Με συνεννόηση και λογική μπορούμε

Αυτές οι εκλογές, ωστόσο, μπορεί να κρύβουν τη σημαντική ευκαιρία για τον τόπο να απαλλαχθεί από τον δαίμονα του εθνολαϊκισμου και της δημαγωγίας και να δώσει χώρο στον ορθό λόγο.
|
Open Image Modal
spapax/Flickr

Το Μάιο του 2010 Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ έριχναν τα θεμέλια για το αντιμνημονιακό τείχος, πάνω στις στάχτες που είχε αφήσει η χαμένη πενταετία της διακυβέρνησης Καραμανλή. Οι αντιλαϊκές αποφάσεις που πήρε τότε το ΠΑΣΟΚ για την αποφυγή μιας άτακτης χρεοκοπίας έδωσαν την ευκαιρία στον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Δημοκρατία να διακινήσουν τον μύθο ότι το «μνημόνιο έφερε τη χρεοκοπία». Το 2012, ο κ. Σαμαράς ξέχασε και τον μύθο αυτό αλλά και τα ισοδύναμα μέτρα των «Ζαππείων» για να γίνει Πρωθυπουργός και παρέδωσε τη αντιμνημονιακή σκυτάλη στον κ. Τσίπρα, ο οποίος με τη σειρά του με το Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης 12 δισ. ευρώ παροχών κέρδισε τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου δεσμευόμενος προς τον Ελληνικό λαό να καταργήσει το Μνημόνιο μέσα από «ένα νόμο και ένα άρθρο». Λίγο νωρίτερα, τον Δεκέμβριο του 2014 η χώρα είχε εμφανίσει πρωτογενές πλεόνασμα, είχε κάνει μια δοκιμαστική έξοδο στις αγορές και απέμενε να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος από την τρόικα για να κλείσει η συμφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους. Μπορεί να μην υπήρχε το "success story" που παρουσίαζε προεκλογικά η Νέα Δημοκρατία, αλλά είχαν τεθεί οι βάσεις για την αναδιάρθρωση του χρέους και την έξοδο της Ελλάδας από την επιτήρηση.

Η νέα κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αναλάμβανε τα ηνία της διαπραγμάτευσης αφήνοντας ανοικτό καθ' όλη τη διάρκεια της δημιουργικής ασάφειας το ενδεχόμενο ρήξης με το ευρωπαϊκό σύστημα. Επί έξι μήνες, οι πολίτες περίμεναν την υλοποίηση της συμφωνίας που θα αποδέσμευε τη χρηματοδότηση για τη χώρα, η έλλειψη της οποίας είχε καταδικάσει σε ασφυξία την αγορά και είχε τραυματίσει βαριά τον ιδιωτικό τομέα. Από την ημέρα σύστασης όμως της νέας κυβερνητικής συνεργασίας είχαν ήδη εμφανιστεί τα σημάδια μιας αδιέξοδης διακυβέρνησης μέσα από τους επικοινωνιακούς χειρισμούς και την καθεστωτική της κουλτούρα. Οι μετονομασίες οργάνων και διαδικασιών και η θεμελίωση στο κράτος ενός κομματικού μηχανισμού από συγγενείς, φίλους και αποτυχημένους υποψηφίους ήταν μόνο η αρχή.

Η κυβέρνηση του «πρώτη φορά Αριστερά» αγκαλιά με τον εθνολαϊκισμό πορεύτηκε ροκανίζοντας πολύτιμο χρόνο, αλώνοντας τα δημόσια ταμεία, αποσταθεροποιώντας την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας εγείροντας σενάρια περί Grexit και προκαλώντας τριγμούς στην εξωτερική πολιτική της χώρας μέσα από τις δηλώσεις του κ. Καμμένου για μοίρασμα του Αιγαίου 70-30 με τους Αμερικανούς και τις απειλές του περί ελληνικής διόδου τζιχαντιστών προς την Ευρώπη. Μπροστά σε αυτά το απριλιανό σόου των παρελάσεων θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένα τραγελαφικό διάλειμμα μιας επικίνδυνης πορείας.

