Ηχηρές οι αντιφάσεις και η οργή της χήρας του 39χρονου Φανούρη Καργάκη, που μίλησε για όσα έζησε το πρωινό της αιματηρής συμπλοκής στα Βορίζια. Η περιοχή παραμένει τεταμένη μετά τους πυροβολισμούς που στοίχισαν τη ζωή του συζύγου της και της Ευαγγελίας Φραγκιαδάκη, ενώ οι σχέσεις μεταξύ των οικογενειών φέρονται να έχουν φτάσει στο κόκκινο. Σε όσα περιγράφει η Μαρία, κυριαρχεί η εικόνα της απόγνωσης: βρήκε τον άνδρα της νεκρό, σφαγμένο από τις σφαίρες, με τον ίδιο και την οικογένειά της να κινδυνεύουν άμεσα από τους δράστες.
Η σκηνή της τραγωδίας, τι αφηγείται η χήρα
Η Μαρία περιγράφει πώς άκουσε μπαλωθιές ενώ ήταν έξω και άπλωνε ρούχα. Βγήκε, τρόμαξε, άρχισε να καλεί για βοήθεια και να ψάχνει τον Φανούρη. Έφτασε στο μνημείο του χωριού, φώναζε το όνομά του και σύμφωνα με την ίδια οι άνδρες της απέναντι οικογένειας την έστρεψαν κατά πρόσωπο τα όπλα — «γύρισαν τα πιστόλια στη μούρη μου», λέει χαρακτηριστικά. Περιγράφει ότι πλησίασε το αυτοκίνητο και είδε τον άνδρα της «τελειωμένο», χωρίς να έχει προλάβει να αντιδράσει: «Νεκρό, νεκρό. Εγώ, εγώ τον βρήκα νεκρό στο αμάξι», είπε, ανασύροντας την εικόνα της απόγνωσης και του απόλυτου σοκ.
Η εκτέλεση «την ώρα που περνούσε για τα ζώα»
Σύμφωνα με τη χήρα, ο Φανούρης συνήθιζε να περνάει από το συγκεκριμένο σημείο κάθε πρωί για να ταΐσει τα ζώα. Η ίδια υποστηρίζει πως γνώριζαν ότι θα περνούσε και πως γι’ αυτό στήθηκε ενέδρα: «Όπως κατέβαιναν τον είδαν και τον “ντακάρανε” — ξεκίνησαν να τον πυροβολούν». Περιγράφει επίσης πως οι επιθέσεις έγιναν από πολλές κατευθύνσεις — «ρίχνανε και από τις ταράτσες και από τις σκάλες» — και ότι ο άνδρας της δέχθηκε πυρά από Καλάσνικοφ και πιστόλι, σύμφωνα με όσα της είπε ο ιατροδικαστής: «Τον διαλύσανε στο σώμα του. Δεν πρόλαβε να κάνει… Ούτε το χέρι του να κουνήσει ούτε το κεφάλι του».
Η παράλληλη απώλεια η δολοφονία της Ευαγγελίας Φραγκιαδάκη
Η χθεσινή σύγκρουση έχει ως αποτέλεσμα τον τραγικό θάνατο και της 56χρονης Ευαγγελίας Φραγκιαδάκη — ένα γεγονός που προσθέτει ακόμη μεγαλύτερη ένταση στις σχέσεις των οικογενειών. Η χήρα του Φανούρη εκφράζει απορίες και οργή για την εκδοχή ότι ο άνδρας της είχε οποιαδήποτε σχέση με την υπόθεση του εκρηκτικού μηχανισμού που βρέθηκε σε σπίτι μέλους της οικογένειας Φραγκιαδάκη. Ισχυρίζεται ότι ο σύζυγός της βρισκόταν σε διπλανό χωριό (στις Μοίρες) νωρίτερα και ότι δεν είχε καμία ανάμιξη με βόμβες ή εκρηκτικά — «Δεν είχε καμία δουλειά με τις βόμβες», επαναλαμβάνει.
Η διαδρομή προς το νοσοκομείο και η απόγνωση για βοήθεια
Όπως αφηγείται, μετά τους πυροβολισμούς ο τραυματισμένος Φανούρης μεταφέρθηκε σε όχημα και αφέθηκε στην είσοδο του νοσοκομείου, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατός του. Η Μαρία καταγγέλλει ότι ούτε ασθενοφόρο δεν έφτασε στο σημείο άμεσα και πως όταν έφτασε εκεί, αντί να βρει βοήθεια, βρέθηκε περιτριγυρισμένη από ένοπλους που συνέχιζαν «να τους παίζουν». Η αίσθηση εγκατάλειψης και η οργή για τη χαμένη ευκαιρία να σωθεί ο σύζυγος βρίσκονται στο κέντρο της αφήγησής της.
Η στοχοποίηση και η εκδοχή της ενέδρας, «ήθελαν να μας σκοτώσουν και τους δύο»
Η Μαρία υποστηρίζει πως οι δράστες δεν είχαν στόχο μόνο τον σύζυγό της αλλά την ίδια και όλη την οικογένεια: «Θέλανε να μας σκοτώσουν και τους δύο και να αφήσουν τα κοπέλια μας στους δρόμους», λέει, αναφερόμενη στα πέντε μικρά παιδιά της (10, 6, 3, 1,5 και 5 μηνών). Η εικόνα των βρεφών και των μικρών παιδιών που έμειναν ξαφνικά χωρίς πατέρα προσθέτει έναν ακόμη δραματικό τόνο στην αφήγηση. Η ίδια περιγράφει πως όταν άκουσε τους πυροβολισμούς, ο μεγαλύτερος γιος είχε αγκαλιάσει τα αδέρφια του για να τα προστατεύσει — μια εικόνα που, σύμφωνα με τη μητέρα, δείχνει πόσο κοντά στην καταστροφή βρέθηκε η οικογένεια.
