Οι προοπτικές ειρήνευσης στην Ουκρανία

Η αναγκαιότητα μιας άμεσης λύσης που δεν θα ταπεινώνει την Ρωσία, ούτε θα απεμπολεί τα δικαιώματα της Ουκρανίας δεν έχει γίνει ακόμα κατανοητή από κανέναν
Chris McGrath via Getty Images

Η με την βία εισαγωγή «περισσότερης δημοκρατίας» σε μια χώρα δεν έχει κανένα θετικό αποτέλεσμα, όπως μαρτυρά και η ιστορία, αντίθετα συνήθως προκαλεί περισσότερη βία.

Οι προοπτικές ειρήνευσης στην Ουκρανία

Με την συμπλήρωση εννέα μηνών από την Ρωσική επέμβαση της 24ης Φεβρουαρίου, στο παρόν κείμενο θα αξιολογήσουμε την κατάσταση και θα εκτιμήσουμε τις προοπτικές τερματισμού της σημερινής κρίσης.

Τα τελευταία γεγονότα και η σπειροειδής κλιμάκωση

Η πορεία των τελευταίων εβδομάδων έχει όλα τα στοιχεία μιας συνεχούς επιδείνωσης:

  • Οι στρατιωτικές επιτυχίες της Ουκρανίας, χάρη στην υποστήριξη της Δύσης αλλά και τις θυσίες των Ουκρανών πολιτών, «οδήγησαν» την Ρωσία στην ανακήρυξη της ενσωμάτωσης στο έδαφός της τεσσάρων Περιφερειών της Ουκρανίας και την επιστράτευση περίπου 300.000 μη επαγγελματιών στρατιωτικών.
  • Η δολοφονία της κόρης του θεωρητικού της Ρωσικής ισχύος Ντούγκιν (που σύμφωνα με τους New York Times, σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε από την Ουκρανία), η δολιοφθορά του αγωγού Nord Stream (που δεν είναι γνωστό ποιος την εκτέλεσε, εκτιμάται πάντως ότι πλήττει κυρίως τα μακροπρόθεσμα Ρωσικά συμφέροντα) και οι επιθέσεις εναντίον στρατιωτικών εγκαταστάσεων στο έδαφος της Ρωσίας (οι οποίες υποβαθμίζονται, τόσο από την Ουκρανία όσο και την Ρωσία) προκάλεσαν την οργή της Ρωσικής ηγεσίας και αύξησαν την (σχετικά περιορισμένη) συσπείρωση της Ρωσικής κοινωνίας στις επιλογές της ηγεσίας της.
  • Η Ρωσική κυριαρχία στην Κριμαία (περιοχή που μεταβιβάστηκε διοικητικά στην Ουκρανία το 1954 από τον Ουκρανικής καταγωγής Πρόεδρο της Σοβιετικής Ένωσης Χρούστσεφ και ενσωματώθηκε στην Ρωσική επικράτεια το 2014, μετά από αναίμακτη Ρωσική επέμβαση) αμφισβητείται πια όχι μόνο θεωρητικά, μέσω των διακηρύξεων της Ουκρανικής ηγεσίας, αλλά και πρακτικά, μέσω της επίθεσης στην κύρια αεροπορική στρατιωτική βάση, της δολιοφθοράς στην γέφυρα που συνδέει την Ρωσία με την Κριμαία και της αποστολής σμήνους από drones και ομάδας τηλεχειριζόμενων σκαφών κατά του Ρωσικού στόλου της Σεβαστούπολης.
  • Το τελευταίο διάστημα, οι επιθέσεις Ρωσικών πυραύλων και drones σε μη στρατιωτικές υποδομές της ενέργειας και της υδροδότησης, που επηρεάζουν ιδιαίτερα τις μεγάλες πόλεις της Ουκρανίας, φέρνουν εκατομμύρια πολίτες αντιμέτωπους με μεγάλες δυσκολίες τον χειμώνα. Σημειώνουμε επίσης, ότι ακόμα και η προσωρινή αναστολή της συμφωνίας για την εξαγωγή των δημητριακών της Ουκρανίας οδήγησε σε αύξηση των τιμών των τροφίμων παγκοσμίως.

