Δημήτρης Παπαχρήστος: Η φωνή του Πολυτεχνείου σε μια εκ βαθέων συνέντευξη στη HuffPost Greece

Δημήτρης Παπαχρήστος: Η φωνή του Πολυτεχνείου σε μια εκ βαθέων συνέντευξη στη HuffPost Greece
|
Open Image Modal
eurokinissi

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΑΛΕΞΗ ΓΑΓΛΙΑ

Μια γυναίκα σταματά για να τον χαιρετήσει- του μιλάει (και αυτός σε εκείνη) με τον μοναδικό και ελευθέριο τρόπο των φίλων από τα παλιά αλλά και πραγματικών συντρόφων μέχρι σήμερα. «Γράψε ότι όσο ζούμε θα θυμόμαστε τα λόγια του εκείνες τις ημέρες», λέει η γυναίκα φεύγοντας. Και όπως αυτή ξεμακραίνει, ο Δημήτρης Παπαχρήστος, με την ίδια νευρώδη φωνή που ακούγονταν το Νοέμβρη του ’73 από την Πατησίων σε όλη την Ελλάδα, σε όλο τον κόσμο τελικά, μου λέει ότι αυτή η κυρία με τα άσπρα μαλλιά εκείνες τις ίδιες μέρες ήτανε έγκλειστη στις φυλακές Αβέρωφ.

Η «Γενιά του Πολυτεχνείου», ειδικά μετά την ελληνική οικονομική κατάρρευση, φορτώθηκε στη συνείδηση πολλών όλο το νεοελληνικό άλγος. Συγκερασμός κατάφωρα άδικος- απάνθρωπος και αντιεπιστημονικός μαζί. Η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων που την απάρτισαν στις επάλξεις, κυκλοφορεί ανάμεσά μας, «ανώνυμοι» όσο κι εμείς.

Ο Παπαχρήστος, όπως έζησε στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, δεν εξαργύρωσε κομματικά τη δράση του κατά της Χούντας από την «πρώτη γραμμή», παρά τις προτάσεις που δέχτηκε. Παρέμεινε ενεργός πολιτικά- εξεγερμένος ενάντια στις διαχρονικές αδικίες του συστήματος εξουσίας, από τα μετερίζια των κοινωνικών αγώνων και της συνεχούς συγγραφικής δραστηριότητας.

Η συζήτηση που ακολουθεί, το απόσταγμά της που χωράει στη δημοσίευση έστω, έγινε στα Εξάρχεια, δυο μέρες πριν τη 17η Νοεμβρίου του 2015, 42 χρόνια μετά τα πραγματικά γεγονότα. Σε μια άλλη Ελλάδα, υγιούς (από το ’74) δημοκρατίας και (πρώτη φορά) αριστερής διακυβέρνησης. Με φίλους να διακόπτουν συνεχώς, μεταξύ σοβαρού και αστείου…

Open Image Modal

Η ζωή επί Χούντας;

Εσχάτως έχει αναδυθεί από τμήμα της κοινωνίας μια δυσώδης «νοσταλγία». Παράμετροι όπως η άγρια καταστολή, η φίμωση και οι πολιτικές διώξεις επιτήδεια διαφεύγουν της προσοχής τους…

Χωρίς το φόβο δε γίνεται τίποτα, αυτός στρώνει το δρόμο στο φασισμό. Ότι και να ‘κανες, αισθανόσουν ύποπτος, ακόμα και χωρίς να εναντιώνεσαι στο καθεστώς. Για τους νέους ήταν και θέμα συμπεριφοράς και εμφάνισης- μαλλιά, γένια, τζάκετ, άρβυλα «χτύπαγαν» κατευθείαν, σε καθιστούσαν «ύποπτο». Η κοινωνία είχε τρομοκρατηθεί- και από τα μέσα ενημέρωσης που ήταν λογοκριμένα, το κλίμα ήταν άρρωστο.

Ο λαός αντέδρασε;

Τα πρώτα δυο χρόνια υπήρξαν οργανώσεις αντιστασιακές, βάζανε βόμβες, στήνονταν στρατοδικεία… Στην επαρχία, «σα να μη συμβαίνει τίποτα», μόνο άμα πιάνανε κανά αριστερό και τον πηγαίνανε εξορία σαν κομμουνιστή… Εγώ στην επαρχία, μαθητής της τελευταίας τάξης του Γυμνασίου θυμάμαι να χαιρόμαστε όταν μας έδιωξαν από το σχολείο και γλιτώσαμε το μάθημα τη μέρα που επιβλήθηκε η δικτατορία, στην αρχή δεν είχαμε και συναίσθηση.

