Ένα νέο ντοκιμαντέρ με ανέκδοτο υλικό από το προσωπικό αρχείο της αμφιλεγόμενης Γερμανίδας κινηματογραφίστριας Λένι Ρίφενσταλ -φιλμ, φωτογραφίες, ηχογραφήσεις και επιστολές- αποκαλύπτει ότι σε όλη της ζωή προσπαθούσε να αποκρύψει τον κεντρικό της ρόλο στη ναζιστική μηχανή προπαγάνδας.

Η Ρίφενσταλ -χορεύτρια και ηθοποιός σε προπολεμικές ταινίες του Άρνολντ Φανκ και του Γκέοργκ Βίλχελμ Παμπστ, προτού βρεθεί πίσω από την κάμερα- είχε σημειώσει αρκετές επιτυχίες στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας. Το 1932, εναρκτήρια χρονιά του φεστιβάλ, η πρώτη ταινία που σκηνοθέτησε, το «The Blue Light», επιλέχθηκε στο επίσημο διαγωνιστικό. Το 1934, πήρε χρυσό μετάλλιο για τον «Θρίαμβο της θέλησης», το χρονικό του συνεδρίου του ναζιστικού κόμματος στη Νυρεμβέργη. Το 1938, δέκα εβδομάδες πριν από τη Νύχτα των Κρυστάλλων, κέρδισε το βραβείο καλύτερης ξένης ταινίας με το «Olympia», ένα ντοκιμαντέρ σε δύο μέρη για τους θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου, το οποίο της ανέθεσε -και χρηματοδότησε- η ναζιστική κυβέρνηση. Η ταινία γυρίστηκε υπό την αιγίδα του υπουργείου προπαγάνδας και διαφώτισης του Ράιχ και έκανε πρεμιέρα στα γενέθλια του Αδόλφου Χίτλερ.

Advertisement
Advertisement

Επί έξι χρόνια ερευνητές χτένιζαν το υλικό από τα 700 κιβώτια του προσωπικού αρχείου της Ρίφενσταλ αναζητώντας ο,τιδήποτε θα μπορούσε να αντικρούσει το δημόσιο αφήγημα της

Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, και μέχρι το τέλος της ζωής της, το 2003, σε ηλικία 101 ετών, επέμενε ότι οι ταινίες της αφορούσαν πάντα μόνο την  τέχνη.

Τη μεταπολεμική περίοδο, και κατά τη διάρκεια της «αποναζιστικοποίησης», παρουσίαζε τον εαυτό της ως απολίτικη καλλιτέχνιδα, που δεν την ενδιέφεραν τα «ζητήματα του πραγματικού κόσμου». Το μοναδικό κίνητρό της ήταν, κατά την ίδια, η ομορφιά και η αρτιότητα της τέχνης της.

Αν και ποτέ δεν διέψευσε το γεγονός ότι γοητεύτηκε από τον Χίτλερ, αρνήθηκε σθεναρά τη συνενοχή της στις φρικαλεότητες του ναζιστικού καθεστώτος. Το «Olympia» και ο «Θρίαμβος της θέλησης» δεν ήταν σε καμία περίπτωση μεροληπτικά, δήλωνε στο Cahiers du Cinéma το 1965. Ήταν «ιστορία -καθαρή ιστορία».

Τον περασμένο Αύγουστο, η κινηματογραφίστρια «επέστρεψε» στη Βενετία, αυτή τη φορά ως θέμα του νέου ντοκιμαντέρ με τίτλο «Riefenstahl» του συμπατριώτης της, Γερμανού σκηνοθέτη Andres Veiel, που αποκαλύπτει πόσο θα μπορούσε να παραποιηθεί η ιστορία στα χέρια της.

Advertisement

Άριστη μοντέρ, η Ρίφενσταλ είχε τελειοποιήσει την εικόνα της κληρονομιάς της. Όμως, σιγά σιγά, άρχισαν να εμφανίζονται στους φακέλους και στα αρχεία οι πρώτες ρωγμές.