Ορισμένα από τα πιο πάνω μέτρα έχουν εφαρμοστεί στο παρελθόν και σε άλλες αντιπαραθέσεις, με σκοπό την άσκηση πίεσης στην απέναντι πλευρά. Όμως, ενώ από στρατιωτικής πλευράς ενδεχομένως εξυπηρετούν κάποια σκοπιμότητα, η ιστορία δείχνει ότι έχουν σχετικό μικρό αποτέλεσμα στην έκβαση μιας αντιπαράθεσης, ενώ αφήνουν στις αντιμαχόμενες πλευρές ανεπούλωτα τραύματα. Η ιδιαιτερότητα στην περίπτωση της Ουκρανίας είναι ότι όσο η κλιμάκωση συνεχίζεται, ανεξέλεγκτες εξελίξεις ελλοχεύουν, από λανθασμένες επιλογές ή/και εκτιμήσεις.

Τα αποφευκταία βήματα των άμεσα εμπλεκομένων

Ανάμεσα στους κινδύνους που παραμονεύουν από την μελλοντική συνέχιση της κλιμάκωσης, σημειώνουμε τους εξής:

  • Το ενδεχόμενο μιας στρατιωτικής αντιπαράθεσης ΝΑΤΟ-Ρωσίας που έγινε ορατό μετά την πρόσκρουση, σε Πολωνικό έδαφος, πυραύλων αεράμυνας της Ουκρανίας. Ένα παρόμοιο συμβάν μπορεί ανά πάσα στιγμή να προέλθει από ανθρώπινο ή μηχανικό σφάλμα της Ρωσικής πλευράς και σε αυτήν την περίπτωση οι ΗΠΑ θα πρέπει να αποφασίσουν την ενδεχόμενη απάντησή τους: μια ακόμα και ήπια (μη πυρηνική) στρατιωτική αντίδραση του ΝΑΤΟ, είναι δυνατόν, λόγω της ασυμμετρίας των δυνάμεων, να εξελιχτεί στον «Αρμαγεδώνα» που ανέφερε ο Πρόεδρος Μπάιντεν. Θυμίζουμε ότι Αρμαγεδώνας, στην Αποκάλυψη του Ευαγγελιστή Ιωάννη σημαίνει την τελική μάχη και μεταφορικά, μεγάλη καταστροφή και όλεθρο.
  • Οι έμμεσες αναφορές Ρώσων αξιωματούχων στην πιθανότητα χρήσης τακτικών πυρηνικών όπλων στο πεδίο της μάχης, αντίστοιχες Ρωσικές στρατιωτικές ασκήσεις, ακόμα και η διατυπωμένη θέση της Ρωσίας ότι ”θα μεταχειρισθεί όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της, αν απειληθεί η επικράτειά της και η λειτουργία του κράτους της”, τείνουν στο συμπέρασμα ότι δεν αποκλείεται η χρήση τους, προκειμένου να αποφευχθεί μια συντριπτική στρατιωτική ήττα. Το ενδεχόμενο αυτό θα συνιστούσε την πλήρη κατάρρευση της ιδεολογικής βάσης της Ρωσικής επέμβασης (ότι Ρώσοι και Ουκρανοί αποτελούν τον ίδιο λαό) και άμεση παραδοχή της στρατιωτικής της αδυναμίας, ενώ θα προκαλούσε την διεθνή κατακραυγή, ακόμα και από χώρες που κρατούν αποστάσεις από τις επιλογές της Δύση (όπως η Ινδία και η Κίνα), ωστόσο δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς.
  • Ο έλεγχος του πυρηνικού σταθμού της Ζαπορίζια, του μεγαλύτερου πυρηνικού Σταθμού στην Ευρώπη, αποτελεί στρατηγικής σημασίας διακύβευμα τόσο για την Ουκρανία, όσο και την Ρωσία. Οι σχετικοί κίνδυνοι περιλαμβάνονται στην Έκθεση της Διεθνούς Οργάνωσης Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ), που συντάχθηκε μετά την επίσκεψη και αυτοψία τους, στις αρχές Σεπτεμβρίου. Παρότι η λειτουργία του Σταθμού έχει σταματήσει από τα μέσα Σεπτεμβρίου, η σύνδεσή του με το υπόλοιπο ηλεκτρικό δίκτυο αλλά και η πρόσβασή του στα υδατικά αποθέματα του υπό απειλή φράγματος της Νόβα Κάκοβκα παραμένουν αναγκαία για την ψύξη κρίσιμων εγκαταστάσεων. Ο κίνδυνος εμφανίζεται κατά καιρούς, από την περιοδική επανάληψη των συγκρούσεων για τον έλεγχο του Σταθμού ή από μια ενδεχόμενη παραβίαση των μηχανισμών ασφαλείας, ενώ στο έδαφος της Ουκρανίας υπάρχουν τρεις ακόμα πυρηνικοί Σταθμοί, που εγκυμονούν παρόμοιους κινδύνους.
  • η ενδεχόμενη επίθεση της Ρωσίας σε εμπορικούς δορυφόρους Δυτικών χωρών (που χρησιμοποιούνται και για στρατιωτικούς σκοπούς στην Ουκρανία) ενδέχεται επίσης να αποτελέσει πεδίο κλιμάκωσης. Η απειλή αυτή θεωρήθηκε ότι αφορά κυρίως τους δορυφόρους της διαστημικής εταιρείας SpaceX του δισεκατομμυριούχου Έλον Μασκ, που παρέχουν στην Ουκρανία, μέσω δορυφόρων, πρόσβαση στο Ίντερνετ, εξυπηρετώντας και στρατιωτικούς σκοπούς. Ο Μασκ πρόσφατα αναίρεσε την αρχική του δήλωση ότι προτίθεται να σταματήσει την παροχή των υπηρεσιών αυτών για οικονομικούς λόγους, ενώ στην συνέχεια δυσαρέστησε την Ουκρανία, μιλώντας για την ανάγκη ενός άμεσου συμβιβασμού. Σημειώνεται, ότι οι ΗΠΑ προανήγγειλαν αντίποινα σε μια τέτοια περίπτωση, ενώ πρόσφατα η Ρωσία προέβη σε άσκηση κατάρριψης δορυφόρου.

