Η Ευρωζώνη, η Γερμανία και η πανδημία: καιρός για μια αξιολόγηση

Ζούμε ιστορικές στιγμές
Η πασίγνωστη επιγραφή "Dem Deutschen Volke" (Στο Γερμανικό Λαό) χαραγμένη το 1916 στο επιστύλιο του γερμανικού ομοσπονδιακού κοινοβουλίου στο Βερολίνο
Η πασίγνωστη επιγραφή "Dem Deutschen Volke" (Στο Γερμανικό Λαό) χαραγμένη το 1916 στο επιστύλιο του γερμανικού ομοσπονδιακού κοινοβουλίου στο Βερολίνο
fhm via Getty Images

Βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή μιας κρίσης στην οικονομία και την κοινωνία των χωρών της Ευρωζώνης – και δυνητικά όλου του κόσμου – που δεν προέκυψε από ενδογενείς κοινωνικο-οικονομικούς ή κοινωνικο-πολιτικούς παράγοντες, αλλά από μια εξωγενή απειλή που δεν θα μπορούσε να προβλεφθεί, αφού κανείς μέχρι σήμερα δεν είναι σε θέση να προβλέπει συμβάντα σε ορισμένους τομείς που αφορούν άμεσα την καθημερινή ζωή δισεκατομμυρίων πολιτών στον κόσμο. Όπως δεν προβλέπονται οι σεισμοί, που ωστόσο είναι τοπικού χαρακτήρα, έτσι δεν μπορούν να προβλεφθούν και τα προϊόντα της βιολογικής εξέλιξης, τα οποία όμως μπορεί να λάβουν χαρακτήρα παγκόσμιας επιδημίας. Ο ιός που ξεκίνησε τη διαδρομή του από την Κίνα και τείνει να εξαπλωθεί σε όλον τον πλανήτη με μια απίστευτη δυναμική, είναι μια τέτοια απειλή.

Οι επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομία είναι εξόχως αρνητικές, ειδικά αν αυτή δείξει διάρκεια μεγαλύτερη της αναμενόμενης. Το ίδιο ισχύει και με τις επιπτώσεις αναφορικά με την απώλεια ανθρώπινης ζωής, αλλά και δραστικών αλλαγών στην οργάνωση της καθημερινότητας των πολιτών. Τα (εθνικά) κράτη υπάρχουν για πολλούς λόγους, αλλά ο πιο σημαντικός είναι να μεριμνούν για την επιβίωση των ανθρώπων που διαβιούν στην επικράτειά τους και για τον περιορισμό των απωλειών σε ανθρώπινες ζωές σε περιπτώσεις που ο πληθυσμός τους δέχεται μια απειλή. Το πώς αντιδρούν τα κράτη στην «επίθεση» του νέου κορονοϊού, το παρατηρούμε σε πραγματικό χρόνο καθημερινά. Τόσο σε ό,τι αφορά την αναχαίτιση και τον περιορισμό της απειλής και τη σωτηρία ανθρώπινης ζωής, όσο και αναφορικά με την ανακούφιση όσων άμεσα ή έμμεσα πλήττονται από την εξάπλωσή του και τις επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομία.

Και εδώ αρχίζουν τα δύσκολα, διότι τα κράτη δεν δρουν όλα κάτω από τις ίδιες προϋποθέσεις ούτε έχουν όλα τις ίδιες δυνατότητες.

1) Υπάρχουν κράτη, όπως π.χ. οι ΗΠΑ, που είναι οικονομικά αυτεξούσια σε πολύ μεγάλο βαθμό, και ταυτόχρονα οικονομικώς ισχυρά. Αυτά τα κράτη ούτε από εξωτερικά επιβαλλόμενους δημοσιονομικούς κανόνες δεσμεύονται για το πώς θα αντιμετωπίσουν τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, ούτε από κάποια πραγματολογική οικονομική αδυναμία που θα μπορούσε να έχει η ύπαρξη μιας καχεκτικής οικονομίας ή των ελλειμματικών προϋπολογισμών.

2) Υπάρχουν κράτη, που ενώ είναι οικονομικά αυτεξούσια και δεν δεσμεύονται από εξωτερικούς δημοσιονομικούς κανόνες, δεν διαθέτουν τους απαιτούμενους πόρους, ώστε να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά μια έκτακτη κατάσταση.

