συλλογικά με χρήματα «τραβηγμένα» από τις επόμενες γενιές, υπερδιπλασιάζοντας το δημόσιο χρέος της χώρας σε σχέση με το ΑΕΠ της σε λιγότερο από 8 χρόνια εν μέσω παντελούς έλλειψης δημόσιων έργων. Θυμάμαι ως φοιτητής στη Θεσσαλονίκη στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ότι το μόνο άξιο λόγου έργο ήταν αυτό του υπόγειου αγωγού λυμάτων…

Διότι η δύσκολη λύση θα ήταν ο καθημερινός έλεγχος των υπουργών του για την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων που εξαγγέλλονταν. Αποτελεσματικότητα που συνίσταται στο απλό: πόσα δίνεις και τί παίρνεις. Όταν όμως αυτές οι παρεμβάσεις, με εξαίρεση την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, εξαντλούνταν σε άκριτους διορισμούς στο δημόσιο των δικών τους παιδιών (αλλά και των άλλων αργότερα για ενίσχυση ψήφων) και σε αυξήσεις μισθών και συντάξεων με σαφείς εξισωτικές τάσεις, ο έλεγχος καθίστατο περιττός. Η απόλαυση της εξουσίας εύκολη και τελικά αυτοσκοπός.

Με τους ακατάσχετους διορισμούς στο δημόσιο και την εξίσωση των μισθών και συντάξεων, πάντα προς τα πάνω και πάντα με δανεικά, επιτυγχάνονταν το αναγκαίο ρίζωμα του νεοπαγούς κόμματος στην κοινωνία άκοπα, χωρίς παραγωγή. Μια κοινωνία αθωότητας και φιλοτιμίας που το μόνο που ήθελε ήταν ελευθερία έκφρασης, δικαιοσύνη και αξιοκρατία. Άλλωστε για αυτά δεν πάλεψαν οι νέοι στο Πολυτεχνείο, άσχετα από το καπέλωμα που υπέστησαν από ξένες μυστικές υπηρεσίες;

Το καινοφανές για την εποχή αριστερό δόγμα του ίδιου στομάχου (βλ. ίδια ψήφος) συνέπαιρνε τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού αφού ο καθένας πλέον γινόταν σχεδόν ισόμισθος με τους υπόλοιπους άσχετα από σπουδές, γνώσεις και δεξιότητες, με μόνο προσόν την ψήφο του και βέβαια σε αυτόν που την έδινε! Με μόνη διαφορά όμως ότι ο κλητήρας π.χ. ποτέ δεν θα μπορούσε να εκτροχιάσει έναν συρμό ενώ ο μηχανοδηγός σίγουρα. Η καθαρίστρια ποτέ δεν θα μπορούσε να υπονομεύσει την κατασκευή ενός δημοσίου έργου ενώ ο μηχανικός σίγουρα.

Όταν λοιπόν η ηγεσία της εποχής ποδηγετούσε το εκλογικό σώμα χορηγώντας άφθονο δανεικό χρήμα, ατομικά αλλά και συλλογικά, μέσω των προνομίων του άκρατου συνδικαλισμού των πνευματικών τέκνων του Στάλιν ανάλογα βέβαια με την εκλογοαναγκαστική τους δύναμη, ελάχιστοι είχαν το πολιτικό σθένος να αντισταθούν στα νέα ήθη! Ποιος θα έδινε ψήφο σε κάποιον που θα διανοούνταν ότι η πολυπόθητη είσοδος στο Δημόσιο των όντως μη προνομιούχων έπρεπε να γίνει αξιοκρατικά, όταν άνοιξαν διάπλατα οι πύλες του σε χιλιάδες στην αρχή και δεκάδες χιλιάδες στη συνέχεια με μόνο κριτήριο την επερχόμενη ψήφο; Ψηφίζεις και διορίζεσαι, τόσο απλό! Γιατί να εξεταστείς; Γιατί να μοχθήσεις;

Η πολιτική της ήσσονος προσπάθειας και του μέγιστου οφέλους έγινε συνώνυμη της προσκόλλησης στο κόμμα (πρασινοφρουροί) και του καρεκλοκενταυρισμού (κλαδικές). Διαπερνώντας ταχύτατα όλα τα κοινωνικά στρώματα, η πολιτική αυτή τελικά μεταμόρφωσε τα κόμματα εξουσίας, από ιδεολογικές συλλογικότητες πολιτών σε κακο-διαχειριστές δανεικών και ξένων κεφαλαίων (εν πολλοίς δυτικών) μάλιστα επιμένοντας σε συνθήματα αντιδυτικά για προφανείς επικοινωνιακούς λόγους. Διότι κανένας πλην των αρμοδίων δεν γνώριζε τότε την προέλευση αλλά και την καθαυτή χρήση των δανειακών κεφαλαίων.