Πότε καταλάβατε;

Όταν ένιωσα τη μαυρίλα που επικρατούσε στις σχολές των πανεπιστημίων, όταν συνειδητοποίησα ότι ανάμεσά μας υπάρχουν χαφιέδες από το «Σπουδαστικό» της Ασφάλειας. Ακόμα και μεταξύ μας όταν γνωριζόμασταν υπήρχε καχυποψία- προσπαθούσες να διακρίνεις κάποια σημάδια προοδευτικότητας στον «άλλο» προτού ανοιχτείς. Διαβάζαμε απαγορευμένα βιβλία, τραγουδούσαμε κρυφά τα απαγορευμένα τραγούδια, πηγαίναμε σινεμά στο «Στούντιο» και την «Αλκυονίδα» κι εκεί γινόταν η «αναγνώριση», από την εμφάνιση και τον τρόπο που κοίταζες. Τον αγαπημένο φίλο μου τον Μάκη τον Μπαλαούρα, βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, τον προσέγγισα τότε γιατί κρατούσε το «ΒΗΜΑ». Στον κήπο του Μουσείου, με το Πολυτεχνείο και την ΑΣΟΕΕ δίπλα, περνούσε κόσμος και μας κοιτούσε, τους φοιτητές που βρισκόμασταν εκεί- εγώ δούλευα και βοηθός γκαρσόν στην καφετέρια- και έλεγε «τα τσογλάνια που αράζουν και τρώνε τα λεφτά των γονιών τους»… Και όμως, εκεί κυοφορήθηκαν παρέες που εξεγέρθηκαν και φιλίες που καθόρισαν τη ζωή μας.

Ξέραμε τι γίνεται στον κόσμο- από την Ταϋλάνδη με τους φοιτητές που κατέλαβαν τους δρόμους μέχρι την Άνοιξη της Πράγας και καταλάβαμε καλά, με τη «βοήθεια» και της Χούντας, ότι η ελευθερία αξίζει περισσότερο και από το ίδιο το ψωμί. Αυτή η «ατμόσφαιρα» ήταν ο προάγγελος του φοιτητικού αντιδικτατορικού κινήματος. Μετά τις πρώτες συλλήψεις αυτός ο φοιτητόκοσμος, οι «παρέες» άρχισαν να αυτοοργανώνονται, να πηγαίνουν κόντρα στους χουντικούς εγκάθετους φοιτητές που είχαν διοριστεί στα συμβούλια, να μαζεύει υπογραφές για τη διενέργεια φοιτητικών εκλογών.

Χωρίς φόβο για τις συνέπειες; Ήταν σα να λες «πιάστε με»- και για αυτό οι περισσότεροι δεν υπέγραφαν. Όσοι υπογράψαμε, συλληφθήκαμε. Η ποιότητα ζωής του ελληνικού λαού, σε υλικούς όρους, ποια ήταν επί Χούντας; Γιατί και σε αυτό το σημείο έχει αναπτυχθεί από τα ακροδεξιά μια φιλολογία με μυθολογικό χρώμα.

Ναι, έχεις δίκιο. Ειδικά αν ρωτήσεις κάποιον ταξιτζή που κληρονόμησε την άδεια από τον πατέρα του, που του την «απέδωσε» η Χούντα… Η υποτιθέμενη «ευμάρεια» τότε είναι η ψευδεπίγραφη προσπάθεια της Χούντας να εμφανίσει ένα φιλολαϊκό προσωπείο, επίπλαστο εντελώς. Εντός καπιταλισμού- και ειδικά στρατιωτικού καθεστώτος- η φτώχεια πάντα θα υπάρχει. Οι Έλληνες έφευγαν μετανάστες, φωνάζαμε «ψωμί- παιδεία- ελευθερία» και «αγρότες- εργάτες- φοιτητές», γιατί; Από ιδεολογία μόνο; Όχι. Από ανάγκη. Ποια παιδιά εξεγέρθηκαν; Αυτοί που δεν τα «έβγαζαν πέρα».