3) Οι άλλοι δύο τύποι κρατών αφορούν κρατικές οντότητες όπως λ.χ. η Ελλάδα και η Γερμανία, οι οποίες δεσμεύονται μεν και οι δύο από τους ίδιους δημοσιονομικούς κανόνες στην αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας, αλλά διαφέρουν σημαντικά ως προς τους πόρους που διαθέτουν για την αντιμετώπιση αυτών των συνεπειών.

Το γερμανικό κράτος έχει τη δυνατότητα να ρίξει στην αγορά εκατοντάδες δις ευρώ για να την στηρίξει, ενώ το ελληνικό (και αντίστοιχα το ιταλικό, ισπανικό, πορτογαλικό κλπ.) δεν την διαθέτει. Τα κράτη αυτά, επομένως, ούτε είναι αυτή τη στιγμή ελεύθερα να εφαρμόσουν εθνικές δημοσιονομικές στρατηγικές για την ανόρθωση της οικονομίας τους, ούτε πάλι διαθέτουν τους αναγκαίους πόρους για να δράσουν ανάλογα εντός του υφιστάμενου δημοσιονομικού πλαισίου. Και ζητούν αλλαγή των κανόνων και αλληλεγγύη μέσω ενός διαμοιρασμού του χρέους (ευρω-ομόλογα ή κορονο-ομόλογα). Την οποία αρνούνται να δεχθούν, όπως άλλωστε αναμενόταν, τα κράτη του ευρωπαϊκού Βορρά με τις εύρωστες οικονομίες.

Το πείραμα και οι ευρωκασσάνδρες

Ο ιός κατέστησε πλέον σε όλους σαφές αυτό που οι «Ευρωκασσάνδρες» πάντα έλεγαν: ότι αν έρθουν τα δύσκολα, η Ευρώπη, και η Ευρωζώνη ειδικότερα, ως συλλογικότητα αλληλεγγύης δεν πρόκειται να λειτουργήσει, για τους λόγους που ένας από τους ηγέτες χώρας με σημαντικό εκτόπισμα, ο πρόεδρος της Γαλλίας, ανέφερε σε πρόσφατη συνέντευξη τύπου αρκούντως διπλωματικά: οι εγωισμοί συγκεκριμένων μελών της Ευρωζώνης που έχουν ως σημαία το σύνθημα «ο καθένας να φροντίσει τα του οίκου του».

“Δεν πρόκειται για μια μυστηριώδη προσκόλληση στις ιδέες και στους κανόνες του χθες, αλλά για συνειδητή και ψυχρά σχεδιασμένη στρατηγική εμπέδωσης της γερμανικής ηγεμονίας στην Ευρώπη.”

Για μας τους Έλληνες το μήνυμα της γερμανικής άρνησης είναι σαφές: σε περίπτωση εθνικής κρίσης – όπως π. χ. ενός θερμού επεισοδίου με την Τουρκία – μην έχετε «μη ρεαλιστικές» προσδοκίες στήριξης και βοήθειας από τα υπόλοιπα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρέπει να τα βγάλετε πέρα μόνοι σας, εμείς θα καταδικάσουμε φραστικά την τουρκική επιθετικότητα, αλλά μέχρι εκεί. Είναι, άλλωστε, πολύ πρόσφατος ο σωφρονιστικός χαρακτήρας της «βοήθειας» που δόθηκε στην Ελλάδα με τα ευρωπαϊκά δάνεια υπό όρους αυστηρής λιτότητας.

Διαβάστε επίσης: «Drang nach osten 2020»

Αυτή είναι σήμερα η κατάσταση με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και είναι η πανδημία που επέτρεψε ώστε το νοητικό αυτό πείραμα – τι θα γινόταν αν – να γίνει πραγματικό πείραμα της ζωής. Τώρα δεν χρειάζεται να εικάσουμε τι θα γινόταν αν, αλλά παρατηρούμε και ακούμε από τις ηγεσίες πολύ συγκεκριμένων εταίρων, με πρωταγωνιστή τη γερμανική ηγεσία, ένα μακάβριο «όχι» σε μια κοινή προσπάθεια άρσης των οικονομικών βαρών. Το όχι αυτό απευθύνεται σε χώρες που παραιτήθηκαν από την εθνική τους κυριαρχία στο δημοσιονομικό πεδίο (και όχι μόνον) πιστεύοντας ότι αυτό γίνεται προς το συμφέρον των λαών τους. Και τώρα διαπιστώνουν ότι με την κίνηση αυτή έχασαν πολύτιμα εργαλεία που θα υπηρετούσαν τους λαούς των σε μια κρίσιμη κατάσταση, όπως η σημερινή.

