Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, μακρύ χέρι του νεο-οθωμανισμού

Στις μέρες μας, όλα δείχνουν ότι ο νέος ηγέτης που γύρευαν οι αδελφοί μουσουλμάνοι για να αναβιώσουν τις τύχες του κινήματος τους βρέθηκε στο πρόσωπο του Ερντογάν
18 Ιουλίου 2019 Μια γυναίκα από τη Συρία που μαζί με χιλιάδες άλλους συμμετείχε στις προσευχές με αφορμή τον θάνατο του Μόρσι στην Κωνσταντινούπολη. Η γυναίκα χαιρετά κατά το πρότυπο των Αδελφών Μουσουλμάνων της Αιγύπτου. Τα δάκτυλα είναι ανοιχτά και ο αντίχειρας διπλωμένος, κάνει δηλαδή το σήμα της Ράμπια.
18 Ιουλίου 2019 Μια γυναίκα από τη Συρία που μαζί με χιλιάδες άλλους συμμετείχε στις προσευχές με αφορμή τον θάνατο του Μόρσι στην Κωνσταντινούπολη. Η γυναίκα χαιρετά κατά το πρότυπο των Αδελφών Μουσουλμάνων της Αιγύπτου. Τα δάκτυλα είναι ανοιχτά και ο αντίχειρας διπλωμένος, κάνει δηλαδή το σήμα της Ράμπια.
- via Getty Images

Κάθε πολιτική που στοχεύει στην επέκταση της κρατικής ισχύος σε τρίτες χώρες, δηλαδή κάθε ιμπεριαλιστική πολιτική, θα πρέπει να επαφίεται στη δημιουργία οργανικών υλικών, πολιτικών και πολιτισμικών δεσμών με κάποια τμήματα των κοινωνικών τάξεων της κοινωνίας υποδοχής, για να μπορέσει να εδραιώσει και να σταθεροποιήσει την κυριαρχία της. Διαφορετικά, αργά ή γρήγορα τα διαφορετικά στρώματα της εξαρτημένης κοινωνίας θα ενωθούν εναντίον της και θα συσπειρωθούν σε έναν αγώνα “εθνικής απελευθέρωσης” με στόχο να απαλλαγούν από τον ξένο επικυρίαρχο. Να εκδιώξουν μια δύναμη ετεροκαθορισμού που εμφανίζεται σαν ξένο σώμα μέσα στους κόλπους του υποταγμένου κοινωνικού σχηματισμού, εφόσον καμία από τις εγχώριες κοινωνικές ομάδες δεν έχει κάποιο επενδυμένο πολιτικό, οικονομικό, πολιτισμικό, ή εν γένει ταξικό, συμφέρον από τη διατήρηση αυτής της σχέσης υποτέλειας με την ιμπεριαλιστική μητρόπολη.

Το πολιτικό επιτελείο που είναι επιφορτισμένο να διαμορφώνει την ιμπεριαλιστική εξωτερική πολιτική της νεο-οθωμανικής Τουρκίας φαίνεται ότι έχει μελετήσει τόσο την ιστορία των δυτικών καπιταλιστικών αυτοκρατοριών, όσο και της αυτοκρατορίας που διηύθυναν οι Οθωμανοί στα ισλαμικά εδάφη από την εποχή του Οσμάν του 1ου, μέχρι την τυπική διάλυση της το 1918. Γι′ αυτό και φροντίζουν να αποκτήσουν σταθερά κοινωνικά ερείσματα για την νέα αυτοκρατορία που φαίνεται ότι οραματίζονται να δημιουργήσουν.

Η κεντρική αντίθεση που διαπερνά πολλές φορές διαταξικά τις σύγχρονες μουσουλμανικές κοινωνίες είναι η διαρκής κοινωνική σύγκρουση ανάμεσα στους υποστηρικτές μιας εκκοσμικευμένης ιστορικής εκδοχής του Κράτους και στους οπαδούς της “επιστροφής” στις θεμελιώδεις αξίες του Ισλάμ και της υπαγωγής των οργάνων του κρατικού μηχανισμού στην αυθεντία του ισλαμικού νόμου. Από την εποχή του θεωρητικού θεμελιωτή του μοντέρνου ισλαμισμού, του Αιγύπτιου στοχαστή Σαγέντ Κουτμπ που καταδικάστηκε σε θάνατο από τον σοσιαλιστή πρόεδρο Νάσερ το 1966, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι αποτέλεσαν ένα πολιτικό κίνημα που συστάθηκε με αποκλειστικό λόγο ύπαρξης την επιβολή ενός “ευσεβούς” τρόπου ζωής στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς που είχαν “παρασυρθεί” από τα ειδωλολατρικά διδάγματα της δυτικής κουλτούρας.