Οι περισσότεροι φοβήθηκαν και απείχαν λοιπόν; Γι’ αυτό ο ελληνικός λαός δεν αντιστάθηκε μαζικά;

Ξεπλύναμε και την ντροπή των πατεράδων μας και του λαού- που ανέχτηκε, που είπε «και τι έγινε, αφού δεν ακουμπά εμένα;». Όσους διώχτηκαν από το καθεστώς, μπορεί να τους θαύμαζε, μπορεί να σκέφτονταν «ωχ… την πληρώσανε, ας κάτσω εγώ στα αυγά μου». Για αυτό στο Πολυτεχνείο φωνάζαμε «έξι χρόνια είναι πολλά, δε θα γίνουνε επτά». «Χουντίσανε» οι Έλληνες, σε μεγάλο βαθμό- η δικτατορία δε στηρίχθηκε μόνο στο ΝΑΤΟ και τους Αμερικανούς αλλά και στην παθητικότητα των πολιτών. Όταν έγινε το Πολυτεχνείο ήταν πάντως έτοιμα εκατομμύρια να κατέβουν στους δρόμους, οι χουντικοί φοβήθηκαν ότι αυτό θα συνέβαινε την επόμενη ημέρα της επέμβασης και δε θα μπορούσαν τα τανκς να κυκλοφορήσουν στους δρόμους.

«Το Πολυτεχνείο σαν κίνημα ήταν αριστερό κυρίως αλλά ξεπέρασε και την επίσημη, κομματική αριστερά που ήταν εξαρτημένη από το εξωτερικό. Ένα κομμάτι της νεολαίας, μικρό, έγινε η πρωτοπορία. Πήγαμε κόντρα τόσο στην απόπειρα φιλελευθεροποίησης και νομιμοποίησης της Χούντας με πρωθυπουργό τον Μαρκεζίνη, όσο και στην επίσημη Αριστερά, που δε μπορούσε να μας καθοδηγήσει γιατί είχαμε ξεφύγει από τον έλεγχό της. Ευτυχώς δεν υπάκουσαν στις οδηγίες και οι Κνίτες της εποχής- και αυτό είναι υπέρ τους- και παραμείναν στο Πολυτεχνείο», μου λέει, ενώ φίλοι του περαστικοί δε σταματούν να του ανοίγουν κουβέντα.

Αφού το Πολυτεχνείο λοιπόν δεν ήταν ούτε μαζική, λαϊκή εξέγερση, ούτε είχε κομματική στήριξη, ποιοι ήταν τελικά αυτοί που είχαν τα κότσια να μπούνε μέσα;

Μια οικτρή μειοψηφία που εκείνο τον καιρό χαρακτηρίζονταν αριστεριστές, ή αναρχικοί- και «έπαιζαν» και τη ζωή τους, πέρα από τα βασανιστήρια… Είχαμε νεκρούς, ανθρώπους που σακατεύτηκαν. Αλλά η ψυχολογία μας ήταν εξεγερσιακή, συγκρουσιακή- θέλαμε το δικό μας παράδειγμα να εξαπλωθεί, να ξεσηκώσουμε τον κόσμο και τον λαό. «Ή τώρα ή ποτέ», αυτό ήταν σύνθημά μας.

Άνθρωποι κεντρώοι πολιτικά, δημοκρατικοί, προοδευτικοί, συμμετείχαν;

Τότε δεν είχαν την αίσθηση του «κεντρώου» ή όχι. Εκ των υστέρων κάποιοι έγιναν, αλλά τότε, και μόνο που βρίσκονταν εκεί, λειτουργούσαν επαναστατικά. Και «αριστερά», δεν μπορεί να παρερμηνευτεί αυτό, ακόμα και για αυτούς που κατέληξαν στο ΠΑΣΟΚ, ή τους ελάχιστους που βρέθηκαν αργότερα στη δεξιά. Τότε συμμετείχαν σε ένα αυτόνομο, επαναστατικό κίνημα, μια κομμούνα άμεσης δημοκρατίας. Ήταν ένα κίνημα από «τα κάτω»- μια ζωή η Αριστερά το επικαλείται αλλά δυστυχώς η ίδια, κομματικά, λειτουργεί από «τα πάνω», με τους επαγγελματίες της αριστεράς και τους καθοδηγητές. Εμάς, όλα μας τα συνθήματα τότε τα επισκίαζε το κύριο σύνθημα- «Κάτω η Χούντα».

Σήμερα; Ποιο θα ήταν το σωστό σύνθημα;

Ο αγώνας συνεχίζεται- από το σημείο όπου τον αφήσαμε, ανολοκλήρωτο. Σήμερα έχουμε δημοκρατία- αλλά για μένα δεν αποκαταστάθηκε πραγματικά ποτέ. Η Χούντα έπεσε στα μαλακά… Ο Καραμανλής ορκίστηκε πρωθυπουργός από τον Γκιζίκη.