Η ταινία διερευνά πώς το μεγάλο ταλέντο της στη σκηνοθεσία και τη δημιουργία εικόνων επεκτάθηκε όχι μόνο σε εξύμνηση του ναζισμού μέσω του κινηματογράφου, αλλά και σε μια προσωπική εκστρατεία απενοχοποίησης τόσο πειστική ώστε, σύμφωνα με τον Guardian, ο Μικ Τζάγκερ, η Madonna και ο Κουέντιν Ταραντίνο να επικροτούν τη δουλειά της.

Η Λένι Ρίφενσταλ με τον Χίτλερ. Η αγαπημένη του σκηνοθέτις του έγινε η επίσημη σκηνοθέτις του Τρίτου Ράιχ. Η φωτογραφία είναι από τη δεκαετία του 1930. (Photo by Keystone-France/Gamma-Keystone via Getty Images) Keystone-France via Getty Images

Μαζί με την παραγωγό του, τη δημοσιογράφο Sandra Maischberger, ο Veiel κινητοποιήθηκε από την πιθανότητα ότι το υλικό που άφησε η  Ρίφενσταλ θα μπορούσε να αποκαλύψει αλήθειες τις οποίες είχε επιδέξια αποκρύψει όσο ζούσε.

Advertisement

Η πρώτη πρόκληση ήταν ο τεράστιος όγκος: Περισσότερα από 700 κιβώτια, που περιείχαν μπομπίνες ταινιών, αποκόμματα εφημερίδων, επιστολές, ημερολόγια, οικιακά βίντεο, πολλά προσχέδια των απομνημονευμάτων της, εκατοντάδες ώρες ηχογραφημένων τηλεφωνικών συνομιλιών και εκατοντάδες χιλιάδες φωτογραφίες.

Επί έξι χρόνια, ο Veiel, η Maischberger και μια ομάδα ερευνητών χτένιζαν το υλικό αναζητώντας ο,τιδήποτε θα μπορούσε να αντικρούσει το δημόσιο αφήγημα της Ρίφενσταλ.

Η Λένι Ρίφενσταλ γύρω στο 1940. (Photo by Frederic Lewis/Archive Photos/Getty Images) Archive Photos via Getty Images

Τους πρώτους έξι μήνες, δεν υπήρξε καμία ανακάλυψη. Η διαδικασία έμοιαζε «με κήρυγμα», θυμάται ο Veiel. «Ήταν απλώς η μία συνέντευξη μετά την άλλη -πάντα οι ίδιες ερωτήσεις, πάντα οι ίδιες απαντήσεις: ‘Ήμουν απλώς καλλιτέχνης, δεν με ενδιέφερε η πολιτική’. «Ήταν αποπνικτικό».

Advertisement

Άριστη μοντέρ, η Ρίφενσταλ είχε τελειοποιήσει την κληρονομιάς της. Όμως, σιγά σιγά, άρχισαν να εμφανίζονται στους φακέλους και στα αρχεία οι πρώτες ρωγμές.

Υπήρχε μια πρόχειρη σημείωση σε ένα ημερολόγιο που έλεγε, «Ψηφίστε NPD», αναφορά στο μεταπολεμικό νεοναζιστικό κόμμα.

Ηχογραφήσεις ιδιωτικών τηλεφωνικών συνομιλιών που ανέδιδαν τη νοσταλγία για την «αξιοπρέπεια και την αρετή» της ναζιστικής εποχής.

Advertisement

«Στην αρχή, ήμουν ο ντετέκτιβ που έψαχνε την ενοχή της», θυμάται ο Veiel για τις ανακαλύψεις του. «Αργότερα συνειδητοποίησα ότι κάνει τη δουλειά μόνη της».

