Η νέα σειρά του Netflix «House of Guinness» του Στίβεν Νάιτ, φαίνεται να τα έχει όλα, όπως γράφει ο Guardian: δυνατό καστ, πλούσια κινηματογράφηση και μια ιστορία μεταξύ Succession και Peaky Blinders, ένας συνδυασμός που έχει εξασφαλίσει όχι μόνο υψηλή τηλεθέαση αλλά και καλές κριτικές.

Σύμφωνα με το Flix Patrol, το «House of Guinness» βρίσκεται στο Νο 3 διεθνώς, η βαθμολογία κοινού στο Rotten Tomatoes είναι 89%, ενώ περιοδικά όπως το Tatler και η Vogue έχουν ήδη φιλοξενήσει εκτενή αφιερώματα στα μέλη της αληθινής οικογένειας Γκίνες.

Advertisement
Advertisement

Αμερικανοί και Βρετανοί κριτικοί έχουν ως επί το πλείστον επαινέσει την ιστορία που αφηγείται τις περιπέτειες της δυναστείας ζυθοποιών Γκίνες, στο Δουβλίνο της δεκαετίας του 1860.

Ο Guardian χαρακτήρισε τη σειρά «ακαταμάχητη», το BBC έχει αφιερώσει ουκ ολίγα άρθρα, οι Los Angeles Times κάνουν λόγο για μία «καλή ιστορία». Η κριτική του The Hollywood Reporter είναι ενδεικτική: «Η σειρά δεν κλείνει τα μάτια, ούτε στις σκοτεινές και σαρωτικές κοινωνικές δυνάμεις που διαμορφώνουν την εποχή, ούτε στην ακραία ανισότητα που επιτρέπει στους Γκίνες να μεταφέρουν πάγο από τη Γροιλανδία για το αρχοντικό τους, ενώ, μόλις ένα μίλι πιο πέρα, άνθρωποι της υπαίθρου οι οποίοι έχουν πληγεί από την επιδημία χολέρας, δίνουν αγώνα για να βρουν καθαρό νερό. Ούτε εξωραΐζει εντελώς τους Γκίνες. Ακόμα και όταν η οικογένεια εμπλέκεται περισσότερο σε φιλανθρωπικές δραστηριότητες ή μαλακώνει την στάση της απέναντι στους Ενωτικούς, η σειρά προσπαθεί να δείξει ότι το κίνητρο είναι τόσο τα οφέλη των καλών δημοσίων σχέσεων όσο και μία ειλικρινής επιθυμία για θετική αλλαγή».

«Υπάρχει, ωστόσο, ένα πρόβλημα: οι Ιρλανδοί κριτικοί μισούν τη σειρά. Μισούν τον τρόπο που απεικονίζεται η ιστορία της Ιρλανδίας, μισούν τους διαλόγους, μισούν τα κοστούμια, μισούν τον φωτισμό. Το Netflix ανακοίνωσε ότι είναι η πρώτη σειρά με υπότιτλους στα ιρλανδικά και παρά ταύτα, οι Ιρλανδοί κριτικοί το μισούν», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Guardian.

Οι Irish Times γράφουν για έλλειψη «στοιχειώδους κατανόησης των εμπειριών της αποικιοκρατίας στην Ιρλανδία» και για παραλείψεις όσον αφορά «τους Αγγλο-Ιρλανδούς και το πού εντάσσονταν (ή δεν εντάσσονταν) στην ιρλανδική κοινωνία». Η κριτική αναφέρει ότι ο σκληροτράχηλος άντρας, τον οποίον υποδύεται ο Άγγλος ηθοποιός Τζέιμς Νόρτον (κάτι ανάμεσα σε επιστάτη, fixer αλλά όχι μόνο), ακούγεται σαν «steampunk κ. Tayto» -τη μασκότ μίας ιρλανδικής μάρκας σνακ- και ότι οι επαναστάτες Fenian «ντύνονται και μιλούν σαν άγρια ξωτικά».

Ο Irish Independent επικρίνει τη σειρά, χαρακτηρίζοντας «σοκαριστικό» το γεγονός ότι εξαφάνισε κάθε αίσθηση αυθεντικότητας και προσθέτοντας ότι το σενάριο παραποιεί την ιστορία.

Η σειρά, την οποία ο Στίβεν Νάιτ χαρακτηρίζει μυθοπλασία, είναι εμπνευσμένη από την αληθινή ιστορία της οικογένειας Γκίνες. Η αφήγηση εκκινεί με τον θάνατο του πατριάρχη το 1868 και όσα ακολουθούν μετά το άνοιγμα της διαθήκης του όσον αφορά τους ρόλους των τεσσάρων παιδιών του και βεβαίως, την αυτοκρατορία του που στην πορεία άρχισε τις εξαγωγές μπύρας σε όλο τον κόσμο.

Advertisement

Ο Στίβεν Νάιτ, ο δημιουργός του θρυλικού «Peaky Blinders», γύρισε το μεγαλύτερο μέρος της νέας σειράς στο Λίβερπουλ με ένα καστ κυρίως Ιρλανδών και Βρετανών ηθοποιών και «έντυσε» τη δράση με τη δυνατή μουσική σύγχρονων ιρλανδικών συγκροτημάτων, όπως οι Fontaines DC και οι Kneecap.

Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, οι Ιρλανδοί κριτικοί έχουν επανειλημμένως επικρίνει ηθοποιούς που «δυσφημίζουν» την ιρλανδική προφορά -η ερμηνεία του Μπραντ Πιτ στην ταινία The Devil’s Own (Ο Τρομοκράτης) αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα- αλλά το καστ του House of Guinness έχει σε μεγάλο βαθμό γλιτώσει την κριτική για το συγκεκριμένο θέμα. Παρά την αναφορά στον Mr Tayto, η ερμηνεία και η προφορά του Νόρτον έχει κερδίσει επαίνους. Όπως επίσης, το soundtrack και τα σκηνικά.

Με πληροφορίες από Guardian, The Hollywood Reporter

Advertisement