Συρία: Ώρα μηδέν
Bassam Khabieh / Reuters

Οι εξελίξεις στην Συρία τις τελευταίες μέρες είναι καταιγιστικές και ιδιαίτερα ανησυχητικές. Η αεροπορική επίθεση από το Ισραήλ, αλλά και η φερόμενη χρήση χημικών όπλων μαζικής καταστροφής από το καθεστώς Άσαντ, έχει οδηγήσει σε ραγδαία κλιμάκωση την κατάσταση στην Συρία. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι όντως έλαβε χώρα επίθεση με χημικά στη περιοχή της Ντούμας, αλλά το από ποιον έγινε παραμένει αμφισβητήσιμο. Το ενδεχόμενο, η επίθεση να διενεργήθηκε από το καθεστώς Άσαντ, στερείται ορθολογισμού, καθώς σε τακτικό και επιχειρησιακό επίπεδο ο Συριακός Στρατός –επικουρούμενος από την Ρωσία, το Ιράν και την Χεζμπολάχ – ενισχύει καθημερινά τη θέση του και κερδίζει συνεχώς έδαφος. Με βάση τα παραπάνω δεν υπάρχει λογική εξήγηση στο γιατί η Δαμασκός να θέλει να προκαλέσει την οργή των ΗΠΑ, της Αγγλίας και της Γαλλίας και να τους δώσει δικαιολογία να του επιτεθούν.

Ήδη, ο Πρόεδρος Τραμπ έχει δηλώσει ότι εξετάζει όλα τα ενδεχόμενα, ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν ανέφερε πως η Γαλλία είναι έτοιμη να αναλάβει δράση ανεξάρτητα από τις ΗΠΑ, ενώ η Βρετανίδα Πρωθυπουργός Τερέζα Μέι εξετάζει το ενδεχόμενο να παρακάμψει το Κοινοβούλιο και να συμμετάσχει σε μια πιθανή στρατιωτική κλιμάκωση κατά της Συριακής Κυβέρνησης. Από την πλευρά της, η Ρωσία είναι διατεθειμένη να επιχειρήσει να εμποδίσει μια επίθεση, χρησιμοποιώντας τα αντιπυραυλικά της οπλικά συστήματα, αλλά και απειλώντας ότι μια επίθεση κατά της Δαμασκού θα επιφέρει σημαντικότατα αντίποινα.

Ο Πρόεδρος Τραμπ, ο οποίος μέχρι πριν από λίγες μέρες ήταν έτοιμος να αποσύρει το σύνολο των αμερικανικών δυνάμεων από την Συρία, πλέον φέρεται να εξετάζει ένα μεγάλο εύρος πιθανών στρατιωτικών ενεργειών, από στοχευμένα πλήγματα σε αεροπορικές βάσεις του Συριακού, την καταστροφή της αεροπορίας του Άσαντ, μέχρι και την πλήρη εισβολή στην Συρία για να ανατρέψει τον Άσαντ.

Η κατάσταση στο εσωτερικό των ΗΠΑ είναι ιδιαίτερα αρνητική για τον Πρόεδρο Τραμπ, ο οποίος ασφυκτιεί εντός ενός μείγματος ροζ σκανδάλων, της έρευνας για την Ρωσική εμπλοκή στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές και την πιθανή σύμπραξη του με τους Ρώσους, της δυσαρέσκειας και της δυσπιστίας που έχει ο Τραμπ προς τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες και της αδυναμίας των Ρεπουμπλικάνων να στηρίξουν τις νομοθετικές του πρωτοβουλίες. Όλα αυτά έχουν θέσει την Κυβέρνηση Τραμπ σε τροχιά πολέμου, χωρίς βέβαια μέχρι στιγμής να έχει αποφασίσει αν ο πόλεμος θα γίνει στη Συρία, στο Ιράν ή στη Βόρειο Κορέα. Η αρχική πρόθεση του Προέδρου Τραμπ να αποσυρθεί από την Συρία, καταδεικνύει το γεγονός ότι ο Λευκός Οίκος γνωρίζει πως μια πολεμική εμπλοκή στην Συρία θα είχε αβέβαιη κατάληξη και θα μπορούσε εύκολα να πυροδοτήσει μια αλληλουχία κλιμακώσεων με ευρύτερες γεωπολιτικές προεκτάσεις. Χαρακτηριστικά, για στρατιωτική εμπλοκή εντός της Συρίας, μεταξύ των ΗΠΑ, Βρετανίας, Γαλλίας και Σαουδικής Αραβίας εναντίον Συρίας, Ρωσίας, Ιράν και Χεζμπολάχ, θα μπορούσε να οδηγήσει στην τέλος της συμφωνίας για τα πυρηνικά του Ιράν, γεγονός που θα είχε ανυπολόγιστες επιπτώσεις και θα οδηγούσε την κατάσταση σε περαιτέρω κλιμάκωση.

Η Ρωσία, εν μέσω μιας δύσκολης οικονομικής συγκυρίας για την ίδια, έχει μέχρι στιγμής επωμισθεί ένα σημαντικό κόστος – οικονομικό, αλλά και έμψυχο – για να σώσει αρχικά τον Άσαντ και στην συνέχεια να τον ισχυροποιήσει. Αν η Ρωσία δεν στηρίξει τον Άσαντ, θα υποστεί ένα τεράστιο πλήγμα στο κύρος της, στην διεθνή της εικόνα και στην αξιοπιστία της ως σύμμαχος, θα απολέσει σε μεγάλο βαθμό τα ερείσματα της στην Συρία και την Μέση Ανατολή και είναι βέβαιο πως η ρωσική κοινή γνώμη θα αντιδράσει αρνητικότατα, ιδιαίτερα αν κατά την αμερικανική επίθεση υπάρξουν Ρώσοι νεκροί. Είναι, επομένως, σχεδόν απίθανο το ενδεχόμενο η Ρωσία να μην στηρίξει τον Άσαντ και να μην αντιδράσει δυναμικά σε μια πιθανή επίθεση εναντίον του από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της.

