Η απόλυτη σιγή και ο ανυπόφορος θόρυβος

Πνευματικότητα, έθιμα και αντιφάσεις του Πάσχα
Open Image Modal
.
Eurokinissi

Οι αγαπημένες μου παιδικές αναμνήσεις από το Πάσχα στο χωριό είναι δύο. Τα Εγκώμια και το μάζεμα των λουλουδιών από τις αυλές πριν τον στολισμό του Επιταφίου. Τότε τριγυρίζαμε στο χωριό χωρίς επίβλεψη ενηλίκων και μαζευόμασταν στο σπίτι το βράδυ μετά την Εκκλησία. Κάποια χρονιά ένας ψάλτης μάζεψε όλα τα κορίτσια και προσπαθούσε να μας προετοιμάσει ώστε να ψάλουμε γύρω από την Επιτάφιο τη Μεγάλη Παρασκευή. Ήταν σοβαρή αποστολή και είχα χαρεί πολύ. Ήταν μια εποχή όπου υπήρχαν υπολείμματα της παραδοσιακής κοινωνίας στις ζωές των ανθρώπων και στα μάτια ενός παιδιού της πόλης, όπως ήμουν εγώ, ήταν πάντα θαυμαστά.

Δεν αναφέρω τα παραπάνω για να γκρινιάξω για το πού πάει ο κόσμος σήμερα. Οι τεχνολογίες εξελίσσονται, οι κοινωνίες αλλάζουν, τα έθιμα προσαρμόζονται στην κάθε νέα πραγματικότητα. Ο άνθρωπος όμως πάντα κρατά κάτι από το παρελθόν, το θυμάται, το τιμά, θέλει να το συνεχίσει. Κάπως έτσι συμβαίνει και με το Πάσχα. Παραμένει ακόμη μια μεγάλη γιορτή και πολλοί άνθρωποι συνεχίζουν να κάνουν ό,τι έκαναν οι πρόγονοί τους. Το θέμα όμως με το κλίμα αυτών των ημερών είναι ότι είναι γεμάτο αντιφάσεις.

Η ιστορία των Παθών του Χριστού, της Σταύρωσης και της Ανάστασης περιλαμβάνει πάρα πολλές έννοιες, την αγάπη, την ταπείνωση, την προδοσία, τη θυσία, την αντοχή, τον πόνο και τον φόβο του θανάτου, τη νίκη τελικά του καλού απέναντι στο κακό, την επιστροφή, την ανακούφιση, τη γαλήνη. Ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις μας, αυτά είναι θέματα που αφορούν τον κάθε άνθρωπο.  Η Μεγάλη Εβδομάδα λοιπόν και η γλυκιά θλίψη που περιέχει μπορεί να γίνει μια αφορμή για την εσωτερική σιγή που χρειάζεται να βιώνει μερικές φορές ο σύγχρονος άνθρωπος. Μέσα σε μια καταιγιστική καθημερινότητα χρειάζεται κάπου να χωρέσουμε την ησυχία, τον σεβασμό απέναντι στο μυστήριο της ζωής και του θανάτου, τη νηστεία, το ενδιαφέρον για όσους δεν είναι τόσο τυχεροί, την επαφή με τη φύση που την άνοιξη είναι τόσο γλυκιά. 

Αυτές τις μέρες όσοι είναι θρησκευόμενοι, έχουν την ευκαιρία να συνδεθούν με τον Θεό, αρκεί αυτό να είναι μια γνήσια πρόθεση. Το κουτσομπολιό στην εκκλησία του χωριού είναι άλλη μια παιδική μου ανάμνηση. Δεν νομίζω ότι βιώνει κάποιος αληθινά πνευματικότητα αν ασχολείται με το τι φόρεσε η γειτόνισσα, αν χώρισε πριν δύο μήνες κι αν το κούρεμά της είναι κάπως τολμηρό για την ηλικία της. Επίσης, δεν θα ξεχάσω μια αντιφατική σκηνή που έζησα πέρυσι στην εκκλησία τη Μεγάλη Παρασκευή. Μια μητέρα με δύο παιδιά ζητιάνευαν. Οι περισσότεροι αδιαφόρησαν, τελικά κάποιος άνθρωπος από την εκκλησία τους έδιωξε. Πόσο τελικά κατανοούμε, πόσο τιμάμε αυτά που λέμε τόσο εύκολα ότι πιστεύουμε;

Μια αληθινή, εσωτερική σιγή πάντα θα φέρει κάποιου είδους απολογισμό. Είναι εύκολο να νομίζουμε πως όλοι μας σταυρώνουν ή πως θυσιαζόμαστε και κανείς δεν το εκτιμά. Πολύ πιο σημαντικό είναι να καταλαβαίνουμε τον Φαρισαίο και τον Ιούδα και τον Πόντιο Πιλάτο που έχουμε μέσα μας. Αν λαχταρά κανείς κάποιου είδους ψυχική ανάσταση, αυτή θα έρθει μόνο όταν αναγνωρίσει τα δικά του σκοτεινά κομμάτια και πάψει να τα προβάλλει στους γύρω νομίζοντας πως ο ίδιος είναι μόνο καλός.