Ο Κουτμπ δεν δίδασκε μόνο την ανάγκη για την απελευθέρωση των μουσουλμάνων από την κτηνωδία του ιμπεριαλισμού των καπιταλιστικών μητροπόλεων της Δύσης, αλλά ότι το ισλαμικό δόγμα, έτσι όπως διαμορφωνόταν μέσα από την ερμηνεία των ιερών κειμένων (Κοράνι και Χαντίθ), περιείχε όλα όσα χρειαζόταν ο μουσουλμανικός κόσμος για να αναδειχτεί σε ηγετική δύναμη σε παγκόσμια κλίμακα και να εισαγάγει με αυτόν τον τρόπο, τη νέα, ισλαμοκεντρική περίοδο στην παγκόσμια ιστορία της ανθρωπότητας.

Από την αρχή δηλαδή ο ισλαμισμός σαν επεξεργασμένο πολιτικό δόγμα έθεσε το ζήτημα της ανωτερότητας του μουσουλμανικού πολιτισμού και της κυριαρχίας των μουσουλμάνων πάνω στους αντιπάλους τους, και όχι απλώς το ζήτημα της χειραφέτησης των Αράβων από την ταπεινωτική θέση κατωτερότητας που κατείχαν απέναντι στα στρατόπεδα τόσο του δυτικού καπιταλιστικού, όσο και του σοσιαλιστικού, ανατολικού μπλοκ. Έγραφε ο Κουτμπ χαρακτηριστικά:

Η ικανότητα του Δυτικού ανθρώπου να ηγείται της ανθρωπότητας βρίσκεται τώρα σε παρακμή, όχι επειδή ο Δυτικός πολιτισμός είναι φτωχός σε υλικά αγαθά ή επειδή η οικονομική και στρατιωτική δύναμη του έχει αρχίσει να χάνεται. Η περίοδος των Δυτικών συστημάτων έχει φτάσει στο τέλος της κυρίως γιατί στερούνται πλέον εκείνες τις ζωτικές αξίες που τους έδωσαν στη Δύση την δυνατότητα να αναδειχτεί σε ηγετική δύναμη της ανθρωπότητας [...] Είναι απαραίτητο η νέα ηγεσία να διατηρήσει και να καλλιεργήσει τους υλικούς καρπούς της δημιουργικής διάνοιας της Ευρώπης, και παράλληλα να προσφέρει στην ανθρωπότητα υψηλά ιδανικά και αξίες που μέχρι σήμερα παραμένουν κρυμμένα από αυτήν, και θα συστήσουν στην ανθρωπότητα έναν τρόπο ζωής που είναι σε αρμονία με την ανθρώπινη φύση [...] Το Ισλάμ είναι το μόνο σύστημα που κατέχει αυτές τις αξίες και αυτόν τον τρόπο ζωής [...] Το Ισλάμ δεν μπορεί να εκπληρώσει ατυτόν τον ρόλο παρά μόνο εφόσον πάρει συγκεκριμένη μορφή σε μια κοινωνία, ή σε ένα έθνος. Γιατί οι άνθρωποι, ειδικά αυτή την εποχή, δεν δίνουν σημασία σε αφηρημένες θεωρίες που δεν έχουν αποκτήσει χειροπιαστή μορφή μέσω της εφαρμογής τους σε μια ζωντανή κοινωνία”.i

Η δίψα αυτή για την εξουσία που θα τους έδινε τη δυνατότητα να υλοποιήσουν το όραμα της ισλαμικής κοινωνίας του Κουτμπ, οδήγησε τους ιδεολογικούς επιγόνους του να συνάψουν συμμαχίες με ισχυρούς άνδρες, όπως ο δικτάτορας στρατιωτικός Ζία Ουλ-Χακ στο Πακιστάν, ή ο στρατηγός Ομάρ Αλ-Μπασίρ, οι οποίοι μεταμορφώθηκαν μέσα σε μια νύχτα σε υποδείγματα ευσέβειας και θρησκευτικής αρετής προκειμένου να προσεταιριστούν τους ριζοσπάστες ισλαμιστές διανοούμενους και να προσδώσουν μια ιδεολογική νομιμοποίηση στα κτηνώδη καθεστώτα τους.ii