Με πρόσχημα την αποκατάσταση της δημοκρατίας ο κ. Τσίπρας δεν δίστασε ακόμη να καλέσει στις 5 Ιουλίου αιφνιδιαστικά τους πολίτες στις κάλπες, έξι μήνες μετά τις εκλογές, σ' ένα δημοψήφισμα εξπρές για να αποφανθούν σε ένα ανυπόστατο ερώτημα μιας πρότασης η οποία δεν υπήρχε. Στην εσωτερική δε αναταραχή που δημιουργήθηκε φρόντισε να απαντήσει ο κ. Καμμένος με μια απαράδεκτη δήλωση ότι ο στρατός διασφαλίζει τη σταθερότητα στο εσωτερικό της χώρας. Η προσπάθεια διαφυγής του Πρωθυπουργού από την εξουσία έπεσε στο κενό, όταν το 62% των Ελλήνων του έδωσε εντολή να προχωρήσει τη διαπραγμάτευση για μια καλύτερη δημοσιονομική συμφωνία εντός του ευρώ. Το δημοψήφισμα, ωστόσο, είχε ήδη στοιχίσει πολύ ακριβά στη χώρα με το κλείσιμο των τραπεζών και την επιβολή των capital controls που δημιούργησαν δομικά προβλήματα στη λειτουργία της αγοράς βυθίζοντας χιλιάδες πολίτες και μικρομεσαίους επιχειρηματίες στην απόγνωση. Πόσο αποτιμάται μέχρι στιγμής το πλήγμα σε μια εισαγωγική οικονομία, όπως είναι η δική μας;

Η πτώση που καταγράφηκε στις πωλήσεις κυμαίνεται από 30% έως 80% αναλόγως τον κλάδο, ενώ αναμένεται απώλεια έως 10 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ. Το χειρότερο είναι ότι όλα αυτά συνέβησαν κατά τη θερινή περίοδο, όπου ο κλάδος του τουρισμού αλλά και οι υπόλοιπες παραγωγικές τάξεις προσδοκούσαν να ισορροπήσουν τις απώλειες της χρονιάς, κάτι αποδείχθηκε μάταιο, καθώς η χώρα με τους κεφαλαιακούς περιορισμούς δεν αποτελούσε πλέον έναν ελκυστικό προορισμό. Μια σειρά από ανεύθυνες επιλογές που ανήκουν αποκλειστικά στον κ. Τσίπρα και αποτυπώθηκαν σε δραχμολάγνους υπουργούς και σχέδια επικίνδυνα για την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, χρέωσαν τον Ελληνικό λαό με ένα τρίτο σκληρό μνημόνιο 85 δις ευρώ μέτρων. Η προκήρυξη εκλογών μετά από αυτή την εξέλιξη ήταν αναμενόμενη και θυμίζει το σχέδιο διαφυγής από την εξουσία του κ. Καραμανλή το 2007.

Αυτές οι εκλογές, ωστόσο, μπορεί να κρύβουν τη σημαντική ευκαιρία για τον τόπο να απαλλαχθεί από τον δαίμονα του εθνολαϊκισμου και της δημαγωγίας και να δώσει χώρο στον ορθό λόγο. Η κυβέρνηση της Αριστεράς ούτε οδήγησε τη χώρα εκτός Μνημονίου, ούτε έδωσε τη μάχη κατά της διαπλοκής και του πελατειακού κράτους, ούτε αντιμετώπισε αποτελεσματικά τις κοινωνικές ανισότητες και την ανεργία. Με τα παραπάνω θα επιφορτιστεί η επόμενη κυβέρνηση. Το ποιοι θα υλοποιήσουν τη συμφωνία που έφερε ο ΣΥΡΙΖΑ με το λιγότερο δυνατό κοινωνικό κόστος, σταθεροποιώντας τη θέση της Ελλάδας εντός της Ένωσης και δημιουργώντας προϋποθέσεις ανάπτυξης είναι μια τεράστια πρόκληση. Όπως τεράστια πρόκληση είναι και το ποιοι θα διαπραγματευθούν με την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου πληθαίνουν οι ακροδεξιές φωνές, τη μεταναστευτική πολιτική για μια χώρα όπου οι μεταναστευτικές ροές αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο τη στιγμή που δεν υπάρχουν οι απαιτούμενοι πόροι, οι κατάλληλες δομές φιλοξενίας, όπως επίσης εξειδικευμένο προσωπικό και τεχνικός εξοπλισμός.

Η επόμενη κυβέρνηση χρειάζεται να είναι εθνικής ενότητας με τη συμμετοχή όλων των φιλοευρωπαϊκών κομμάτων, γιατί το βάρος που έχει να επωμιστεί είναι πολύ μεγάλο. Η συσπείρωση των δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας, της ανανεωτικής αριστεράς και της πολιτικής οικολογίας, που θα εκφραστούν στις εκλογές από το ΠΑΣΟΚ και τη Δημοκρατική Αριστερά, μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο στην εθνική προσπάθεια στην οποία οφείλει να συμμετάσχει και ο ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και ως δεύτερο κόμμα, γιατί έχουν ηθική υποχρέωση αυτοί που διαπραγματεύτηκαν το νέο μνημόνιο να είναι και στην κυβερνητική ομάδα υλοποίησής του.