Κατάλληλος χρόνος και προϋποθέσεις για την έναρξη μιας ειρηνευτικής διαδικασίας

Οι δύο άμεσα εμπλεκόμενοι δεν φαίνεται να βρίσκονται κοντά σε μια σύγκλιση θέσεων.

Σε ότι αφορά την Ουκρανία, χαρακτηριστική είναι η βιντεοσκοπημένη ομιλία του Ζελένσκι προς τα Ηνωμένα Έθνη, στις 21.09.2022, όπου περιέγραψε τους όρους της ειρήνης (συνοπτικά, “punishes aggression, protects life, restores security and territorial integrity, guarantees security, and highlights the importance of determination”):

  • τιμωρία της Ρωσίας, με την καταβολή αποζημιώσεων που θα οριστούν από Επιτροπή του ΟΗΕ, την τιμωρία των υπευθύνων και κυρώσεις, όπως η μη δυνατότητα των Ρώσων να επισκεφθούν το εξωτερικό.
  • προστασία της ζωής των Ουκρανών πολιτών και την καταδίκη όσων εγκλημάτησαν εναντίον τους.
  • αποκατάσταση των συνόρων της Ουκρανίας στα διεθνώς αναγνωρισμένα (δηλαδή τα προ του 2014) όριά της και της ασφάλειας στο εσωτερικό της χώρας, στις εξαγωγές, καθώς και στην ενέργεια.
  • εγγύηση της ασφάλειας της Ουκρανίας (στο παρελθόν, εναλλακτικά της ένταξής της στο ΝΑΤΟ, είχε αναφερθεί το σενάριο της εγγύησης, βάσει διμερών συμφωνιών της Ουκρανίας με χώρες της Δύσης).
  • ελευθερία να αποφασίζει η Ουκρανία μόνη της σε ότι την αφορά, διευκρινίζοντας ότι η ουδετερότητα της χώρας δεν είναι υπό συζήτηση.

Σημειώνουμε ότι μετά τις επιτυχίες της στο στρατιωτικό επίπεδο, ουσιαστικά η Ουκρανία σκλήρυνε τους όρους της (τον Μάρτιο συζητούσε την απομάκρυνση των Ρωσικών δυνάμεων στα προ της εισβολής όρια). Πρόσφατες δηλώσεις του Προέδρου Ζελένσκι περί μη συζήτησης προβλέψεων όπως αυτές των συμφωνιών του Μινσκ, ενδεχομένως μπορούν να ερμηνευτούν ως εκ των προτέρων απόρριψη μιας ενδεχόμενης αυτονομίας των ανατολικών, κυρίως ρωσόφωνων περιοχών, όπου μεγάλο μέρος του πληθυσμού τους πρόσκειται φιλικά στην Ρωσία.