Μέρμηγκας και τζίτζικας

Τίθεται πλέον το ερώτημα, τι νόημα έχει η συμμετοχή σε μια τέτοια Ένωση, όταν από αυτή ωφελούνται συγκεκριμένα μέλη και ζημιώνονται άλλα και όταν αυτοί που ωφελούνται δεν δείχνουν διάθεση να σηκώσουν από κοινού τα οικονομικά βάρη που γεννά μια συμμετρική για όλους απειλή; Γιατί να συμμετέχει μια χώρα σε μια Ένωση όταν τα μειονεκτήματα είναι περισσότερα από τα πλεονεκτήματα;

Η απάντηση της Γερμανίας και των πολιτικών της δορυφόρων στο ερώτημα αυτό είναι πολύ απλή και πολύ κυνική: Δεν φταίμε εμείς για τις δικές σας νοοτροπίες που δεν επιτρέπουν να αξιοποιήσετε τη συμμετοχή σας στην Ευρωζώνη και να την μετατρέψετε σε οικονομικό πλεονέκτημα. Και εμείς έχουμε οικονομικές επιπτώσεις από την επιδημία, αλλά έχουμε φροντίσει να έχουμε πλεονάσματα, ενώ εσείς κάνατε το αντίθετο και τώρα περιμένετε να μοιραστούμε τις δαπάνες από την επιδημία. Εμείς όμως πιστεύουμε ότι κάτι τέτοιο θα ήταν άδικο, γιατί θα επιβράβευε τις νοοτροπίες σας, θα επιβράβευε το ανέμελο τζιτζίκι απέναντι στο εργατικό μερμήγκι.

Είναι η άρνηση των ηγεσιών των χωρών του ευρωπαϊκού Βορρά, και ειδικά της Γερμανίας, προϊόν μιας ακατανόητης τάχα εμμονής σε πολιτικές λιτότητας και σε τήρηση κανόνων που δεν πρέπει να αλλάζουν ακόμη και κάτω από ακραίες συνθήκες, όταν δηλαδή αλλάζει ριζικά η ίδια η πραγματικότητα; Πρόκειται για ανεξήγητη προσκόλληση σε ένα οικονομικό «δόγμα», όπως ακούγεται, ή μήπως είναι κάτι πολύ βαθύτερο;

“Ο ευρωπαϊκός Νότος δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να εκπονήσει ένα ρεαλιστικό σχέδιο πρακτικής (και όχι φραστικής) αμφισβήτησης της γερμανικής κυριαρχίας. Αυτοβούλως η γερμανική πολιτική ελίτ δεν πρόκειται να εγκαταλείψει τον κυριαρχικό της ρόλο.”

Πιστεύω ότι πρόκειται για το δεύτερο. Η εμμονή αυτή ερμηνεύεται, δεν είναι ανεξήγητη και δεν είναι αρμοδιότητα των ψυχολόγων. Δεν πρόκειται για μια μυστηριώδη προσκόλληση στις ιδέες και στους κανόνες του χθες, αλλά για συνειδητή και ψυχρά σχεδιασμένη στρατηγική εμπέδωσης της γερμανικής ηγεμονίας στην Ευρώπη.

Από το «Neues Europa» στο σήμερα

Για να κατανοήσει κανείς την άρνηση της Γερμανίας στο μοίρασμα των χρεών που θα προκύψουν για την ανόρθωση των οικονομιών των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου, απαιτείται μια θεωρία για τη συμπεριφορά της πολιτικής ελίτ της χώρας αυτής, αλλά παράλληλα και μια ιστορικά προσανατολισμένη θεωρία για τις πολιτισμικές σταθερές της γερμανικής κοινωνίας μέσα στους αιώνες, μέσα από τις οποίες προκύπτει μια συγκεκριμένη αυτοαντίληψη για τον μέσο Γερμανό και το γερμανικό έθνος (και κατ’ επέκταση, κράτος) ως ευρωπαϊκού υποδείγματος. Είναι αυτή η αυτοαντίληψη που ενισχύει και νομιμοποιεί «από τα κάτω» τις «εμμονές» της ηγεσίας και την προσκόλληση στο δόγμα «ο καθένας να κοιτάξει τα του οίκου του παντού και πάντοτε».