Στις μέρες μας, όλα δείχνουν ότι ο νέος ηγέτης που γύρευαν οι αδελφοί μουσουλμάνοι για να αναβιώσουν τις τύχες του κινήματος τους, που δοκιμάζεται έπειτα απο τη βίαιη ανατροπή του νόμιμα εκλεγμένου προέδρου Μόρσι και την εκ νέου απαγόρευση του κόμματος τους στην Αίγυπτο, βρέθηκε στο πρόσωπο του Ταγίπ Ερντογάν.

Η νεο-οθωμανική Τουρκία έχει δεχτεί περιπου 30.000 εξόριστα μέλη της προγραμμένης μουσουλμανικής αδελφότητας στο έδαφος της, μετατρέποντας την Κων/πολη σε επίκεντρο των πολιτικών δραστηριοτήτων της αιγυπτιακής ισλαμιστικής διασποράς. Η Κων/πολη είναι το μέρος όπου βρήκε καταφύγιο ο ηγετικός πυρήνας της Μουσουλμανικής Αδελφότητας (Μ.Α.) μετά τις αιμοσταγείς διώξεις που εξαπέλυσε εναντίον της η δικτατορία του Σίσσι, εκεί όπου συναντιέται τακτικά το καθοδηγητικό όργανο του κόμματος, η λεγόμενη “Σούρα” (ανώτατο θρσηκευτικό συμβούλιο), εκεί όπου είναι ελεύθεροι να διοργανώσουν τα συνέδρια και τις μαζικές εκδηλώσεις τους ανενόχλητοι.

Είναι επόμενο λοιπόν και απολύτως λογικό ότι τον Απρίλιο του 2016, μια από αυτές τις εκδηλώσεις που διοργανώθηκε απο άραβες ισλαμιστές είχε τίτλο “Ευχαριστούμε, Τουρκία”. Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης που κράτησε τρεις ημέρες, οι κεντρικοί ομιλητές αναφέρθηκαν στον Ερντογάν με την άκρως κολακευτική και ιδεολογικά σημαντική προσφώνηση του “Σουλτάνου”, ενώ περιέγραψαν την Τουρκία σαν τον “νέο οίκο του Χαλιφάτου”, στην υπηρεσία του οποίου όλοι τους είναι ταγμένοι. Παρών ήταν και ο ύψιστος καθοδηγητής της Μ.Α., Ιμπραχίμ Μουνίρ, καθώς και ο εξόριστος πρώην αρχηγός της Χαμάς, Χαλέντ Μεσαάλ, που στην ομιλία του διακήρυξε ανοικτά ότι “η Τουρκία παρουσιάζει το καλύτερο παράδειγμα του πολιτικού Ισλάμ σε επίπεδο δημοκρατίας, διακυβέρνησης και οικονομίας”.iii

Θα πρέπει σε αυτό το σημείο να διευκρινίσουμε ότι η Μ.Α. Αποτελεί ένα διεθνές, διακρατικό πολιτικό κίνημα με ισχυρή παρουσία σχεδόν σε όλες τις χώρες όπου είναι παρόν το μουσουλμανικό στοιχείο, είτε με όρους πλειοψηφίας, ή με μειοψηφικούς όρους.

Η Αδελφότητα διαθέτει τοπικά πολιτικά παραρτήματα που κατέχουν ή διεκδικούν ενεργά μερίδιο της πολιτικής, οικονομικής και πολιτισμικής εξουσίας παντού, από την Τυνησία και την Αλγερία, μέχρι το Ιράκ και τη Συρία, αλλά ακόμα και στα Βαλκάνια και την Γαλλία. Πράγματι, στην ιστορική κοιτίδα του Διαφωτισμού, η Μ.Α. έχει υπό τον έλεγχο της τουλάχιστον 147 μουσουλμανικά τεμένη σε όλη την γαλλική επικράτεια. Μέχρι πρόσφατα το γαλλικό κράτος ανεχόταν την παρουσία των αδελφών μουσουλμάνων στα εγκαταλελειμμένα γκέτο των μητροπόλεων, εφόσον η δουλειά που κάνουν οι ακτιβιστές της οργάνωσης έχει σαν αποτέλεσμα το “νοικοκύρεμα” και την βελτίωση των συνθηκών ζωής σε αυτές τις υποβαθμισμένες κοινότητες, χωρίς το γαλλικό κράτος να χρειαστεί να αφιερώσει πόρους σε αυτή την προσπάθεια. Ωστόσο, η αύξηση της νεο-οθωμανικής επιρροής μέσα στο διεθνές κίνημα των Αδελφών ώθησε την γαλλική Γερουσία να συντάξει τον Ιούλιο μια έκθεση 244 σελίδων, με την οποία χαρακτηρίζει την Μ.Α. σαν “επικίνδυνη οργάνωση” και ζητά την απαγόρευση της δράσης της στο έδαφος της Γαλλίας.iv