Γενικότερα, δεν είναι σαφές αν η στάση του Ζελένσκι στοχεύει στην ισχυροποίηση της διαπραγματευτικής θέσης τους ή αποσκοπεί στην δημιουργία μιας «αντίθετης προς την Ρωσία» Ουκρανίας, ένα ερώτημα κρίσιμο για τον τερματισμό των συγκρούσεων και την προοπτική μιας σταθερής ειρήνης.

Η Ρωσία, παρότι δεν διαθέτει εμφανή έξοδο από την κρίση και δηλώνει την ετοιμότητά της για διαπραγματεύσεις, θεωρείται απίθανο να συναινέσει έστω και σε μια συζήτηση επί των όρων αυτών. Κατά την γνώμη μας η Ρωσία διέπραξε σοβαρά στρατηγικά λάθη, με την (κατά την θεώρησή της) «ειδική στρατιωτική επέμβαση» στην Ουκρανία.

Οι δυσκολίες στο πεδίο της μάχης ανέδειξαν προβλήματα στον ανεφοδιασμό, στην εκπαίδευση, στην εξοπλιστική βιομηχανία και στην επικοινωνιακή πρακτική, κυρίως όμως στην ακολουθούμενη στρατηγική, την δια της βίας επιβολή. Το κυριότερο πρόβλημα για την Ρωσία σήμερα είναι η έλλειψη αυτοκριτικής και παραδοχής των πιο πάνω λαθών, χωρίς τα οποία η έξοδος από την κρίση που η ίδια προκάλεσε, είναι πολύ δύσκολη.

Στο θέμα της αλλαγής ηγεσίας στην Ρωσία, δεν είναι σαφές τί προσδοκούν οι άμεσα ή έμμεσα εμπλεκόμενοι. Μετά την παραίνεση των ΗΠΑ να μην θέτει η Ουκρανία ως όρο για την έναρξη των διαπραγματεύσεων την αλλαγή ηγεσίας στην Ρωσία, ο Ζελένσκι φαίνεται ότι υποχώρησε από τον πιο πάνω όρο (ο οποίος έχει καταγραφεί και στην νομοθεσία της Ουκρανίας). Επίσης, σενάρια οικειοθελούς ή μη αποχώρησης του Πούτιν για διευκόλυνση της ειρηνευτικής διαδικασίας δεν μας φαίνονται τεκμηριωμένα.

Κατά την γνώμη μας, οποιαδήποτε αλλαγή ηγεσίας στην διάρκεια μιας πολεμικής σύγκρουσης συνήθως οδηγεί σε πιο ασυμβίβαστους ηγέτες. Το ίδιο πιθανότατα θα συμβεί αν ο Πούτιν συμφωνήσει σε μια «μονομερή» συνθήκη ειρήνης, που δεν θα λαμβάνει υπόψη τα δικαιώματα των ρωσόφωνων ή και φιλορώσων πολιτών της Ανατολικής Ουκρανίας, καθώς και τα ιστορικά δικαιώματα της Ρωσίας στην Κριμαία, την οποία παραχώρησε στην Ουκρανία ο Χρουστσώφ. Σε κάθε περίπτωση, η με την βία εισαγωγή «περισσότερης δημοκρατίας» σε μια χώρα δεν έχει κανένα θετικό αποτέλεσμα, όπως μαρτυρά και η ιστορία, αντίθετα συνήθως προκαλεί περισσότερη βία.

Κατά τα φαινόμενα, το όλο θέμα της ειρήνευσης σχετίζεται με τις εξελίξεις στο στρατιωτικό πεδίο, όπου πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι χάρη στον καλύτερο εξοπλισμό και οργάνωση, η Ουκρανία διατηρεί πλεονέκτημα και τον χειμώνα.

Την άποψη ότι η Ρωσία «δεν μπορεί να κερδίσει στο πεδίο της μάχης», φαίνεται να συμμερίζονται αρκετοί Δυτικοί ηγέτες, όπως ο Καγκελάριος της Γερμανίας Σολτς, που καταλήγει στην έκκληση «σταματήστε τους παράλογους σκοτωμούς, αποσύρετε όλα τα στρατεύματά σας από την Ουκρανία και συμφωνήστε σε ειρηνευτικές συνομιλίες με την ουκρανική κυβέρνηση».