Η κεντρική επιδίωξη της γερμανικής πολιτικής ελίτ μετά την επανένωση είναι η εμπέδωση της οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας στην Ευρώπη. Αυτό δεν είναι κάτι νέο στην ευρωπαϊκή ιστορία και τη συμπεριφορά της Γερμανίας σε σχέση με την Ευρώπη. Ακόμη και ο εθνικοσοσιαλιστής Αδόλφος αυτό προπαγάνδιζε ως όραμα με τη φράση «Neues Europa», μόνο που το επιχείρησε με τόσο απάνθρωπο και εγκληματικό τρόπο, που στο τέλος τα θαλάσσωσε και αντί για τη γερμανική Ευρώπη προέκυψαν μια δυτική και μια ανατολική Γερμανία. Αλλά αυτά μέχρι το 1989. Διότι από το 1990 και μετά υπάρχει μια ενιαία Γερμανία, οικονομικά ισχυρή, με υπολογίσιμους συμμάχους στη Βόρεια και Ανατολική Ευρώπη. Αυτή είναι η ατζέντα της γερμανικής πολιτικής ελίτ, πλην περιθωριακών εξαιρέσεων, και σε αυτήν σκόνταψαν ο Παπανδρέου, ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος, ο Βαρουφάκης και ο Τσίπρας. Στην ίδια ατζέντα είναι πιθανόν να σκοντάψει, παρότι το απευχόμαστε, και ο Μητσοτάκης, ο Κόντε, ο Σάντσεθ, ο Κόστα και άλλοι.

“Θα μπορούσαμε να το δεχθούμε (το κορονό - ομόλογο), μας λένε, αλλά υπάρχει ο κίνδυνος να γιγαντωθεί το AfD. Προτιμάτε μια Γερμανία χωρίς ακροδεξιά στην κυβέρνηση, ή μια Γερμανία με ακροδεξιά; Δεν αντιλαμβάνεστε ότι όποιος ζητά ευρω-ομόλογο ρίχνει νερό στον μύλο της γερμανικής Ακροδεξιάς;”

Ο ευρωπαϊκός Νότος δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να εκπονήσει ένα ρεαλιστικό σχέδιο πρακτικής (και όχι φραστικής) αμφισβήτησης της γερμανικής κυριαρχίας. Αυτοβούλως η γερμανική πολιτική ελίτ δεν πρόκειται να εγκαταλείψει τον κυριαρχικό της ρόλο. Θα το κάνει μόνον αν αναγκαστεί σε συμβιβασμό. Ιστορικά η γερμανική ηγεμονία ποτέ δεν υπήρξε μια ηγεμονία «μοιράσματος» βαρών και το πιο πιθανό είναι αυτή η πολιτισμική σταθερά να διατηρηθεί και στην εποχή μας.

Ο περιούσιος λαός και το σύνδρομο του μη-ασώτου

Ας έρθουμε τώρα στη «λαϊκή συνιστώσα» αυτής της ηγεμονίας. Δεν υπάρχει ευνοϊκότερη προϋπόθεση για μια πολιτική ελίτ να προωθήσει μια ατζέντα ηγεμονίας, από την αντίληψη του κόσμου (του «λαού») ότι πρόκειται για έναν κατά κάποιον τρόπο «περιούσιο» λαό, που έχει όλες εκείνες τις αρετές – εργατικότητα, οργανωτικότητα, φιλοπονία, πειθαρχία, τάξη, σχολαστικότητα, ορθολογικό προσανατολισμό, προνοητικότητα - τις οποίες άλλοι λαοί δεν έχουν. Έτσι εξηγεί ο μέσος Γερμανός τα θετικά επιτεύγματα της γερμανικής οικονομίας, τις εξαγωγές και τα θηριώδη πλεονάσματα. Νομίζει ότι αυτές οι καταστάσεις οφείλονται αποκλειστικά στις αρετές του Γερμανού, ενώ η απουσία τους από άλλες ευρωπαϊκές χώρες οφείλεται στην ανυπαρξία των αντίστοιχων αρετών από τους λαούς των. Ο μέσος Γερμανός καταδικάζει μεν τον Χίτλερ για τις απόψεις του περί φυλετικής ανωτερότητας, συνεχίζει όμως να δέχεται την άποψη περί πολιτισμικής ανωτερότητας. Και έτσι φτάνουμε στο σύνδρομο του μη-ασώτου, του προκομμένου γιου που αγανάκτησε όταν είδε τον πατέρα του να διαθέτει αγαθά (τον μόσχο τον σιτευτό) για χατίρι του ανεπρόκοπου, αλλά μετανοημένου πλέον, χαμένου αδελφού.

