Πριν εμφανιστεί ένα έμφραγμα, ένα εγκεφαλικό ή άλλη καρδιαγγειακή πάθηση, υπάρχουν σχεδόν πάντα προειδοποιητικά σημάδια, σύμφωνα με νέα μελέτη.

Αυτά τα σημάδια είναι ήδη γνωστοί παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο, όμως η έρευνα δείχνει ότι μπορούμε να κάνουμε ακόμη περισσότερα για να μειώσουμε τα περιστατικά, όπως αναφέρεται στη μελέτη που δημοσιεύθηκε πριν από λίγες μέρες στο Journal of the American College of Cardiology.

Advertisement
Advertisement

Οι ερευνητές ανέλυσαν ποιο ποσοστό των περιστατικών είχε προηγηθεί από παραδοσιακούς παράγοντες κινδύνου, όπως τα επίπεδα αρτηριακής πίεσης, σακχάρου, χοληστερόλης, καθώς και το κάπνισμα.

Σύμφωνα με τα δεδομένα, σε περισσότερα από 99% των περιστατικών καρδιοπάθειας, καρδιακής ανεπάρκειας ή εγκεφαλικού, οι ασθενείς είχαν τουλάχιστον έναν από αυτούς τους παράγοντες κινδύνου πριν το επεισόδιο.

Δεν μας αφορά μόνο η διάγνωση

«Η νέα μελέτη είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί ενισχύει την άποψη ότι γιατροί και ασθενείς μπορούμε να διαχειριστούμε τους παράγοντες κινδύνου σχεδόν σε όλα τα περιστατικά καρδιακής νόσου», εξηγεί η δρ. Σούζαν Τσένγκ, καθηγήτρια και αναπληρώτρια διευθύντρια ερευνών στο Τμήμα Καρδιολογίας του Smidt Heart Institute στο Cedars-Sinai Medical Center στο Λος Άντζελες.

Ορισμένες προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει ότι ένας αυξανόμενος αριθμός καρδιοπαθειών εμφανίζεται χωρίς τους παραδοσιακούς δείκτες κινδύνου. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να σημαίνει ότι, ενώ έχουμε αντιμετωπίσει τους γνωστούς τροποποιήσιμους παράγοντες, ίσως υπάρχουν και άλλοι άγνωστοι που δεν γνωρίζουμε ακόμη, και άρα δεν διαθέτουμε επαρκείς στρατηγικές πρόληψης.

Αυτό που διαφοροποιεί τη συγκεκριμένη έρευνα είναι ότι οι επιστήμονες δεν βασίστηκαν μόνο στη διάγνωση διαβήτη ή υπέρτασης για να κρίνουν την ύπαρξη κινδύνου, αλλά εξέτασαν συνολικά τα ιατρικά δεδομένα των ασθενών. Kάποιες φορές, το ότι κάποιος δεν έχει «επίσημη» διάγνωση υπέρτασης ή υψηλού σακχάρου, δεν σημαίνει ότι τα επίπεδά του δεν υποδεικνύουν κίνδυνο.

Εξετάζοντας το σύνολο των δεδομένων, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι σχεδόν όλα τα περιστατικά εμφάνιζαν παραδοσιακούς, τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου πριν την εκδήλωση καρδιαγγειακής νόσου.

Advertisement

Δεν πολεμάμε τη γήρανση αλλά βελτιώνουμε τη μακροζωία

«Η ιατρική έχει μάθει πολλά για την καρδιοπάθεια τον τελευταίο αιώνα, και οι βασικές γνώσεις για την πρόληψή της παραμένουν σταθερές εδώ και χρόνια», αναφέρει η δρ. Κάρεν Μαντόξ, καθηγήτρια ιατρικής στην Καρδιολογία στο Washington University Medical School στο Σεντ Λούις.

Ωστόσο, η εφαρμογή αυτών των αλλαγών εξακολουθεί να είναι δύσκολη. Ένα μέρος του προβλήματος αποτελεί και το γεγονός ότι δεν λαμβάνουμε σημαντικά υπόψη τον κίνδυνο καρδιοπάθειας που μπορεί να διατρέχουμε.

Όταν ένας ασθενής έχει ήδη διαγνωστεί, είναι πολύ πιο εύκολο να βρει κίνητρο να αλλάξει συνήθειες και να ακολουθήσει θεραπείες. Αντίθετα, είναι δυσκολότερο να κατανοήσουμε και να αποδεχτούμε την ανάγκη για πρόληψη, όταν ο κίνδυνος αφορά μια μελλοντική πιθανότητα.

Advertisement

Ένα ακόμη εμπόδιο είναι ότι η προσθήκη φαρμάκων ή άλλων πρωτοκόλλων για τη μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου συχνά συνδέεται με τη διαδικασία της γήρανσης, «κάτι το οποίο μπορεί να φαίνεται τρομακτικό ή μη ελκυστικό», όπως εξηγεί ο δρ Άχμεντ Τοβάκολ, καρδιολόγος στο Massachusetts General Hospital και αναπληρωτής καθηγητής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Harvard.

Ο ίδιος προτιμά να το βλέπει αλλιώς, δηλαδή ως μικρά και απλά βήματα προς τη μακροζωία. Η διαχείριση της πίεσης, του σακχάρου και της χοληστερόλης δεν σημαίνει ότι «χάνουμε κάτι». Στην πραγματικότητα, σημαίνει ότι φροντίζουμε να διατηρήσουμε τη ζωή και την υγεία μας, κερδίζοντας περισσότερα χρόνια για να νιώθουμε νέοι και να κάνουμε όσα έχουν αξία για εμάς.

Με πληροφορίες από CNN Health

Advertisement