Η επίσκεψη του Πρωθυπουργού στην Τουρκία

Οποιαδήποτε συμφωνία Τουρκίας Ε.Ε.-Τουρκίας θα πρέπει να περιορίζεται στις τεχνικές λεπτομέρειες της διάλυσης των κυκλωμάτων διακινητών, της επανεισδοχής των μεταναστών, της φιλοξενίας των προσφύγων, καθώς και του καλύτερου ελέγχου των νότιων και ανατολικών της συνόρων. Επισημαίνουμε ότι αυτό που παίζεται πλέον στο μεταναστευτικό (και κατά σύμπτωση (;) το ίδιο παιχνίδι παίζεται και στο οικονομικό/Μνημονιακό θέμα) είναι εάν η Ευρώπη μπορεί να χωρέσει χώρες δύο ταχυτήτων.
|
Open Image Modal
Anadolu Agency via Getty Images

Η επίσκεψη του Πρωθυπουργού στη Τουρκία συμβαίνει λίγες μόνο ημέρες μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στην Γαλλία. Οι επιθέσεις αυτές άφησαν πίσω τους πολλές δεκάδες νέους, νεκρούς ή σοβαρά τραυματίες και μια χώρα μοιρασμένη ανάμεσα στην θλίψη και την οργή, αναμένεται δε να επηρεάσουν καθοριστικά την πολιτική των Ευρωπαϊκών χωρών. Μεταξύ άλλων συνεπειών, οι αναλυτές προβλέπουν ότι θα επηρεαστεί και η αποδοχή νέων μεταναστών και προσφύγων στην Ευρώπη.

Η τάση αυτή ήταν εξ άλλου εμφανής τόσο στα μέτρα που είδαν το φως της δημοσιότητας την προηγούμενη εβδομάδα από χώρες, όπως η Σουηδία, η Δανία, η Αυστρία και η Γερμανία, που δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να κατηγορηθούν ως προκατειλημμένες και εμπαθείς, όσο και στην ελάχιστη πρόοδο στο θέμα της μετεγκατάστασης των 160.000 προσφύγων από την Ελλάδα, την Ιταλία και την Ουγγαρία σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Η απροθυμία αυτή ενδεχομένως εξηγείται από τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα σε χώρες όπως η Πολωνία, ενώ παρόμοια αποτελέσματα αναμένονται και στις Περιφερειακές εκλογές στην Γαλλία, στις αρχές Δεκεμβρίου.

Δεν γνωρίζουμε πόσο οι εξελίξεις αυτές επηρέασαν τα σχέδια του κ. Πρωθυπουργού για το ταξίδι του στην Τουρκία, όπως είχαν παρουσιαστεί από τον ίδιο, κατά την σύνοδο Κορυφής στην Βαλέτα. Σύμφωνα με αυτά, ο ευρύτερος στόχος της Ελληνικής κυβέρνησης είναι να ενημερώνεται και να παρεμβαίνει (ενδεχομένως και ως διαμεσολαβητής), κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την υπογραφή της σχετικής Συμφωνίας μεταξύ Τουρκίας και Ε.Ε. Αυτό αποτελεί αναμφίβολα θετικό στοιχείο, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα γνωρίζει τι θέλει και πώς να το διεκδικήσει και υπερασπιστεί. Σημειώνουμε ότι το πλαίσιο της Συμφωνίας έχει ήδη περιγραφεί στην Απόφαση της 15.10.2015, για τις δε λεπτομέρειές της, οι πρόσφατες δηλώσεις της Καγκελαρίου κ. Μέρκελ είναι επαρκώς αναλυτικές. Αυτές μάλιστα φαίνονται ισορροπημένες και ρεαλιστικές, αν εξαιρέσει κανείς το γεγονός ότι η Καγκελάριος θα έχει να αντιμετωπίσει ικανότατους Τούρκους διαπραγματευτές, που δεν διστάζουν να στέλνουν χιλιάδες πρόσφυγες στον θάνατο, προκειμένου να επιτύχουν τα στρατηγικά τους σχέδια και ότι δεν λαμβάνουν υπόψη επαρκώς τα ελληνικά συμφέροντα.

Ο διακηρυγμένος ειδικότερος στόχος της Ελληνικής κυβέρνησης είναι η δημιουργία κέντρων καταγραφής (hotspots) στην Τουρκία «ώστε ο διαμοιρασμός προσφύγων στην Ευρώπη να γίνεται απ' ευθείας από τη γείτονα χώρα». Εκ πρώτης όψεως, μέσα στο Ευρωπαϊκό πλαίσιο που περιγράψαμε πιο πάνω, η ιδέα αυτή μοιάζει ουτοπική (οι Ευρωπαίοι δεν θέλουν να υποδεχτούν ούτε τις 160.000 πρόσφυγες, που αναφέρονται στις σχετικές Συμφωνίες, πώς είναι δυνατόν να δεχτούν και άλλους;) είναι δε αντίθετη σε οποιαδήποτε κανονιστική διαδικασία. Προκειμένου να μην αποτελεί ένα απλό ευχολόγιο, χωρίς ρεαλιστική βάση, θα μπορούσε το αίτημα αυτό να μετασχηματιστεί στην ανάγκη ταυτοποίησης και ελέγχου των εισερχόμενων στην Τουρκία μεταναστών και προσφύγων, αντί της απλής καταγραφής τους.