Advertisement

Το απόσπασμα μίας συνέντευξης που παραχώρησε το 1934 στην Daily Express, το οποίο, εντοπίστηκε στα αρχεία της εφημερίδας, που περιέγραφε την «τεράστια εντύπωση» που της έκανε το βιβλίο Mein Kampf (Ο Αγών μου) του Χίτλερ, η πρώτη σελίδα του οποίου την είχε κάνει «εθνικοσοσιαλίστρια».

Υπήρχαν επίσης ιδιωτικές επιστολές με άγνωστες μέχρι σήμερα πληροφορίες για την περίοδο που η Ρίφενσταλ ήταν πολεμική ανταποκρίτρια στην Πολωνία και για το γεγονός ότι υπήρξε μάρτυρας μιας από τις πρώτες σφαγές Εβραίων, στο Końskie τον Σεπτέμβριο του 1939. Ενώ η Ρίφενσταλ αρχικά ισχυρίστηκε ότι δεν είδε τους πυροβολισμούς και αργότερα ότι τους είδε αλλά είχε τρομοκρατηθεί, οι επιστολές από το προσωπικό της αρχείο υποδηλώνουν μια πιο περίπλοκη ιστορία.

Η Λένι Ρίφενσταλ με τον Χίτλερ στο Βερολίνο το 1935. (Photo by: Pictures from History/Universal Images Group via Getty Images) Pictures from History via Getty Images

Επιστολή, που αναφέρεται σε μια στρατιωτική έκθεση για τη σφαγή, αφήνει να εννοηθεί ότι οι σκηνοθετικές οδηγίες της να απομακρυνθούν οι Εβραίοι από μια πλατεία όπου έκανε γύρισμα, μπορεί να λειτούργησαν ακόμη και ως καταλύτης για τους πυροβολισμούς. Το αίτημά της αναμεταδόθηκε χονδρικά από ένα μέλος του ναζιστικού στρατού ως «ξεφορτωθείτε τους Εβραίους», αναφέρει η επιστολή. «Με αφορμή αυτό το σχόλιο κάποιοι από τους Πολωνοεβραίους προσπάθησαν να διαφύγουν και άρχισαν οι πυροβολισμοί».

Advertisement

Μεταξύ άλλων, το ντοκιμαντέρ αναφέρει ότι όταν έκανε τα γυρίσματα της ταινίας «Lowlands», που βασίζεται στην όπερα Tiefland, χρειάστηκε δεκάδες Ρομά ως κομπάρσους, μεταξύ των οποίων και πολλά παιδιά, τα οποία πήρε από ένα κοντινό στρατόπεδο συγκέντρωσης. Η αποκάλυψη αυτή ανέτρεψε τους μετέπειτα ισχυρισμούς της ότι δεν γνώριζε τίποτα για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. 

«Στην αρχή, ήμουν ο ντετέκτιβ που έψαχνε την ενοχή της», θυμάται ο Veiel για τις ανακαλύψεις του. «Αργότερα συνειδητοποίησα ότι κάνει τη δουλειά μόνη της».

Η ταινία έχει ελάχιστο ελάχιστο σχολιασμό, αλλά χρησιμοποιεί επιδέξια το μοντάζ υπογραμμίζοντας τις ασυνέπειες στο αφήγημα της. Για παράδειγμα, ο ισχυρισμός της, σε ένα ντοκιμαντέρ του 1993, ότι ο Θρίαμβος της θέλησης δεν έχει «κανέναν άλλο πολιτικό στόχο ή κίνητρο» πέρα από την «ειρήνη και την εργασία» και «καμία αναφορά στη φυλετική θεωρία», ακολουθείται από πλάνα του Γιούλιους Στράιχερ, εξέχων μέλος του κόμματος- και εκδότη μιας από τις μεγαλύτερες προπαγανδιστικές εφημερίδες του Γ′ Ράιχ, με τον τίτλο Der Stürmer- να βροντοφωνάζει ότι «ένας λαός που δεν κρατάει ψηλά τη φυλετική του καθαρότητα θα χαθεί».

Με πληροφορίες από Guardian