Η Κίνα έχει ήδη προειδοποιήσει τις ΗΠΑ κατά οποιασδήποτε στρατιωτικής δράσης στην Συρία, ενώ έχουν ήδη εμφανιστεί οι πρώτοι τριγμοί εντός της Δύσης, καθώς η Γερμανία και η Ιταλία δήλωσαν πως δεν πρόκειται να συμμετάσχουν σε καμία στρατιωτική ενέργεια στην Συρία.

Σε μια ενδεχόμενη κλιμάκωση εντός της Συρίας, η Τουρκία θα βρεθεί σε μια ιδιαίτερα δύσκολη θέση, αφού σίγουρα δεν μπορεί να στραφεί κατά των συμμάχων της στο ΝΑΤΟ, αλλά επίσης δεν θέλει να βρεθεί απέναντι στην Ρωσία με την οποία έχει ενισχύσει σημαντικά την συνεργασία της το τελευταίο διάστημα. Άγνωστο παραμένει το κατά πόσο θα μπορούσε η Τουρκία να διαδραματίσει το ρόλο του διαμεσολαβητή για να αποκλιμακωθεί η κατάσταση, καθώς οι σχέσεις της με την Δύση είναι ιδιαίτερα τεταμένες, παρ’ όλα αυτά δεν είναι καθόλου απίθανο η Άγκυρα, τουλάχιστον, να το επιχειρήσει.

Ο Πρόεδρος Τραμπ δήλωσε πως οι σχέσεις μεταξύ Δύσης και Ρωσίας βρίσκονται σε χειρότερο επίπεδο και από την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Αυτή η δήλωση είναι εν μέρει σωστή. Προφανώς, δεν υπάρχουν αυτή την στιγμή χιλιάδες διηπειρωτικοί βαλλιστικοί πύραυλοι, που να είναι «κλειδωμένοι» σε Αμερικανικές, Ευρωπαϊκές ή Ρωσικές πόλεις, έτοιμοι να εκτοξευτούν με το πάτημα ενός κουμπιού, ούτε ίπτανται, επί 24ώρου βάσεως ανά τον κόσμο, εκατοντάδες στρατηγικά βομβαρδιστικά που φέρουν πυρηνικές κεφαλές, έτοιμα να πλήξουν στόχους στις εχθρικές ενδοχώρες, κάτι που συνέβαινε κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.

Όμως, ακόμα και τότε, υπήρχαν δικλίδες ασφαλείας που κατάφεραν να προστατέψουν την ανθρωπότητα από έναν 3ο Παγκόσμιο Πόλεμο και ένα βέβαιο πυρηνικό ολοκαύτωμα. Υπήρχαν ικανές και ψύχραιμες ηγεσίες, παρά την ιδεολογική εχθρότητα, διατηρούσαν ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας μεταξύ Δύσης και Ανατολής, είχαν την εμπειρία και την ευστροφία να αφήνουν στους αντιπάλους τους ένα περιθώριο ελιγμών, ώστε να μπορούν ευκολότερα να αποκλιμακώσουν μια κρίση χωρίς να πλήττεται η εικόνα και το κύρος τους στο εσωτερικό.

Αυτές οι δικλίδες ασφαλείας σήμερα σε μεγάλο βαθμό δεν υπάρχουν. Η Παγκοσμιοποίηση έχει κάνει εφικτή την ταχύτατη μεταφορά και διασπορά των πληροφοριών, καθιστώντας ιδιαίτερα εύκολη την δαιμονοποίηση του εκάστοτε εχθρού και την ανάδειξη ακόμα και του πιο ήσσονος ζητήματος σε μείζον, με αποτέλεσμα ο χειρισμός μιας κρίσης ή ενός «λάθους» να γίνεται εξαιρετικά δύσκολος και κοστοβόρος πολιτικά για όποιον θελήσει να κάνει ένα βήμα πίσω. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος για τον οποίο η κατάσταση στην Συρία αυτή την χρονική στιγμή είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, αφού κανένας από τους μεγάλους δρώντες δεν έχει το περιθώριο να επωμισθεί το κόστος του της υποχώρησης ή υποβάθμισης του ζητήματος για λόγους εσωτερικής πολιτικής.

Το τι θα γίνει τελικά στην Συρία και το τι είδους αντιδράσεις θα το ακολουθήσουν, είναι δύσκολο να προβλεφθεί, καθώς ακόμη και εάν γίνουν μικρής κλίμακας αμερικανικά χειρουργικά χτυπήματα μπορούν να οδηγήσουν σε περαιτέρω κλιμάκωση, εφόσον η Ρωσία αποφασίσει και καταφέρει να τα εμποδίσει, καθώς για λόγους γοήτρου οι ΗΠΑ ενδέχεται να εξαναγκαστούν να κλιμακώσουν. Σίγουρο πάντως είναι πως το μόνο αποτέλεσμα που έχει το οφθαλμόν αντί οφθαλμού, είναι να κάνει όλον τον κόσμο τυφλό.

Δημοφιλή