Εχει σχέση το κορονο-ομόλογο με την ακροδεξιά;

Αυτή η αγανάκτηση στη Γερμανία είναι διάχυτη, αλλά έχει και συγκεκριμένη πολιτική έκφραση: ονομάζεται AfD. Το κόμμα αυτό, όπως όλα τα ιδεολογικά συναφή κόμματα του ευρωπαϊκού Βορρά, συμβάλλει τα μέγιστα στην εξ αντικειμένου νομιμοποίηση της άρνησης της επίσημης Γερμανίας να στηρίξει το ευρω-ομόλογο. Θα μπορούσαμε να το δεχθούμε, μας λένε, αλλά υπάρχει ο κίνδυνος να γιγαντωθεί το AfD. Προτιμάτε μια Γερμανία χωρίς ακροδεξιά στην κυβέρνηση, ή μια Γερμανία με ακροδεξιά; Δεν αντιλαμβάνεστε ότι όποιος ζητά ευρω-ομόλογο ρίχνει νερό στον μύλο της γερμανικής Ακροδεξιάς;

Το μήνυμα για τον ευρωπαϊκό Νότο είναι τότε σαφές. Ή θα συμβιβαστείτε με τη σημερινή Γερμανία που απορρίπτει την ιδέα του διαμοιρασμού του χρέους, αλλά χωρίς ακροδεξιά στην κυβέρνηση, ή θα αναγκαστείτε να υποστείτε μια Γερμανία με την ίδια πολιτική, αλλά με το AfD στην κυβέρνηση. Με άλλα λόγια, δεν έχετε εναλλακτική επιλογή παρά να συμβιβαστείτε με την άρνησή μας στην έκδοση ευρω-ομολόγου, δηλαδή με τη γερμανική ηγεμονία. Τι θα κάνουν οι χώρες του Νότου κάτω από τις συνθήκες αυτές; Η πρόβλεψη είναι προς το παρόν αδύνατη, καθώς ο συμβιβασμός με τη γερμανική άρνηση θίγει πλέον στο έπακρον πολύ ζωτικά συμφέροντα των χωρών που πλήττονται από την επιδημία. Ζούμε ιστορικές στιγμές.

Υπάρχουν χρέη

Και μια υπενθύμιση για τις ελληνο-γερμανικές σχέσεις. Η πολιτική τάξη της Γερμανίας δεν θα μπορούσε σήμερα να κουνά το δάχτυλο στους εταίρους της στην Ευρώπη και να υποδεικνύει την τήρηση των υφιστάμενων δημοσιονομικών κανόνων, αν το 1990 οι νικήτριες δυνάμεις του Δευτέρου Παγκόσμιου Πολέμου – ανάμεσά τους η Γαλλία και η Βρετανία - είχαν τηρήσει τους δικούς τους κανόνες από τις αρχές της δεκαετίας του ’50, σύμφωνα με τους οποίους η Γερμανία υποχρεούται να καταβάλει πολεμικές αποζημιώσεις και επανορθώσεις μετά τη σύναψη συνθήκης ειρήνης, δηλαδή μετά τη γερμανική επανένωση. Η Γερμανία ζώντας 45 χρόνια μέσα στη στρατιωτική θαλπωρή του ΝΑΤΟ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας, είχε την πολυτέλεια να μην δαπανά ποσά του ΑΕΠ για τις αμυντικές της ανάγκες. Θεώρησε, κάτι που μέχρι στιγμής αποδείχθηκε ορθό για τη χώρα αυτή, ότι η ισχύς, η κυριαρχία και η ηγεμονία στην Ευρώπη, θα κερδηθεί στο πεδίο της οικονομίας, και όχι της στρατιωτικής υπεροχής. Όντως μας προέκυψε μια γερμανοκρατούμενη Ευρωζώνη τουλάχιστον, αν όχι και Ευρώπη. Για αυτό έχει σημασία ειδικά η Ελλάδα, που για ιστορικούς λόγους έχει ακόμη μεγάλες και νομικά ενεργές εκκρεμότητες με τη Γερμανία, να μην τις ξεχνά και να τις αναδεικνύει συστηματικά σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους χρόνους. Και όχι μόνο προεκλογικά.

Δημοφιλή