Το σύνθημα της «αλλαγής» και η λαχτάρα του κόσμου για ένα δίκαιο και αξιοκρατικό κράτος μετατράπηκε από τους εμπνευστές του σε λαχτάρα για ατομική ευμάρεια άκοπα, με δανεικά και εις βάρος τελικά ενός κράτους λάφυρου στην κομματική νομενκλατούρα. Η τελική άλωση του προπύργιου της δικαιοσύνης επετεύχθη με την άρση της όποιας αξιοκρατικής εξέλιξης των δικαστών που υπήρχε μέσω των κομματικών διορισμών στην ηγεσία τους και ο ανύπαρκτος έλεγχος του χρόνου και της ποιότητας των αποφάσεών τους. Οι δικαστές μετατράπηκαν σε άβουλη μάζα ψηφοφόρων της εκάστοτε κυβέρνησης-αντιπολίτευσης με αποτέλεσμα μέχρι σήμερα, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, να τους δείχνουν εμπιστοσύνη οι δημοσιογράφοι, οι ένοχοι και οι δικηγόροι αυτών.

Όσο για τους πολίτες-ψηφοφόρους, αυτοί, έχοντας γεμάτα στομάχια αλλά άδειες ψυχές περιφέρουν τις υπάρξεις τους από κανάλι σε κανάλι και από πάνελ σε πάνελ μήπως και καταφέρουν να βρουν τη χαμένη τους ζωή στα συντρίμμια που, με σημαντικά μειωμένη ευθύνη, και αυτοί δημιούργησαν.

Οι μελλοντικές γενιές του τότε, δλδ. τα παιδιά του σήμερα εκείνων των πολιτών-ψηφοφόρων, αφού πέρασαν από μνημόνια μη κάθαρσης, από πανδημία μη ίασης, εν τέλει σκοτώθηκαν στα Τέμπη από το ίδιο εκείνο κράτος που διαχρονικά δανείζονταν από το μέλλον για ένα μόνιμα μίζερο παρόν. Δάνεια που εξακολουθούν να πληρώνονται και να αναπαράγονται μέχρι σήμερα από τις επόμενες (τωρινές) γενιές με τις παλαιότερες να ομνύουν ακόμη πίστη στις διάφορες εκδοχές του ιδίου κόμματος, της αρπαχτής. Εκείνοι δεν μπορούν πλέον να ξανα-αλλάξουν διότι η μία και μεγάλη «αλλαγή» για την οποία χρόνια πολλά αγωνίστηκαν και ποθούσαν τους πρόδωσε τραγικά και ύπουλα ώστε να ελπίζουν συνεχώς σε μια δικαίωση ενός απώτερου μέλλοντος.

Το μέλλον όμως έγινε ήδη παρελθόν και μας(τους) καταδιώκει απηνώς, χθες στο Μάτι, σήμερα στα Τέμπη, αύριο κάπου αλλού. Διότι οι ρίζες της κακιάς (χ)ώρας ανάγονται ακριβώς στην εποχή που οι διψασμένοι για ελευθερία – δημοκρατία και ισονομία ξεδίψασαν με πακτωλούς δανεικών και αντικατέστησαν σταδιακά τις αξίες τους όπως φιλοτιμία, εργατικότητα και φιλαλήθεια με απαξίες όπως αδιαφορία, ραθυμία και εξαπάτηση (λαμογιά).

Με ποιο λοιπόν σθένος αυτοί μπορούν να αναστρέψουν την κατάσταση; Ίσως με την μαζική αποχή, ίσως με την ανάδειξη πολύ μικρών κομμάτων της μη συμμετοχής.

Δημοφιλή