Οι αλληλοκατηγορίες και οι παλαιότερες εντάσεις
Στην αφήγησή της εμφανίζονται και παλαιότερα επεισόδια βίας: υποστηρίζει ότι πέρυσι ο γιος της αδερφής της είχε μαχαιρωθεί και ότι είχαν γίνει κι άλλες εντάσεις ανάμεσα στις οικογένειες. Η ίδια δηλώνει πως οι σχέσεις μεταξύ τους δεν ήταν καλές — «Δεν μιλιόμασταν, δεν είχαμε σχέσεις» — και ότι υπήρχαν παρελθόντα περιστατικά βίας που, κατά την άποψή της, όξυναν την κατάσταση και οδήγησαν στην έκρηξη του περιστατικού. Επισημαίνει όμως ότι η οικογένειά της δεν απείλησε άμεσα να “ρίξει” τα σπίτια της άλλης πλευράς και διερωτάται αν κάποιος εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση για ίδιον όφελος.
Η καταγγελία για χλευασμό και η ανθρώπινη διάσταση της απώλειας
Ένα από τα πιο επώδυνα σημεία της μαρτυρίας της είναι η αναφορά στο πως, ενώ ο άνδρας της κείτονταν νεκρός στο αυτοκίνητο, κάποιοι τον «παίζανε» γύρω-γύρω και τον χλεύαζαν. Η εικόνα αυτή — του νεκρού ανθρώπου που δεν σεβάστηκαν ούτε μετά τον θάνατό του — προκαλεί έντονη αγανάκτηση στην ίδια και στην ευρύτερη κοινότητα. Παράλληλα, η Μαρία περιγράφει τον χαρακτήρα του συζύγου της: «Άρχοντας ήταν», λέει, μιλώντας για τη γενναιοδωρία και την προσφορά του σε γείτονες και φίλους. Η ανθρώπινη αυτή πλευρά επισκιάζει τις τεχνικές λεπτομέρειες της υπόθεσης και δίνει βάρος στο προσωπικό δράμα της οικογένειας.
Το μέλλον των παιδιών και η απελπισία της μητέρας
Η Μαρία λέει πως δεν ξέρει πώς θα ανατρέψει τα πέντε παιδιά της μόνη της: «Εγώ, ελάτε να δείτε τι θα γίνω», λέει. Δηλώνει πως δεν έχει ακόμα αποκαλύψει την αλήθεια στα παιδιά και πως δεν ξέρει πώς θα τους το πει όταν έρθει η ώρα. Η καθημερινότητα που αποχωρίζεται απότομα τον πατέρα, η στενοχώρια των παιδιών που ρωτούν «πού είναι ο πατέρας μου;», και η αβεβαιότητα για το μέλλον δημιουργούν μια εικόνα οικογενειακής κατάρρευσης που πλαισιώνει την αστυνομική και τη δικαστική έρευνα.
Η σκηνή της προανάκρισης και η αναζήτηση ευθυνών
Αν και η αφήγηση της χήρας είναι συγκλονιστική, το περιστατικό αποτελεί αντικείμενο προανάκρισης και οι έρευνες συνεχίζουν για να αποκαλύψουν ακριβώς την αλληλουχία των γεγονότων, τους δράστες και τα κίνητρα. Στην περιοχή επικρατεί ένταση και φόβος — κάτοικοι περιγράφουν την αίσθηση ότι «κάτι πήγε πολύ στραβά» και ζητούν απαντήσεις για το ποιος και γιατί αποφάσισε να ρίξει αυτό το αίμα. Η αστυνομία, ταυτόχρονα, καλείται να διαλευκάνει αν πράγματι συνδέεται η υπόθεση με προηγούμενες επιθέσεις, με εκρηκτικό μηχανισμό που βρέθηκε σε άλλο σπίτι, ή αν πρόκειται για μία ξεχωριστή ενέργεια εκδίκησης.
Από τη δημόσια οργή στην ανάγκη για αλήθεια
Η τραγωδία στα Βορίζια έχει αφήσει πίσω της δύο νεκρούς, πέντε ορφανά παιδιά και δύο οικογένειες που βρίσκονται στο επίκεντρο μιας τοπικής σύγκρουσης με βαθιές ρίζες. Η αφήγηση της Μαρίασ — γεμάτη πόνο, οργή και αμφιβολίες — είναι μόνο ένα κομμάτι της συνολικής εικόνας. Η κοινωνία του χωριού, αλλά και οι αρχές, αναζητούν την αλήθεια και δικαίωση για τα θύματα. Μέχρι να ολοκληρωθούν οι έρευνες και να υπάρξουν αποκαλύψεις για τους δράστες και τα κίνητρα, παραμένει επιτακτική η ανάγκη για ψύχραιμη και δίκαιη διερεύνηση, ώστε η δικαιοσύνη να αποδοθεί και η κοινότητα να βρει τρόπους αποκατάστασης και επούλωσης.