Σήμερα το Πολυτεχνείο τι είναι; Επέτειος;

Είναι ζώσα μνήμη- απαραίτητη γιατί αν ο εγκέφαλος μείνει χέρσο χωραφάκι, φυτρώνουν γαϊδουράγκαθα. Το Πολυτεχνείο η εξουσία ακόμη το φοβάται- γιατί αντιστέκεται στη φθορά του χρόνου αλλά και σε κάθε εξουσία. Ο αγώνας συνεχίζεται, με τα όπλα που διαθέτει ο καθένας σε αυτή την ψευδεπίγραφη δημοκρατία, όπου δεν χρειάζονται καν τα πρόσωπα που κυβερνάνε- γιατί απλώς νομιμοποιούν αποφάσεις σκληρότερες και από αυτές των δικτατόρων, καθιστώντας μας και συνενόχους. Η σύγχρονη χούντα των διαπλεκόμενων προσπαθεί να το «βολέψει»… Αλλά δεν βολεύεται το γαμημένο…- είτε κάποιοι το προδώσανε, είτε κάποιοι το εξαργυρώσανε, είτε άλλοι συνεχίζουν να το υπερασπίζονται, αυτό υπάρχει από μόνο του. Δείχνει ότι κάποιες φορές δεν υπάρχει άλλος δρόμος, παρά μόνο η επανάσταση. Και είναι ένα κίνημα γνωστό παντού- άνθρωποι που συμμετείχαν στον Μάη του ’68 μου έχουν δηλώσει πόσο έλλειψε από τις δικές τους κινητοποιήσεις μια προσπάθεια άρθρωσης λόγου, πέρα από τα συνθήματα στους τοίχους και τα πανό, όπως εμείς κάναμε με τον ραδιοφωνικό σταθμό.

Πως βρεθήκατε πίσω από το μικρόφωνό του; Και γιατί ήταν τόσο σημαντικός ο σταθμός;

Ήταν η πρώτη ελεύθερη φωνή που έσπασε τη μοναξιά στο κέντρο της Αθήνας. Περνούσαν ελάχιστοι περαστικοί και μας κοιτούσαν περίεργα- θέλαμε να επικοινωνήσουμε τις ιδέες και τους σκοπούς μας. Και όταν σπάσαμε την απομόνωση αυτή, ο λαός μας βοήθησε- μας έφερναν ενισχυτές, συντόνιζαν τα ραδιόφωνά τους σε όλη την Ελλάδα. Ακόμα και σε όλο τον κόσμο. Ξέρεις πως; Έπαιρναν τηλέφωνο Έλληνες από το εξωτερικό και τους έβαζαν το ακουστικό στο τρανζίστορ… Ένας ομογενής στην Αυστραλία μου είχε πει, «φίλε, σε έχω πληρώσει πολύ ακριβά» και εννοούσε τους λογαριασμούς που του ήρθανε… (γελάει). Με ένα τρανζίστορ τον φτιάξαμε- θυμάμαι τον εαυτό μου να κάνω βόλτες στο προαύλιο με ένα ραδιοφωνάκι για να τσεκάρω αν ακούγεται, στην αρχή μέχρι την Ομόνοια φτάναμε…

Αυτοί που ήτανε οργανωμένοι στην αντί- ΕΦΕΕ, με εντολή που είχανε πάρει από το εξωτερικό προσπαθούσαν στα αμφιθέατρα να πείσουν τον κόσμο να αποχωρήσει- ο σταθμός αυτό δεν το επέτρεψε. Κάποια στιγμή η κατάσταση είχε εκτραπεί, είχαμε προχωρήσει πέρα από τα φοιτητικά συνθήματα και ήθελαν να καταλάβουν τον σταθμό- άκουγαν αυτά που λέγαμε και δεν ήξεραν καν ποιοι ήταν πίσω από το μικρόφωνο. Είχαμε πολιτικοποιήσει τον αγώνα, με αναλύσεις ακόμα και για την οικονομία, που δυστυχώς, οι περισσότερες δεν έχουν μαγνητοφωνηθεί.