Κρίνοντας από τα παραπάνω, καταλαβαίνει κανείς γιατί η Τουρκία είναι τόσο απαξιωτική στις δηλώσεις των κυβερνητικών στελεχών της που αφορούν την Γαλλία και τις απειλές του Μακρόν ότι δεν θα επιτρέψει την επέκταση της νεο-οθωμανικής επιρροής στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Τουρκία διαθέτει τα μέσα για να προκαλέσει ανά πάσα στιγμή μια ανάφλεξη στα γαλλικά προάστια και να βάλει σε περιπέτειες το γαλλικό καθεστώς, τη στιγμή που η Γαλλία παρακολουθεί ανήμπορη απο-τα-έξω τα τεκταινόμενα στον μουσουλμανικό κόσμο.

Το ίδιο άλλωστε ισχύει και για τις σχέσεις που έχει αναπτύξει η Τουρκία με τα κράτη που βρίσκονται στην αραβική της περιφέρεια. Το διεθνές κίνημα της Μ.Α. είχε υιοθετήσει σαν χαλαρό οργανωτικό πρότυπο τη διάρθρωση που είχε πάρει το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα καθ′ όλη τη διάρκεια της μεταπολεμικής ιστορίας του.

Μπορεί να μην υπάρχει μια “ισλαμιστική Κομιντέρν”, ένα συγκεντρωτικό διοικητικό όργανο που ελέγχει από πάνω προς το κάτω το διεθνές ισλαμιστικό κίνημα, ωστόσο η Μ.Α. της Αιγύπτου κατέχει θέση στο παγκόσμιο πολιτικό ισλάμ, αντίστοιχη με αυτήν που κατείχε η ΕΣΣΔ για τον παγκόσμιο κομμουνισμό.

Με άλλα λόγια, οι ισλαμιστές σε όλο τον κόσμο προσβλέπουν στους αιγύπτιους συναγωνιστές τους για καθοδήγηση και συμβουλές, ακόμα και παρακολουθώντας από μακριά το παράδειγμα τους στην πολιτική τους πρακτική. Έτσι, ελέγχοντας την Μ.Α. οι νέοι Οθωμανοί αποκτούν ένα πολύτιμο εργαλείο για να επεμβαίνουν, να αποσταθεροποιούν, και τελικά να ασκούν έλεγχο κι επικυριαρχία πάνω στα υποτελή αραβικά κράτη της γεωστρατηγικής τους περιφέρειας. Από αυτή την άποψη, δεν είναι περίεργο που μόνο η υπόνοια ότι το κυβερνών ισλαμικό κόμμα “Ενάχντα” (αναγέννηση, στα αραβικά) της Τυνησίας, διατηρεί δεσμούς με το ισλαμιστικό κατεστημένο του Ερντογάν ήταν ικανή να προκαλέσει μια δριμία κυβερνητική κρίση, με αντεγκλήσεις εκατέρωθεν που έφτασαν μέχρι και το σημείο να κατηγορηθούν οι ισλαμιστές με “εσχάτη προδοσία” για τη φιλοτουρκική τους στάση.v Ο πανικός των αραβικών ελίτ μπροστά στην προοπτική της νεο-οθωμανικής ιμπεριαλιστικής διείσδυσης είναι πλέον κάτι παραπάνω από φανερός.

iiΖ. Κεπέλ, Τζιχάντ, ο Ιερός Πόλεμος (Καστανιώτη), σελ. 152-162.

iiiAbd. Ayyash, The Turkish Future of Egypt’s Muslim Brotherhood, https://tcf.org/content/report/turkish-future-egypts-muslim-brotherhood/.

Δημοφιλή