Από την άλλη μεριά, υπάρχουν και πιο συγκρατημένες δηλώσεις, όπως ότι «ο πόλεμος είναι απρόβλεπτος», του εκπροσώπου του Λευκού Οίκου τον περασμένο Σεπτέμβρη, ενώ στα μέσα Νοεμβρίου ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των ΗΠΑ εκτίμησε ότι η στρατιωτική νίκη της Ουκρανίας, με την εκδίωξη των Ρώσων από το σύνολο της Κριμαίας, δεν είναι εύκολη και θα χρειαστεί πολύ χρόνο. Από την μεριά της η Ρωσία σχεδιάζει μακροχρόνιο πόλεμο, αναδιατάσσοντας την πολεμική της βιομηχανία και στοιχηματίζοντας στην κόπωση των Δυτικών δυνάμεων και των Ουκρανών πολιτών.

Η υποστήριξη της Δύσης, με ή χωρίς όρια;

Οι δυτικές χώρες, κατά την πρόσφατη ετήσια Σύνοδο Ασφάλειας στο Χάλιφαξ, προέβαλαν την άποψη ότι «η στιγμή αυτή είναι της μάχης, όχι των συζητήσεων». Αντίστοιχα, στην ίδια Σύνοδο, ο Ζελένσκι δήλωσε ότι απέρριψε έμμεση πρόσκληση της Ρωσίας για εκεχειρία σύντομα, ενώ στην συνέχεια, ο Υπουργός Άμυνας ανακοίνωσε την έναρξη στρατιωτικών επιχειρήσεων στην Κριμαία τον Δεκέμβρη, προβλέποντας την λήξη του πολέμου μέχρι το τέλος της άνοιξης. Η απόρριψη της (έστω και έμμεσης) πρόσκλησης της Ρωσίας για εκεχειρία είναι ιδιαίτερα ενδεικτική, αφού συνήθως μια εκεχειρία αποτελεί προάγγελο και αναγκαίο βήμα πριν την έναρξη μιας ειρηνευτικής διαπραγμάτευσης.

Υπάρχουν όμως και κάποιες (προκαταρκτικές, κατά την γνώμη μας) ενδείξεις ότι η προσέγγιση των δυνάμεων της Δύσης θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί στο μέλλον, όπως:

  • Η Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας και η Στρατηγική Εθνικής Άμυνας των ΗΠΑ, που δημοσιεύτηκαν τον περασμένο Οκτώβριο, αναφέρουν την ανάγκη περιορισμού (constraint) της Ρωσίας, κυρίως λόγω της στάσης της στην Ουκρανία, δίνουν όμως προτεραιότητα στην αντιμετώπιση της αυξημένης πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος της Κίνας.

Ενώ όμως γίνεται αποδεκτό ότι τα γεγονότα της Ουκρανίας αποπροσανατολίζουν τις ΗΠΑ από το «μέτωπο» του Ινδικού-Ειρηνικού, δεν εξετάζεται ουσιαστικά το κατά πόσο η συνεχιζόμενη αποδυνάμωση της Ρωσίας ενισχύει την Κίνα, αλλά και άλλες χώρες (όπως η Τουρκία και το Ιράν), που διεκδικούν μεγαλύτερο περιφερειακό ρόλο σε έναν διαφαινόμενο πολυπολικό κόσμο.

  • Γενικότερα φαίνεται ότι στις ΗΠΑ υπάρχουν δύο απόψεις, μία που εκφράστηκε από τον επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου Στρατηγό Milley, ότι η αναμενόμενη επιβράδυνση των πολεμικών επιχειρήσεων, λόγω του χειμώνα, προσφέρει μια ευκαιρία διπλωματικής επίλυσης της κρίσης που θα πρέπει να αξιοποιηθεί, και μια δεύτερη, που εκφράζει κυρίως ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Sallivan, η οποία δίνει προτεραιότητα στην εξασφάλιση διαύλων επικοινωνίας για την αποφυγή μιας πυρηνικής εμπλοκής. Η Αμερικανική ηγεσία πιθανότατα εξετάζει και τις δύο απόψεις, επίσημη όμως θέση της παραμένει η ουσιαστική υποστήριξη της Ουκρανίας, για όσο χρόνο είναι αναγκαίο.
  • Σε ότι αφορά το Αμερικανικό Κογκρέσο, πρόσφατα εκφράστηκε κάποια ανησυχία της Ουκρανίας, κατά πόσο θα συνεχιστεί με την ίδια ζέση η υποστήριξή της. Αυτό οφείλεται αφενός στις δηλώσεις του ηγέτη των Ρεπουμπλικανών στην Βουλή Maccarthy περί μη παροχής «λευκής επιταγής» στην Ουκρανία και αφετέρου σε παρόμοια επιστολή 30 Δημοκρατικών βουλευτών της «προοδευτικής πτέρυγας» προς τον Πρόεδρο Μπάιντεν, αν και στην συνέχεια αυτή ανακλήθηκε.