Στην πόρτα είχαμε βάλει φρουρούς που απέτρεπαν την είσοδο σε όποιον δεν είχε το σήμα (V) της νίκης. Μια κρίσιμη στιγμή ήταν όταν ανακοίνωσα από το μικρόφωνο ότι είχαμε τους πρώτους νεκρούς, γύρω από το Πολυτεχνείο, από ελεύθερους σκοπευτές. Οι σφαίρες δεν ήταν από καουτσούκ, όπως νομίζανε πολλοί, έπρεπε να αυτοπροστατευθούμε. Τα πράγματα ήταν ζόρικα- έγραφα τα κείμενα, μιλούσα ο ίδιος, είχα βγει από τα όρια μου… Όταν έσβησαν τα φώτα, πιστεύοντας ότι μπήκανε, τραγούδησα τον εθνικό ύμνο. Ήμουνα φορτισμένος. Θυμάμαι τον Γιώργο τον Παυλάκη, φοιτητή της ιατρικής, με μαλλούρες και ένα μαντίλι να τρέχει για τους τραυματίες… Σήμερα είναι διευθυντής Μοριακής Βιολογίας στην Ουάσιγκτον, σημαδεμένος από το Πολυτεχνείο… Δε γίναμε τσογλάνια, ούτε επαγγελματίες της Αριστεράς. Εμ, δε γίναμε.

Κομματικά δεν ασχοληθήκατε ποτέ..

Υπήρξαν προτάσεις, θέλησαν να μας «στρατολογήσουν». Αλλά εγώ δε θέλω να υπάρχει κάτι πίσω από ότι λέω ή κάνω. Θέλω μόνο με το δικό μου όνομα. Έχω μια σταθερή άποψη για το τι σημαίνει «πολιτικό κόμμα», ακόμα και της αριστεράς. Δε μπορώ να δεχτώ την ιεραρχία τους, τα αρχηγιλίκια και τη νομενκλατούρα τους. Είμαι υπέρ μιας άμεσης δημοκρατίας, με δυνατότητα ανάκλησης αυτών που εμφανίζονται ως μπροστάρηδες. Το στερεότυπο του αρχηγού, της πολιτικής επιτροπής ή του πολιτικού γραφείου που αποφασίζει και μπορεί να διαγράψει, να διώξει, να σκοτώσει… δε με εκφράζει.

Δε μου αρέσει ότι ακόμα και ο Άρης Βελουχιώτης υπήρξε φανατικότατο μέλος του κόμματος, ούτε η πολιτική συμπεριφορά γραμματέων του κόμματος. Στήριξα τον ΣΥΡΙΖΑ, χρόνια πριν, μαζί με τον Γλέζο, προσδοκώντας στην ενότητα της αριστεράς. Μην πάρει ο διάολος και ανοίξω το στόμα μου… Έγιναν πολλά και αποστασιοποιήθηκα και από αυτούς. Πολιτική δεν είναι να υπογράφεις μνημόνια, ούτε η αλαζονεία και ο παραγοντισμός που αμέσως επέδειξαν. Γίνανε συμπλήρωμα του συστήματος, φοβήθηκαν την ανατροπή. Τώρα έχουμε έναν πρωθυπουργό που δηλώνει ότι είχε την ψευδαίσθηση ότι το δίκιο θα επικρατήσει… Που; Στο στόμα του λύκου; Δεν «κάνεις» λοιπόν- δεν αντιλαμβάνεσαι τι σημαίνει χρηματοπιστωτικό σύστημα, αγορές, Ε.Ε., Γερμανοί τραπεζίτες…

Open Image Modal

Πως ήταν η ζωή σας μετά το Πολυτεχνείο;

Οι διασπάσεις, η προσπάθεια των κομμάτων να μας καπελώσουνε, η αποχουντοποίηση που δεν ολοκληρώθηκε, η εδραίωση των παλιών πολιτικών- τα πρώτα χρόνια ζούσαμε αυτές τις διαδικασίες. Ελάχιστοι από όσους «κάναμε» το Πολυτεχνείο μπήκαν στα κόμματα εξουσία, δέκα- δεκαπέντε άτομα. Αλλά να σου πω κάτι; Ήταν δική τους επιλογή, βάνε το κεφάλι τους στον τορβά… Ρουφιάνοι θέλουνε να διαβάλλουν τη Γενιά των Πολυτεχνείων, ότι αυτή φταίει για όλα… Ε, όχι ρε φίλε. Ένα κατάπτυστο, φασιστοειδές και εμετικό έντυπο έγραψε ότι ο Λαλιώτης ήταν πράκτορας των Αμερικάνων και τον έβγαλαν πράκτορες, τότε, μέσα από το Πολυτεχνείο. Ψέμα, δε βγήκε κανένας. Και ο Λαλιώτης, τότε, έμεινε μέχρι τέλους και παρέδωσε, εν τιμή, τους νεκρούς και τους τραυματίες- και τον συλλάβανε και έχασε το μυαλό του από τα βασανιστήρια, έφαγε ξύλο πολύ. Κάνε πολιτική κριτική, θεμιτό, αλλά μην ταυτίζεις εκ των υστέρων επιλογές και συμπεριφορές με μια ολόκληρη γενιά.