Απέναντι στην εσωτερική σιγή βρίσκεται, όμως, αυτές τις μέρες κι ένας εκκωφαντικός θόρυβος. Είναι ο θόρυβος που κάνουν τα βαρελότα. Έθιμο είναι, λέμε. Είναι ένα έθιμο που μπορεί να στερήσει δάχτυλα από κάποιο παιδικό χέρι ή να προκαλέσει εγκαύματα. Αφού δεν αφήνουμε τα παιδιά να βάζουν τα δάχτυλά τους στην πρίζα, γιατί επιτρέπουμε να βάζουν στα χέρια τους κάτι που μπορεί να εκραγεί; Είναι ένα έθιμο που αναστατώνει πολλούς συνανθρώπους μας. Πρόσφατα ήταν η Ημέρα Ενημέρωσης για τον Αυτισμό. Φαντάζομαι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν γνωρίζουν ότι παιδιά και ενήλικες με αυτισμό μπορεί να αναστατώνονται τόσο από τα βαρελότα και τα βεγγαλικά που κλαίνε ή φωνάζουν για ώρα. Πρόβλημα προκαλεί σε ηλικιωμένους που πάσχουν από άνοια, μωρά που κοιμούνται, σε μικρά παιδιά ή έγκυες γυναίκες και κατοικίδια. Φαντάζομαι ότι πολλοί θα σπεύσουν να υπερασπιστούν αυτή τη συνήθεια ως κάτι άκακο, διασκεδαστικό που απαιτείται να κάνουμε αυτές τις μέρες. Συχνά όσοι ενοχλούνται θεωρούνται «ξενέρωτοι» ή «γκρινιάρηδες». Αν θέλουμε να μιλάμε για μια κοινωνία με πιο ανθρωπιστικές αξίες, οφείλουμε να αλλάξουμε κάποιες νοοτροπίες και να μην τις μαθαίνουμε στα παιδιά μας. Αν πάλι δεν θέλουμε, ας μην το παίζουμε τόσο δημοκρατικοί, προοδευτικοί κι ευαισθητοποιημένοι.

Και μιας και μιλάμε για τα παιδιά αξίζει ίσως να αναφερθούμε σε μια άλλη μεγάλη αντίφαση. Αυτή του αρνιού που σουβλίζεται. Από τη μία λέμε στους λατρευτούς μας απογόνους ότι αγαπάμε τα ζώα και τους παίρνουμε βιβλία με το χαρούμενο αρνάκι που τρέχει ελεύθερο στο λιβάδι. Την Κυριακή του Πάσχα όμως πίνουμε κρασί και γελάμε ακούγοντας δυνατά μουσική γύρω από ένα σφαγμένο ζωάκι το οποίο στριφογυρίζει ασταμάτητα μέχρι να γίνει ο ωραίος μας μεζές. Δεν κατηγορώ όποιον τηρεί αυτό το έθιμο και φυσικά είναι μια ευκαιρία για συνεύρεση με αγαπημένα πρόσωπα και όμορφες στιγμές. Καλό θα ήταν όμως αν σε κάποιον δεν αρέσει ιδιαίτερα, να μην θεωρείται αυτόματα πως έχει υποκριτικές, χορτοφαγικές εμμονές που έγιναν «μόδα». Μπορεί κάποιοι άνθρωποι στ’ αλήθεια να λυπούνται αυτά τα ζώα ή να τους είναι αδιανόητη η αισθητική της σούβλας. Αυτοί οι άνθρωποι δεν θα πρέπει να θεωρούνται εχθροί του Πάσχα και των παραδόσεων και δεν είναι κακό, αν εισακουστεί και λίγο αυτή η άποψη.

Η κοινωνία βέβαια σήμερα δεν είναι καθόλου ομοιόμορφη και στην πραγματικότητα ο καθένας θα περάσει αυτές τις μέρες διαφορετικά και με τον τρόπο που θέλει. Άλλωστε για τον καθένα το Πάσχα είναι σκόρπιες εικόνες φτιαγμένες από τις παιδικές του αναμνήσεις. Δεν έχουμε όλοι τα ίδια βιώματα, την ίδια ανατροφή, τα ίδια συναισθήματα, τον ίδιο πόνο, την ίδια χαρά, την ίδια πίστη. Μια κοινωνία, όμως, για να βιώνει την ομαλότητα στις γιορτές και στην καθημερινότητά της στην πραγματικότητα χρειάζεται μόνο έναν κανόνα. Αυτόν του αληθινού σεβασμού του ενός στον άλλον. Είναι ο μόνος κανόνας που μπορεί να φέρει την Ανάσταση, την άνοιξη ή όπως αλλιώς μπορεί να πει κανείς αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα του σήμερα.