Δεδομένου ότι οι σχετικές εγκρίσεις της μέχρι τώρα στρατιωτικής και οικονομικής βοήθειας των ΗΠΑ προς την Ουκρανία έτυχαν ευρείας υποστήριξης και από τα δύο κόμματα, δεν θεωρείται πιθανό οι ΗΠΑ να οδηγηθούν σε διακοπή της στρατιωτικής τους βοήθειας, μεσοπρόθεσμα. Σε κάθε περίπτωση, τις επόμενες ημέρες θα φανεί αν το αίτημα του Προέδρου Μπάιντεν προς το Κογκρέσο, για την έγκριση πρόσθετης βοήθειας 38 δις δολαρίων προς την Ουκρανία, θα εγκριθεί (με ή χωρίς περικοπές).

  • Σε ότι αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση (όπου η Γερμανική πολιτική για αναβολή κρίσιμων πολιτικών αποφάσεων που θα είχαν σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις, φαίνεται ότι εξάντλησε τα όριά της) αρχίζουν να εμφανίζονται ανησυχίες, με αφορμή την εκλογική επιτυχία ακροδεξιών και εθνικιστικών παρατάξεων σε εθνικές εκλογές, λόγω της οικονομικής αβεβαιότητας πολλών Ευρωπαίων.

Κατά την γνώμη μας, δεν μπορούν να επιρριφθούν όλες οι ευθύνες για την οικονομική κρίση στην εισβολή της Ρωσίας και η Ρωσική επέμβαση αποτέλεσε απλά την θρυαλλίδα αυτής της εξέλιξης, που αιτία έχει τις μακροπρόθεσμες αδυναμίες του ακολουθούμενου μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης. Σύμφωνα με τις δηλώσεις Ευρωπαίων ηγετών, η προγενέστερη κατάσταση («εποχή παχιών αγελάδων») φαίνεται ότι έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.

  • Ανεπίσημες επαφές και συναντήσεις εκπροσώπων των ΗΠΑ και Ρωσίας όπως των επικεφαλής των Μυστικών Υπηρεσιών των δύο χωρών στο Κίεβο ή στην Άγκυρα, μέχρι τώρα είναι χωρίς αποτέλεσμα.

Συμπέρασμα

Τα αδιέξοδα της σημερινής κατάστασης για το σύνολο των εμπλεκομένων γίνονται ολοένα και πιο φανερά, η αναγκαιότητα όμως μιας άμεσης λύσης του θέματος, που δεν θα ταπεινώνει την Ρωσία, ούτε θα απεμπολεί τα δικαιώματα της Ουκρανίας δεν έχει γίνει ακόμα κατανοητή από τους άμεσα ή έμμεσα ενδιαφερομένους, αφήνοντας ανοικτή την πιθανότητα επικίνδυνων εξελίξεων.

Στην δυνατότητα μιας τέτοιας, αποδεκτής και από τις δύο πλευρές λύσης, είχαμε αναφερθεί στο προ τετραμήνου κείμενό μας Οι προοπτικές επίλυσης της Ρωσο-ουκρανικής κρίσης και ο ρόλος της Ελλάδας και θεωρούμε ότι είναι εφικτή, εφόσον οι δύο πλευρές σταματήσουν να επεκτείνουν συνεχώς τις κόκκινες γραμμές τους, προσδοκώντας πρόσθετα βραχυπρόθεσμα κέρδη.

Στο δεύτερο θέμα που πραγματευόταν το προηγούμενο δημοσίευμά μας, στην σκοπιμότητα η Ελλάδα να αναλάβει την πρωτοβουλία μιας διαμεσολάβησης, θα αναφερθούμε διεξοδικά σε ξεχωριστό κείμενο.

Δημοφιλή