Αυτοί οι άνθρωποι γιατί μπήκαν στην πολιτική; Ήθελαν να κερδίσουν, ή είχαν μία πίστη στην αστική δημοκρατία, που εσείς δεν είχατε;

Όχι, όχι. Όπως οι σημερινοί- πιστεύουν ότι μπορεί να κυβερνήσουν καλύτερα, να «εφαρμόσουν το μνημόνιο καλύτερα από τους προηγούμενους.

Τα επόμενα πολυτεχνεία, της Κανελλοπούλου και του Κουμή, του Καλτεζά, των 90’s, πως τα βιώσατε; Ως παρατηρητής;

Δεν υπήρξα παρατηρητής ποτέ- και ούτε θα γίνω στη ζωή μου. Και την ώρα που σκοτώσανε τον Κουμή, ήμουνα εκεί και είχαμε κανονίσει ραντεβού για την επόμενη μέρα… Η Κανελλοπούλου και ο Καλτεζάς είναι θύματα της συνέχειας του Πολυτεχνείου.

Αγωνίζονταν για τα ίδια ιδανικά;

Και βέβαια. Γίνανε και «ξεφτίλες»… Καταστροφές- και στο Πολυτεχνείο και στην πρυτανεία. Γιατί κάποιο δεν καταλαβαίνουνε ότι η συνέχεια του Πολυτεχνείου δεν είναι να καίω την πόλη και να απομονώνομαι από την κοινωνία. Νομίζουν ότι θα αλλάξουν τον κόσμο «κατεβάζοντας» τις τζαμαρίες; Αυτά είναι ηλίθια. Και επικίνδυνα. Το αναρχικό κίνημα έχει εκπέσει- ένα μικρό του μέρος είναι σοβαρό και δεν κάνει πλιάτσικο- οι υπόλοιποι είναι ευεπίφοροι στη διείσδυση ρουφιάνων, ανώμαλα μυαλά που κάνουν κακό στο μαζικό κίνημα.

Open Image Modal

Τα σημερινά συνθήματα; Συμφωνείτε;

Έχουμε μια ψευδεπίγραφη «δημοκρατία»- αντιπροσωπευτική, ολιγαρχική, πρωθυπουργική και οικογενειοκρατική. Λένε ότι δεν φταίει ο λαός, ο «πάντα ευκολόπιστος και πάντα προδομένος». Ο Ναζίμ Χικμέτ σε ένα ποίημά του κατέληγε- «και ‘συ λαέ/ μήπως θες καμπόσο;».

Ποια είναι η διαχωριστική γραμμή μιας τρομοκρατικής από μια επαναστατική πράξη;

Άκου, επειδή έχω συλληφθεί για τρομοκράτης, ακόμα και της 17Ν. Η βία μπορεί να είναι επαναστατική πράξη, ο τρόμος όχι. Αν «καθαρίσεις» κάποιον, θα βάλουν άλλον στη θέση του. Είναι εύκολο όταν είσαι νέος να παραμυθιαστείς ότι θα «καθαρίσεις» εσύ για λογαριασμό της εργατικής τάξης, ένας εκδικητής «Ρομπέν των Δασών» που τελικά κάνει ζημιά.

Πως λοιπόν να αντιδράσει ο σημερινός άνθρωπος στη συστημική αδικία;

Να μην απογοητεύεται- δεν χωράει απογοήτευση παρά μόνο αγώνας για αξιοπρέπεια. Ο άνθρωπος έχει υποστεί πολλαπλές σκλαβιές, απαιτείται η επανάσταση στην καθημερινότητα, όχι η κατάληψη των χειμερινών ανακτόρων… Να γίνει ο καθένας αυτεξούσιος και αλληλέγγυος ταυτόχρονα. Και να δημιουργεί, να δρα, να φτιάχνει πράγματα. Κυρίαρχος της ζωής μου θέλω να είμαι, όχι βουλευτής.