Μια απλή ιστορία

Είναι ώρες που θέλω να ουρλιάξω. Και άλλες ώρες που θέλω να σηκωθώ και να δώσω ένα χαστούκι με όλη μου τη δύναμη σε κάποιους «ανθρωπιστές» που συναντάω τόσο συχνά στις αποστολές μου στην Αφρική. Υπάρχουν στιγμές που το φαντασιώνομαι κιόλας αυτό και βάζω τα χέρια μου στις τσέπες μην τυχόν και μου ξεφύγει και το κάνω. Έχω νιώσει απέραντα άχρηστη όταν κάθομαι με τις φτωχές γυναίκες στις κοινότητες, παίρνω τα μωρά τους αγκαλιά και συζητάω τα προβλήματα τους. Λέω μα τι κάνεις τώρα εσύ εδώ; Και απορώ που ακόμα δεν με έχει διώξει καμιά τους και που όχι μόνο με ανέχονται αλλά μου ανοίγουν τις καρδιές και τα σπίτια τους.
|
Open Image Modal
franceska megaloudi

Θα σας διηγηθώ μια ιστορία-αληθινή και φοβάμαι και πολύ συνηθισμένη. Λίγες εβδομάδες πριν επισκέφτηκα στη Βόρεια Νιγηρία έναν καταυλισμό εκτοπισμένων. Δεν θα σταθώ στα πολιτικά αίτια. Οι άνθρωποι είχαν δει το χάρο με τα μάτια τους, που λέει και ο λαός μας. Είχαν ξεφύγει απο τη Μπόκο Χαράμ.

Στον καταυλισμό αυτόν λοιπόν με πλησίασε μια γυναίκα με ένα μωρό που έμοιαζε να είναι 2 μηνών. Ήταν δέκα μηνών. Το μωρό ανέπνεε με δυσκολία, ένα πράσινο υγρό έβγαινε από το στόμα του και είχε μια έκφραση αγωνίας στα μάτια. Με άλλα λόγια το μωρό πέθαινε. Είμαι λοιπόν εκεί, δίπλα μου μια υπάλληλος διεθνούς οργανισμού, παραδίπλα ένας κυβερνητικός και η μάνα με το μωρό. Τα έχω λίγο χαμένα-δεν το περίμενα αυτό. Η επαγγελματίας ανθρωπίστρια λέει στη μάνα να πάει αύριο το μωρό στην κλινική. Εκεί σαν να ξυπνάω από το λήθαργο της απαντώ ότι αύριο το μωρό θα έχει πεθάνει. Ξεκινάει μια συζήτηση λοιπόν και νιώθω ότι παρακολουθώ το θέατρο του παραλόγου. Μόνο που συμμετέχω κιόλας. Δεν υπάρχει γιατρός τώρα, δεν μπορεί να βγει από τον καταυλισμό, να περιμένει αύριο, γιατί δεν το πήγε πιο νωρίς και διάφορα παρόμοια. Το μωρό στο μεταξύ μοιάζει σαν να παίρνει τις τελευταίες του ανάσες. Εμείς εκεί να συζητάμε γιατί δεν μπορούμε να το βοηθήσουμε και το μωρό να πεθαίνει. Φυσικά η ζωή δεν είναι ταινία και δεν υπάρχει ο ήρωας που θα αρπάξει το μωρό, θα αψηφίσει τους κανόνες και τους στρατιωτικούς και θα το σώσει. Έτσι απλά αφήσαμε το μωρό και φύγαμε. Ναι όπως το ακούτε. Τέλος της ιστορίας, πάμε παρακάτω.

Τις τελευταίες 20 μέρες τις πέρασα στη Βόρεια Νιγηρία. Έφτασα στα σύνορα με το Καμερούν και μετά ακόμα πιο πάνω στις μικρές κοινότητες των φτωχών εκτοπισμένων που ζουν ξεχασμένοι από το Θεό. Ήταν μια έρευνα που έκανα ως τεχνικός σύμβουλος στα Ηνωμένα Έθνη. Τώρα θα περιμένετε να σας πω τα κλισέ για την ανθρώπινη δυστυχία που δεν έχει τέλος. Αλλά δεν θέλω να πω αυτό γιατί εμένα δεν μου προκάλεσε οίκτο το δράμα των ανθρώπων αλλα θυμό. Σε κάποια στιγμή από αυτά που μου έλεγαν, έδωσα μια μπουνιά στο δέντρο δίπλα μου. Μάτωσε το χέρι μου και το πρόσεξα μόνο όταν ο επικεφαλής μου έφερε νερό να το ξεπλύνω. Στις κοινότητες του Μπόρνο η ίδια ιστορία. Άδικοι και ανέξοδοι θάνατοι, και άνθρωποι που ποτέ δεν θα ξεφύγουν απο τη μοίρα τους.

Ας είμαστε ειλικρινείς. Δεν υπάρχει ελπίδα για αυτούς. Και να σας πω και κάτι ακόμα; Δε νοιάζεται και κανείς μας.

Έχω κουραστεί. Κουράστηκα από την απέραντη αδικία, από την απέραντη βλακεία, από την σκατοψυχιά που βλέπω γύρω μου. Είναι ώρες που θέλω να ουρλιάξω. Και άλλες ώρες που θέλω να σηκωθώ και να δώσω ένα χαστούκι με όλη μου τη δύναμη σε κάποιους «ανθρωπιστές» που συναντάω τόσο συχνά στις αποστολές μου στην Αφρική. Υπάρχουν στιγμές που το φαντασιώνομαι κιόλας αυτό και βάζω τα χέρια μου στις τσέπες μην τυχόν και μου ξεφύγει και το κάνω. Έχω νιώσει απέραντα άχρηστη όταν κάθομαι με τις φτωχές γυναίκες στις κοινότητες, παίρνω τα μωρά τους αγκαλιά και συζητάω τα προβλήματα τους. Λέω μα τι κάνεις τώρα εσύ εδώ; Και απορώ που ακόμα δεν με έχει διώξει καμιά τους και που όχι μόνο με ανέχονται αλλά μου ανοίγουν τις καρδιές και τα σπίτια τους.

Και αναρωτιέμαι, γιατί αποτύχαμε όλοι μας; Γιατί ξοφλήσαμε σαν άνθρωποι και αφήνουμε τα παιδιά μας να πεθαίνουν από αρρώστιες, από την πείνα, να μην πηγαίνουν σχολείο; Χιλιάδες παιδιά εδώ στα μέρη που βρίσκομαι, που ζουν με την ελπίδα να πάνε σχολείο και εκείνα μια μέρα. Που τα ρωτάς τι θέλουν να γίνουν όταν μεγαλώσουν και έχουν όλα τόσο μεγάλα όνειρα και ελπίδες. Και ξέρεις ότι μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια θα έχουν ξεχάσει κάθε όνειρο και θα δουλεύουν σκλάβοι για δυο δολάρια την ημέρα. Ή θα πνίγονται στις βάρκες προσπαθώντας να περάσουν στην «πολιτισμένη Ευρώπη». Και τα μαύρα μωρά τους θα ξεβράζονται στις ακτές της Λιβύης αλλά κανένας δεν θα τα βάζει στο προφίλ ου στο φέισμπουκ και κανείς δεν θα μαθαίνει ότι κάποτε υπήρξαν. Γιατί είναι μαύροι.

Ναι το λέω δημόσια, είναι μαύροι και ακόμα και στο θάνατο εμείς οι «πολιτισμένοι» δεν τους επιτρέπουμε να είναι ίσοι.

Αυτή την αδικία δεν την αντέχω άλλο.