Κατά την γνώμη μας, ο ουσιαστικός στόχος της Τουρκίας αλλά και ορισμένων Ευρωπαϊκών χωρών αφορά τα ζητήματα που σχετίζονται με το Κυπριακό και την διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε., τα οποία επίσης εκτιμάται ότι θα συζητηθούν κατά την επίσκεψη.

Παρά το γεγονός ότι η Τουρκία συνεχίζει να μην αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία ή να έχει μεταβάλει την στάση της στο Κυπριακό, κάποιοι κύκλοι επιθυμούν διακαώς την άτακτη υποχώρηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, με την παραίνεση της Ελληνικής Κυβέρνησης. Παράλληλα, παρά το γεγονός ότι η Έκθεση της Ε.Ε. για την πρόοδο της Τουρκίας δείχνει βήματα προς τα πίσω στην διαδικασία εκδημοκρατισμού της, πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες πιστεύουν ότι η προώθηση της διαδικασίας ένταξης της Τουρκίας είναι μια «ανώδυνη» παραχώρηση, σαφώς προτιμότερη από την αύξηση του ποσού που αναμένεται να καταβληθεί στην Τουρκία, ως αντάλλαγμα της καλής της διάθεσης στο προσφυγικό.

Σημειώνεται ότι το ποσό αυτό ξεκίνησε από 1 δισεκατομμύριο Ευρώ, από τα κονδύλια που αναμένεται να πάρει η Τουρκία ως υποψήφια προς ένταξη χώρα (συνολικού ύψους 3,5 δισ. Ευρώ την προσεχή πενταετία) για να φτάσει, προς το παρόν, σε επιπρόσθετα 3 δισ. ευρώ κατ' έτος και φαίνεται ότι πολλές Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δυσανασχετούν στην ολοένα και μεγαλύτερη αύξηση των ποσών αυτών. Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, η παρουσία και συμμετοχή της Ελλάδας στις διαπραγματεύσεις είναι δυνατόν να αποτελέσει άλλοθι και τεκμήριο αποδοχής των παραχωρήσεων που ζητάει η Τουρκία στα θέματα της Ευρωπαϊκής της πορείας και του Κυπριακού, για τις οποίες πολλές χώρες έχουν την άποψη ότι δεν τις αφορούν.

Στην περίπτωση αυτή, θα επιβεβαιωθεί ο κανόνας ότι ο ασθενέστερος (όχι μόνο σε οικονομική ή πολιτική ισχύ, αλλά και ο λιγότερο αποφασισμένος) θα κληθεί να πληρώσει τον «λογαριασμό», ενώ τα σχέδια των κ. Ερντογάν και Νταβούτογλου, για ανασύσταση της ισχύος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σε βάρος των δικαιωμάτων Ελλήνων, Κυπρίων, Κούρδων και Τούρκων θα δικαιωθούν.

Κατά τη γνώμη μας, τα θέματα αυτά θα πρέπει να αντιμετωπιστούν βάσει των αρχών της Ε.Ε. και όχι των καιροσκοπικών και βραχυπρόθεσμων υπολογισμών ορισμένων κυβερνήσεων. Οποιαδήποτε συμφωνία Τουρκίας Ε.Ε.-Τουρκίας θα πρέπει να περιορίζεται στις τεχνικές λεπτομέρειες της διάλυσης των κυκλωμάτων διακινητών, της επανεισδοχής των μεταναστών, της φιλοξενίας των προσφύγων, καθώς και του καλύτερου ελέγχου των νότιων και ανατολικών της συνόρων.

Επισημαίνουμε ότι αυτό που παίζεται πλέον στο μεταναστευτικό (και κατά σύμπτωση(;) το ίδιο παιχνίδι παίζεται και στο οικονομικό/Μνημονιακό θέμα) είναι εάν η Ευρώπη μπορεί να χωρέσει χώρες δύο ταχυτήτων. Οι μόνοι πραγματικοί σύμμαχοί μας είναι όσοι υπερασπίζονται τους Έλληνες (οι οποίοι δείχνουν αδύναμοι να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους) γιατί θεωρούν ότι οι de facto διαχωρισμοί σε χώρες πρώτης και δεύτερης κατηγορίας αργά ή γρήγορα θα οδηγήσουν στην διάλυση της Ε.Ε., κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο που οι επιθέσεις στην Γαλλία εναντίον «βλάσφημων» γελοιογράφων και Εβραίων άνοιξαν τον δρόμο στις τρομοκρατικές επιθέσεις του Παρισιού.